Πρόταση για νέα λήμματα: βουρλίζω και βούρλα

[Μεταφορά μηνυμάτων από εδώ]

Έμπα μέσα, διάλεξέ τα
κι όσο θέλεις πλήρωσέ τα.

Επιτέλους, βρέθηκε και με συγκεκριμένο τεκμήριο ότι έτσι είναι η σωστή στροφή! Πόσες φορές έχω υποστηρίξει (π.χ.) ότι η Παπαγκίκα τα μπέρδεψε, όταν είπε:

Έμπα μέσα, διάλεξέ τα
και παλάντζα ζύγισέ τα.

Πάρε βούρλα, πέρασέ τα
κι όσο θέλεις πλήρωσέ τα.

Λογικά, από αυτούς τους τέσσερις στίχους ο πρώτος θα έπρεπε συνεχίζεται στον τέταρτο κι ο τρίτος στον δεύτερο, και η Παπαγκίκα έτυχε να τα μπερδέψει. Έτσι όπως τα είπε, η στροφή με την παλάντζα μένει ασύντακτη: τι θα πει «και παλάντζα ζύγισέ τα», έτσι σκέτο; Πάρε παλάντζα, προφανώς, άρα «πάρε βούρλα […] και παλάντζα […]».

Και το πρόβλημα δεν είναι που η Παπαγκίκα τα μπέρδεψε, είναι που όλες οι επανεκτελέσεις επαναλαμβάνουν το σαρδάμ της λες και κανείς δεν καταλαβαίνει ελληνικά.

Ε λοιπόν να το: το «κι όσο θέλεις πλήρωσέ τα» πάει με το «έμπα μέσα διάλεξέ τα», όπως το λέει η κ. Πιπινα, κι ας μην έχει την άλλη στροφή.

Χμ… Κανείς δεν καταλαβαίνει ελληνικά, ή το «παλάντζα» εδώ μπορεί μια χαρά να εκληφθεί κάπως επιρρηματικά, ανεξαρτήτως ποιος είναι ο «σωστός» στίχος;

1 «Μου αρέσει»

βλ. λινκ στο «π.χ.»., όπου ξανασυζητήθηκαν όλα αυτά.

ΟΚ αλλά είσαι σίγουρος ότι όλοι αυτοί δεν το αντιλήβονται κάπως σαν «στην παλάντζα/με την παλάντζα» και απλώς λένε κάτι που δεν βγάζει νόημα;

1 «Μου αρέσει»

Δύο πιθανότητες πιθανολογώ:
α) Απλώς το λένε μηχανικά.
β) Αντιλήβονται αυτό περίπου που λες, γιατί όμως; Θεωρώντας δεδομένο ότι το τραγούδι σίγουρα είναι έτσι (καθώς αυτό το σύνδρομο με το θέσφατο της αυθεντικής ηχογράφησης είναι διαδεδομένο), ψάχνουν να βρουν μια εξήγηση για κάτι που δε στέκει αν δεν το εξηγήσεις, και βρίσκουν μία που δε δικαιολογείται. Πού ακούστηκε τέτοια επιρρηματική χρήση, έχουν πει ποτέ οι ίδιοι μια παρόμοια φράση;
Τόσα χρόνια το ίδιο λέω, και τον μόνο που κατάφερα να πείσω ήταν η κ. Πιπίνα.

Τώρα περιμένω να ανασυρθεί άγνωστη ηχογράφηση που να λέει «Κάηκε το Γαλαξείδι… κάηκε κι ένα σχολείο», αντί «Κάηκε κι ένα σχολείο… κάηκε το γαλαξείδι».

1 «Μου αρέσει»

Προσωπικά, εάν προέκειτο να “σώσω” πάση θυσία τον στίχο, θα έκανα εικόνα την περιγραφόμενη φάση σε στιλ ότι καλεί ο ψαράς τον πελάτη (“έμπα μέσα διάλεξέ τα”) και καπάκι τού δείχνει με το χέρι την παλάντζα (“και παλάντζα (έχω κει) ζύγισέ τα”)

Ναι, στο λινκ που έβαλα παραπάνω προτάθηκαν και άλλες παρόμοιου προσανατολισμού ερμηνείες… Δεν μπορώ να πω ότι καμία από αυτές είναι 100% απίθανη, όλες όμως είναι στη λογική που λες κι εσύ Άνθιμε: «εάν προέκειτο να “σώσω” πάση θυσία τον στίχο»… και ακολουθεί κάτι δύσκολο και εξεζητημένο.

Γιατί να πρέπει να τον σώσυμε; Η ύπαρξη σαρδάμ στις παλιές ηχογραφήσεις είναι κάτι απόλυτα δεδομένο, εγείρονται υποψίες ότι κι εδώ έχει γίνει σαρδάμ (που δεν είναι δύσκολη ή εξεζητημένη ερμηνεία), και ιδού που η κ. Πιπίνα το λέει χωρίς σαρδάμ.

Θα μπορούσε άνετα να πει “στη παλάντζα ζυγισέ τα”.
Παρόλα αυτά το αποτέλεσμα μετράει και τι ηχογραφήθηκε τελικά.

Καλά… Και σ’ άλλα διαφοροποιείται η Πιπίνα από την Παπαγκίκα, ανοιχτής μοφής είναι το τραγούδι, ας το πει ο καθένας όπως νομίζει. Δεν είναι κανείς αναγκασμένος να πειστεί.

Σε ό,τι με αφορά όμως, ούτε κι εγώ πείθομαι από όσα προτάθηκαν: όχι απλώς γιατί δεν είμαι αναγκασμένος, αλλά γιατί τα βλέπω όλα να ξεκινάν από το αυθαίρετο αξίωμα ότι αφού ηχογραφήθηκε πρέπει να βρούμε με ποιον τρόπο δικαιολογείται. Ενώ εγώ:

  • βλέπω μία στροφή που εμφανώς σκοντάφτει γλωσσικά,
  • ξέρω όπως όλοι μας ότι το ενδεχόμενο του σαρδάμ (αντιμετάθεσης στίχων) δεν είναι απίθανο,
  • διαπιστώνω ότι αποκαθιστώντας την αντιμετάθεση βγαίνει μια στροφή (πάρε βούρλα… και παλάντζα…) όχι απλώς στρωτή αλλά με ωραιότατη συμμετρία,
  • και για την άλλη στροφή (έμπα μέσα… κι όσο θέλεις…) που έτσι κι αλλιώς δεν είχε πρόβλημα βλέπω και την επιβεβαίωση από την κ. Πιπίνα.

Θεωρώ ότι το σκεπτικό είναι αρραγές.

Ληπτέον υπόψη ότι δεν είναι η Παπαγκίκα μόνο που το λέει έτσι.
Έχει προηγηθεί ο Μενεμενλής το 1926 που το λέει επίσης έτσι

και έρχεται το 1929 η Πιπίνα να εκφωνήσει συμπεριληπτικά τους στίχους -και από δύο δίστιχα που ήταν να τα κάμει ένα.

Να σκεφτούμε επίσης ότι η προηγηθείσα εκδοχή (των Μενεμενλή-Παπαγκίκα) δεν χάνει τη νοηματική της ακολουθία (όσο και αν ξενίζει το “και παλάντζα”) που συνάδει με την περιγραφόμενη συναλλακτική διαδικασία:
α) μπες και διάλεξε
β)να η παλάντζα, ζύγισε
γ) πέρασε ό,τι ψώνισες στα βούρλα
δ) ό,τι θέλεις δώκε

1 «Μου αρέσει»

Και αυτό φέρνει το πολύ ενδιαφέρον ερώτημα:Κατα πόσο η δισκογραφία συνέβαλλε “τεχνητά” στην εδραίωση και μετάδοση ρεπερτορίου που μέχρι τώρα θεωρούσαμε οτι μεταδόθηκε κυρίως ακουστικά ως μέρος ζωντανής παράδοσης;

Ξέρετε, παιδιά, συγγνώμη που ματαξαναεπανέρχομαι, αλλά το σκεφτόμουν όλο το πρωινό κι έχω φτιαχτεί άσχημα.

Λοιπόν, έλεγα ότι από την εκτέλεση της Παπαγκίκα τη μεν στροφή «έμπα μέσα, διάλεξέ τα / και παλάντζα ζύγισέ τα» τη βλέπω λάθος, και με την αποκατάσταση της αντιμετάθεσης των στίχων στρώνει (έμπα μέσα, διάλεξέ τα / κι όσο θέλεις πλήρωσέ τα) και επιπλέον αποκτά και ωραιότατη συμμετρία, η δε άλλη στροφή (πάρε βούρλα, πέρασέ τα / κι όσο θέλεις πλήρωσέ τα) δεν έχει πρόβλημα ούτε όπως είναι, ούτε με την αποκατάσταση (πάρε βούρλα, πέρασέ τα / και παλάντζα ζύγισέ τα).

Ας πούμε τώρα ότι δεν τίθεται θέμα σωστού-λάθυς, και ότι απλώς η Παπαγκίκα και η Πιπίνα το λένε σε διαφορετικές εκδοχές. Η Πιπίνα έχει μόνο τη μία από τις δύο στροφές, στη μορφή «έμπα μέσα, διάλεξέ τα / κι όσο θέλεις πλήρωσέ τα». Και κοιτάχτε τώρα τι παρατηρώ:

Πρώτος στίχος:
Έμπα μέσα. Τέσσερις συλλαβές, μία στοιχειώδης ολοκληρωμένη πρόταση. Διάλεξέ τα. Άλλες τέσσερις συλλαβές, άλλη μία στοιχειώδης ολοκληρωμένη πρόταση.

Δεύτερος στίχος:
Κι όσο θέλεις πλήρωσέ τα. Μια πιο εκτεταμένη πρόταση (αυστηρά συντακτικά είναι δύο προτάσεις βέβαια, αλλά αυτό δε μας ενδιαφέρει εδώ), που για να συμπληρώσει τις δύο προηγούμενες κλείνοντας το νόημα της στροφής πιάνει ακριβώς τόσο χώρο όσο οι άλλες δύο μαζί, οχτώ συλλαβές = έναν στίχο.

Αυτό, παιδιά, είναι ποίηση! Είναι μία από τις πολλές πιθανές εφαρμογές του περίφημου «σχήματος των τριών», παμπάλαιης και κλασικής τεχνικής στην ελληνική παραδοσιακή ποίηση. Είναι το ίδιο που βλέπουμε, σε έκταση ενός 15σύλλαβου, στο:

Ο Κωσταντής / κι ο Κωσταντάς / κι ο Μικροκωσταντίνος,

ή σε έκταση δύο 15σύλλαβων στο:

Στα σκοτεινά την έλουζες, / στ’ άφεγγα τη χτενίζεις, /
στ’ αστρί και στον αυγερινό έπλεκες τα μαλλιά της
.

Έτσι ψωνίζουν ψάρια οι μερακλήδες! Τα τηγανίζουν, τα τρώνε να πάρουν δυνάμεις, και μετά πάνε και χτίζουνε δυο Παρθενώνες στην καθισιά τους.

Όσο για την άλλη στροφή, που αρχίζει «πάρε βούρλα, πέρασέ τα», μ’ όποιον δεύτερο στίχο κι αν συμπληρωθεί ισχύουν και πάλι όλα τα παραπάνω.

Και τώρα που πήρα φόρα, κι ένα σχόλιο για το πρώτο δίστιχο:

Σε καινούργια βάρκα μπήκα
και στ… […] βγήκα

(Συνήθως στον Άη Γιώργη, άλλοτε στο Μιχαλίτσι, ίσως άλλοτε αλλού.)

Είμαι της γνώμης ότι πρόκειται για ένα δίστιχο που κυκλοφορούσε μόνο του, και που δεν ανήκει οργανικά στην ιστορία με τους ψαράδες. Γιατί να πάρεις βάρκα να πας να βρεις τους ψαράδες, αφού εκείνοι έχουν βάρκα και θα έρχονταν έτσι κι αλλιώς στην αγορά; Όχι πως είναι κάτι το αδύνατο να συμβεί, απλώς δεν είναι και τόσο απαραίτητο νοηματικά. Βέβαια, με την προσθήκη του δεύτερου διστίχου,

Είδα/βρήκα ναύτες παλικάρια
που ψαρεύανε τα ψάρια

…αποκαθίσταται μια ευλογοφανής ροή.

Ωστόσο υπάρχουν, αν δεν απατώμαι, και εκτελέσεις που αρχίζουν κατευθείαν με το «Έχετε ψαράδες ψάρια». Δε θυμάμαι πού το άκουσα, όπως δε θυμάμαι και πού άκουσα το Μιχαλίτσι. Νόμιζα εδώ, αλλά όχι:

(Βούρλωσέ τα, πέρασέ τα / στην παλάντζα ζύγισέ τα)

Αντίθετα, το πρώτο δίστιχο, ανεξαρτητοποιημένο (όπως πιθανολογώ να ήταν εξ αρχής) από όλη την υπόλοιπη ιστορία, έδωσε άλλη φορά το έναυσμα να γραφτεί μια οόκληρη καινούργια ιστορία:


Edit: Α, να το και το Μιχαλίτσι:

Σαν να βρήκα κάτι εδώ:

Οἱ Ψαράδες.

Σε καινούργια βάρκα μπήκα,
μέσ’ στὸν ἅγι ̓ Γιώργι βγήκα,
βρίσκω νέους, παλληκάρια,
που ψαρεύανε τὰ ψάρια
«Νιούτσικά μου παλληκάρια,
ποῦ ψαρεύετε τὰ ψάρια,
ἔχετε για μένα ψάρια;
-Ἔχουμε παστὰ καὶ χλώρια,
ὡς πέντ ̓ ἐξ ὀκάδες χώρια,
-Βούρλω-βούρλω-βουρλωσε τα
στην παλάντζα ζύγιασέ τα.
-Βοῦρλο κάνω τὰ μαλλιά σου,
καὶ παλάντζα τὰ βυζιά σου.»

(Λιανοτράγουδα, ήτοι Συλλογή δίστιχων δημοτικών ασμάτων, επιμ. Κ. Τεφαρίκη, 1866)

2 «Μου αρέσει»

Α, ωραία! Βλ. και #18.

Από τις διάφορες εκτελέσεις που παρατέθηκαν ή απλώς αναφέρθηκαν μέχρι τώρα, νομίζω ότι η β/θρακιώτικη πρέπει να είναι παραλλαγή εκείνης με το Μιχαλίτσι (μικρή μεν η ομοιότητα στη μελωδία, αλλά πολύ χαρακτηριστική η κοινή μελορυθμική δομή, ιδίως στη δεύτερη φράση, την τρίμετρη), οι δε υπόλοιπες όλες, της παλιάς δισκογραφίας, μάλλον έχουν υπόψη τους καθεμία τις προηγούμενες.

Με τη βοήθεια του Σίλαμπς βρίσκω διάφορα ενδιαφέροντα:

α. Όσες εκτελέσεις έχουν ανέβει, όλες έχουν τίτλο «Ψαράδες». Ούτε μία «Σε καινούργια βάρκα μπήκα» ή «Έχετε ψαράδες ψάρια» ή οτιδήποτε άλλο. Επομένως, είναι βέβαιον ότι οι παράγοντες της κάθε ηχογράφησης είχαν υπόψη τους τις προηγούμενες, ακόμη κι όταν διαφοροποιούνται στους στίχους ή στη μελωδία (ολοκληρωτικά) ή έστω στην εισαγωγή.

β. Η Αμαλία Βάκα με Γκαντίνη (1929) αρχίζει κατευθείαν με το «Έχετε ψαράδες ψάρια». Λέει έναν τελείως άλλο σκοπό, καρσιλαμά. Αξιοπαρατήρητο μάλιστα ότι στον τίτλο χαρακτηρίζεται αγριλαμάς («Αγριλαμάς και ψαράδες» είναι ο ακριβής τίτλος κατά το Σίλαμπς, αλλά δεν είναι δύο κομμάτια, είναι ένα, και σε 2223, όχι 2322 που το λέμε συνήθως αγριλαμά.) Πρέπει να είναι η παλιότερη εμφάνιση του όρου, αν όχι και η μόνη, που έχω συναντήσει σε παλιό δίσκο.

γ. Η Ρόζα, σε ηχογράφηση της δεύτερης καριέρας της (γύρω στο 1970;), επίσης αρχίζει κατευθείαν με το «Έχετε ψαράδες ψάρια». Επαναλαμβάνει αυτούσιο τον τίτλο «Αγριλαμάς και ψαράδες», παρόλο που αυτή λέει τον γνωστό σκοπό, το τσιφτετέλι.

δ. Το Τρίο Γιώργου Σαβαρή και Τζων & Λουσιέν Μηλιάρη (1927) αρχίζει με το ίδιο δίστιχο, αλλά συνεχίζει με άλλα, άσχετα από ψαράδες και ψάρια. Λένε τον γνωστό σκοπό, αλλά με εντελώς ιδιαίτερο τρόπο και ύφος. Παρακαλώ απολαύστε υπεύθυνα τις ρωμαλέες αρμονίες με τις οποίες ερμηνεύουν τους στίχους για τα αγγούρια, στραβά και ίσια:

ε. Και ο Πωλ Γαδ, αχρονολόγητο, αρχίζει με το Έχετε ψαράδες ψάρια, στον γνωστό σκοπό.

στ. Αρχίζουν με το «Σε καινούργια βάρκα»: ο Μελεμενλής με Δραγάτση (1926, το παλιότερο από τα χρονολογημένα), όπως μας έλεγε ο Άνθιμος, και η Παπαγκίκα (1927) και η κ. Πιπίνα (1929). Το περιλαμβάνει δε, πριν από τα υπόλοιπα δίστιχα, και ο Καρίπης με Δραγάτση (1928), που όμως πιο μπροστά αρχίζει μ’ ένα άλλο δίστιχο, «Της Αθήνας οι ψαράδες…». Όλοι αυτοί στον γνωστό σκοπό.

ζ. Θυμάμαι παλιότερα να συζητείται ότι ο σκοπός αυτός προέρχεται από την Μπαγιαντέρα. Βρίσκω όμως στην ίδια λίστα μια ηχογράφηση της Μπαγιαντέρας με τον Βιδάλη (1926), παλιότερη μεν από όλους σχεδόν τους Ψαράδες αλλά με τίτλο «Τα κομμένα μαλλιά (Ψαράδες)», σαν να μας λέει «Καινούργιο τραγούδι αλλά τον σκοπό τον ξέρετε ήδη, είναι από τους Ψαράδες», παναπεί ότι οι Ψαράδες ήταν ήδη γνωστοί πριν το 1926, με τον συγκεκριμένο σκοπό και μάλιστα και με τον συγκεκριμένο τίτλο. Παρεμπιπτόντως, παρατηρώ ότι εκτός από το δίστιχο «Πάλι τα 'κοψε η μαμά σου / μπαγιαντέρα τα μαλλιά σου», όλα τα υπόλοιπα είναι παλιά αδέσποτα για μαλλιά.

Τα παραπάνω ισχύουν υπό την προϋπόθεση να δίνει σωστά το Σίλαμπς τους τίτλους, πράγμα που δε συμβαίνει πάντοτε με σχολαστική ακρίβεια. Δεν ξέρω πώς από τη σελίδα ενός ηχογραφήματος βρίσκω την ετικέτα για να το τσεκάρω αυτοπροσώπως.

Για την Μπαγιαντέρα δεν έψαξα περαιτέρω (αν, π.χ., υπάρχουν ηχογραφήσεις που να συμφύρουν τα μαλλιά τα κομμένα με τους ψαράδες), γιατί η αναζήτηση «μπαγιαντέρα» θα μου έβγαζε όλο τον Δημήτρη Μπαγιαντέρα …

Τέλος, τα δίστιχα με την παλάντζα κλπ. δεν τα έχουν όλοι, ούτε όλοι ίδια, αλλά προς το παρόν εκεί δεν έκανα στατιστική.

1 «Μου αρέσει»

Αναρωτιέμαι: το “χλώρια” είναι προφανές σημασιολογικά ή χρειάζεται λήμμα;

E, προφανές, θα έλεγα! Αν και, εδώ που τα λέμε, «χλώρια ψάρια» δεν πολυκυκλοφορούν, περισσότερο κυκλοφορούν τα φρέσκα ψάρια, έλα όμως που έπρεπε να ταιριάξει η ρίμα με το «χώρια» που θα ακολουθήσει… Η έννοια της απάντησης είναι - μωρέ και παστά έχουμε, και χλωρά έχουμε, και καβάντζα στην άκρη για εκείνους που δεν ρωτάνε «πόσο το κιλό», και ό,τι θές έχουμε!

1 «Μου αρέσει»

Προφανώς σημαίνει φρέσκα, αλλά είναι γεγονός ότι ούτε εγώ το έχω ξανακούσει πουθενά. Πιθανόν ιδιωματισμός κάποιας περιοχής, ή και πανελλήνιο λαϊκό της εποχής.

Υπάρχουν κάποιες πάγκοινες έννοιες που δεν τις δηλώνουν όλοι με τη λέξη που θα θεωρούσαμε αυτονόητη, αλλά γίνονται κατανοητοί. Εδώ στην Κρήτη π.χ. έμαθα ότι η λέξη για το φρέσκο, το όχι αποξηραμένο, τουλάχιστον για τις φυτικές τροφές, είναι «δροσερό»: φασολάκια δροσερά // φασόλια ξερά για φασολάδα. Σύκα δροσερά (=όχι αποξηραμένα), κρεμμύδια δροσερά (=κρεμμυδάκια φρέσκα, τα μακρόστενα της μαρουλοσαλάτας).

Μπορεί λοιπόν και για τα ψάρια κάποιοι κάποτε να έλεγαν χλώρια.