Τυποποιημένοι μανέδες

Το Καλέ συ Παναγιά μου είναι έρρυθμο τραγούδι. Ίσως υπάρχει και κάποιος τυποποιημένος μανές με τον οποίo να συνδυάζεται συστηματικά, αλλά δεν το θυμάμαι αυτή τη στιγμή - όταν έγραφα τα περισσότερα από τα παλιά μηνύματα του παρόντος το είχα ψάξει κι είχα βρει πολλά ενδιαφέροντα, και έχω σημειώσεις, προχείρως όμως δεν τα 'χω όλα στον νου μου.

Μήπως εννοείς κάποιο άλλο;

Το αιγαιακό είναι στο 90% των περιπτώσεων ένας συγκεκριμένος μανές, ο οποίος υπάρχει και σε μη χορευτική εκδοχή ως Φα Ματζόρε. Μέσα στο υπόλοιπο 10% περιλαμβάνονται άλλες μελωδίες μανέ όπως το Σμυρναίικο Μινόρε, που κι αυτό, όταν δεν είναι χορευτικό, …δε χορεύεται!

Γενικώς δεν είναι άλλοι οι χορευτικοί και άλλοι οι καθιστικοί. Όλοι είναι βασικά καθιστικοί, αλλά μερικοί εντάσσονται και στον μπάλο.

Ο Κούνας στη διατριβή του (υποσημ. 359, σελ. 157) μνημονεύει ένα παράθεμα από τον M. Pitton de Tournefort (Relation d’un voyage du Levant , 1717) από περιγραφή της Σμύρνης, στα «καμπαρέ» της οποίας «παίζουν, διασκεδάζουν, χορεύουν, αλαφράγκα, αλαγκρέκα, αλατούρκα». («On y joüe , on y fait bon chere, on y danse à la Françoise, à la Grecque, à la Turcque»)

Και άλλος παλιότερα πρέπει να το έχει παραθέσει. Μου ακούγεται πολύ οικείο…

Μα, τί φυσιολογικότερο από το να παίζουν, να διασκεδάζουν και να χορεύουν «à la Françoise*, à la Grecque, à la Turcque» στη Σμύρνη του πρώιμου 18ου αιώνα! Το μόνο που με ξενίζει είναι όχι το ότι προηγείται το α λα φράνκα, λογικό για Γάλλο περιηγητή, αλλά ότι το α λα τούρκα έρχεται μετά το α λα γκρέκα, αρχές 18ου, όπου οι Μουσουλμάνοι ήταν ακόμα μακράν η πολυπληθέστερη θρησκευτική ομάδα της πόλης.

( * ) μήπως a la Francaise; (δεν έχω γαλλική γραμματοσειρά)

Παλιά ορθογραφία, ή γραφή παλιάς προφοράς. Ο «γνώστης» στα σημερινά γαλλικά είναι connaisseur, αλλά στα αγγλικά, που δανείστηκαν τη λέξη από παλιότερο στάδιο της γαλλικής, είναι connoisseur.

1 «Μου αρέσει»

Βέβαια το δικό μας αλά φράγκα δε σημαίνει «à la Française», «αλά γαλλικά», αλλά γενικότερα ευρωπαϊκά, δυτικότροπα.

ε, ναι, αλλά ο Γάλλος… κουκιά έφαγε, κουκιά μαρτυράει.

Μα ο Γάλλος δε μεταφράζει. Δικά του λόγια είναι. Θα πρέπει να είδε να γλεντάνε με κανονική γαλλική μουσική (δεν ξέρω αν δίνει περισσότερες λεπτομέρειες παρακάτω). Που δεν πρέπει να ήταν και απίθανο: οι γνωστές φραγκολεβαντίνικες κοινότητες της Σμύρνης θα ήταν βέβαια άνθρωποι με συγκεκριμένες καταγωγές, όχι γενικώς «δυτικοί», άρα γιατί όχι και Γάλλοι;

Ε, βέβαια, όταν λέει α λα φράνκα, αλα τούρκα, αλα γκρέκα, δεν σημαίνει βέβαια ότι όλα αυτά τα είδε στο ίδιο μαγαζί, αλλά φυσικά θα επισκέφτηκε πολλά μαγαζιά και πολλές φορές. Τώρα, αν η ορχήστρα στο «ευρωπαϊκό» μαγαζί δεν ήταν και τόσο γνήσια γαλλική, ή ήταν αμιγώς ιταλική ή Έλληνες που όταν είδαν Φραντσέζο του έπαιξαν, όπως πάντα το συνήθιζαν, τα δικά του, αυτό δεν μπορούμε να το ξέρουμε, εκτός αν πράγματι ο ίδιος το περιγράφει.

2 «Μου αρέσει»

Καθολικοί του Αιγαίου δεν ήταν, όπως τους Φραγκοσυριανούς; Ο Κοσμάς Πολίτης «στου Χατζηφράγκου» έτσι τους περιγράφει. Και καθολικοί Αρμένιοι κλπ. Οι δυτικοί θα ήταν μια ελάχιστη μειονότητα.
https://www.greek-language.gr/digitalResources/literature/education/urban/item.html?iid=3077

Το βρήκα και το διάβασα. Ήθελα μάλιστα να τρέξω να το παραπέμψω, χωρίς να θυμάμαι ότι έχει ήδη παραπεμφθεί.

Για τους μανέδες τ. Β’ ο Κοκκώνης έχει αντιληφθεί ότι υπάρχουν και τυποποιημένοι. Παρεμπιπτόντως το αναφέρει, καθώς δεν είναι αυτή τους η πτυχή που κυρίως τον ενδιαφέρει. Ωστόσο κάποιες ταυτίσεις φαίνεται να του διέφυγαν: τρία παραδείγματα ηχογραφήσεων αναλύει από αυτό τον τύπο, που και τα τρία είναι το Σμυρναίικο Μινόρε με διαφορετικούς τίτλους. Αναφέρει κοινά σημεία μεταξύ των δύο, πράγμα που μάλλον σημαίνει πως παρατήρησε ότι είναι ο ίδιος σκοπός, για το τρίτο όμως δεν κάνει καμία νύξη ότι κι αυτό είναι πάλι ο ίδιος. (Δε λέει βέβαια ευθέως «είναι τρία διαφορετικά», ούτε «είναι δύο ίδια κι ένα διαφορετικό», που και στις δύο περιπτώσεις θα ήταν σαφές λάθος. Πιθανολογώ όμως ότι αν είχε δει την ταύτιση δε θα διάλεγε τρία Σμυρναίικα Μινόρια ως παραδείγματα μιας ολόκληρης κατηγορίας.)

Στις σχετικές παρατηρήσεις του πρέπει να προσθέσουμε:

  • πρώτον, ότι σ’ αυτό τον τύπο μανέ δεν υπάρχουν απλώς και τυποποιημένοι, αλλά είναι ένας περιορισμένος αριθμός συνθέσεων που είναι όλες τυποποιημένες,
  • δεύτερον, ότι και στον τύπο Α, με συντριπτικά περισσότερους μανέδες, υπάρχουν τουλάχιστον κάποιοι τυποποιημένοι, αν δεν είναι όλοι.

Κάτι άλλο σημαντικό από το ίδιο άρθρο (σ. 122):

Πολλά χρόνια αργότερα, στη δεκαετία του 1970, ο Κωνσταντινουπολίτης τραγουδιστής Στελλάκης Περπινιάδης, εκ των πρωταγωνιστών των αθηναϊκών ηχογραφήσεων, παραχωρεί ραδιοφωνική συνέντευξη στην παραγωγό Σοφία Μιχαλίτση, λέγοντας χαρακτηριστικά:

Υπήρχαν οι αμανέδες οι αλά τούρκα και οι αμανέδες οι σμυρναϊκοί, οι οποίοι δεν είχαν καμία σχέση με τη βυζαντινή μουσική. Οι μανέδες οι σμυρναϊκοί προέρχονται από τη μουσική των Βαλκανίων. Από ρουμάνικη μουσική, από σέρβικη μουσική και τέτοια. (…) θέλω να σας πω, αλλά ήταν ωραίοι! (…) Το μινόρε ήταν μινόρε. Είναι ξένο, ρουμάνικο είναι. (…) Το μινόρε, το ματζόρε, ο ταμπαχανιώτικος, το τζιβαέρι, η γαλάτα. (…) Αυτά όλα ήταν στη λαϊκή μουσική, αλλά δεν ήταν αλά τούρκα. Αλά τούρκα ήταν πάλι τα ταξίμια. Σαμπάχ, χιτζάζ, νιαβέντι, (…) χουζάμ και τα ρέστα.

[Και υποσημείωση: Βλ. και Νίκος Ορδουλίδης, Συννεφιασμένη Κυριακή και Τη Υπερμάχω. Καθρέφτισμα ή αντικατοπτρισμός;, Αθήνα, Fagotto-books, 2016, σ. 59-60.]

Παναπεί πως η διάκριση ανάμεσα στους πιο ανατολίτικους και τους πιο δυτικούς μανέδες γινόταν ρητά και συνειδητά ήδη από τον καιρό που η παράδοσή τους έβραζε. Το πώς ακριβώς θα οριστεί η κάθε κατηγορία χωράει κάποιο νερό -αλλιώς τα λέει ο Στελλάκης, αλλιώς ο Κοκκώνης, αλλιώς ο Ν. Πολίτης (#137 εδώ παραπάνω), αλλιώς μου φαίνονται εμένα (και δεν ξέρω τι λέει ο Ορδουλίδης, ούτε κι αν έχει πει κάτι σχετικά η Αγγέλα Παπάζογλου)- αλλά πάντως η βασική διάκριση ούτε εκ των υστέρων ήρθε, από μελετητές, ούτε και άλλαξε.


Μια διόρθωση σε παλιότερο ποστ μου:

Δε γνώριζα ότι Μπέγιογλου είναι το τούρκικο όνομα του Πέραν, της συνοικίας της Πόλης. Επομένως Μπέγιογλου Μανεσί είναι ο Μανές από το Πέραν, και όχι ο μανές του γιου του μπέη.

1 «Μου αρέσει»

Πάμε λοιπόν.

«Νιαβέντ Μανές Πολίτικος», Μαρίκα Φραντζεσκοπούλου 1929. Δίσκος Polydor V-50563 (αρ.μήτρας: 1269BF). Τον παραδίδουν και οι τέσσερις πηγές, οι οποίες, υπενθυμίζω γιατί έχει περάσει καιρός, είναι: Η βάση δεδομένων του Σίλαμπς, το φυλλάδιο του Σίλαμπς, ο Μανιάτης και οι «Ρεμπέτικοι Διάλογοι». Μοναδική απόκλιση η λεπτομέρεια ότι οι ΡΔ γράφουν «Νιχαβέντ». Στίχος: Κρυφή πληγή αδύνατον να λάβει σωτηρία / γιατί σ’ αυτήν την συμφορά εσύ είσαι η αιτία. Λύρα Λάμπρος (πληροφορία βάσης Σίλαμπς).

Μεγαλοπρεπής μανές με ρυθμική συνοδεία, και me συνολικό άκουσμα μάλλον αλά τούρκα. Παρά ταύτα, θεωρώ ότι πρόκειται για άλλη μια εκτέλεση του Σμυρναίικου Μινόρε, σε λίγο πιο ελεύθερη παραλλαγή. «Κανονικά» το Σμ. Μινόρε αποτελείται από δύο μέρη (Α: πρώτος στίχος, Β: επανάληψη δεύτερου ημιστιχίου + δεύτερος στίχος). Εδώ έχουμε τρία, γιατί το εναρκτήριο επιφώνημα είναι τόσο εκτενές και ανεπτυγμένο ώστε αυτονομείται σε ξεχωριστό μέρος, με ταξίμια πριν και μετά. Ταξίμια υπάρχουν και σ’ όλα τα ενδιάμεσα καθώς και στο τέλος, δηλαδή συνολικά τέσσερα (πάντα λύρα Λάμπρος). Αυτό το εκτενές εναρκτήριο επιφώνημα, καθώς και τα μελίσματα στα μικρότερα ενδιάμεσα επιφωνήματα μέσα στα κύρια -τα άλλα δύο- μέρη, μας απομακρύνουν από το άκουσμα του Σμ. Μινόρε. Αν ωστόσο τα απομακρύνουμε νοερά όλα αυτά και μείνουμε στη μελωδία που αναπτύσσεται πάνω στις κανονικές συλλαβές του στίχου, θεωρώ πως αναγνωρίζουμε το Σμυρναίικο Μινόρε.

Ακούστε να μου πείτε κι εσείς τη γνώμη σας:

«Σταμπούλ Ουσάκ Μανέ», Ρόζα 1932. Δίσκος Parlophone Ελ B-21662 (αρ. μήτρας: 101292). Και οι τέσσερις ως άνω πηγές συμφωνούν στα στοιχεία, με διαφορές μόνο στις λεπτομέρειες του τίτλου (Σίλαμπς: «Σταμπούλ Ουσάκ Μανές» στο φυλλάδιο, «Σταμπούλ Ουσάκ - Μανέ» στη βάση, Μανιάτης όπως στο φυλλάδιο ΣΛ, Ρεμπ.Διάλογοι «Ουσάκ Σταμπούλ Μανέs» μ’ αυτό το διαολεμένο λατινικό s που αχρηστεύει τις αναζητήσεις). Στίχος: Όποιος μ’ ακούει και τραγουδώ λέει χαρά πως έχω / μα 'γώ 'χω στην καρδούλα μου πίκρες, καημούς και τρέφω. Συνοδεία ορχήστρας Πάρλοφων. Κανονάκι Ν. Στεφανίδης.

Σύνθεση - στίχοι Π. Τούντας κατά τη βάση ΣΛ και τους ΡΔιαλ. Ο στίχος σαφέστατα είναι παλιός αδέσποτος. Τραγουδιέται μέχρι σήμερα σ’ όλο το Αιγαίο, και θα με εξέπληττε αν όλοι αυτοί τον έμαθαν από τον Τούντα.

Η μουσική όμως;

Η μουσική είναι σίγουρα συντεθειμένη, όχι αυτοσχεδιασμός. Αυτό προκύπτει από κάποιες περιοδικές ομοιότητες (λέει χαρά πως έχω = πίκρες καημούς και τρέφω: ίδια μελωδία, σε ίδιο σημείο του στίχου, παρά τη μεγάλη απόσταση ανάμεσα στα δύο σημεία και το εντελώς διαφορετικό μελωδικό συμφραζόμενο). Άρα κάποιος την έχει συνθέσει. Γιατί όχι λοιπόν ο Τούντας. Εκτός αν ταυτίζεται με τη μελωδία άλλων Ουσάκ μανέδων που επιβεβαιωμένα να μην είναι του Τούντα, πράγμα που δεν είμαι σε ετοιμότητα να πω (πάντως η μελωδία στην αρχή του κυρίως στίχου, στο σημείο Όποιος μ’ ακούει και τραγουδώ, μια μικρή φρασούλα που πιάνει 4 συλλαβές και επαναλαμβάνεται για τις επόμενες 4, δε μου φαίνεται πρωτάκουστη).

Η Ρόζα τραγουδάει εντελώς ασυνόδευτη, ενώ στην αρχή και στα ενδιάμεσα ακούγονται ταξίμια από κανονάκι και βιολί εναλλάξ (ή μήπως λύρα;), και στο τέλος γύρισμα τσιφτετέλι με τα δύο όργανα μαζί κι ένα τρίτο, κιθάρα ή μαντόλα, στα μπάσα.

Μετά βεβαιότητος οι δύο μανέδες είναι τελείως άσχετοι μεταξύ τους.

1 «Μου αρέσει»

Επ, για μια στιγμή. Πώς η γαλάτα; Η γαλάτα (Γαλατά μανές ή Αδαμαμάν) μοιάζει εντελώς αλά τούρκα.

Έχει όλα τα υπόλοιπα χαρακτηριστικά των μη αλά τούρκα (που άλλος τούς λέει αλά φράγκα, άλλος αλά γκρέκα, άλλος σμυρναίικους), δηλ. πολύ συγκεκριμένη τυποποίηση με δύο όμοια μουσικά μέρη, όχι όμως μελωδία βασισμένη στις συγχορδίες, ούτε τίποτε άλλο που να παραπέμπει κάπου προς Δύση. Βλ. #4.

Ενδιαφέρουσα παρατήρηση. Διότι πράγματι ο Γαλατά μανές είναι ίδιο είδος με το Τζιβαέρι και τα υπόλοιπα που απαριθμεί ο Στελλάκης, κι ας έχει πολύ διαφορετικό άκουσμα.

1 «Μου αρέσει»

2 «Μου αρέσει»

Αυτός λοιπόν είναι ο ακριβής τίτλος…

2 «Μου αρέσει»

Πολίτικος μανές (συνέχεια):

Ο Μανιάτης αναφέρει κι άλλες δύο ηχογραφήσεις με αυτό τον τίτλο, που όμως δεν βρίσκονται να τις ακούσουμε. Η μία είναι ΜΑΝΕΣ ΠΟΛΙΤΙΚΟΣ, Κα Κούλα, 1920, PAN-4011, στίχος: Μέσα η καρδιά μου έχει πληγή, δεν θέλω να τη γειάνω, / θέλω να γίνει γάγγραινα με πόνους να πεθάνω. Στα ευρετήρια όμως παραδίδει τον ίδιο ως «…έτσι να βασανίζομαι ωσότου να πεθάνω», ενώ την άλλη εκδοχή την αποδίδει σε άλλο μανέ. Η άλλη είναι ΠΟΛΙΤΙΚΟΣ ΜΑΝΕΣ, Κα Πιπίνα, 1928, G-4-32070, στίχος: Ενώ η τύχη με φθονεί αρπάζει τη ζωή μου / τι μ’ ωφελεί να βρίσκεται στο κόσμο το κορμί μου.

Χωρίς δυνατότητα ακρόασης δεν είναι, προφανώς, δυνατόν να ξέρουμε αν είναι τυποποιημένοι, ούτε αν έχουν σχέση με κάποιον από τους άλλους δύο ή μεταξύ τους.

1 «Μου αρέσει»
  1. Σεβνταλή μανέδες:

Μ’ αυτό τον τίτλο ή τον χαρακτηρισμό εντοπίζονται πέντε ηχογραφήσεις και, με κάποια ερωτηματικά, αναφέρεται και μια έκτη που δεν τη βρήκα να την ακούσω.

Έχουμε πρώτα απ’ όλα τον δίσκο Columbia Αγγλίας 8396 του Νταλγκά, 1929, που έχει στη μία πλευρά τον Σεβνταλή Χετζάζ μανέ, με στίχο Να πω πως είμαι ευτυχής, ψέμα θα πω μεγάλο, / σαν το δικό μου βάσανο κανείς δεν έχει άλλο και αρ. μήτρας 20564, και στην άλλη τον Σεβνταλή Κιουρντού μανέ, με στίχο Έχεις καρδιά που δεν πονεί στον εδικό μου πόνο, / γεννήθηκες να τυραννείς και να παιδεύεις μόνο, αρ. μήτρας ακριβώς τον επόμενο, 20565 (δηλαδή ηχογραφήθηκε μια κι έξω!). Και οι δύο υπάρχουν στη βάση του Σίλαμπς (Σεβνταλή Χετζάζ εδώ, Σεβνταλή Κιουρντού εκεί), τους έχει δε και ο Μανιάτης, ενώ οι Ρεμπέτικοι Διάλογοι έχουν μόνο τον Χετζάζ (πώς γίνεται να έχουν μόνο τη μία πλευρά του δίσκου;) και το φυλλάδιο του Σίλαμπς κανέναν από τους δύο. Παραδίδονται μικροδιαφορές στον ακριβή τίτλο (Κιουρντί / Κιουρντού / Κιουρντιού, Χιτζάζ / Χετζάζ) και στην καταγραφή των στίχων.
Και στους δύο ο Νταλγκάς τραγουδάει ακαπέλα, με ταξίμια πριν, στη μέση και στο τέλος από τον Λάμπρο (λύρα). Κάποιο μπάσο όργανο, κιθάρα ή μαντόλα, βαράει εντελώς διακριτικά την τονική σε δυο-τρεις στιγμές όλου του τρίλεπτου.

Ο Σεβνταλή Κιουρντού μανές έχω την εντύπωση ότι δεν είναι απλώς Κιουρδί αλλά Κιουρδιλί Χιτζαζκιάρ - έχει κανείς άποψη; Ξεκινάει από την οκτάβα, κινείται και πιο πάνω από αυτήν, στο ψηλό μέρος (επανάληψη β’ ημιστιχίου) κάνει στάση στην άνω τρίτη, και παρόλο που σ’ όλη τη διάρκεια του κομματιού κάνει και μικροπεράσματα από όλη την κλίμακα μέχρι κάτω στη βάση της, ωστόσο η οκτάβα είναι η νότα που δείχνει πιο επίμονα διαρκώς, μέχρι και το τέλος.

Ο σκοπός του θα μπορούσε να είναι και προσυντεθειμένος, θα μπορούσε και αυτοσχέδιος. Δε διακρίνω καμία σαφή ένδειξη ούτε προς τη μία πιθανότητα ούτε προς την άλλη, ούτε και έχω υπόψη μου άλλον μανέ στον ίδιο σκοπό (που θα βεβαίωνε ότι πρόκειται για τυποποιημένη σύνθεση).

Ο σκοπός όμως του άλλου μανέ, του Σεβνταλή Χετζάζ, ξαναεντοπίζεται κι αλλού. Το 1931 η Ρόζα έβγαλε έναν μανέ με τον ίδιο τίτλος, Σεβνταλή χετζάζ μανές, δίσκος Odeon Ελ GA-1588 (αρ. μήτρας GO-1750), με στίχο Οι νύχτες είναι βάσανα για κείνους π’ αγαπούνε κι επιθυμούνε για να ιδούν μάτια που λαχταρούνε. Σε μια πρώτη επαφή, το όλο άκουσμα είναι τελείως διαφορετικό από του Νταλγκά, με τη ρυθμική υπόκρουση σε ζωηρό τσιφτετέλι και με το κλαρίνο: αυτό που ακούμε το φαντάζεται κανείς άνετα ως κορύφωση μιας ευρύτερης χορευτικής ενότητας, σ’ ένα ζωντανό πρόγραμμα. Παρά ταύτα η βασική μελωδία, ιδίως μάλιστα αν αφαιρέσουμε νοερά όχι μόνο οτιδήποτε παίζεται από τα όργανα αλλά και τα μελίσματα στα επιφωνήματα, και εστιάσουμε στις συλλαβές του καθαυτού στίχου, είναι η ίδια: ένας χαμηλός μανές, με βασική έκταση μια 5η όλη κι όλη. Στην πρώτη ενότητα (πρώτος στίχος) το σεΐρι δίνει πολλή έμφαση στην 4η μέχρι που κλείνει στην τονική, στα «ψηλό» μέρος (επανάληψη β’ ημιστιχίου), που δεν είναι και τόσο ψηλό, η έμφαση μεταφέρεται στην 5η, και στον δεύτερο στίχο επαναλαμβάνεται η μελωδία της αρχικής ενότητας.

Να λοιπόν άλλος ένας τυποποιημένος μανές. Παρατηρούμε ακόμη ότι η διάκριση του Κοκκώνη ανάμεσα σε μανέδες αλά τούρκα χωρίς έρρυθμη συνοδεία (τύπος Α1) και αλά τούρκα με έρρυθμη συνοδεία (τύπος Α2) αφορά μόνο τις εκάστοτε εκτελέσεις, όχι τις ίδιες τις συνθέσεις.

Υπάρχουν ακόμη ο Σεβνταλή Σαμπάχ μανές της Ρόζας, 1930, δίσκος Parlophone Β-21561 (αρ. μήτρας 101149), με στίχο Τι ωφελεί τον άνθρωπο όσα κι αν αποκτήσει / αφού θε να 'ρθει μια στιγμή τα μάτια του να κλείσει, και ο σκέτος Σεβνταλή μανές του Παπασιδέρη, 1933, Columbia DG-477 (αρ. μήτρας WG-739), σαμπάχ κι αυτός, με στίχο Είν’ η αγάπη μου βαθειά κι ο πόνος μου μεγάλος, / που σαν κι εμένα δυστυχής στον κόσμο δεν είν’ άλλος. Παραδίδονται και από τις τέσσερις πηγές, με μικροαποκλίσεις στις λεπτομέριες (π.χ. για τον πρώτο οι Ρ.Διαλ. δίνουν τον αριθμό δίσκου ως DG-0477). Βιολί στον Παπασιδέρη ο Σαλονικιός, μαζί μ’ ένα λαούτο που σίγουρα πλέον θα είναι ο Ανδριανός, ενώ στη Ρόζα ο Ογδοντάκης μαζί, και πάλι, με λίγες διακριτικές μπάσες νότες στην τονική από κάποιο νυκτό. Για του Παπασιδέρη παραδίδεται και η πληροφορία «Σύνθεση, στίχοι: Δημήτρης Πολίτης» (βάση Σίλαμπς).

Κι αυτοί οι δύο μανέδες ακολουθούν την ίδια μελωδική πορεία, είναι δηλαδή ο ίδιος μανές. Μπορούμε να πούμε ότι ουσιαστικά αποτελείται από δύο ενότητες, που διαφέρουν στο πρώτο τους μισό αλλά ταυτίζονται στο δεύτερο. Πιο αναλυτικά: Α’ ενότητα = εναρκτήριο επιφώνημα - ξεκίνημα από τα χαμηλά, και ακολουθεί ο πρώτος στίχος, Β’ ενότητα = επανάληψη β’ ημιστιχίου στα ψηλά και ακολουθεί ο δεύτερος στίχος. Ο πρώτος και ο δεύτερος στίχος έχουν την ίδια μελωδία και στις δύο ενότητες, ενώ κάθε ενότητα έχει την ίδια συνολική μελωδία στους δύο μανέδες. Βέβαια η επανάληψη του β’ ημιστιχίου στα ψηλά ακολουθείται και στις δύο ηχογραφήσεις από σύντομο ταξίμι, οπότε μπορούμε να την εκλάβουμε και ως ξεχωριστή ενότητα.

Η εκτέλεση και στους δύο μανέδες ακολουθεί τον τύπο Α1 του Κοκκώνη: σόλο τραγούδι εναλλασσόμενο με σόλο ταξίμι χωρίς ούτε έρρυθμη ούτε οποιαδήποτε γενικώς συνδεία.

Προσθέτουμε λοιπόν άλλον έναν τυποποιημένο μανέ στη συλλογή μας.

Δεν ξέρω ποιος είναι ο Δημ. Πολίτης που φέρεται ως συνθέτης στον μανέ του Παπασιδέρη, ας σημειώσουμε πάντως ότι της Ρόζας ο δίσκος έχει προηγηθεί κατα΄τρία χρόνια.

Τέλος, ο Μανιάτης παραδίδει κι έναν έκτο Σεβνταλή μανέ. Τίτλος σκέτο Σεβνταλή μανές, Νταλγκάς 1929, στίχος ίδιος όπως στον Σεβνταλή χετζάζ του Νταλγκά (Να πω πως είμαι ευτυχής…), αρ. δίσκου 18075. Πιθανόν εδώ να έχει γίνει κάποιο λάθος, καθώς μ’ αυτό τον αριθμό δίσκου και οι τέσσερις πηγές, δηλαδή κι ο ίδιος ο Μανιάτης, δίνουν έναν Πειραιώτικο μανέ του Παπασιδέρη (τον αναφέραμε στο οικείο μήνυμα), επομένως δεν ξέρω πόσο πιθανό είναι ο ίδιος δίσκος να έχει από τη μία πλευρά Παπασιδέρη κι από την άλλη Νταλγκά. Ούτε άλλωστε και να έβγαλε δυο φορές στον ίδιο χρόνο ο Νταλγκάς δύο διαφορετικές ηχογραφήσεις με τον ίδιο στίχο και σχεδόν τον ίδιο τίτλο.

2 «Μου αρέσει»

G - 4- 32070

B.21561  B

2 «Μου αρέσει»

Κοιτάχτε τώρα τι βρήκα:

http://music-archive.aegean.gr/one_sound.php?id=187&lng=Z3JlZWs=

Το λινκ ανοίγει μια σελίδα με ηχητικό. Πρόκειται για μια ηχογράφηση του 1988 όπου ο γίγαντας της μυτιληνιάς παράδοσης Στρατής Ράλλης ερμηνεύει ζωντανά έναν όχι απλώς αριστουργηματικό αλλά και κανονικότατο, πιστό εννοώ, Ταμπαχανιώτικο μανέ σε κάποια εκδήλωση.

Και πώς το βρήκα; Το βρήκα επειδή, ψάχνοντας για κάτι άλλο, παρατήρησα ότι κάποιο κομμάτι με τίτλο Ταμπαχανιώτικος μανές και με τον Στρατή Ράλλη υπάρχει στον δίσκο βινυλίου του Σ. Καρά «Τραγούδια Μυτιλήνης και Μικράς Ασίας». Ηχογράφηση 1988. Τον δίσκο τον έχω, όχι όμως εδώ, ούτε τον θυμάμαι απέξω. Έψαξα στο ΥΤ αν υπάρχει το κομμάτι και δεν το βρήκα (βρήκα κάπου ολόκληρο το σιντί, όμως τα τραγούδια του σιντί δεν είναι ακριβώς τα ίδια με του βινυλίου και το συγκεκριμένο υπάρχει μόνο στο βινύλιο!), αντ’ αυτού βρήκα ένα βίντεο από άλλη εκδήλωση, μάλλον το 1994, πάλι με εξαιρετική απόδοση αλλά με φτωχή ηχοληψία από βιντεοκάμερα της εποχής. Το πρώτο όμως είναι με την εξαιρετική ηχοληψία του Ν. Διονυσόπουλου, και με τον Ράλλη λίγο νεότερο.

Η χρονολογία, 1988, και ο ηχολήπτης, Διονυσόπουλος, ταυτίζονται μεταξύ του ηχητικού στο πρώτο λινκ και των πληροφοριών στο εξώφυλλο του δίσκου του Καρά. Προς στιγμήν πίστεψα ότι είναι η ίδια ηχογράφηση, αλλά τελικά δεν ταυτίζονται τα χωριά (Αγιάσος στο ένα, Αγία Παρασκευή στο άλλο), ούτε οι μουσικοί (στον Καρά δεν έχει μαντολίνο,κλαρίνο και τουμπελέκι, οι υπόλοιποι είναι οι ίδιοι). Πιθανώς λοιπόν η ηχογράφηση από το ΛΠ του Καρά, με πιο λιτή ενορχήστρωση αλλά με τους ίδιους κορυφαίους μουσικούς την ίδια χρονιά, να είναι ακόμη ανώτερη.

Η Μυτιλήνη είναι γνωστή για το ότι διατηρεί, στην προφορική της παράδοση, πολλά τραγούδια που προέρχονται από τη μεσοπολεμική δισκογραφία των 78 στρ. Ωστόσο έχω ακούσει αρκετά από αυτά, και σε δίσκους και επιτόπου, και απείχαν πάντοτε από το πρωτότυπο όσο θα περίμενε κανείς μετά από τόσες δεκαετίες προφορικής μετάδοσης. Εδώ έχουμε μια πραγματικά πιστή εκτέλεση, σύμφωνη μέχρι λεπτομερείας με τα πρότυπα των 20-τόσων παλιών εκτελέσεων. Δεν το περίμενα!

Βρήκα και μια τρίτη ηχογράφηση, πάλι με τον Στρατή Ράλλη, πάλι 1988 και πάλι με το ίδιο δίστιχο (Όσο μπορείς καρδούλα μου…), παναπεί πως αυτή την πολύ συγκεκριμένη εκτέλεση ο Ράλλης την είχε ρεπερτοριοποιήσει.

Παρατηρώ και τη λεπτομέρεια ότι ανάμεσα στα αχ και τα αμάν πετάει και καναδυό γιαρέμ, πράγμα που παλιά δε συνηθιζόταν σ’ αυτούς τους μανέδες παρά μόνο στους αλά τούρκα.

1 «Μου αρέσει»

Ούφ, ησύχασα! Και εξηγούμαι:

Μόλις είδα το λινκ, πήγα να δώ τί αμανές είναι αυτός. Βλέποντας 1988 σκέφτηκα – Καλά, άσε, ποιος ήξερε να παίρνει τον αμανέ το 1988!.. αλλά βλέποντας Διονυσόπουλος είπα ε, ας κάνω τον κόπο. Καθώς εξελισσόταν το κομμάτι, άρχισε να διαφαίνεται το επίπεδο του τραγουδιστή, του οποίου το όνομα (μη Μυτιληνιός καθώς είμαι) δεν μου έκανε κλικ. Όταν συνειδητοποίησα ότι πρόκειται για επίπεδο που άνετα τοποθετείται στο ίδιο ύψος με εκείνο των μεγαθηρίων των ηχογραφήσεων του μεσοπολέμου, είπα «μα, πώς έμεινε αυτός θαμμένος;». Γυρίζοντας πίσω και διαβάζοντας αυτό που παραθέτω παραπάνω, κατάλαβα. Και ησύχασα….