Απο που είναι και τι μουσικές σπουδές/επιρροές έχουν; Στο κανάλι amalberga1 στο youtube ξεχώρισα το παίξιμο στο λαούτο του Γιώργου Παπαϊωάννου, ξεφεύγει από την Κίρκη Κονιτοπούλου χωρίς να τον φάει ούτε η Σκύλλα της σχολής Ζώτου, ούτε η Χάρυβδη της σχολής Ξυλούρη, και από το κείμενο που συνοδεύει το βίτεο αυτό φαίνεται να είναι συνειδητή επιλογή.
Πρακτικά είναι Καλύμνιοι. Αν τα θυμάμαι σωστά, ο πατέρας του Κώστα και των κοριτσιών ήταν χρόνια στην Κάλυμνο γιατρός, κι έχουν μεγαλώσει εκεί. Η καταγωγή τους είναι από αλλού πάντως. Ο Κώστας πρέπει να έχει κάνει και κλασικό βιολί.
Ο Παπαϊωάννου είναι το καλύτερο λαούτο που μπορεί κανείς να βρει (εννοώ εκτός από κάτι άγνωστα κρυμμένα διαμάντια στα μικρονήσια και στα δυσπρόσιτα βουνά, που δεν μπορείς να τα βρεις παρά μόνο με ειδική αποστολή). Θερμιώτης.
Αχτύπητη ομάδα. Η αποθέωση της καλαισθησίας.
Τι ακριβώς εννοείς; Θές να πείς οτι ο Κονιτόπουλος κιθαρίζει, και οι Ξυλούρης/Ζ’ωτος παίζουν ίσως υπερβολικά τεχνικά;
Ο Ξυλούρης και ο Ζώτος γεωγραφικά αλλά και μουσικά ανήκουν κάπου αλλού, το λαούτο έχει πολύ συγκεκριμένους ρόλους στην Κρήτη(όπου έχει και διαφορετικό κούρδισμα) και στη στεριανή (παλιά) Ελλάδα (όπου και το βιολί παίζει άλλο ρόλο με το κλαρίνο σε ρόλο σολίστα) που είναι αρκετά διαφορετικός από το ρόλο που παίζει στην Κύπρο και σε μέρος του Αιγαίου. Και επιπλέον είναι νεωτεριστές, ξεφεύγουν από τον παραδοσιακό ρόλο του οργάνου. Αλλά έχουν καθιερωθεί σαν δάσκαλοι και επηρεάζουν περιοχές εκτός της Κρήτης κλπ.
Αλλά ήθελα να σχολιάσω το παίξιμο του Παπαϊωάννου. Ας πούμε όταν προσεγγίζει τα κυπριακά, στο πρώτο τραγούδι κοίτα (και άκου) τι κάνει ο αντίχειρας του αριστερού χεριού στο 0:14. Ενώ από την αρχή του τραγουδιού η χορδή ντο είναι μέρος του ισοκρατήματος, όταν η μελωδία στα καντίνια καταλήγει στο ρε, επεμβαίνει και ο αντίχειρας για να σιγήσει το ντο και να αλλάξει ο ισοκράτης. Το σολ δε μας χαλά στον ισοκράτη, πάει και με το ντο, και με το ρε (κόντρα στη συγχορδιακή λογική που θα ήθελε ρε μινόρε)
Αυτό πρέπει να μου το εξηγήσεις γιατί οι γνώσεις μου ελληνικής γεωγραφίας δεν επαρκούν.
Μια και ο Περικλής δεν είναι αυτή τη στιγμή συνδεδεμένος: (τα) Θερμιά είναι η Κύθνος. Έχει ζεστές ιαματικές πηγές.
Σχετικά με το παίξιμο του Παπαϊωάννου στο λαούτο, αυτό βρίσκεται (ακόμη) στις Δυτικές Κυκλάδες και ίσως κάποτε ήταν διαδεδομένο και αλλού. Και πράγματι στην “ρε” την αποκαλούμενη στη Σίφνο και “μάστορης” (αν δεν κάνω λάθος, θα το διασταυρώσω) ο αριστερός αντίχειρας κάνει αυτήν την κίνηση. Αυτό γίνεται σε κάθε σκοπό: Συρτά, καλαματιανά, φοξ αγκλαί, βαλς, χασάπικα κλπ κλπ.
Εδώ, ο Παπαϊωάννου παίζει με τον Τζιωτάκη τον “Μάη” (συρτός). Η κίνηση φαίνεται καθαρά. Όπως και δω από τη Σίφνο, στο 0:18 με τον παπα Στρατή Συρίγο στο βιολί και τον Φρατζέσκο Τρίχα στο λαούτο.
Εδώ πάλι, ο παπά Στρατής (στο λαούτο αυτή τη φορά) φαίνεται να πατάει τον αντίχειρα σε άλλη θέση.
Τέλος, στην περίπτωση που η κάτω χορδή παίζει ανοιχτά, ο αντίχειρας καλύπτει μεγάλο μέρος της ταστιέρας. Εδώ, πάλι ο Κίκιλης με τον Παπαϊωάννου, σε ένα αμοργιανέικο (η κίνηση φαίνεται στο 0:11, 0:30).
Δεν είμαι σε θέση να τα εξηγήσω όλα αυτά.
ΥΓ1. Τουλάχιστον τρεις νέοι Σιφνιοί έχουν πάει στον Ζώτο για να μάθουν λαούτο. Αλλά στα σιφνέικα γλέντια δεν υπάρχει περίπτωση να ξεφύγουν από τον παραδοσιακό τρόπο.
ΥΓ2.
Να κι ένα από την Αμοργό.
Νομίζω ότι πριν αρκετά χρόνια είχαμε ξανακάνει αυτή τη συζήτηση, και μάλιστα οι ίδιοι. Το θέμα είναι ότι αυτό το παίξιμο -που σε αρκετά μέρη συνδυάζεται και με ιδιόρρυθμες πενιές > ιδιαίτερη αντίληψη του ρυθμού (Κύθνο, Σίφνο, Αμοργό…)- είναι εντελώς έξω από κάθε προβεβλημένη μορφή μουσικής. Θα το ακούσει κανείς μόνο επιτόπου στα νησιά ή σε ηχογραφήσεις επιτόπιας καταγραφής, ντοκιμαντέρ, και βιντεάκια από τοπικά χάπενινγκ.
Ο Παπαϊωάννου (επί μακρόν συνεργάτης του θέτρου Δ. Στράτου) είναι ο μοναδικός υπερτοπικός επαγγελματίας που ξέρω να παίζει έτσι, ο δε Κίκιλης, ακόμη σημαντικότερο, είναι ο μοναδικός υπερτοπικός βιολιτζής που επιλέγει τέτοια συνοδεία.
Σε κάθε άλλη περίπτωση, είτε μιλάμε για δεξιοτέχνες λαουτιέρηδες (πραγματικούς ή γουαναμπήδες) είτε για φυσιολογικούς παίχτες του μέσου όρου, το λαούτο που θ’ ακούσουμε τείνει προς έναν από τους δύο ακραίους πόλους: καθαρή μελωδία ή συγχορδίες, και τα δύο με «τετραγωνισμένο» χρόνο.
https://www.youtube.com/channel/UCqmvId6wGGoa54FfNJPEViw/videos
Πρόσφατα ανακάλυψα το παραπάνω κανάλι και μου φαίνεται πολύ ενδιαφέρον γιατί μπορείς να ακούσεις και να δείς καθαρά πώς παίζει το λαούτο. Σε αυτή τη “σχολη” , δεν αναφέρεστε;
Ναι, ακριβώς. Εντυπωσιάζομαι που υπάρχει τέτοιο πράγμα.
Άνοιξα ενδεικτικά ένα βίντεο στην τύχη, που έτυχε να είναι η Πατινάδα της Απειράνθου (χωρίς τίτλο!).
(Βέβαια ειδικά στη Νάξο δεν έχω ακούσει να παίζουν έτσι, ούτε σε ηχογραφήσεις προ 50-70 ετών, αλλά δεν έχει σημασία.)
Edit:
Χαζεύω εδώ κι εκεί στο κανάλι. Μπράβο στον τυπά! Κρίνοντας από τις ημερομηνίες, πρέπει να είναι άλλο ένα προϊόν της δημιουσργικής καραντίνας.
Τώρα που ενθουσιάστηκα, να δούμε πόσα απανωτά μηνύματα θα ποστάρω…
Λοιπόν, έχει πολύ ενδιαφέρον να παρακολουθήσει κανείς τι κάνει αυτός ο παίχτης με το αριστερό. (Και με το δεξί θα είχε, αλλά δεν το δείχνει!) Η βασική ιδέα είναι ότι η πρώτη χορδή Λα παίζει μελωδία, απλοποιημένη όμως, η δεύτερη Ρε είναι σχεδόν συνέχεια μουγγωμένη, κι οι άλλες δύο Σολ-Ντο την περισσότερη ώρα ανοιχτές. Όταν η μελωδία κλείνει (ή απλώς κάθεται) στο Ρε, πατάει τον προαναφερθέντα «μάστορη», δηλ. Ρε στη χορδή Λα, αχοιχτές τη Λα και τη Ρε, και μουγγώνει την Ντο. Έτσι η συγχορδία τονικής αποτελείται από τονική και τέταρτη (το ίδιο γίνεται και στη νησιώτικη λύρα).
Μέχρι εδώ τα ήξερα. Μια αξιοσημείωτη λεπτομέρεια που πρόσεξα είναι η εξής: στη νότα Φα αυτή η λογική θεωρητικά δε θα δούλευε, γιατί με ανοιχτές Σολ και Ντο η μεν Ντο είναι η τέταρτη του Φα και ταιριάζει μια χαρά, η Σολ όμως προκαλεί διαφωνία. Εκεί λοιπόν τι κάνει: όταν μεν το Φα είναι διαβατικό, συνεχίζει κανονικά με ανοιχτές Σολ-Ντο. Η διαφωνία όχι απλώς είναι φευγαλέα, αλλά με το να συνεχίζεται αδιάκοπα το ίδιο διπλό ισοκράτημα όλα ακούγονται κανονικά. Όταν όμως θέλει να σταθεί περισσότερη ώρα στο Φα, εκεί μουγγώνει και τη Σολ, οπότε ακούγεται συγχορδία Φα ουδέτερη (Φα στην πρώτη και Ντο από την ανοιχτή).
Όταν παίζει Λα (την πέμπτη του Ρε) δεν παρατήρησα τι ακριβώς κάνει. Φαντάζομαι πάλι το ίδιο. Εδώ υπάρχει μια πολύ ωραία παραλλαγή που την κάνουν στην Κάρπαθο (με κρητικό κούρδισμα, Μι-Λα-Ρε_σολ, αλλά κατά τα άλλα στην ίδια βασική ιδέα και με τονική κατά κανόνα πάλι στον «μάστορη»): πρώτη και δεύτερη χορδή ανοιχτές, τρίτη και τέταρτη είτε πατημένες στον δεύτερο μπερντέ (οπότε ταυτίζονται με τις δύο πρώτες) είτε, αν η κίνηση της μελωδίας και του αριστερού δεν το ευνοούν, απλά μουγγωμένες. Και γενικά από νησί σε νησί υπάρχουν διάφορες μικροπαραλλαγές στο βασικό κόνσεπτ.
Για να επανέλθω στον Παπαϊωάννου:
Δύο φορές τον έχω δει λάιβ, και τις δύο σε ταβέρνα χωρίς ήχο και από πάρα πολύ κοντά (τη μία με τον Κίκιλη, την άλλη με τον Φραγκίσκο που είναι συνεργάτες τουλάχιστον από το 1821). Κι από τις δύο μου 'χει μείνει η εκστατική αίσθηση που δημιουργεί αυτό το ανοιχτό Σολ, που επί ώρες δε σταμάτησε να συνοδεύει (πλην δευτερολέπτων) όπου κι αν πήγαινε η μουσική κι ό,τι κι αν ήταν. Ιδίως που δεν έχει και μπουργάνα. Αυτός στα βίντεο δεν μπορώ να καταλάβω αν έχει (πάντως έχει δύο χορδές, ο Παπαϊωάννου έχει μονή!)
Όπως τα εξηγεί και ο Πέπε
Σε σιφναίικα θέματα, και σίγουρα σε ένα θέμα που είχα ανοίξει εγώ απο τηλεοπτική εκπομπή με τους χορευτές του Διόνυσου.
Καλά, ούτε τους ύμνους Ολυμπιακού και Παναθηναϊκού τους παίζουν έτσι, ο τύπος πήρε φόρα . Πάντως τα βίντεο με σκέτο λαούτο είναι χρήσιμα για εκπαιδευτικούς σκοπούς αλλά χωρις βιολί, σαν μαρουλόφυλλο δίχως ξύδι. @gaidarakos ευχαριστούμε για το σύνδεσμο.
Το κούρδισμα εδώ είναι περίεργο, με το καντίνι χαμηλωμένο στο φα δίεση περίπου;
Ε ναι, φυσικά.
Όταν λέει «Σόλο λαούτο» εννοεί -τουλάχιστον έτσι καταλαβαίνω- ότι στα συγκεκριμένα βίντεο το λαούτο είναι μόνο του, όχι ότι το παίζει σαν σολιστικό όργανο. Παραμένει καθαρά συνοδευτικό παίξιμο.
Περί κουρδισμάτων Φραγκίσκου:
Πριν αρκετά χρόνια, τότε που πήγαινα συχνά στη Σίφνο τα καλοκαίρια, πηγαίναμε βεβαίως με τον ντόπιο φίλο και σ’ όλα τα πανηγύρια. Μου είχε κάνει εντύπωση το πόσο ψηλά ήταν οι τόνοι και ρώτησα, κάποια στιγμή το φίλο, που είναι και ο ίδιος μουσικός. Η απάντηση ήταν «Δεν τολμούν να κατεβάσουν τον τόνο του βιολιού, γιατί μόνο εκεί ψηλά σονάρει ικανοποιητικά. Και φυσικά, όλοι ξελαρυγγίζονται…
Παλιότερα στα χωριά πολλοί άνθρωποι (κυρίως γυναίκες) τοποθετούσαν ακόμα και για απλή πεζή ομιλία τη φωνή τους σε ασυνήθιστα ψηλό τόνο. Λένε ότι είναι επειδή έπρεπε όλη την ώρα να φωνάζουν σε κάποιον που ήταν πέρα μακριά (στα παιδιά για να μαζευτούν από την πλατεία στο σπίτι για φαί, στον άντρα τους στα χωράφια, στη γειτόνισσα πέντε ταράτσες πιο πέρα). Δεν ξέρω αν ισχύει αυτός ο λόγος, πάντως καμιά φορά το πετυχαίνει κανείς ακόμα.
Οπότε, και στο τραγούδι ήταν πιο δεδομένο απ’ ό,τι σήμερα να πιάνουν ψηλούς τόνους. Και θα το έκαναν με σχετική άνεση λόγω εξάσκησης.
Ίσως λοιπόν αυτό να δημιούργησε κάποια στάνταρ που να έμειναν (λ.χ. στη Σίφνο) και στις μετέπειτα γενιές, οι οποίες όμως δεν το καλλιεργούσαν σε καθημερινή βάση, με αποτέλεσμα στο τραγούδι να ξελαρυγγιάζονται.
Αλλά βέβαια στη διαμόρφωση τέτοιων στάνταρ συμβάλλουν ασφαλώς και τα όργανα.
Ο Παπαιωάννου και γενικα οι Θερμιώτες αρματώνουν το λαούτο τους εξ ολοκληρου με καντίνια ή απλά βγάζουν τις μπουργάνες; Ρωτάω γιατί στο βίντεο δε φαίνεται καθαρά…
Θεωρητικά πάντως πειραματισμοι με το κούρδισμα θα μπορούσαν να γίνουν και σε άλλα ρεπερτόρια. Είχες γράψει κάποια στιγμή για ένα κρητικό λυράρη αν θυμάμαι καλά…
Χωρίς καθόλου δεύτερη χορδή στο Σολ! Μόνο το καντίνι. Στα υπόλοιπα ζευγάρια, σαν όλο τον κόσμο.
Παρόμοια οι Καρπάθιοι, οι πιο παλαιινοί -όχι όλοι-, βαζουν δύο καντίνια στην τρίτη χορδή, που γι’ αυτούς όμως είναι Ρε (κρητικό κούρδισμα).
Χωρίς μπουργάνα στο (όποιο) τρίτο ζευγάρι το ‘χω δει και σ’ άλλα νησιά που συνηθίζεται αυτό το παίξιμο, αλλά πλέον δε θυμάμαι πού ακριβώς, ούτε ποιοι βάζουν δύο τέλια και ποιοι μόνο ένα χωρίς καθόλου δεύτερη χορδή στο ζευγάρι.
δηλαδή έχουν απόσταση τόνου από το καντίνι, όπως στο σάζι; και παύει να είναι η τρίτη χορδή η πιο μπάσα;