Τυποποιημένοι μανέδες

Πάμε λοιπόν.

«Νιαβέντ Μανές Πολίτικος», Μαρίκα Φραντζεσκοπούλου 1929. Δίσκος Polydor V-50563 (αρ.μήτρας: 1269BF). Τον παραδίδουν και οι τέσσερις πηγές, οι οποίες, υπενθυμίζω γιατί έχει περάσει καιρός, είναι: Η βάση δεδομένων του Σίλαμπς, το φυλλάδιο του Σίλαμπς, ο Μανιάτης και οι «Ρεμπέτικοι Διάλογοι». Μοναδική απόκλιση η λεπτομέρεια ότι οι ΡΔ γράφουν «Νιχαβέντ». Στίχος: Κρυφή πληγή αδύνατον να λάβει σωτηρία / γιατί σ’ αυτήν την συμφορά εσύ είσαι η αιτία. Λύρα Λάμπρος (πληροφορία βάσης Σίλαμπς).

Μεγαλοπρεπής μανές με ρυθμική συνοδεία, και me συνολικό άκουσμα μάλλον αλά τούρκα. Παρά ταύτα, θεωρώ ότι πρόκειται για άλλη μια εκτέλεση του Σμυρναίικου Μινόρε, σε λίγο πιο ελεύθερη παραλλαγή. «Κανονικά» το Σμ. Μινόρε αποτελείται από δύο μέρη (Α: πρώτος στίχος, Β: επανάληψη δεύτερου ημιστιχίου + δεύτερος στίχος). Εδώ έχουμε τρία, γιατί το εναρκτήριο επιφώνημα είναι τόσο εκτενές και ανεπτυγμένο ώστε αυτονομείται σε ξεχωριστό μέρος, με ταξίμια πριν και μετά. Ταξίμια υπάρχουν και σ’ όλα τα ενδιάμεσα καθώς και στο τέλος, δηλαδή συνολικά τέσσερα (πάντα λύρα Λάμπρος). Αυτό το εκτενές εναρκτήριο επιφώνημα, καθώς και τα μελίσματα στα μικρότερα ενδιάμεσα επιφωνήματα μέσα στα κύρια -τα άλλα δύο- μέρη, μας απομακρύνουν από το άκουσμα του Σμ. Μινόρε. Αν ωστόσο τα απομακρύνουμε νοερά όλα αυτά και μείνουμε στη μελωδία που αναπτύσσεται πάνω στις κανονικές συλλαβές του στίχου, θεωρώ πως αναγνωρίζουμε το Σμυρναίικο Μινόρε.

Ακούστε να μου πείτε κι εσείς τη γνώμη σας:

«Σταμπούλ Ουσάκ Μανέ», Ρόζα 1932. Δίσκος Parlophone Ελ B-21662 (αρ. μήτρας: 101292). Και οι τέσσερις ως άνω πηγές συμφωνούν στα στοιχεία, με διαφορές μόνο στις λεπτομέρειες του τίτλου (Σίλαμπς: «Σταμπούλ Ουσάκ Μανές» στο φυλλάδιο, «Σταμπούλ Ουσάκ - Μανέ» στη βάση, Μανιάτης όπως στο φυλλάδιο ΣΛ, Ρεμπ.Διάλογοι «Ουσάκ Σταμπούλ Μανέs» μ’ αυτό το διαολεμένο λατινικό s που αχρηστεύει τις αναζητήσεις). Στίχος: Όποιος μ’ ακούει και τραγουδώ λέει χαρά πως έχω / μα 'γώ 'χω στην καρδούλα μου πίκρες, καημούς και τρέφω. Συνοδεία ορχήστρας Πάρλοφων. Κανονάκι Ν. Στεφανίδης.

Σύνθεση - στίχοι Π. Τούντας κατά τη βάση ΣΛ και τους ΡΔιαλ. Ο στίχος σαφέστατα είναι παλιός αδέσποτος. Τραγουδιέται μέχρι σήμερα σ’ όλο το Αιγαίο, και θα με εξέπληττε αν όλοι αυτοί τον έμαθαν από τον Τούντα.

Η μουσική όμως;

Η μουσική είναι σίγουρα συντεθειμένη, όχι αυτοσχεδιασμός. Αυτό προκύπτει από κάποιες περιοδικές ομοιότητες (λέει χαρά πως έχω = πίκρες καημούς και τρέφω: ίδια μελωδία, σε ίδιο σημείο του στίχου, παρά τη μεγάλη απόσταση ανάμεσα στα δύο σημεία και το εντελώς διαφορετικό μελωδικό συμφραζόμενο). Άρα κάποιος την έχει συνθέσει. Γιατί όχι λοιπόν ο Τούντας. Εκτός αν ταυτίζεται με τη μελωδία άλλων Ουσάκ μανέδων που επιβεβαιωμένα να μην είναι του Τούντα, πράγμα που δεν είμαι σε ετοιμότητα να πω (πάντως η μελωδία στην αρχή του κυρίως στίχου, στο σημείο Όποιος μ’ ακούει και τραγουδώ, μια μικρή φρασούλα που πιάνει 4 συλλαβές και επαναλαμβάνεται για τις επόμενες 4, δε μου φαίνεται πρωτάκουστη).

Η Ρόζα τραγουδάει εντελώς ασυνόδευτη, ενώ στην αρχή και στα ενδιάμεσα ακούγονται ταξίμια από κανονάκι και βιολί εναλλάξ (ή μήπως λύρα;), και στο τέλος γύρισμα τσιφτετέλι με τα δύο όργανα μαζί κι ένα τρίτο, κιθάρα ή μαντόλα, στα μπάσα.

Μετά βεβαιότητος οι δύο μανέδες είναι τελείως άσχετοι μεταξύ τους.

1 «Μου αρέσει»

Επ, για μια στιγμή. Πώς η γαλάτα; Η γαλάτα (Γαλατά μανές ή Αδαμαμάν) μοιάζει εντελώς αλά τούρκα.

Έχει όλα τα υπόλοιπα χαρακτηριστικά των μη αλά τούρκα (που άλλος τούς λέει αλά φράγκα, άλλος αλά γκρέκα, άλλος σμυρναίικους), δηλ. πολύ συγκεκριμένη τυποποίηση με δύο όμοια μουσικά μέρη, όχι όμως μελωδία βασισμένη στις συγχορδίες, ούτε τίποτε άλλο που να παραπέμπει κάπου προς Δύση. Βλ. #4.

Ενδιαφέρουσα παρατήρηση. Διότι πράγματι ο Γαλατά μανές είναι ίδιο είδος με το Τζιβαέρι και τα υπόλοιπα που απαριθμεί ο Στελλάκης, κι ας έχει πολύ διαφορετικό άκουσμα.

1 «Μου αρέσει»

2 «Μου αρέσει»

Αυτός λοιπόν είναι ο ακριβής τίτλος…

2 «Μου αρέσει»

Πολίτικος μανές (συνέχεια):

Ο Μανιάτης αναφέρει κι άλλες δύο ηχογραφήσεις με αυτό τον τίτλο, που όμως δεν βρίσκονται να τις ακούσουμε. Η μία είναι ΜΑΝΕΣ ΠΟΛΙΤΙΚΟΣ, Κα Κούλα, 1920, PAN-4011, στίχος: Μέσα η καρδιά μου έχει πληγή, δεν θέλω να τη γειάνω, / θέλω να γίνει γάγγραινα με πόνους να πεθάνω. Στα ευρετήρια όμως παραδίδει τον ίδιο ως «…έτσι να βασανίζομαι ωσότου να πεθάνω», ενώ την άλλη εκδοχή την αποδίδει σε άλλο μανέ. Η άλλη είναι ΠΟΛΙΤΙΚΟΣ ΜΑΝΕΣ, Κα Πιπίνα, 1928, G-4-32070, στίχος: Ενώ η τύχη με φθονεί αρπάζει τη ζωή μου / τι μ’ ωφελεί να βρίσκεται στο κόσμο το κορμί μου.

Χωρίς δυνατότητα ακρόασης δεν είναι, προφανώς, δυνατόν να ξέρουμε αν είναι τυποποιημένοι, ούτε αν έχουν σχέση με κάποιον από τους άλλους δύο ή μεταξύ τους.

1 «Μου αρέσει»
  1. Σεβνταλή μανέδες:

Μ’ αυτό τον τίτλο ή τον χαρακτηρισμό εντοπίζονται πέντε ηχογραφήσεις και, με κάποια ερωτηματικά, αναφέρεται και μια έκτη που δεν τη βρήκα να την ακούσω.

Έχουμε πρώτα απ’ όλα τον δίσκο Columbia Αγγλίας 8396 του Νταλγκά, 1929, που έχει στη μία πλευρά τον Σεβνταλή Χετζάζ μανέ, με στίχο Να πω πως είμαι ευτυχής, ψέμα θα πω μεγάλο, / σαν το δικό μου βάσανο κανείς δεν έχει άλλο και αρ. μήτρας 20564, και στην άλλη τον Σεβνταλή Κιουρντού μανέ, με στίχο Έχεις καρδιά που δεν πονεί στον εδικό μου πόνο, / γεννήθηκες να τυραννείς και να παιδεύεις μόνο, αρ. μήτρας ακριβώς τον επόμενο, 20565 (δηλαδή ηχογραφήθηκε μια κι έξω!). Και οι δύο υπάρχουν στη βάση του Σίλαμπς (Σεβνταλή Χετζάζ εδώ, Σεβνταλή Κιουρντού εκεί), τους έχει δε και ο Μανιάτης, ενώ οι Ρεμπέτικοι Διάλογοι έχουν μόνο τον Χετζάζ (πώς γίνεται να έχουν μόνο τη μία πλευρά του δίσκου;) και το φυλλάδιο του Σίλαμπς κανέναν από τους δύο. Παραδίδονται μικροδιαφορές στον ακριβή τίτλο (Κιουρντί / Κιουρντού / Κιουρντιού, Χιτζάζ / Χετζάζ) και στην καταγραφή των στίχων.
Και στους δύο ο Νταλγκάς τραγουδάει ακαπέλα, με ταξίμια πριν, στη μέση και στο τέλος από τον Λάμπρο (λύρα). Κάποιο μπάσο όργανο, κιθάρα ή μαντόλα, βαράει εντελώς διακριτικά την τονική σε δυο-τρεις στιγμές όλου του τρίλεπτου.

Ο Σεβνταλή Κιουρντού μανές έχω την εντύπωση ότι δεν είναι απλώς Κιουρδί αλλά Κιουρδιλί Χιτζαζκιάρ - έχει κανείς άποψη; Ξεκινάει από την οκτάβα, κινείται και πιο πάνω από αυτήν, στο ψηλό μέρος (επανάληψη β’ ημιστιχίου) κάνει στάση στην άνω τρίτη, και παρόλο που σ’ όλη τη διάρκεια του κομματιού κάνει και μικροπεράσματα από όλη την κλίμακα μέχρι κάτω στη βάση της, ωστόσο η οκτάβα είναι η νότα που δείχνει πιο επίμονα διαρκώς, μέχρι και το τέλος.

Ο σκοπός του θα μπορούσε να είναι και προσυντεθειμένος, θα μπορούσε και αυτοσχέδιος. Δε διακρίνω καμία σαφή ένδειξη ούτε προς τη μία πιθανότητα ούτε προς την άλλη, ούτε και έχω υπόψη μου άλλον μανέ στον ίδιο σκοπό (που θα βεβαίωνε ότι πρόκειται για τυποποιημένη σύνθεση).

Ο σκοπός όμως του άλλου μανέ, του Σεβνταλή Χετζάζ, ξαναεντοπίζεται κι αλλού. Το 1931 η Ρόζα έβγαλε έναν μανέ με τον ίδιο τίτλος, Σεβνταλή χετζάζ μανές, δίσκος Odeon Ελ GA-1588 (αρ. μήτρας GO-1750), με στίχο Οι νύχτες είναι βάσανα για κείνους π’ αγαπούνε κι επιθυμούνε για να ιδούν μάτια που λαχταρούνε. Σε μια πρώτη επαφή, το όλο άκουσμα είναι τελείως διαφορετικό από του Νταλγκά, με τη ρυθμική υπόκρουση σε ζωηρό τσιφτετέλι και με το κλαρίνο: αυτό που ακούμε το φαντάζεται κανείς άνετα ως κορύφωση μιας ευρύτερης χορευτικής ενότητας, σ’ ένα ζωντανό πρόγραμμα. Παρά ταύτα η βασική μελωδία, ιδίως μάλιστα αν αφαιρέσουμε νοερά όχι μόνο οτιδήποτε παίζεται από τα όργανα αλλά και τα μελίσματα στα επιφωνήματα, και εστιάσουμε στις συλλαβές του καθαυτού στίχου, είναι η ίδια: ένας χαμηλός μανές, με βασική έκταση μια 5η όλη κι όλη. Στην πρώτη ενότητα (πρώτος στίχος) το σεΐρι δίνει πολλή έμφαση στην 4η μέχρι που κλείνει στην τονική, στα «ψηλό» μέρος (επανάληψη β’ ημιστιχίου), που δεν είναι και τόσο ψηλό, η έμφαση μεταφέρεται στην 5η, και στον δεύτερο στίχο επαναλαμβάνεται η μελωδία της αρχικής ενότητας.

Να λοιπόν άλλος ένας τυποποιημένος μανές. Παρατηρούμε ακόμη ότι η διάκριση του Κοκκώνη ανάμεσα σε μανέδες αλά τούρκα χωρίς έρρυθμη συνοδεία (τύπος Α1) και αλά τούρκα με έρρυθμη συνοδεία (τύπος Α2) αφορά μόνο τις εκάστοτε εκτελέσεις, όχι τις ίδιες τις συνθέσεις.

Υπάρχουν ακόμη ο Σεβνταλή Σαμπάχ μανές της Ρόζας, 1930, δίσκος Parlophone Β-21561 (αρ. μήτρας 101149), με στίχο Τι ωφελεί τον άνθρωπο όσα κι αν αποκτήσει / αφού θε να 'ρθει μια στιγμή τα μάτια του να κλείσει, και ο σκέτος Σεβνταλή μανές του Παπασιδέρη, 1933, Columbia DG-477 (αρ. μήτρας WG-739), σαμπάχ κι αυτός, με στίχο Είν’ η αγάπη μου βαθειά κι ο πόνος μου μεγάλος, / που σαν κι εμένα δυστυχής στον κόσμο δεν είν’ άλλος. Παραδίδονται και από τις τέσσερις πηγές, με μικροαποκλίσεις στις λεπτομέριες (π.χ. για τον πρώτο οι Ρ.Διαλ. δίνουν τον αριθμό δίσκου ως DG-0477). Βιολί στον Παπασιδέρη ο Σαλονικιός, μαζί μ’ ένα λαούτο που σίγουρα πλέον θα είναι ο Ανδριανός, ενώ στη Ρόζα ο Ογδοντάκης μαζί, και πάλι, με λίγες διακριτικές μπάσες νότες στην τονική από κάποιο νυκτό. Για του Παπασιδέρη παραδίδεται και η πληροφορία «Σύνθεση, στίχοι: Δημήτρης Πολίτης» (βάση Σίλαμπς).

Κι αυτοί οι δύο μανέδες ακολουθούν την ίδια μελωδική πορεία, είναι δηλαδή ο ίδιος μανές. Μπορούμε να πούμε ότι ουσιαστικά αποτελείται από δύο ενότητες, που διαφέρουν στο πρώτο τους μισό αλλά ταυτίζονται στο δεύτερο. Πιο αναλυτικά: Α’ ενότητα = εναρκτήριο επιφώνημα - ξεκίνημα από τα χαμηλά, και ακολουθεί ο πρώτος στίχος, Β’ ενότητα = επανάληψη β’ ημιστιχίου στα ψηλά και ακολουθεί ο δεύτερος στίχος. Ο πρώτος και ο δεύτερος στίχος έχουν την ίδια μελωδία και στις δύο ενότητες, ενώ κάθε ενότητα έχει την ίδια συνολική μελωδία στους δύο μανέδες. Βέβαια η επανάληψη του β’ ημιστιχίου στα ψηλά ακολουθείται και στις δύο ηχογραφήσεις από σύντομο ταξίμι, οπότε μπορούμε να την εκλάβουμε και ως ξεχωριστή ενότητα.

Η εκτέλεση και στους δύο μανέδες ακολουθεί τον τύπο Α1 του Κοκκώνη: σόλο τραγούδι εναλλασσόμενο με σόλο ταξίμι χωρίς ούτε έρρυθμη ούτε οποιαδήποτε γενικώς συνδεία.

Προσθέτουμε λοιπόν άλλον έναν τυποποιημένο μανέ στη συλλογή μας.

Δεν ξέρω ποιος είναι ο Δημ. Πολίτης που φέρεται ως συνθέτης στον μανέ του Παπασιδέρη, ας σημειώσουμε πάντως ότι της Ρόζας ο δίσκος έχει προηγηθεί κατα΄τρία χρόνια.

Τέλος, ο Μανιάτης παραδίδει κι έναν έκτο Σεβνταλή μανέ. Τίτλος σκέτο Σεβνταλή μανές, Νταλγκάς 1929, στίχος ίδιος όπως στον Σεβνταλή χετζάζ του Νταλγκά (Να πω πως είμαι ευτυχής…), αρ. δίσκου 18075. Πιθανόν εδώ να έχει γίνει κάποιο λάθος, καθώς μ’ αυτό τον αριθμό δίσκου και οι τέσσερις πηγές, δηλαδή κι ο ίδιος ο Μανιάτης, δίνουν έναν Πειραιώτικο μανέ του Παπασιδέρη (τον αναφέραμε στο οικείο μήνυμα), επομένως δεν ξέρω πόσο πιθανό είναι ο ίδιος δίσκος να έχει από τη μία πλευρά Παπασιδέρη κι από την άλλη Νταλγκά. Ούτε άλλωστε και να έβγαλε δυο φορές στον ίδιο χρόνο ο Νταλγκάς δύο διαφορετικές ηχογραφήσεις με τον ίδιο στίχο και σχεδόν τον ίδιο τίτλο.

2 «Μου αρέσει»

G - 4- 32070

B.21561  B

2 «Μου αρέσει»

Κοιτάχτε τώρα τι βρήκα:

http://music-archive.aegean.gr/one_sound.php?id=187&lng=Z3JlZWs=

Το λινκ ανοίγει μια σελίδα με ηχητικό. Πρόκειται για μια ηχογράφηση του 1988 όπου ο γίγαντας της μυτιληνιάς παράδοσης Στρατής Ράλλης ερμηνεύει ζωντανά έναν όχι απλώς αριστουργηματικό αλλά και κανονικότατο, πιστό εννοώ, Ταμπαχανιώτικο μανέ σε κάποια εκδήλωση.

Και πώς το βρήκα; Το βρήκα επειδή, ψάχνοντας για κάτι άλλο, παρατήρησα ότι κάποιο κομμάτι με τίτλο Ταμπαχανιώτικος μανές και με τον Στρατή Ράλλη υπάρχει στον δίσκο βινυλίου του Σ. Καρά «Τραγούδια Μυτιλήνης και Μικράς Ασίας». Ηχογράφηση 1988. Τον δίσκο τον έχω, όχι όμως εδώ, ούτε τον θυμάμαι απέξω. Έψαξα στο ΥΤ αν υπάρχει το κομμάτι και δεν το βρήκα (βρήκα κάπου ολόκληρο το σιντί, όμως τα τραγούδια του σιντί δεν είναι ακριβώς τα ίδια με του βινυλίου και το συγκεκριμένο υπάρχει μόνο στο βινύλιο!), αντ’ αυτού βρήκα ένα βίντεο από άλλη εκδήλωση, μάλλον το 1994, πάλι με εξαιρετική απόδοση αλλά με φτωχή ηχοληψία από βιντεοκάμερα της εποχής. Το πρώτο όμως είναι με την εξαιρετική ηχοληψία του Ν. Διονυσόπουλου, και με τον Ράλλη λίγο νεότερο.

Η χρονολογία, 1988, και ο ηχολήπτης, Διονυσόπουλος, ταυτίζονται μεταξύ του ηχητικού στο πρώτο λινκ και των πληροφοριών στο εξώφυλλο του δίσκου του Καρά. Προς στιγμήν πίστεψα ότι είναι η ίδια ηχογράφηση, αλλά τελικά δεν ταυτίζονται τα χωριά (Αγιάσος στο ένα, Αγία Παρασκευή στο άλλο), ούτε οι μουσικοί (στον Καρά δεν έχει μαντολίνο,κλαρίνο και τουμπελέκι, οι υπόλοιποι είναι οι ίδιοι). Πιθανώς λοιπόν η ηχογράφηση από το ΛΠ του Καρά, με πιο λιτή ενορχήστρωση αλλά με τους ίδιους κορυφαίους μουσικούς την ίδια χρονιά, να είναι ακόμη ανώτερη.

Η Μυτιλήνη είναι γνωστή για το ότι διατηρεί, στην προφορική της παράδοση, πολλά τραγούδια που προέρχονται από τη μεσοπολεμική δισκογραφία των 78 στρ. Ωστόσο έχω ακούσει αρκετά από αυτά, και σε δίσκους και επιτόπου, και απείχαν πάντοτε από το πρωτότυπο όσο θα περίμενε κανείς μετά από τόσες δεκαετίες προφορικής μετάδοσης. Εδώ έχουμε μια πραγματικά πιστή εκτέλεση, σύμφωνη μέχρι λεπτομερείας με τα πρότυπα των 20-τόσων παλιών εκτελέσεων. Δεν το περίμενα!

Βρήκα και μια τρίτη ηχογράφηση, πάλι με τον Στρατή Ράλλη, πάλι 1988 και πάλι με το ίδιο δίστιχο (Όσο μπορείς καρδούλα μου…), παναπεί πως αυτή την πολύ συγκεκριμένη εκτέλεση ο Ράλλης την είχε ρεπερτοριοποιήσει.

Παρατηρώ και τη λεπτομέρεια ότι ανάμεσα στα αχ και τα αμάν πετάει και καναδυό γιαρέμ, πράγμα που παλιά δε συνηθιζόταν σ’ αυτούς τους μανέδες παρά μόνο στους αλά τούρκα.

1 «Μου αρέσει»

Ούφ, ησύχασα! Και εξηγούμαι:

Μόλις είδα το λινκ, πήγα να δώ τί αμανές είναι αυτός. Βλέποντας 1988 σκέφτηκα – Καλά, άσε, ποιος ήξερε να παίρνει τον αμανέ το 1988!.. αλλά βλέποντας Διονυσόπουλος είπα ε, ας κάνω τον κόπο. Καθώς εξελισσόταν το κομμάτι, άρχισε να διαφαίνεται το επίπεδο του τραγουδιστή, του οποίου το όνομα (μη Μυτιληνιός καθώς είμαι) δεν μου έκανε κλικ. Όταν συνειδητοποίησα ότι πρόκειται για επίπεδο που άνετα τοποθετείται στο ίδιο ύψος με εκείνο των μεγαθηρίων των ηχογραφήσεων του μεσοπολέμου, είπα «μα, πώς έμεινε αυτός θαμμένος;». Γυρίζοντας πίσω και διαβάζοντας αυτό που παραθέτω παραπάνω, κατάλαβα. Και ησύχασα….

Στις δεκαετίες 1990 και 2000, που υπήρξε πολύ μεγάλη και αξιόλογη δισκογραφική παραγωγή με τοπικές μουσικές, τον ανακάλυψαν κάποιοι ερευνητές και από τους δίσκους τον έμαθα κι εγώ. (Οι χρονολογίες στο περίπου, δε θυμάμαι πότε πέθανε.) Όταν τον ανέφερα σε μια φίλη Μυτιληνιά, μου είπε «ναι, φωνάρα, αλλά στο νησί και ιδίως στο χωριό του τον έχουν παραγνωρισμένο, στον ίσκιο άλλων πιο γνωστών, τι κρίμα κι άδικο!»

Ουδείς προφήτης εν τη εαυτού πατρίδι.

Άλλον ένα μανέ του ίδιου τύπου λέει ο Ράλλης και στο #136 εδώ πιο πάνω.

Συγνώμη που πετάγομαι έχοντας χάσει πολύ απ τη συζήτηση.
Άκουσα 1-2 απο τους Σουλτανί και δείχνουν να ναι Χουζάμ
Γνωρίζουμε απο που προέρχεται ο τιτλος Σουλτανί; αρχικά υπέθεσα με αφέλεια οτι θα είναι μακαμ Σουλτανι γεγκιαχ αλλα προφανως αυτό δεν ισχύει.

1 «Μου αρέσει»

Μα ναι. Στα οργανικά εννοείς:

Θα μ’ ενδιέφερε κι εμένα. Προσωπικά δεν έχω ιδέα.

2 «Μου αρέσει»

Με πληροφορίες από τον Ευγένιο Βούλγαρη: Ως μακάμι, το σουλτανί πιθανότατα υποδηλώνει κατάληξη στο γεγκιάχ (χαμηλό σολ, το κατώτατο όριο της φωνής). Στους μανέδες όμως δεν φαίνεται να συμβαίνει κάτι τέτοιο.

2 «Μου αρέσει»

Δηλαδή το σουλτανί γιεγκιάχ; Ή υπάρχει και άλλο μακάμι, σκέτο σουλτανί;

Με πρόχειρη και όχι συστηματική παρατήρηση, νομίζω ότι τους μανέδες απλά τους έλεγε ο καθένας στον τόνο που τον βόλευε. Αν ένα μακάμι διαφέρει από ένα άλλο μόνο κατά το ότι όλο μαζί τοποθετείται χαμηλότερα, αυτή η διάκριση δεν πρέπει να έχει περάσει στους μανέδες.

Φαίνεται ότι υπάρχουν “σουλτανί ραστ”, σουλτανί σεγκιάχ", κλπ που όλα καταλήγουν στο κατώτατο όριο της φωνής. Προφανώς έχουν μεγάλη έκταση, θα φανεί αυτό το κατέβασμα άσχετα από τον τόνο που το λέει ο καθένας. Δες πχ την “Κατηραμένη φτώχεια” του Χατζηχρήστου.

2 «Μου αρέσει»

(Από το βιβλίο του Μαυροειδή):

Μακάμ Σουλτανί Γεγκιάχ

Κατιούσα η χαρακτηριστική κίνηση και του Σουλτανί Γεγκιάχ (του “βασιλικού” Γεγκιάχ), που έχει συμπεριφορά ενδιάμεση μεταξύ του Σενταραμπάν και του Φεράχ Φεζά.

ΚΛΙΜΑΚΑ

Στο μακάμ αυτό, ανιούσα και κατιούσα κλίμακα ταυτίζονται. Η κλίμακα ακολουθεί την εξής δομή:

πεντάχορδο Μπουσελίκ στο Γεγκιάχ / τετράχορδο Χιτζάζ στο Δ ουγκιάχ, ή ακόμη (τούρκ.) τετράχορδο Μπουσελίκ στο Γεγκιάχ / πεντάχορδο Νικριι, στο Ραστ, και στη συνέχεια, πεντάχορδο Μπουσελίκ στο Νεβά / τετράχορδο Χιτζάζ στο Μουχαγιέρ.

Στις φράσεις που κινούνται γύρω από το Δουγκιάχ (Re), έλκεται συστηματικά η υποκείμενη βαθμίδα (Do). Το ίδιο και αν εμφανιστούν ανάλογες φράσεις μια οκτάβα ψηλότερα (Μουχαγιέρ).

Τη δομή πάνω στο Δουγκιάχ τρέπουν οι Τούρκοι (εκλεκτικά, σε καταληκτική κίνηση) από Χιτζάζ σε Κιουρντί με επαναφορά της βαθμίδας Τσαργκιάχ στη θέση της βαθμίδας Χιτζάζ, οπότε και στο Ραστ θεμελιώνεται πεντάχορδο Μπουσελίκ αντί Νικρίζ.

Αντίστοιχο στη Βυζαντινή Μουσική Του Σουλτανί Γεγκιάχ δεν υπάρχει ακριβές ανάλογο στη Βυζαντινή Μουσική. Η συμπεριφορά του μακάμ αυτού θα μπορούσε να ερμηνευτεί ως αντιφωνία του σκληρού

διατονικού Δ’ ήχου, στην τετραφωνία του οποίου θεμελιώνεται τετράχορδο Πλ.

Β’ χρωματικού.

1 «Μου αρέσει»
  1. Σερφ / Σιρφ μανέδες.

Όπως είχα μάθει παλιότερα από εδώ στο φόρουμ, η λέξη Σερφ ή Σιρφ, μόνη της ή μαζί με το Χιτζαζκιάρ, φαίνεται να σημαίνει ένα μακάμι που μάλλον είναι ό,τι πλησιέστερο προς τον Πειραιώτικο δρόμο:

Διατηρώ μια επιφύλαξη για το συμπέρασμά μου (ότι Σιρφ ή Σερφ ή Χιτζαζκιάρ Σιρφ/Σερφ = Πειραιώτικος). Στο νήμα που παραπέμπω παραπάνω έγινε λίγη συζήτηση σχετικά, αλλά χωρίς να βγει κάτι χειροπιαστό, σαφές και σίγουρο.

Όπως και να 'χει, μανέδες με αυτές τις λέξεις στον τίτλο τους εντοπίστηκαν πέντε, οι εξής:

Νταλγκάς 1931, τίτλος «Σιρφ» ή «Σιρφ (Κανείς στον ψεύτικο ντουνιά)» ή «Σιρφ Μανές» ή «Σερφ Μανές», στίχος: Κανείς στον ψεύτικο ντουνιά αιώνια δεν θα ζήσει, όσα κι αν κάνει μια φορά τα μάτια του θα κλείσει. Δίσκος His Masters Voice Ελλάδος AO-1004 (αρ. μήτρας OW- 92Σ, αν είναι σωστό, με το ελληνικό σίγμα). Τον έχει ο Μανιάτης και η βάση του Σίλαμπς (ακούμε εδώ ή στο ΥΤ).

Απίστευτο ρεσιτάλ Νταλγκά, εντελώς μόνου του, χωρίς συμμετοχή κανενός οργάνου. Κρίμα που η μοναδική εντοπισμένη κόπια που να έχει ανέβει στο διαδίκτυο κόβεται κάνα λεπτό πριν το τέλος. Δεν είναι πειραιώτικος δρόμος - δεν ξέρω τι είναι, θυμίζει χιτζαζκιάρ αλλά και πάλι όχι! Μοιάζει να αποτελείται από 4χ χιτζάζ στη βάση, 5χ νιγρίζ στην 4η (και όχι 5χ χιτζάζ στη βάση - 4χ χιτζάζ στην 4η), και ξανά 4χ χιτζάζ στην οκτάβα. Αρχίζει στην οκτάβα, κινείται κυρίως στο 5χ νιγρίζ κάτω και (πιο λίγο) στο 4χ χιτζάζ πάνω από αυτήν, και στην αρχή για κάποια ώρα δίνει έντονα την αίσθηση ότι η τονική του είναι μια 5η και όχι μια οκτάβα κάτω από τη νότα όπου περιστρέφεται (δηλαδή ότι βρισκόμαστε στην 5η ενός Νιχαβέντ). Τελικά στην κατάληξη της πρώτης κύριας φράσης (του ολοκληρωμένου πρώτου στίχου δηλαδή) κλείνει με το 4χ της βάσης, όπου μάλιστα εγγίζει και την 5η με τη χαρακτηριστική ύφεση τύπου «θα γελάει και θα σου γνέφει». Ακόμη και τώρα θα μπορούσε να είναι Νιχαβέντ, και απλώς να έχει κατέβει στο 4χ κάτω από τη βάση, αλλά δεν είναι: τόσο η εν λόγω ύφεση όσο και η όλη κίνηση της κατάληξης πείθουν ότι πρόκειται για τελική κατάληξη, ότι δηλαδή αυτό το χαμηλό 4χ χιτζάζ είναι το 4χ της βάσης, και εξάλλου -για όποιον δεν κατάλαβε- στο τέλος ρίχνει κι ένα αμάν που ανακεφαλαιώνει επιτροχάδην όλη τη μέχρι τώρα μελωδική ανάπτυξη, από την κορυφή μέχρι τη βάση, επαναλαμβάνοντας σχεδόν καρμπόν το χαμηλότερο τμήμα της κίνησης.

Η συνέχεια είναι η προβλεπόμενη. Η επανάληψη του β’ ημιστιχίου, που δεν είναι εύκολο να πεις αν τη θεωρεί ως αυτόνομο μουσικό μέρος ή τη συγχωνεύει με τη φράση του δεύτερου στίχου (αφού δεν υπάρχουν ταξίμια ενδιαμέσως) κινείται στα ψηλά, κυρίως πάνω από την οκτάβα, πράγμα για το οποίο μας είχε προειδοποιήσει από την αρχή (ότι δηλαδή και το 4χ της οκτάβας είναι μέσα στο παιχνίδι), αρχίζοντας με ένα εντυπωσιακό άλμα 10ης, από τη σπηλαιώδη τονική στη λαμπερή άνω τρίτη, όπου προς στιγμήν νομίζεις ότι ακούς ζουρνά ή κλαρίνο και όχι ανθρώπινη φωνή.

(Εδώ επιβάλλεται μια παρένθεση. Ανάμεσα στο τέλος της προηγούμενης, χαμηλής φράσης και στο ξεκίνημα της καινούργιας ψηλής ακούγεται ένας στιγμιαίος θόρυβος, σαν να πήδηξε η βελόνα. Και ο χρόνος που μεσολαβεί για ανάσα είναι υπερβολικά σύντομος. Κάτι λείπει εδώ από την ηχογράφηση που ακούμε, που μπορεί να υπήρχε στην ίδια την πλάκα. Έχει γούστο να υπήρχαν και ταξίμια και κάποιος, για αδιευκρίνιστους λόγους, να τα έκοψε από την ψηφιοποίηση;)

Τέλος πάντων, ολοκληρώνει και τη βόλτα στα πολύ ψηλα (επανάληψη β’ ημιστιχίου), και μετά το σεΐρι της εκφοράς του δεύτερου στίχου και η κατάληξη, μέχρι το σημείο που κόβεται η αναπαραγωγή της ηχογράφησης, ακολουθούν περίπου την ίδια διαδρομή όπως το πρώτο μέρος. Επομένως, και που δεν ακούμε την κατάληξη μέχρι το τέλος μπορούμε να τη φανταστούμε: πάλι χαμηλό 4χ χιτζάζ με ελαττωμένη 5η.

Σ’ όλη αυτή τη διάρκεια η κυριότερη νότα στην οποία διαρκώς επανέρχεται η μελωδία είναι η οκτάβα.

Αν ισχύει η ντεντεχτιβίστικη υπόθεσή μου για κομμένα οργανικά μέρη, τότε ίσως κάποιο όργανο να έμπαινε στο τέλος πριν σβήσει τελείως η φωνή του Νταλγκά, και αυτός να είναι ο λόγος που το κόψιμο έρχεται καταμεσής της φράσης του (δηλαδή όχι ακριβώς καταμεσής, στο τέλος είναι, αλλά πριν το εντελώς τελικό τέλος.)

Η συμμετρία του πρώτου με το τελευταίο μέρος, η αρκετά ακριβής επανάληψη των χαμηλών καταλήξεων, κάποιες ενδιάμεσες καταλήξεις που επίσης επαναλαμβάνονται, όλα αυτά δίνουν την εντύπωση ότι πρόκειται σαφώς περί τυποποιημένης σύνθεσης και όχι αυτοσχεδιασμού.

Κλείνω εδώ προς το παρόν, γιατί είναι ήδη καμιά βδομάδα που έχω ανοιχτό το πρόχειρο για το παρόν μήνυμα, και αν περιμένω να βρεθεί χρόνος και για τις άλλες τέσσερις ηχογραφήσεις καλά Χριστούγεννα. Επιφυλάσσομαι φυσικά.

1 «Μου αρέσει»

το χιτζασκιάρ γενικά είναι τολμηρό μακάμι και συχνά βλέπουμε να ξανοίγεται μακρυά απο τη βασική του δομή και να κάνει πράγματα που κανει το ΚΧ.
απο 8βα και πάνω συχνά θα δουμε μπουσελίκ και απο νεβά ( 5τη) μπορει να δούμε προσωρινό προσαγωγεα, δομη ουσακ (αραζμπαρ) , σαμπα η και αλλα πραγματα.
καταληκτικα βλεπουμε επισης βαρυνση της 5της.
ειναι γενικα ενα φάσμα χρωμάτων και ολες αυτες οι σιρφ ηχογραφησεις το εξερευνουν πολύ περιτεχνα.

3 «Μου αρέσει»

δε πλοτ θίκενς!
έψαξα να δω αν υπάρχουν κομμάτια με τίτλο χιτζασκιάρ (χωρίς το Σιρφ)
βρηκα ενα καπως μπουζουκιστικο στο ονομα του Σεμση ΚΑΙ

Το οποιο δεν ειναι χιτζασκιαρ!!! ειναι ΚΧ!
μηπως λοιπον το αγνο-καθαρο-διαυγες (sirf) χιτζασκιαρ ειναι το …χιτζασκιαρ, χωρις το ΚΧ;
και για καποιο λογο το ΚΧ δεν ειχε δικη του ονομασια στην πιατσα;

Τι γίνεται ρε φίλε; Κι αυτό είναι κομμένο προς το τέλος, κι ας φτάνει τα 3 λεπτά και 24! (Και στο Σίλαμπς επίσης, άρα στο ΥΤ ανέβασαν του Σίλαμπς, γι’ άλλη μια φορά.)

ΚΧ = Κιουρδιλί Χιτζαζκιάρ;

Ναι αλλά σε μανέ; Οι μανέδες είναι γενικά συντηρητικοί στο σεΐρι τους, άλλωστε είναι και σύντομα έργα. Θα μου πεις, σύντομοι είναι στον δίσκο, στα λάιβ μπορεί να βλέπαμε άλλα αν τα 'χαμε προλάβει. Πάντως δεν είναι όπως ένα σεμάι που προλαβαίνει να σου δείξει τη βασική δομή του μακάμ, μετά να ξεστρατίσει και τέλος να επανέλθει.