Ταμπουράς του Μακρυγιάννη

Τα «ριμπάμπια» θα πρέπει, λογικά, να είναι λύρες όπως το «ραμπόμπ» του 1855 από την Λυκία. Έχω δει εξίσου παλιά πολίτικη από «Τουρκία» (;[τότε έφτανε πολύ πιο δώθε]) καταγεγραμμένη ως «κεμανέ». Έχω ακούσει από κρητικό ταξιτζή για το «λαούτο» του Φουσταλιέρη, δεν κατάλαβα όμως αν ήταν ιδιωματικός ή άσχετος∙ ήξερε πάντως ότι το Στελλάκι ήταν ρολογάς και ανιψιός καρεκλά. Οι μπαγλαμάδες (που βέβαια προφέρονταν κανονικά, απλά η ορθογραφικαίς συμβάσεις δεν είχαν κατάσταλάξει, «τάφος Μάρκου Βοσσάρεως») θα πρέπει να είναι τα μίνι ταμπουραδάκια με μονές από όπου προήλθαν οι αστικοί μπαγλαμάδες με μονές, που στην Τουρκία σήμερα λέγονται üçtelli (μονόχορδοι) «τζουράδες» ή «κοπούζια»∙ υπάρχει και μαρτυρία στον Κουρούση Α’ ότι τέτοια όργανα λέγονταν «μπαγλαμάδες» από τους Έλληνες της Αλεξάνδρειας λίγο πριν. Ο Ρέερμπι φυσικά ήρθε από Ιταλία, από όπου επίσης έφυγε. Η ιταλική του λεζάντα είναι ο στερεοτυπικός αυτοπροσδιορισμός των Ιταλών μαντολινοποιών, με αλλαγή του οργάνου. Το «μπουζούκι» αρχικά ήταν απλά «μεγάλος» ταμπουράς, που κατέληξε να σημαίνει «μπουζούκι» (με ντούγιες) επειδή οι ντούγιες διευκολύνουν το μέγεθος. Το «μπουζούκι» τότες βασικά ήταν το ίδιο όργανο σε παραπάνω κυβικά, «βασιλιάς των οργάνων» στην αυλή του Αλήπασα. Δεν αποκλείεται ένας Ιταλός οργανοποιός να ήξερε το «μπουζούκι», και να χαρακτήριζε τα όργανα του Γαΐλα «μπουζούκια» άμα τον ρώταγες. Χμ… Ο Γαΐλας (γόνος εμπόρων που κινούνται στο κλίμα του Νεοελληνικού Διαφωτισμού, ενεργός στην Αθήνα τουλάχιστον την περίοδο 1835-1841, ενδιαφέρον το ότι εκδημοτικίζει το όνομα και «καθαρεύει» το επίθετο, να αντιλαμβανόταν ο μαστρο-Λεονής το «Γαΐλας» ως παρατσούκλι/πρωτοεπίθετο του πατέρα του προσωπικό μάλλον παρά οικογενειακό;) θα πρέπει να έφτιαχνε και κιθάρες (αλλιώς τι κάνει εκειπέρα, και τι γυρεύει το κλεισμένο «κουτί» στον τοίχο;), ίσως με τον πάγκο για σολέρα (εδώ έφτιαχνε τους ταμπουράδες χωρίς καλούπι), ίσως με το καλούπι μέσα σε μια υπό κατασκευή κιθάρα εκείνη την στιγμή.

Πάντως πιστεύω ότι μια προσεκτική και συγκεντρωμένη μελέτη των στοιχείων που ήδη έχουμε θα δώσει κάποιες απαντήσεις για τις ονομασίες των οργάνων, όχι τελείως, αλλά θα μπορέσουμε να περιορίσουμε το εύρος των πιθανοτήτων.

ΥΓ είμαστε σίγουροι ότι ο Μακρυγιάννης είναι ισοσυγκερασμένος; Μήπως είναι εντύπωση που δημιουργήθηκε επειδή παλιά θα πρέπει οι προσλαμβάνουσές μας για τα μη-ισοσυγκερασμένα να προέρχονταν από το σάζι;

Εμένα δε μου το βγάζεις από τον νου ότι το ρεμπάπι πρέπει να ήταν η ημισφαιρική λύρα (spike fiddle):

organs

Αυτό που βλέπουμε ξαπλωτό ανήκει στη συλλογή του ΜΛΑ. Γενικά είναι πολύ διαδεδομένο όργανο (Αραβικές χώρες, νομίζω και Τουρκία, νομίζω επίσης Αφρική πέραν των Αράβων, κλπ.). Ως ελληνικό είναι άγνωστο, ωστόσο σώζονται μια-δυο απεικονίσεις σε πίνακες και αυτό το μοναδικό, απ’ όσο ξέρω, αυθεντικό δείγμα.

Οι πίνακες δεν αναφέρουν όνομα του οργάνου. Στο ΜΛΑ δεν το έχω δει ιδίοις όμμασι και δεν ξέρω αν έχει λεζάντα και τι λέει.

Από την άλλη πλευρά, η ίδια η λέξη ρεμπάπι, αλλά χωρίς αντιστοίχιση με εικόνα ή άλλη πληροφορία, σώζεται ως όνομα κάποιου οργανικού σκοπού ηπειρώτικου. (Υπάρχουν επίσης ηπειρώτικοι σκοποί «γάιτα» και «διπλή γάιτα», νησιώτικοι «τσαμπούνα» και «λυροτσάμπουνο» για βιολί, κλπ.)

Έχει κάποια σύντομη αναφορά κι ο Ανωγειανάκης.

(Γενικότερα ανά τον κόσμο βέβαια οι διάφορες παραλλαγές της λέξης rebab σημαίνουν ποικίλα έγχορδα, συνήθως τοξωτά αλλά κάποτε ούτε καν αυτό. Παραλλαγή της ίδιας λέξης θεωρείται και το rebec, μεσαιωνική δ/ευρωπαϊκή αχλαδόσχημη λύρα αλλά πατητή.)

159px-Rebac

Ο Φρονιμόπουλος είναι σαφέστατος. Αντιγράφω (Ο ταμπουράς του Μακρυγιάννη, σ. 70):

Όπως φαίνεται και απ’ το σχέδιο του Rörbye, βρισκόταν ήδη σε χρήση η συγκερασμένη κλίμακα. Φαίνεται ξεκάθαρα πως τα διαστήματα των έτοιμων ταμπουράδων είναι τοποθετημένα κατά ημιτόνια, [ … ].

Κι άλλο ένα βιολί μισοκρυμμένο πίσω από τους κρεμασμένους ταμπουράδες αριστερά. Πλάκα έχει, λες και ξεπρόβαλλε τώρα στα μάτια μου…

1 «Μου αρέσει»

Ε, αυτό το ξαπλωτό είναι το ρεμπάπι.

Ο Κ. Κώνστας, που πρώτος έγραψε και για τον ταμπουρά («Ο ταμπουράς –από την μουσικήν οργανολογίαν του λαού μας», ΗΩΣ τχ. 50/9 του 1961) αναφέρει για το ριμπάπι σε άλλο βασικό του κείμενο (« “Παιχνίδια” του Εικοσιένα», ΝΕΑ ΕΣΤΙΑ τχ. 834, 1/4/1962):

«[…] αρχαιότατο και περίεργο έγχορδο όργανο με στρογγυλό κουτί, που παίζονταν όρθιο με δοξάρι, σαν τη λύρα. […]Το ριμπάπι παίζονταν σε αργό ρυθμό και το όνομά του έμεινε ως την εποχή μας σαν σύμβολο των βραδυκίνητων και των νωθρών τύπων, των τεμπέληδων.»

Εδώ φωτό με ριμπάπι, χαρισμένη από τον Γ. Βλαχογιάννη στο Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών (πηγή: Σ. Καρακάσης, «Ελληνικά μουσικά όργανα», Δίφρος 1970)

4 «Μου αρέσει»

Βρήκαμέ-και-το-ρεμπάπι!, βρήκαμέ-και-το-ρεμπάπι!..

Τώρα που βλέπω τη φτγρ του Άνθιμου #65, δεν είμαι και τόσο βέβαιος ότι έχω δει πίνακες. Αυτήν έχω δει.

Θα μπορούσε στην εικόνα να κολλάει καπάκι κιθάρας με πατέντα με μία σφιγκτήρα και δυο χορδές;

1 «Μου αρέσει»

Λοιπόν για την ιστορία, παραπάνω κάνω λάθος ότι το μπουζούκι αναφέρεται ως «βασιλιάς των οργάνων» στην αυλή του Αλή Πασά, η αναφορά στον Κουρούση είναι ενός λίγο μεταγενέστερου Αυστριακού πρόξενου στα Γιάννενα, κάποιου Hahn, δημοσιευμένη στα 1853. Εντωμεταξύ έγραψα στους Βιεννέζους, με έγραψαν και εκείνοι, δεν κάνει να γίνω πιο συγκεκριμένος… Άμα καβατζάρω τις ζέστες θα τους ξαναγράψω, ίσως με αναφορές στον Μέτερνιχ και στη Σφαγή της Χίου, μήπως τους το κάνω πιο ενδιαφέρον. Κάτι άλλο που σκέφτηκα: θα μπορούσαν οι πυρογραφίες να έχουν καταστραφεί από κάποια βαριά συντηρητική διαδικασία, η οποία να δημιούργησε και το κάψιμο εκεί που ήταν τα καλαμάκια; (σε αυτήν την περίπτωση βέβαια το διακοσμητικό κλείσιμο του τριγώνου θα ήταν και αυτό από καλαμάκια)

Για την ιστορία, ξαναβρήκα τον ταμπουρά της Βιέννης (ή τον δίδυμο αδερφό του) ως «σαρκί» στο σχετικό λήμμα της αγγλικής ουικιπαιδείας, φωτογραφισμένο στα 1906 στο Σεράγεβο στα χέρια κάποιου Βόσνιου που πήγε φωτογράφο με την κυρά του και τον ταμπουρά του:

Το λήμμα εξηγεί ότι το sharki ή sharkia αλβανικά, šargija σερβοκροατικά είναι ο ταμπουράς με έξι ή εφτά χορδές σε τρεις ή τέσσερις «κούρσες» (βέβαια οι τέσσερις μάλλον σπανίζουν σε παλιά όργανα, αν υπήρχαν κιόλας, ενώ αυτά με τέσσερις μάλλον έχουν οχτώ χορδές, και αυτό της φωτό έχει δέκα κλειδιά που αν χρησιμοποιούνταν όλα μάλλον θα είχε αρμάτωμα 3-4-3 όπως άλλοι δεκάχορδοι ταμπουράδες με σολιστικό, τρίχορδο αρμάτωμα αντί για το συνοδευτικό αρμάτωμα με όλες σε μια κούρσα που ήταν συνηθισμένο σε όργανα με δέκα ή δώδεκα χορδές, όπως του Μακρυγιάννη), ενώ το τσιφτελί έχει δύο. Επίσης το λήμμα λέει ότι τα σαρκιά με έξι ή εφτά χορδές κατάγονται από παλαιότερα με τέσσερις, χωρίς να εξηγεί αν θεωρεί ότι αυτά ξεχώριζαν από «τσιφτελιά» λόγω διπλοχορδίας ή ήταν διπλόχορδα τσιφτελιά ή και τετράχορδα όργανα, όπως κάτι άλλα τετράχορδα με μονές από Βαλκάνια, που δεν ξέρω αν είναι παραδοσιακή παράδοση ή στο κλίμα των παραδόσεων που οδήγησαν σε βαλκανικά ταμπουροκουαρτέτα με τσέλο ταμπουρά και μπάσο ταμπουρά και στην ανεξάρτητη ανακάλυψη του τετράχορδου μπουζουκιού (σχεδόν, με άλλο κούρδισμα αλλά κάργα δεξιοτεχνία!) από τους Βουλγάρους. Μάλλον εδώ διάφορες απόψεις έχουν συμφυρθεί σε μια ασυναρτησία.

Ως προς το εν λόγω σαρκί του Βόσνιου, αν δεν είχε παραπάνω καλαμάκια από τον ταμπουρά της Βιέννης (που επίσης είναι από Βοσνία σύμφωνα με την περιγραφή του μουσείου) θα ορκιζόμουν ότι είναι ο ταμπουράς της Βιέννης, αλλά και έτσι προθυμοποιούμαι να πιστέψω ότι είναι το ίδιο όργανο που έχασε κάποια καλαμάκια μετά την φωτογράφιση. Αυτό βέβαια θα ήταν πολύ περίεργο, αλλά μήπως δεν είναι πάλι πολύ περίεργο που ο ταμπουράς της Βιέννης κάποτε έχασε το τρίγωνο της χορδιέρας, το σύμπλεγμα των ήλιων, και τα στίγματα κατά μήκος των μάγουλων; Μυστήρια πράγματα… Αν πάντως δεν είναι το ίδιο όργανο, θα πρέπει ο μάστορας, αφού υιοθέτησε το στιλ «καλαμάκια με τρίγωνο», να το εφάρμοσε σε παλαιότερα όργανά του από το στοκ, αφού έξυσε τις παλιές πυρογραφίες του.

Επανερχόμενος τώρα στον ταμπουρά του Μακρυγιάννη, ξανακοιτώντας τα σχέδια του Ρέερμπι, θα ξαναεκφράσω την αμφιβολία μου για τον ισοσυγκερασμό διότι, πρώτον τα διαστήματα στην κιθάρα του Ρέερμπι δεν είναι ισοσυγκερασμένα αλλά ίσα, ή μάλλον είναι δύο μεγέθη, με αυτά μετά την ένωση να είναι μικρότερα από αυτά του μάνικου (αλλά ίσα μεταξύ τους). Το συγκεκριμένο μάλιστα χαρακτηριστικό (τα ίσα, όχι ισοσυγκερασμένα διαστήματα) είναι μάλλον το πιο στιλιζαρισμένο όλης της σύνθεσης. Αυτό βέβαια δεν εκφράζει κάποια ιδιαίτερη καλλιτεχνική πρόθεση σχετικά με τα όργανα, απλά είναι ένας πιθανός τρόπος (μάλλον ο πιθανότερος) να παραστήσει πρόχειρα τα ισοσυγκερασμένα διαστήματα κάποιος μη-μουσικός όταν σκιτσάρει (ένας ζωγράφος που ήταν και μουσικός βέβαια θα κάτεχε από διαστήματα και η απεικόνισή τους θα τον είχε απασχολήσει πολύ πριν το ταξίδι στην Ελλάδα). Ένας τέτοιος ζωγράφος μάλλον δεν θα πολυπρόσεχε την διαφορά μεταξύ ισοσυγκερασμένων διαστημάτων και αραιών ασυγκέραστων, ή αν την πρόσεχε και ήθελε να την παραστήσει, θα παριστούσε τα διαστήματα αραιών ασυγκέραστων ως ίσα αλλά με μερικά εδώ κι εκεί άνισα ή να λείπουν. Και αυτό ακριβώς βλέπουμε στην εικόνα, δηλαδή τα διαστήματα των ταμπουράδων είναι γενικώς ίσα αλλά με μερικά άνισα εδώ κι εκεί, ενώ της κιθάρας είναι άνισα μόνο μεταξύ μάνικου και καπακιού.

Δεύτερον, τα διαστήματα που όντως βλέπουμε στον ταμπουρά του Μακρυγιάννη έχουν ομοιότητες με αυτά που βρίσκουμε και σε άλλα αραιά ασυγκέραστα, παρά τις διαφορές τους, και πέρα και από το ότι τα διαστήματα τέτοιων οργάνων είναι λίγο κουνημένα (για δυτικά ημιτόνια), και αυτές οι ομοιότητες ίσως συνηγορούν υπέρ του ασυγκέραστου επίσης─λέω «ίσως» γιατί βέβαια τα αρχικά διαστήματα του Γαΐλα θα μπορούσαν να έχουν κουνηθεί από τον Μακρυγιάννη (αλλά θα πρέπει τότε να υποθέσουμε ή ότι ο Γαΐλας έβαζε άλλα διαστήματα από αυτά που τυπικά προτιμούσαν οι πελάτες του ή ότι ο Μακρυγιάννης ήταν πιο ευαίσθητος με τα διαστήματα από τον τυπικό δημοτικό μουσικό ή τραγουδιστή στην Αθήνα του 1835). Κοιτώντας τους αραιούς ταμπουράδες Τζαβέλλα, Βιέννης, Σεράγεβο, και Μακρυγιάννη (είτε στον Πετρόπουλο είτε στον Φρονιμόπουλο) που έχω πρόχειρους, παρά τις διαφορές τους στα διαστήματα στην οκτάβα (12 ή 13 ή 14), έχουν δύο κοινά που βρίσκουμε εύκολα και σε άλλα αραιά ασυγκέραστα, δηλαδή το πρώτο διάστημα είναι μεγάλο για ημιτόνιο και το δεύτερο μικρό για τόνος (από το νατ), και το διάστημα της 5ης, είτε είναι το έβδομο είτε το όγδοο, είναι μεγαλύτερο από το προηγούμενό του.

(Τώρα για κάποιες διαφορές τους, ο ταμπουράς του Μακρυγιάννη όπως τον βλέπουμε στο εξώφυλλο του σχετικού βιβλίου του Νίκου Φρονιμόπουλου έχει 13 διαστήματα στην οκτάβα, που βρίσκεται στην ένωση, και άλλα 5 μετά, ενώ έχει 7 στην 5η. Στην γνωστή φωτό με τον Πετρόπουλο έχει 11 ή 12 στην οκτάβα με 6 ή 7 στην 5η (υπάρχει σημείο που δεν θα φαινόταν άμα λείπει) και άλλα 4 μετά την οκτάβα. Ο ΝΦ γράφει ότι έλειπαν 5 μπερντέδες, οπότε φαντάζομαι θα φύγανε 2 ή 3 μεταξύ Πετρόπουλου και Φρονιμόπουλου. Ο ταμπουράς της Βιέννης έχει 12 στην οκτάβα (και κανείς βέβαια δεν θα τον έλεγε ισοσυγκερασμένο για αυτό), που πάλι είναι στην ένωση, με 7 στην 5η. Ο ταμπουράς του Σεράγεβο έχει 13 στην οκτάβα (υποθέτοντας ότι και εδώ η οκτάβα είναι στην ένωση, καβαλάρης δεν φαίνεται), με πάλι 7 στην 5η. Ο ταμπουράς του Τζαβέλλα έχει 14 στην οκτάβα με 8 στην 5η, άλλα 5 μέχρι την 4η της οκτάβας όπου είναι η ένωση, και άλλα 8 μέχρι το τέλος της έκτασης, που είναι δυο οκτάβες και ένα ημιτόνιο, ή, λογικότερον, δυο οκτάβες λίγο απλωμένες για το ιντονέισο, με τα 7 στην 5η της οκτάβας (αντί 8 σαν την πρώτη 5η) και συνολικά 13 (αντί 14) στην δεύτερη οκτάβα.

Αυτή η έκταση του Τζαβέλλα ειρήσθω εν παρόδω υπονοεί σκοπούς με πλήρη έκταση (τουλάχιστον αθροιστικά) με ραστ στην 4η (σε κούρδισμα τύπου ρε σολ ρε), ή και επαναλήψεις φράσεων οκτάβα ψηλότερα με ραστ στο ανοιχτό (κούρδισμα τύπου ρε λα ρε). Πάντως το ρε λα ρε στον ταμπουρά του Τζαβέλλα μάλλον υπονοείται και από το ιντονέισον της μεσαίας στο νατ, καθώς και από το κρικάκι στην 5η σε μία χορδή της τετραπλής μουργκάνας (βέβαια θα μπορούσε η μουργκάνα να είναι αρματωμένη από το καρούλι της μεσαίας με κούρδισμα τύπου ρε σολ σολ ή ρε ρε σολ, αλλά μάλλον τέτοια κουρδίσματα θα ήταν λιγότερο χρηστικά). Ειρήσθω επίσης ότι, άρα, τα παλιά λαϊκοδημοτικά έγχορδα δεν είχαν αναγκαστικά και πάντοτε μέχρι 12 μόνο διαστήματα στην οκτάβα, ιδέα που πάντα μου κακοφαινότανε αλλά ντρεπόμουν να το πω. Γιατί δηλαδή να φανταζόμαστε ότι ένας τύπος σαν τον Τζαβέλλα δεν θα ήθελε να παίζει και καμιά διακριτική έλξη με έναν άνετα μεγάλο ταμπουρά, όχι μπαγλαμαδάκι εξάταστο, αφού σίγουρα έτσι θα τραγούδαγε;)

πολυ καλες οι παρατηρησεις σου, και η αναλυση σου. μα ειναι γνωστο πλεον, οτι εκεινες τις εποχες δεν υπηρχε αυτη η τυποποιηση που εχουμε τωρα. αρα, ολα συμβαινουν στην πραξη. ο ταμπουρας κυκλοφοραει σε διαφορα μεγεθη, σχηματα, αριθμο χορδων, κουρδισματα πολλα, και διαφορετικες κλιμακες στους μπερντεδες. γι’αυτο και τοσα ονοματα κατα τοπους. τωρα πλεον εχουμε ενα συγκεκριμενο οργανο και το ονομαζουμε ταμπουρα. αν ξεραμε και το ρεπερτοριο της καθε περιοχης εκεινη την εποχη, θα μας βοηθουσε να καταλαβουμε καλητερα, τι και πως περιπου επαιζαν με αυτα τα οργανα τοτε.

Πιστεύω ότι από κάποιο σημείο και κάτω τα καλαμάκια πιο πολύ διακοσμητικά είναι. Πόσο να παίξεις τόσο βαθιά μες στο καπάκι, ο Τιραμόλα είσαι;

Ναι αλλά μπερδεύτηκα τώρα… Τι σχέση έχει η ενδεχόμενη διακοσμητικότητα των καλαμακιώνε με το μυστηριώδες της εξαφάνισής τους; και τα (ενδεχομένως) εξαφανισμένα εδώ είναι τα προηγούμενα, όχι τα κάτω-κάτω. Επίσης, ο Τιραμόλα δεν νομίζω ότι θα είχε κάποιο φοβερό πλεονέκτημα εδωπέρα, νομίζω είχε ελαστικό κορμό, πόδια, και βραχίονες, αλλά όχι δάχτυλα (διορθώστε με αν κάνω λάθος).

(Δεν ήταν και πολύ βαρύνουσας σημασίας η παρατήρησή μου…) Ότι ίσως αν ο κάτοχος έχανε μερικά δε θα τον ένοιαζε και πολύ να τα αντικαταστήσει (άρα ναι, ίσως είναι το ίδιο όργανο).

Όλα τα μπορεί ο Τιραμόλας πιστεύω.Εντελώς χιουμοριστικά το γράφω.Έτσι λέγαμε πάντα όσοι το διαβάζαμε το κόμικ το συγκεκριμένο.

Θα το βρίσκατε εσείς φυσιολογικό να είναι όλος από λάστιχο εκτός από τα δάχτυλα;

Αυτά δε γίνονται.

1 «Μου αρέσει»

Χμ, αφού όλα τα μπορεί θα το μπορεί και αυτό, αλλιώς δεν θα ήμουν τόσο δογματικός για την σύσταση (υπάρχουν και άνθρωποι μερικώς έστω σιλικονένιοι). Τα καλαμάκια όμως δεν εξαφανίστηκαν (αν εξαφανίστηκαν) αθώως, είναι πυρογραφημένα.