Για να μην συνεχίσω την εκτος θέματος συζήτηση στο θέμα σύναξη ασυγκέραστων οργάνων, ξεκινώ αυτό το θέμα εδώ. Υπάρχει μια τάση να μεταφράζονται τα ονόματα μακκαμιών σε ονόματα βυζαντινών ήχων με τη λογική ότι υπάρχει αντιστοιχία και στενή συγγένεια μεταξύ των δυο συστημάτων. Δε γνωρίζω βυζαντινή, ούτε είμαι καλός γνώστης της οθωμανικής θεωρίας οπότε θα περιοριστώ να παραθέσω κάποια ιστορικά στοιχεία για να δικαιολογήσω τον σκεπτικισμό μου. Τα στοιχεία είναι από το βιβλίο Μουσικό Πορτραίτο του Ελληνικού διαφωτισμού, του Γιάννη Πλεμμένου :
Στο πρώτο κεφάλαιο για τον Χαλατζόγλου γίνεται αναφορά στην περσική επιρροή πάνω στην εκκλησιαστική μουσική των μεταβυζαντινών χρόνων:
Σε ένα χειρόγραφο κώδικα του πρώιμου 18ου αιώνα, ένα ανώνυμο χέρι έχει σημειώσει στην προμετωπίδα ενός έργου του Μπερεκέτη (δίπλα στην ένδειξη “Ατζέμ”) ότι αυτό είναι "διεφθαρμένον πολίτικον, τουρκικότερα ατζέμικον εξηγητόν ποίημα τινός Μπερεκέτη […] Ο Χρύσανθος ο εκ Μαδύτων στο “Μέγα Θεωρητικόν” του παρατηρεί ότι αν και στην εν λόγω σύνθεση ο Μπερεκέτης χρησιμοποίησε την περσική κλίμακα, “και έτι δεν απεμακρύνθη και του βαρέως ήχου” .
Αυτό για μένα δηλώνει ξεκάθαρα ότι για ένα σημαντικό θεωρητικό της εποχής όπως ο Χρύσανθος, δεν υπήρχε αυτόματη αντιστοιχία αλλά έπρεπε κάποιος να είναι καλός γνώστης και των δύο συστημάτων, όπως ο Μπερεκέτης, για να γράψει κάτι σε μακκάμι του ενός που να αντιστοιχεί και στον ήχο του άλλου. Οι ρεμπέτες δεν ήταν ιδιαίτερα καλοι γνώστες οποιουδήποτε συστήματος, το μπάχαλο της ονομασίας των δρόμων δείχνει τη γενική θεωρητική σύγχιση και άγνοια τους σε θέματα θεωρίας. Θα δεχόταν άραγε ο Χρύσανθος να πούμε ότι το τάδε τραγούδι του Μάρκου είναι στον βαρύ ήχο;
Το τελευταίο κεφάλαιο κλείνει με στίχους του Νικηφόρου Ναυτουνιάρη, με φωτογραφία του χειρογράφου στο παράρτημα. Στο χειρόγραφο αυτό φαίνεται ξεκάθαρα η ένδειξη “μακάμ μουςααρ” αν και το κομμάτι είναι σε βυζαντινή μουσική σημειογραφία με ελληνικούς στίχους. Αναφερόμενος σε άλλη σύνθεση του Νικηφόρου ο συγγραφέας μας λέει ότι "αν και προσγράφεται σε οθωμανική κλίμακα(μακάμ Σεχνάζ), εντούτοις φέρει σαφείς μελωδικές επιδράσεις από τη βυζαντινή μουσική, κυρίως στις καταληκτικές φράσεις ". Και πάλι το συμπέρασμα μου από αυτή τη διατύπωση είναι ότι δεν υπάρχει απόλυτη αντιστοιχία του Σεχνάζ με ήχο της βυζαντινής (τουλάχιστο στον τρόπο συμπεριφοράς τους) αλλά ο συνθέτης προσθέτει κάποια βυζαντινά στοιχεία που κάνουν το κομμάτι να ξεχωρίζει από ένα τυπικό σεχνάζ.