Ζιβανία (=τσίπουρο)

Επειδή το μπουζούκι χωρά παντού, δείτε παιδιά αυτό http://www.youtube.com/watch?v=B0hN4WGj10g και παραθέστε τη γνώμη σας αν θέλετε. Βέβαια τα λόγια είναι στην Κυπριακή διάλεκτο, οπότε αν θέλετε μπορούμε να προχωρήσουμε και σε μια μετάφραση:)

Είναι σαν το τραγούδι που θα στείλουμε στη Εurovision rap με μπουζούκι. Είναι ξεχωριστό πάντως

Τέλια γάμος στο Πελέντριν το τραούδιν φίλε ρινόκερε.

Μόνο που το Πελέντρι δεν έχει θάλασσα ε?:088::slight_smile: Πάντως εμένα μου αρέσει φίλε, σαν κάτι διαφορετικό, σαν ένα διάλειμμα μέσα στο βράδυ, σαν κάτι ανάλαφρο. Σαν κάτι τέτοιο το βλέπω και από τη στιγμή που και οι συντελεστές έτσι ακριβώς το είδαν και αφού δεν ενοχλεί τ΄αυτιά μου, μου αρέσει.:slight_smile:

Λοιπόν τι γίνεται? δεν ενδιαφέρεται κανένας για την Κυπριακή διάλεκτο? εν αντρέπεστε ρε? εν θέλετε να μάθετε? χε χε:). Εντάξει τότε θα τα γράψω εδώ σαν μονόλογο και όποιος θέλει ας ακούσει. Σαν να λέμε, ας΄τον τρελό στην τρέλα του. Ξέρει κανείς τι σημαίνει " ο παππούς μου ελάλεν μου την τότε εποχήν, εζέχνασιν τα βούθκια τους τζιαι πίνναν μιαν κοφτίν … ζιβανία ζιβανία τζιαι λαρτίν τζιαι εκάμναν μια βραχτήν… επίνναν μιαν κοφτίν τζιαι ώσπου να πεις κρομμίν ετελειώναν ούλλη την βραχτίν…

ο παππούς μου ελάλεν μου την τότε εποχήν, εζέχνασιν τα βούθκια τους τζιαι πίνναν μιαν κοφτίν … ζιβανία ζιβανία τζιαι λαρτίν τζιαι εκάμναν μια βραχτήν… επίνναν μιαν κοφτίν τζιαι ώσπου να πεις κρομμίν ετελειώναν ούλλη την βραχτίν…

μετάφραση, τα τονισμένα, παρακαλώ!

βούθκια = βόδια, βραχτή = χωράφι (κυρίως αναφέρεται σε περιφραγμένα χωράφια όχι μεγαλύτερα από 4-5 δεκάρια το πολύ)

Υ.Γ. χαίρομαι για το ενδιαφέρον σας.

Ωραία, ευχαριστώ πολύ! Τώρα ξέρω τι σημαίνει!

Για το βούθκι, το υποπτεύθηκα (βούγδι στις Κυκλάδες, βούι στην Κρήτη) αλλά έπρεπε να σιγουρευτώ…

Και η ελεύθερη μετάφραση:

Μου μίλαγε ο παππούς μου για τον παλιό καιρό, που βρώμαγαν τα βόδια τους και έπιναν καμμιά ρακή… ρακή και λίγο λαρδάκι κι ώσπου να πεις κρεμμύδι, οργώθηκε όλο το χωράφι…

Όχι δεν είναι βούθκι. Στον ενικό είναι Βους. Έλεγαν οι παλιότεροι (επειδή τώρα δεν ισχύει πλέον αφού πάρα πολλές λέξεις δεν τις χρησιμοποιούμε τώρα) "έχω έναν Βου. Το τελικό ν στο ένα μπαίνει για να καταδείξει το αρσενικό, αφού αν δεν μπει (το “ν”) τότε μιλάμε για ουδέτερο. Είναι λοιπόν ο Βους (ωραιότατη ελληνικότατη λέξη) και τα Βούθκια.
Δύσκολη η Κυπριακή, ε?

Πάντως είναι κι οι Κύπριοι υπερβόλες σαν τους Κρητικούς κατά πως φαίνεται!

Αν και όχι Κύπριος (χαιρετώ σας κουμπάροι) νομίζω πως πρέπει να γίνει μια διόρθωση γιατί δεν βγαίνει νόημα. Πρέπει να είναι εζεύκασιν = έβαζαν στο ζυγό, στο αλέτρι δηλαδή για να οργώσουν, εκτός και το εζέχνασιν σημαίνει έβαζαν στο ζυγό κι όχι βρώμαγαν όπως το μετέφρασε ο Νίκος.

Ακριβώς αυτό σημαίνει φίλε

Σωστά λένε, λοιπόν, ότι πάντα πρέπει να συμβουλεύεσαι ντόπιο… Εγώ άλλο κατάλαβα, ως μη Κύπριος.

Ή ακόμα καλύτερα: εφάμεν τον βουν τζι έμεινεν ο νούρος :slight_smile:

Βραχτή= μεγάλη αυλή/κήπος σπιτιού η μικρό κομάτι γής κοντά στο χωριό. Κάτι σαν οικιστικό κομάτι γής, πάντοτε περιγραγμένο. (Φραμός=περίφραξη εξού και το φραχτή η βραχτή).

Σωστός ο Αυγουστής:)