"γιόσα", στο παραδοσιακό: "Η τράτα", με δυο ηχογραφήσεις στις ΗΠΑ

Ως ιδέα στο τραπέζι θα μπορούσε πραγματικά να πέσει το “γκιόσα”, αν – εκτός από την κυριολεκτική σημασία: γέρικη προβατίνα ή κατσίκα – είχε επεκταθεί η υβριστική σημασία [εκτός από τις γυναίκες] και σε άλλα είδη, κάτι όμως που δεν βρίσκεται σε λεξικό ή σε κείμενο, δηλαδή να χαρακτηρίζεται έτσι (μεταφορικά) ένα αντικείμενο που να χρειάζεται επειγόντως επιδιόρθωση.

Όμως, μια πιθανή σύνδεση του «γκιόζα / γιόζα/ γιόσα» θα μπορούσε να γίνει με το τουρκικό gözetmek που σημαίνει προσέχω, παρατηρώ κ.λπ.,
εξ ου και το göz = μάτι [καραγκιόζ = ο μαυρομάτης].

1 «Μου αρέσει»