Πρόταση για νέο λήμμα ΓΚΙΟΣΑ

γκιόσα

γέρικη γίδα

μεταφ. (για γυναίκα): άσχημη/δύστροπη/αντιπαθητική/προχωρημένης ηλικίας/κακού παρελθόντος

[ΕΤΥΜ. Πιθανόν από αρωμουνική ghes (μαύρη γίδα με καστανές ρίγες) είτε από αλβαν. gjosë < σλ. Kozje]

Ακούγεται στο τραγούδι των Παγιουμτζή-Βασιλειάδη «Χράπα χρούπα το ξυράφι» (1946)

Μα στη φόρα που 'χα πάρει
βάζει ο διάολος το ποδάρι
κι έτσι όλα μου τα γρόσια
μου τα έφαγε μια γκιόσα.

Εδώ μάλλον κολλάει και αυτό το παλιότερο νήμα

1 «Μου αρέσει»

…και στα Τουρκικά keçi, εξ ου σίγουρα και η κατσίκα. Αλλά η λέξη δεν είναι καθόλου μακριά και από τη βλάχικη, και από την αρβανίτικη και από τη σλαβική ονομασία. Στην κεντρική Ασία, υπήρχαν κατσίκες;

Νομίζω κατ’ εξοχήν.

Αλλα΄η λέξη δε σημαίνει κατσίκα, είναι πολύ πιο εξειδικευμένη (βλ. την άλλλη συζήτηση).

Είναι σαν να λέμε ότι «μεσήλικας εμποροϋπάλληλος μετρίου ύψους ξανθόγκριζος με αρχή φαλάκρας» σημαίνει «άνθρωπος»

Στο άλλο νήμα είχε συζητηθεί η λέξη «γιόσα» ή «γκιόσα», ειδικά μέσα σ’ ένα συγκεκριμένο συμφραζόμενο: στο τραγούδι Η τράτα μας η κουρελού.

Το βασικό ερώτημα, τι σημαίνει στην Τράτα αυτή η λέξη, δεν απαντήθηκε και το θέμα παραμένει ανοιχτό, εκεί. Εδώ, που συζητάμε για την ίδια τη λέξη γκιόσα, μεταφέρω όσες πληροφορίες αφορούν τη λέξη από μόνη της, γενικά και ανεξαρτήτως συμφραζομένου.

1 «Μου αρέσει»

Στο συγκεκριμένο τραγούδι που παραθέτει ο Άνθιμος (σε μουσική Ζαμπέτα ; ) όπου και ακούγεται καθαρά η λέξη και η έννοια είναι ξεκάθαρη από τα συμφραζόμενα, ισχύουν και οι ερμηνείες και η ετυμολογία που δίνεται.

Τώρα, αν το χρώμα της γκιόσας / γίδας διαφοροποιήθηκε κατά περιοχή, με το πέρασμα των χρόνων, είναι δευτερεύουσας σημασίας.

Πάντως, η λ. «Kozje» με τη σημασία «γίδα» υπάρχει και σήμερα στα βοσνιακά και στα κροατικά, στη δε Σλοβενία υπάρχει και ομώνυμος οικισμός, με πολλά και ονομαστά βοσκοτόπια, γεγονός που φανερώνει και τη σλαβική καταγωγή της λέξης.

Μπορούμε, νομίζω, να την προσθέσουμε ως λήμμα στο Γλωσσάρι.

Των Παγιουμτζή (συνθέτη) και Βασιλειάδη (στιχουργού) φέρεται κατά το sealabs το τραγούδι.

Καλά, εσείς δεν βλέπετε γλωσσολογική συγγένεια μεταξύ keçi και ghes ή gjosë ή Kozje;

1 «Μου αρέσει»

Δεν μπορώ να αποκλείσω τίποτε, αλλά μέχρι εκεί που φτάνει το μυαλό μου η σημασιολογική απόσταση ανάμεσα στο «κατσίκα» και στο «μια κατσίκα με τόσο συγκεκριμένα χαρακτηριστικά ώστε όταν τη χάσω να μπορώ να ρωτήσω άλλους βοσκούς μήπως την είδανε, δίνοντάς τους μια αναλυτική μονολεκτική περιγραφή» μου φαίνεται αγεφύρωτη.

Εσύ Νίκο είσαι θαλασσινός. Ποιο ψάρι λέτε ψάρι; Ποιο πλεούμενο λέτε πλεούμενο; Ποιο εξάρτημα του πλεούμενου λέτε εξάρτημα;

Περικλή, δεν ψάχνουμε για χαμένες κατσίκες, την ετυμολογία μιας λέξης ψάχνουμε. Πώς αλλοιώς θα βοηθηθούμε, παρά από τη γλωσσολογία;

Κανένα βεβαίως, έχουν όλα το όνομά τους. Το λιθρίνι όμως, γιατί το λέμε λιθρίνι; Τον ροφό, γιατί τον λέμε ροφό;

Μιας λέξης η οποία δεν σημαίνει κατσίκα, και άρα μειώνονται οι πιθανότητες να προέρχεται από μια λέξη που σε άλλη γλώσσα σημαίνει κατσίκα.

Στα Ελληνικά. Στα Αλβανικά, Σλάβικες γλώσσες; Βλάχικα; Συνηθέστατη είναι η παραλαβή συνωνύμων από άλλες γλώσσες, στα οποία αποδίδεται στα Ελληνικά σημασία διαφορετική από εκείνην που έχουν στη γλώσσα παραλαβής.

Νίκο, ο G. Meyer είχε συντάξει ένα πολύτιμο ετυμολογικό λεξικό της αλβανικής γλώσσας, το 1891.
Ανέφερε μεταξύ των άλλων, πως η λέξη «γκιόσα» έφτασε στη χώρα μας με τη μεσολάβηση της αλβανικής και ότι οι Αλβανοί πήραν τη λέξη από τις γειτονικές σλαβόφωνες χώρες. [αλβαν. gjosë < σλαβ. Kozje]

Την αλβανική ετυμολογία υιοθετούν ο Ανδριώτης και το ΙΛΝΕ,
ενώ την αροµ. [ghes(ŭ) ‘µαύρη γίδα µε καστανές ρίγες’] τα λεξικά του ΙΝΣ και του Μπαµπινιώτη.

Δεν έχω ούτε αλβανοελληνικό, ούτε σλαβοελληνικό λεξικό, ούτε και βλαχοελληνικό (αν υπάρχει). Τί σημαίνουν οι τρεις λέξεις στις γλώσσες τους; γίδα, ή μαυρη γίδα με καστανές ρίγες, ή;

gjosë [στα αλβανικά] = γριά γίδα.

Συνηθέστατη είναι, όντως. Αλλά σε ποια περίπτωση ένας Έλληνας τσομπάνος δανείζεται μια λέξη καθαρά τσομπάνικου ενδιαφέροντος από έναν Αλβανό τσομπάνο, ή ένας Αλβανός από έναν Βλάχο; προφανώς όταν κυκλοφορούν στα ίδια βοσκοτόπια και έρχονται σε επαφή και συναλλαγή μεταξύ τους. Είναι βέβαιον ότι όλοι οι νομάδες ή ημινομάδες βοσκοί των Βαλκανίων, όσοι κινούνταν σε περιοχές που φιλοξενούσαν πολλές γλωσσικές κοινότητες, μιλούσαν κι άλλες γλώσσες εκτός από τη μητρική τους (ο Βλάχος και ελληνικά κλπ.).

Θεωρώ λοιπόν πιθανότερο αυτές οι κοινές λέξεις να διατήρησαν, στη γλώσσα που τις δανείστηκε, την ίδια σημασία που είχαν και στη γλώσσα προέλευσης, εφόσον εξακολουθούσαν να χρησιμοποιούνται από τους ίδιους ανθρώπους στο ίδιο πλαίσιο.

Δε βάζω βέβαια και το χέρι μου στη φωτιά. Αν τα ετυμολογικά λένε αλλιώς, πάω πάσο.

Κατά τα άλλα:

Γλωσσολογική συγγένεια, όχι. Πού να τη δω; Οι γλωσσολογικές συγγένειες δε φαίνονται.

Βλέπω σίγουρα κάποια ομοιότητα. Ομοιότητα σημαίνει πιθανότητα για γλωσσολογική συγγένεια. Ιδιαίτερα ανάμεσα στα ghes και gjosë, και ακόμη περισσότρο ανάμεσα στο gjosë και στην γκιόσα. Αλλα΄το αν η ομοιότητα είναι συμπτωματική ή όχι, δε θα το πω εγώ.

(Έχεις δει ποτέ Νίκο καμιά γλωσσολογική συγγένεια ανάμεσα στο «ένας» και το «μία»; Ε λοιπόν, δεν είναι απλώς ομόρριζα, είναι ομαλότατοι σχηματισμοί της ίδιας λέξης σε δύο γένη.)

Ωραία. Η σκέτη γίδα, αυτό που στα ελληνικά λέμε και κατσίκα, πώς λέγεται;

Σε καμμία. Ποτέ Έλληνες και Αλβανοί τσομπάνοι δεν κυκλοφορούσαν στα ίδια βοσκοτόπια (ποια ίδια; Στην Αλβανία, ή στην Ελλάδα;). Οι αλληλοεπιδράσεις μεταξύ δύο γλωσσών συνήθως υποβοηθούνται από δίγλωσσους πληθυσμούς. Τέτοιοι πληθυσμοί υπήρχαν πάρα πολλοί, σε πάρα πολλά μέρη της Ελλάδας (π.χ. Αρβανίτες) και το αντίστροφο ίσχυε βεβαίως και αυτό.

Δεν ξέρω αν εννοείς Νίκο ότι επί Οθωμανικής αυτοκρατορίας δεν υπήρχαν ελληνικά και αλβανικά διαβατήρια, αλλά επί της ουσίας νομίζω ότι το ίδιο λέμε.

Στο θέμα της ετυμολογίας που μας ενδιαφέρει εδώ:

  1. Οι ίδιοι οι Αλβανοί φαίνεται ότι υιοθετούν την άποψη του Meyer, τη σλαβική δηλ. προέλευση της λ. gjosë [ΕΤΥΜ. < σλαβ. Kozje]
    Δοκιμάστε αυτό το σύνδεσμο, σελ. 51 : [ETIMOLOŠKI SLOVAR ALBANSKEGA JEZIKA
    Albanian Etymological Dictionary]

  2. [Και για σένα, Νίκο και για όποιον άλλον ξέρει γερμανικά]
    «Das slavische Lehngut im Albanischen»
    https://library.oapen.org/bitstream/handle/20.500.12657/26220/1003865.pdf?sequence=1&isAllowed=y σελ. 98:
    gjosë = μαύρη κατσίκα με λευκή κοιλιά και δυο λευκές γραμμές στις πλευρές των ματιών.

  3. Ο Μπαμπινιώτης αναφέρει ότι πέρασε στην ελληνική γλώσσα η λ. γκιόσα από τη βλαχική. Μάλλον έχει δίκιο, αλλά δν αναφέρει οι Βλάχοι πού τη βρήκαν τη λέξη.

Οι Αλβανοί (απ’ ό,τι βλέπω) χρησιμοποιούν άλλες λέξεις για την κοινή γίδα / κατσίκα, το ίδιο και οι Βλάχοι.

Εκείνοι που διατηρούν ακόμα τη λ. με τη αρχική της σημασία είναι οι Σλάβοι: " kozje" στα σλοβενικά και στα κροατικά π.χ. σημαίνει “κατσίκα”.