Λουλαδιές ντουμπλέδες;

«Λουλαδιά» θα πρέπει να είναι μια μερίδα χασίς στον λουλά. Πώς όμως συνδέονται οι ντουμπλέδες εδωπέρα;

Τα λέει όλα το παραπάνω αναλυτικότατα! :wink:

2 «Μου αρέσει»

Έτσι είναι. “Λουλαδιά” είναι η εναποτιθέμενη ποσότητα/μερίδα καπνού -στην περίπτωσή μας χασίς. Βλ. ανάλογα στον Λασκαράτο (“πόσες λουλαδιές βγάνει μια ογγιά ταμπάκος”), και στο “Ιατροσόφιον” (1930) του Ν.Κ. Θεοδωράκη (“Έπαρε μίαν λουλαδιά καπνόν, βράσε τον […]”)

Εσφαλμένα θαρρώ στο Γλωσσάρι ερμηνεύεται: “ντουμπλέδες (οι), οι διπλοί λουλάδες, ίσως για άμεση αντικατάσταση μετά τη χρήση.”

Πώς λέμε στο σουβλατζίδικο “φέρε ένα δίπιτο”; Έτσι εδώ στο τραγούδι του Τσιτσάνη παραγγέλνουν λουλά με διπλή δόση μέσα.

1 «Μου αρέσει»

Και τα διαμάντια όλο ντουμπλέ;

Ή λέει
Κάθε είδους αργιλέ
[με διαμάντια] όλο ντουμπλέ
;

Θέλω να πω, τα διαμάντια είναι ντουμπλέ ή ο κάθε είδους αργιλές;

Ο ναργιλές είναι επενδεδυμένος (“ντουμπλέ”) με διαμάντια

Βλ. και Δημητράκο:

3 «Μου αρέσει»