Τυποποιημένοι μανέδες

Βρήκα άλλη μία, και την προσθέτω:

  1. Αρτέμης Ρουκουνης 1955, δίσκος ARTEMIS (R 103) σύμφωνα με το Σίλαμπς, ηχογρ. Νέα Υόρκη, τίτλος απλώς «Αμανές ζεϊμπέκικο».

Ο Ρούκουνης ή Ρουκούνης ή Ρουκουνής ήταν Κρητικός μαντολινιέρης και τραγουδιστής, τον οποίον μόλις ανακάλυψα από ένα αρχαίο σχόλιο του Collectorgram. Τέσσερα τραγούδια του όλα κι όλα έχουν βρεθεί, κι όμως φαίνεται (?) να είχε δικιά του εταιρεία, ARTEMIS! Τα άλλα τρία, που είναι κρητικά, δίνουν την εντύπωση ενός μουσικού της παρέας που παίζει απλώς κεφάτα, χωρίς δεξιοτεχνία. Στο ίδιο στυλ λέει και τον μανέ, αξιοπρεπέστατα ωστόσο. Δε σε πιάνει η κατάνυξη που δημιουργούν ορισμένες φωνάρες όταν λένε μανέ, αλλά δεν υπάρχει ίχνος καλαμπορτζίας.

Στο τέλος οργανικό γύρισμα σ’ ένα γνωστό απτάλικο. Έχει δύο θέματα, που περιλαμβάνονται στα τέσσερα ή πέντε που έχει συναρμόσει η Παπαγκίκα στην πολυσύνθετη διασκευή της «Αθήνα και Περαία μου», που όμως είναι πειραιώτικος δρόμος. Ο Ρουκουνης το παίζει απλουστευμένο σε Χιτζάζ.

1 «Μου αρέσει»

Ομολογώ όλο λέω πως θα πιάσω να διαβάσω το νήμα προσεκτικά απο την αρχή αλλά δεν έχω αξιωθεί.
Άκουσα όμως τους 2-3πρώτους ματζόρε μανέδες και διάβασα τα σχόλια σου
Με κίνδυνο να μου χει ξεφύγει πληροφορία απο το νήμα, νομίζω πως ο όρος ματζόρε αναφέρεται στα ματζόρε ρυθμικά αρπίσματα της συνοδείας τα οποία είναι…ματζόρε! (Νομίζω στο πρώτο παίζει πιάνο)
Είναι λοιπόν ένα ματζόρε ριφάκι πάνω στο οποίο κάνει αμανέ ο αμανετζής. Όρος που σίγουρα παραπέμπει σε υβριδική γλώσσα.

Προφανώς και ένα χιτζάζ θα συνοδευτεί με ματζόρε αρπίσματα, αλλά στην καρδιά του αμανέ (και του μακάμ), τη Σμύρνη ή την Πόλη, είναι πράγματι κάπως περίεργο, ηχογραφήσεις εμβληματικών για την αρχή του 20ού αιώνα μουσικών (Τσανάκας, Μενεμενλής κ. ά.) να μην ονομάζονται Χετζάζ μανές, αλλά Ματζόρε μανές. Φαντάζομαι, αυτό είναι που έκανε και στον Περικλή εντύπωση, και σ’ εμένα. Αιτιολόγηση όμως δεν έχω, πειστική….

1 «Μου αρέσει»

Διότι τα αρπίσματα δεν είναι τροπική τεχνική. Η έννοια της 3φωνης συγχορδίας (βάση, τρίτη, πέμπτη) είναι θεμελιώδες στοιχείο τονικής μουσικής.
Σε ένα γκαζέλ θα περιμέναμε να ακούσουμε ίσως ρυθμικούς ισοκράτες, άντε και καμιά οκτάβα…
Εδώ όμως έχουμε τον αμανέ και ένα ματζόρε απο πίσω. Δεν υπάρχει χιτζάζ άρπισμα.
( μόνο σε κατι χιτζάζ σαζ σεμάι όπως του Αλπμάν θυμάμαι ένα αλλα και αυτό δυτικότροπο ακούγεται)
Για 1909 δεν δείχνει αρκετά μπροστά;
Δηλαδη μήπως ο τίτλος υποννοεί το πάντρεμα αμανε και ματζόρε;

Mα, αυτή ακριβώς η σκέψη ήταν που μου ήρθε πρώτα πρώτα στο μυαλό, αλλά συνειδητά την απέρριψα: Ένας πιανίστας που δεν είναι ο σολίστας, αλλά πρέπει να παίξει πιάνο γιατί υπάρχει στο ξενοδοχείο, μπορεί άνετα να δει το κομμάτι εκτός τροπικής προσέγγισης και να μιλήσει για ματζόρε, αλλά δεν είναι εκείνος που θα ερωτηθεί από τον υπεύθυνο της δισκογραφικής εταιρίας «- Πώς να το ονομάσουμε το κομμάτι;». Η ερώτηση θα απευθυνθεί βεβαίως στον ερμηνευτή, άντε και στον μαέστρο.

Ε, αυτό είναι που θα ήθελα να μην έχει συμβεί: να έχουν οι (διαστηματικά άψογοι ανατολίτες) ερμηνευτές της εποχής τόσο πολύ επηρεαστεί από την δυτική νοοτροπία, ώστε να ξεχάσουν την τροπικότητα (χιτζάζ) και να κρατήσουν την δυτικοτροπία = ματζόρε.

Ε ναι, είναι πολλά… Σημείωνα το καθτί που παρατηρούσα, καθώς δεν ήξερα από πριν ποιες παρατηρήσεις θα αποδειχτούν κάποιας αξίας στην πορεία. (Να πω παρεμπιπτόντως ότι δε θεωρώ πως το παράτησα, απλώς έχω καιρό να το συνεχίσω γιατί δεν αδειάζω. Επιφυλάσσομαι όμως…)

Όπως και να 'χει, ρίξτε μια ματιά στα παρακάτω σημεία + λίγο πριν και λίγο μετά από το καθένα:

Ορισμένοι, τουλάχιστον, από τους πιο κλασικούς τυποποιημένους μανέδες ΔΕΝ είναι μακάμ. Το γεγονός ότι άλλοι μανέδες είναι καθαρό μακάμ μάς κάνει να τους ακούμε όλους σαν να ήταν ίδια περίπτωση. Κι όμως, προσπαθήστε να ακούσετε το Σμ. Μινόρε, το Ταμπαχανιώτικο, το Ματζόρε, το Φα ματζόρε, το Τζιβαέρι, με το αφτί κάποιου που δεν έχει ακούσει ποτέ μανέ (αλλά έχει ακούσει μακάμ)!

Σχόλιο του Σ. Κούνα στο Ματζόρε Μανέ:
https://www.vmrebetiko.gr/item/?id=9875

Η διατριβή του Κούνα είναι πολύ ενδιαφέρουσα (αλλά δεσμευμένη έως Σεπτ. 2022) νομίζω.

Επίσης ενδιαφέρουσα εισήγηση:«Λαϊκοί Δρόμοι και Μουσική Πράξη, η περίπτωση του Ματζόρε στις Ηχογραφήσεις του Μανέ». Στο Γ. Κοκκώνης και Σ. Κοζιού (επιμ.), Αστικές Λαϊκές Μουσικές, σσ. 173-183. Καρδίτσα, Τμήμα Μουσικών Σπουδών Πανεπιστημίου Ιωαννίνων & Κέντρο Ιστορικής και Λαογραφικής Έρευνας «Ο Απόλλων», 2019.

1 «Μου αρέσει»

Ωραία!

Έτσι ακριβώς όπως τα λέει. Απορώ γιατί το περιορίζει στους μανέδες Ματζόρε και Φα Ματζόρε. Ίσως επειρή στο Σμ. Μινόρε, το Τζιβαέρι ή το Ταμπαχανιώτικο οι ίδιοι οι τίτλοι καθιστούν σαφές ότι…

επανεκτελούνται ως συγκεκριμένες συνθέσεις και όχι ως αυτοσχεδιασμοί […]. Επομένως, μπορούμε να υποστηρίξουμε με βεβαιότητα ότι η ταυτολογία του μανέ ως φόρμα καθαρά αυτοσχεδιαστική είναι ελλιπής.

Πάντως, ενώ παρακάτω ο Κούνας συνεχίζει εξηγώντας ότι εδώ (Ματζόρε - Φα Ματζόρε) δεν έχουμε μακάμ, η παρατήρησή του που παρέθεσα ισχύει και για καθαρά μακαμίστικους μανέδες. Ίσα ίσα, το καινούργιο ερώτημα που έχει προκύψει εδώ είναι αν τελικά υπήρξαν ολωσδιόλου αυτοσχεδιαστικοί μανέδες.

Το μικρό απόσπασμα του Σπ. Κούνα που παραθέτει ο Κουνάδης, σχετικά με το ζήτημα που μας απασχολεί αυτή τη στιγμή ναι μεν συμφωνεί μαζί μας ότι «δεν προσιδιάζει (το «Σμυρναίικο ματζόρε» γενικώς) στην ομώνυμη ματζόρε κλίμακα», όμως δεν κάνει λόγο για χιτζάζ. Φοβάμαι πως θα μου ήταν κάπως δύσκολο να συμφωνήσω όμως μαζί του, σε αυτό που φαίνεται να αποδέχεται χωρίς συζήτηση, την ύπαρξη δηλαδή κάποιου είδους τραγουδιών (αμανέδων μόνο, άραγε; ) που τα ομαδοποιεί ως «Σμυρναίικο ματζόρε». Εκτός απ’ τη Σμύρνη, υπάρχει και η Κων/λη, όπου και εκεί ηχογραφούνται την ίδια πρώιμη εποχή μανέδες με αυτό το όνομα.

Δεν ξέρω γιατί προσθέτει τον προσδιορισμό «Σμυρναίικο», αλλά αναφέρεται συγκεκριμένα στον Ματζόρε μανέ, με τις πολλές επανακτελέσεις του (23 μέχρι στιγμής στο παρόν νήμα), σε ένα κομμάτι δηλαδή, όχι σε κάποιο είδος μανέδων ή άλλων κομματιών ή σε ένα είδος ματζόρε.

Εφόσον μάλιστα σχολιάζει και την ενορχήστρωση, προφανώς θα έχει εξετάσει κάποιες συγκεκριμένες ηχογραφήσεις, τις οποίες ίσως αναφέρει στο πλήρες κείμενο.

Άνθιμε, το 'χεις βρει σε κάποιο φυσικό κατάστημα; (Κατά προτίμηση όχι Καρδίτσα.) Είναι προφανώς τα πρακτικά αυτού του συνεδρίου. Κρίνοντας από το πρόγραμμα των εισηγήσεων, νομίζω ότι θα ενδιέφερε κι άλλους στο φόρουμ εκτός από μένα: έχει για Τσιτσάνη, για Χατζηχρήστο, για Καλδάρα, για Σκαρβέλη (το ζήτημα της εναρμόνισης), για τα πρώτα κέντρα με μπουζούκι, για αμανέδες (όχι μόνο του Κούνα), κλπ.

Το δικό μου αντίτυπο της έκδοσης των Πρακτικών το οφείλω σε φίλο σύνεδρο.
Έχω την εντύπωση πως δεν έχει κυκλοφορήσει στο εμπορικό κύκλωμα. Μια επικοινωνία με τον Σύλλογο θαρρώ θα δώσει περισσότερες λεπτομέρειες.

Ευχαριστώ πολύ.

(+ αναγκαστικές λέξεις…)

Και αυτή η εισήγηση ενδιαφέρουσα: ΣΠΗΛΙΟΣ ΚΟΥΝΑΣ, “Επανεξετάζοντας τα γραμμικά εξελικτικά σχήματα στις λαϊκές μουσικές παραδόσεις –η παράμετρος της αρμονίας”

11ο ΔΙΑΤΜΗΜΑΤΙΚΟ ΜΟΥΣΙΚΟΛΟΓΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ («Νεωτερισμός και Παράδοση» -με αφορμή τα 70 χρόνια από το θάνατο του Νίκου Σκαλκώτα- Αθήνα, 21-23 Νοεμβρίου 2019)

ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΔΙΑΤΜΗΜΑΤΙΚΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ υπό την αιγίδα της Ελληνικής Μουσικολογικής Εταιρείας

(Ξεφυλλίζοντας κανείς τα Πρακτικά βρίσκει και αρκετές άλλες αξιανάγνωστες εισηγήσεις)

ΥΓ. Βλέπω ότι έχω εκτυπωμένη από το διαδίκτυο τη διατριβή του Κούνα, οπότε φαίνεται ότι ένα φεγγάρι την αποδέσμευσε και στη συνέχεια την επαναδέσμευσε…

Και πάλι για τον Φα Ματζόρε μανέ, ο Κούνας τον χρησιμοποιεί ως παράδειγμα για να δείξει ότι ακόμη και στον μανέ, που θεωρείται «ακραιφνές» είδος, βρίσκουμε εναρμόνιση, που θεωρείται ξένο και νεότερο στοιχείο, ώστε να καταλήξει στην αμφισβήτηση αυτών των διπολικών εννοιών (παλιό / νέο, ελληνικό / ξένο κλπ.).

Δεν έχει άδικο. Όμως κατά τη γνώμη μου είναι σημαντικό να ξεκαθαρίσουμε ότι υπό την ονομασία «μανές» υπάρχουν τουλάχιστον δύο διακριτά είδη τραγουδιών, ας τα πούμε προχείρως «οι αλά φράγκα μανέδες» και «οι αλά τούρκα μανέδες». Όλοι αυτοί οι χαρακτηρισμοί, αυθεντικό, ακραιφνές, ανατολίτικο, έχουν υπόψη τους τον αλά τούρκα μανέ. Ο Φα Ματζόρε ανήκει στους αλά φράγκα.

Βέβαια κανείς μάλλον δεν έκανε ρητά αυτή τη διάκριση, ούτε τότε ούτε τώρα. Πλέον όμως δεν είναι καθόλου δύσκολο να γίνει.

(Σημειωτέον ότι και για τα δύο είδη έχουμε δείγματα από τις απαρχές της δισκογραφίας, οπότε με κριτήριο τη δισκογραφία δεν υπάρχει παλιότερο και νεότερο, είναι συνομήλικα.)

Οι αλά τούρκα είναι περισσότεροι, οι αλά φράγκα είναι λιγότεροι αλλά στην πλειοψηφία τους έχουν πάρα πολλές ηχογραφήσεις ο καθένας. Θα έλεγα ότι οι αλά φράγκα είναι πιο γνωστοί ο καθένας από μόνος του, ενώ οι αλά τούρκα μάλλον ως σύνολο.

Να σημειώσουμε, για όποιον δεν το ξέρει, ότι ο μανές Φα ματζόρε είναι και σήμερα πολύ γνωστός και δημοφιλής (όχι όμως μ’ αυτό το όνομα, ούτε και με άλλο, μόνο ως μελωδία). Ήδη από τα χρόνια της μεσοπολεμικής δισκογραφίας κυκλοφορούσε σε δύο βερσιόν: αργή και αυτόνομη / γρήγορη και ενταγμένη στον μπάλο. Τον τίτλο όμως (Φα ματζόρε μανές) τον έβαζαν μόνο στην αργή και αυτόνομη βερσιόν.

Η γρήγορη του μπάλου λοιπόν είναι αυτή που και σήμερα ακούμε στις περισσότερες περιπτώσεις μπάλου με μανέ. Ιδού ένα δείγμα σχετικά σύγχρονης ηχογράφησης:

Μάλλον όλοι το ξέρουμε, έτσι; Το ξέρουμε και από σύγχρονα νησιώτικα, το ξέρουμε και ως «Έχεις το χρώμα της αυγής» με Παπαγκίκα, κλπ. Όποιος αναζητήσει στο ΥΤ ή στο Σίλαμπς «μανές Φα ματζόρε» θ’ ακούσει και την άλλη βερσιόν, στην οποία ανήκει και το παράδειγμα του Κούνα, και θα δει ότι ανεξαρτήτως αν είναι όντως σε Φα ή σε άλλο τόνο (σήμερα κατά κανόνα είναι σε Ντο), πρόκειται για τον ίδιο σκοπό.

1 «Μου αρέσει»

Εγώ, την έκανα: Θεωρώ τρεις γενικότερες κατηγορίες:
[1] Θα τον ονόμαζα “αμανέ αιγαιακού τύπου“, ένα κομμάτι μάλλον ελαφρό, [ … ]
[2] Και ας τολμήσουμε τώρα να έρθουμε στον κυρίως αμανέ, τον ανατολικό όπως τον ονομάσαμε, [ … ]
[3] Θα πρέπει να ορίσουμε, τέλος, και μία ακόμα υποκατηγορία, αυτό που ακριβώς θα ονόμαζα “δυτικότροπο“ αμανέ και που θα αναλύσουμε αργότερα. [ … ]

(το πλήρες άρθρο στο περιοδικό *Το λαϊκό τραγούδι, τ. 16, Ιούλιος 2006, αλλά και εδώ.)

Πράγματι, την έκανες Νίκο!

Ωστόσο, καθώς η πρώτη ύλη στην οποία έχουμε πρόσβαση είναι πλέον πολύ περισσότερη απ’ ό,τι το 2006, εγώ θα έβαζα το [1] και το [3] μαζί ως μία κατηγορία.

Ενώ παράλληλα, όπως έχω υποστηρίξει από την αρχή σχεδόν αυτού του νήματος, θα έβαζα και μια παράλληλη διάκριση: τυποποιημένοι και αυτοσχέδιοι μανέδες. Όλοι οι αλά φράγκα (ή όπως αλλιώς τους πούμε) ανήκουν στους τυποποιημένους, όσο για τους αλά τούρκα / ανατολικούς σίγουρα κάποιοι επίσης ανήκουν εκεί, και μένει ανοιχτό το θέμα αν υπάρχουν ολωσδιόλου αυτοσχέδιοι ή μήπως τελικά όχι.

Τελικά τείνω κι εγώ στο να καταλήξουμε ότι ο αυτοσχέδιος (α-)μανές πρέπει να θεωρηθεί εξαίρεση (μιλάμε φυσικά, αποκλειστικά για δισκογραφία), ενώ οι περισσότεροι αιγαιακοί, ανατολικοί και δυτικότροποι πρέπει να συμμαζευτούν σε ομοειδείς ομάδες.

Είναι όμως δύσκολο να συνενώσουμε το αμανεδάκι τύπου Καλέ συ Παναγιά μου κι άγιά μου Φωτεινή με κάποιους δυτικότροπους Νούρου κλπ. Επιπλέον, το αιγαιακό χορεύεται, ο Νούρος φυσικά, όχι.

Ο Κοκκώνης (βλ. την επεξεργασμένη εισήγηση του 2010, «Αλατούρκα, αλαφράγκα και καφέ αμάν», στο Λαϊκές μουσικές παραδόσεις, 2017) κατηγοριοποιεί τους ελληνόφωνους μανέδες σε τύπο Α (αλατούρκα), υποδιαιρούμενο σε Α1 (χωρίς ρυθμικοαρμονική συνοδεία) και Α2 (με ρυθμικοαρμονική συνοδεία) και σε τύπο Β, ευρέως ταυτισμένο με τη Σμύρνη (σε αντίθεση με τον Τύπου Α, ταυτισμένο με την Πόλη). Αυτός λοιπόν, ο τύπου Β μανές (με παραδείγματα: «Μανές της αυγής», «Σμυρνέικο μινόρε», «Σμυρνέικος μπάλος»), «αποτελεί έναν ενδιάμεσο τόπο μεταξύ του αλατούρκα και του αλαφράγκα». Στοιχειοθετείται «ένα ιδιαίτερο υφολογικό πεδίο, το οποίο θα μπορούσαμε να χαρακτηρίσουμε ως αλαγκρέκα».