Ρεμπέτικο στην εκπαίδευση

Θα σου πω ενα παραδειγματακι για να καταλαβεις τι
μπερδεμα επικρατει στον ψυχισμο ενος νεου σημερα :
Πριν 3 χρονια παιζω σε ενα ρεμπεταδικο ταβερνακι
εδω στα Χανια στο “Ανατολικο”
και καποιο βραδυ εχει ερθει μια παρεα πιτσιρικαδες της Γ’Λυκειου.
Ο ενας απ’αυτους γιος φιλου που ασχολειται με το ρεμπετικο και παιζει μπουζουκι και χρονια στο χωρο εχει βαλει τον μικρο στο λουκι απο οταν ηταν πιτσιρικος. Παιζει καποιο μπουζουκακι ο μικρος και γενικα ασχολειται με το ρεμπετικο κατα παροτρυνση του μπαμπα.
Και τα αλλα παιδια μπασμενα σε ενα κλιμα παρομοιο.
Δεν εχει να κανει με το θεμα “ναρκωτικα” -καθε αλλο- η φαση, αλλα αυτο που απεκομισα απο την παρεα αυτη ηταν : ενα στυλακι υπεροπτικο του στυλ εμεις ξερουμε τα γνησια ρεμπετικα τι μας παιζετε τωρα ; τα κομπολογια και η “μαγκια” να τρεχουν απ’τα μπατζακια, οι γκομενιτσες με 8 σκουλαρικια η καθε μια και τα μεϊκ απ ,με τα σχετικα κουνηματα και γενικα μια αποσταση και ενα κλιμα
σαν να δινω εξετασεις στο Γαϊτανο …
Υπόψιν οτι ολοι γρατζουνανε καποιο οργανο και θαρρουν πως ειναι πανω απ΄το Μπετοβεν !!
Συμπερασμα αν ειναι να αφησουν τον Εμινεμ και την
Κοκκινου για να μας πλασσαριστουν σαν μαγκακια του γλυκου νερου με τη μασημενη τροφη την ετοιμη, να λειπει το βυσσινο

γιώργο κάποια πράγματα δε μπορούμε να τα αποφύγουμε. πρέπει να τα υποστούμε, αλλά και να γυρίσουμε κι εμείς λίγο πίσω. τι κάναμε στήν ηλικία των 15. όλοι λίγο πολύ μαγκίζαμε και προσπαθούσαμε να δείξουμε λίγο μεγαλύτεροι και να κάνουμε το κομμάτι μας στη παρέα και σε καμιά γκομενίτσα. πιστεύω ότι σε μερικά χρόνια θα ωριμάσουν και θα βλέπουν του μικρότερούς τους να προσπαθούν να δείξουν ότι ξέρουν περισσότερα.
αν μη τι άλλο ξέρουν το “μάγκα στο βοτανικό” γιατί εμείς (τουλάχιστο στο χωριό μου) μαγκίζαμε με το “εντε λα μαγκε”.
υπομονή θέλει γιώργο. άστα να νομίζουν.
βασίλης

Ο δύσχρηστος όρος “ρεμπέτικο” προκαλεί τραγική σύγχυση, γιατί παρά τις τόσες συζητήσεις και άλλες τόσες απόψεις, δεν έχει καθοριστεί ποια (επακριβώς) πτυχή της αντικειμενικής πραγματικότητας περιγράφει.
Ενώ αντιθέτως υπάρχει ο ευρύτερος όρος “λαϊκό”, υποσύνολο του οποίου είναι το αλανιάρικο, το μάγκικο, το χασικλίδικο αν θέλετε. Αυτό ισχύει ακόμη και σήμερα, που είναι μια άλλη ενδιαφέρουσα κουβέντα.

Ας μείνουμε στην περίοδο των 78 στροφών και ειδικότερα στην περίοδο των μπουζουκομπαγλαμάδων που, παράλληλα με το χασικλίδικο, έβγαλε από αμανέ έως χασάπικο και από λαϊκή καντάδα έως αριστοτεχνίες όπως “Το Πέρασμα”.
Νομίζω πως τότε παρήχθησαν διαμάντια μπορεί να διδαχθούν μια χαρά.
Υπάρχουν μουσικές κλίμακες, στιχουργικά ευρήματα, ενορχηστρωτικές πρακτικές, πρακτικές φωνοληψίας, φωνητικές τεχνικές και τόσα άλλα, που επαρκούν για πολλά εξάμηνα. Μένοντας μόνο στο μουσικό τομέα, γιατί αν προβάλουμε αυτόν τον μουσικό πολύτο στον καμβά της ιστορίας, θα έχουμε δουλειά για 5 χρόνια πραγματικής μουσικής ακαδημίας.

Οταν μιλάμε για εκπαίδευση, καλό είναι να την συνδέουμε με το σήμερα και τις ανάγκες του. Αυτή την περίοδο, από την ελληνική μουσική λείπει το ένα της ποδάρι: Το μπουζούκι και ο ευθύς στίχος. Δεν είναι θέμα γούστου ούτε θέμα προσήλωσης στην παράδοση και άλλα τέτοια. Είναι απλά θέμα συνεπούς εξέλιξης. Ο λαός λέει πως “αυτό που λησμονάς χτυπάει τη πόρτα σου” και έχει δίκιο.

Συνεπώς πρέπει με επιμέλεια να διδαχθεί εκείνο που μπορεί να διδαχθεί και ας γίνει χαμός από τις διαφωνίες.

Πάλι δίκιο έχει ο ΚΚ… Πάντως, οσφραινόμενος το κλίμα προηγούμενων παρεμβάσεων, αισθάνομαι ότι πρέπει να δηλώσω ευθαρσώς πως δεν έχω ενοχές που μου αρέσουν τραγούδια που γεννήθηκαν και από περιθωριακούς τύπους ή και σε κακόφημα στέκια ή αναφέρονται στην κοινωνική πραγματικότητα εκείνης της εποχής και στη χρήση ναρκωτικών μέσα σ’ αυτήν. Το αυγό του Κολόμβου και στην εκπαίδευση είναι η απλή λύση : Κανείς δεν ζημιώνεται από την αλήθεια. Ας μην τη φοβόμαστε. Ας μην ξεκινάμε από το τι πρέπει να αποκρύψουμε ή να παρουσιάσουμε παραλλαγμένο ή… ή… Η προσωπική προαπόφαση για το τι είναι πρέπον ή ωφέλιμο για τον άλλον και η μεθόδευση βάσει αυτής, με σκοπό τον έλεγχο της προσωπικότητας και των επιλογών του, ενέχει στοιχεία φασισμού, φίλε Γιώργο Β.

Η διδασκαλία της παραδοσιακής μουσικής (που έυστοχα προμοτάρουν οι Γιώργος Β και Λιανός) δεν την θεωρώ “προαπαιτούμενο” για το λαϊκο, ούτε φάνηκε πως οι ανωτέρω υποστηρίζουν κάτι τέτοιο.

Στην ουσία, το σχήμα - μπαρούφα:
Βυζαντινή -> Δημοτικό -> Ρεμπέτικο -> Λαϊκό
απορρίπτεται ως παντελώς ατεκμηρίωτο και παραπλανητικό έως παραπειστικό.

Ο όρος “ρεμπέτικο” είναι (απ’ ότι φαίνεται) του αείμνηστου Πετρόπουλου. Αν οι κοινωνικές συνθήκες το επέτρεπαν, θα προτιμούσε το “Χασικλίδικο” γιατί είναι πιο… πιασάρικο (αυτός ήταν ο στόχος του, ας μην γελιόμαστε). Παρόλα αυτά, ο Πετρόπουλος δεν παρέλειψε να διασαφηνίσει ότι αναφερόταν στο αλανιάρικο, αδέσποτο, μουρμούρικο, φυλακόβιο και άλλα τέτοια εφευρήματα.
Ας μην το ξεχειλώνουμε άλλο.

Τώρα πια το σύνολο σχεδόν του δημοσιευμένου ρεμπέτικου έχει πλέον καλυφθεί, το έχουμε εμπεδώσει και έχουμε πολύ καλύτερη εικόνα της ευρύτητας του φάσματος της λαϊκής μουσικής.

Ετσι, όταν μιλάμε για την λαϊκή περίοδο των 78 στροφών, ξέρουμε πλέον πως δεν αναφερόμαστε μόνο στο χασικλίδικο που (πράγματι) αποτελεί άκανθο, όχι εκ της θεματολογίας του καθεαυτής, αλλά εκ του παραλογισμού της χασισοαπαγόρευσης.

Διότι μίας μαλακίας μύριες έπονται.

Θα ήθελα να προσθέσω το εξής απόσπασμα του κείμενου

“ΧΑΣΙΚΛΗΔΙΚΑ” Τραγούδια με… χρήση

του Παναγιώτη Κουνάδη.

… Μετά το 1924, n ανάπτυξn της δισκογραφίας στnv Ελλάδα δίνει τn δυνατότητα αποτύπωσης, ανάμεσα στα άλλα, και των τραγουδιών που σχετίζονται με τις ψυχοτρόπες ουσίες. Ωστόσο, ο κύριος όγκος των τραγουδιών του είδους που θα nxογραφηθούν στα επόμενα χρόνια σχετίζεται με τη χρήση και τη “λειτουργία” του χασίς. Ελάχιστες - και επιλεκτικές - είναι οι αναφορές στα «σκληρά» ναρκωτικά όπως n nρωίνn, n κοκαϊνη και n μορφίνn.
Πρώτοι οι μικρασιάτες συνθέτες γράφουν τέτοια τραγούδια και μάλιστα αυτοί που έχουν τη διοικnτική και καλλιτεχνική ευθύνn των εταιρειών δίσκων όπως ο Γιάννης Δραγάτσης, ο Παναγιώτnς Τούντας, ο Κώστας Σκαρβέλnς, ο Σπύρος Περιστέρης (μετά το 1934), μολονότι δεν είχαν άμεσn επαφή με το θέμα αφού δεν υπήρξαν ποτέ χρήστες τέτοιων ουσιών. Άλλοι Μικρασιάτες που πλούτισαν τη δισκογραφία τnς εποχής με πολύ ενδιαφέροντα «χασικλήδικα» τραγούδια είναι ο Αντώνης Νταλγκάς (ως συνθέτnς υπέγραφε Διαμαντίδnς), ο Βαγγέλης Παπάζογλου, ο Κώστας Καρίπης, ο Γρηγόρης Ασίκης (με το ψευδώνυμο Λ. Παπαδόπουλος), ο Μενέλαος Μιχαηλίδης, ο Δnμήτρnς Μπαρούσης (ή Λορέντζος), ο Σωτήρης Γαβαλάς, ο Eμμανουήλ Χρυσαφάκης, ο Γιάννης Eϊτζιρίδnς (Γιοβάν Τσαούς), ο Στέφανος Βέζος και άλλοι. Το είδος υπηρέτησαν φυσικά και συνθέτες με διαφορετική γεωγραφική καταγωγή όπως ο Ιάκωβος Μοντανάρης, ο Στέλιος Χρυσίνης, ο Στελλάκης Περπινιάδης, ο Κώστας Ρούκουνας, ο Μιχάλης Σκονδύλης και ο Κώστας Τζόβενος.

Από το 1932, μπαίνουν στον χορό της δισκογραφίας και τα μέλη της διάσημης -από το 1934 και μετά- Πειραιωτικής Κομπανίας που είχαν αμεσότερη επαφή με το θέμα αφού οι περισσότεροι ήταν και οι ίδιοι χρήστες χασίς, όπως ο Μάρκος Βαμβακάρης, ο Στράτος Παγιουμτζής, ο Γιώργος Μπάτης, ο Δημήτρης Γκόγκος (Μπαγιαντέρας) και ο Ανέστος Δελιάς ή Αρτέμης-ο μόνος από τον χώρο του ρεμπέτικου που έπεσε στην παγίδα της ηρωίνης για να πεθάνει, το 1944, μόλις 32 χρόνων.

Το σοβαρό αυτό κοινωνικό πρόβλημα, στις διάφορες εκδοχές του, δεν άφησε ασυγκίνητο ούτε τον χώρο του ελαφρού τραγουδιού και της Επιθεώρησης. Πολλά διάσημα ονόματα της εποχής έγραψαν τραγούδια ή έθεσαν-έστω και περιστασιακά- το πρόβλημα της χρήσης ναρκωτικών ουσιών σε επιθεωρησιακά νούμερα στο θέατρο. Τέτοιοι συνθέτες και στιχουργοί ήταν ο Σώσος Ιωαννίδης (με το ψευδώνυμο Σ. Ψυριώτης), ο Αιμίλιος Σαββίδης (με το ψευδώνυμο Ν Δέλτας ή Βοσπορινός), ο Θεόδωρος Παπαδόπουλος, ο Μιχαήλ θεμάκος, ο De Angelis, ο Κώστας Μπέζος (με το ψευδώνυμο Α. Κωστής), ο Γιάννης Κυπαρίσσης, ο Γιώργος Καρράς, ο Θάνος Ζάχος (ή Ζαχαρίας Νοταράκης), ο Μίνως Μάτσας (με το ψευδώνυμο Τσάμας). Τέλος, από τον χώρο του θεάτρου και της Επιθεώρησης έγραψαν τραγούδια και νούμερα με σχετική θεματολογία ο Γιώργος Βιτάλης, ο Κυριάκος Μαυρέας, ο Σίμων Καρακάσης, ο Βασίλης Μεσολογγίτης, ο Γιώργος Καμβύσης και ο Πέτρος Κυριακός.
Στις ΗΠΑ, την ίδια εποχή, εκτός από τα «χασικλήδικα» που ανήκουν στην περίοδο της ανώνυμης δημιουργίας, γράφονται τραγούδια ανάλογου περιεχομένου και από γνωστούς καλλιτέχνες όπως ο τραγουδιστής Γιώργος Κατσαρός, ο συνθέτης Δημοσθένης Ζάττας, ο κειμενογράφος Ορφέας Καραβίσης, ο Τέτος Δημητριάδης (με τά ψευδώνυμα Νώντας Σγουρός και Τάκης Νικολάου) και ο σπουδαίος κλαρινίστας Αντώνης Σακελλαρίου.

Για χάρη των αριθμών, ας δούμε πόσα «χασικλήδικα» τραγούδια κατέγραψε η δισκογραφία των 78 στροφών μέχρι το 1937, οπότε και άρχισε, δια μεταξικού διατάγματος, η εφαρμογή προληπτικής λογοκρισίας:
Από την περίοδο της ανώνυμης δημιουργίας (έως το 1922), έχουν καταγραφεί μέχρι στιγμής περίπου 200 τραγούδια, σε διάφορες εκτελέσεις και παραλλαγές.

Οι κυριότεροι επώνυμοι συνθέτες του είδους έγραψαν, από το 1925 μέχρι το 1937, τον εξής -κατά προσέγγιση- αριθμό τραγουδιών:

  • ο Παναγιώτης Τούντας γύρω στα 8, σε ποικίλες εκδόσεις (σε σύνολο 250)
  • ο Κώστας Σκαρβέλης μόνον 5 (σε σύνολο 100)
  • ο Γιάννης Δραγάτσης (ή Ογδοντάκης) γύρω στα 20 -με έξι εκτελέσεις του “Ο Μανώλης ο χασικλής”-(σε σύνολο 30)
  • ο Αντώνης Διαμαντίδης (ή Νταλγκάς) γύρω στα 20 (σε σύνολο 50)
  • ο Σπύρος Περιστέρης γύρω στα 15 (σε σύνολο 70)
  • ο Βαγγέλης Παπάζογλου 9 (σε σύνολο 25)
  • ο Κώστας Καρίπης 5 (σε σύνολο 40)
  • ο Σωτήρης Γαβαλάς 10 (σε σύνολο 15)
  • ο Κώστας Τζόβενος 10 (σε σύνολο 10)
  • ο Γιάννης Εϊτζιρίδης (Γιοβάν Τσαούς) 3 (σε σύνολο 10)
  • ο Ανέστος Δελιάς 4 (σε σύνολο 8)
  • ο Γιώργος Μπάτης 7 (σε σύνολο 15)
  • ο Μάρκος Βαμβακάρης 31 (σε σύνολο 70)
  • ο Μανώλης Χρυσαφάκης 10 (σε σύνολο 25)
  • ο Ιάκωβος Μοντανάρης 12 (σε σύνολο 30)

Οι υπόλοιποι γνωστοί συνθέτες που προαναφέρθηκαν υπολογίζεται ότι, μέχρι το 1937, έχουν συνολικά- περάσει στη δισκογραφία περίπου 150 ακόμη «χασικλήδικα». Σε αυτά πρέπει να προστεθούν και τα ελαφρά ή επιθεωρησιακά τραγούδια που προσεγγίζουν τα 100 Έτσι, σύμφωνα με τα μέχρι τώρα στοιχεία, στις 78 στροφές έχουν δισκογραφηθεί γύρω στο 600 σχετικά με το θέμα μας τραγούδια.
Η επιβολή της λογοκρισίας δεν επέτρεψε στους εκπροσώπους της νεότερης γενιάς συνθετών, που εκείνη την εποχή είχε αρχίσει ήδη να κάνει την εμφάνισή της, να γράψουν τραγούδια τέτοιου περιεχομένου. Έτσι, ο Βασίλης Τσιτσάνης έγραψε μόνον ένα το 1937 και τέσσερα το 1946, ο Γιάννης Παπαϊωάννου και ο Απόστολος Χατζηχρήστος κανένα, ο Δημήτρης Γκόγκος τρία, ο Γιώργος Μητσάκης ένα (το 1946), ο Απόστολος Καλδάρας δώδεκα (το 1946). Αρκετά από αυτά τα τραγούδια, που θα λέγαμε ότι ανήκουν στην περίοδο της «ελεγχόμενης δημιουργίας», κυκλοφόρησαν μόνον μετά το 1981 (Β. Τσιτσάνης, Μπάμπης Μπακάλης κλπ.).

Πέρα από οποιεσδήποτε απόψεις μπορούν να διατυπωθούν για το σοβαρό θέμα των ψυχοτρόπων ουσιών, ένα είναι βέβαιο σχετικά με την εδώ θεματική καταγραφή τους:

Το ρεμπέτικο τραγούδι, έκφραση -κυρίως- ανθρώπων με ισχυρό το αίσθημα της εσωτερικής τους ελευθερίας, περιέγραψε και κατέθεσε την άποψη του για το σοβαρό αυτό θέμα - που κατέστη ακόμη σοβαρότερο μετά την ποινικοποίηση της χρήσης. Η εκ των υστέρων καταγραφή και μελέτη αυτού του υλικού το οποίο -παρά το κυνηγητό και τις απαγορεύσεις των επίσημων φορέων- διεσώθη χάρη στις προσπάθειες ιδιωτών είναι πολύτιμη ευκαιρία, αλλά και υποχρέωση, καθώς αποτελεί ανεπανάληπτη πηγή πληροφοριών για το μοναδικό, παγκοσμίως, είδος τραγουδιού με παρόμοια θεματογραφία από την περίοδο του Μεσοπολέμου.

Από της 748 συνθέσης ( 1927-1937 ) είναι μόνο 169 με θέμα τον ναρκωτικών,
είναι δηλ. ούτε καν το 1/4
Πολλοί δυστυχώς συνδυάζουν το Ρεμπέτικο τραγούδι = Χασικλίδικο τραγούδι…ας τους να λένε …

Το εντυπωσιακό της όλης ιστορίας είναι ότι άνθρωποι σαν και μας που λατρεύουν το ρεμπέτικο το θεωρούν λίγο πολύ…επικίνδυνο για την νεολαία μας και βγαίνουμε συντηρητικότεροι του παιδαγωγικού ινστιτούτου που προτείνει την διδασκαλία του
Σε 13χρόνα παιδιά μέσω των νέων τεχνολογιών.
Εδώ δύο πράγματα μπορεί να συμβαίνουν ή το Π.Ι θέλει να ρίξει τα παιδιά μας στην πρέζα ή στρουθοκάμηλος βάζοντας το κεφάλι μέσα στα πόδια της είδε το απευθυσμένο της και τρόμαξε.
Το αρχικό ερώτημα είναι άραγε το <font color=“ff0000”>πώς θα διδάξουμε στα παιδιά το ρεμπέτικο ή το αν πρέπει να το διδάξουμε?</font>
Μήπως περιορίζοντας τον κόσμο τους στο νερόβραστο ευδαιμονικό ποπ τα προστατεύουμε από την επαφή τους με σκοτεινά κομμάτια αδηφάγου Κρόνου που μασουλάει τα παιδιά του για να ζήσει.
Το ρεμπέτικο περιγράφει την εικόνα που βλέπει , δεν την ωραιοποιεί δεν την κριτικάρει απλά την μεταφέρει βιωματικά και άμεσα στον ακροατή του
Αυτή η εικόνα δίνει ωμά την πραγματικότητα της εποχής πριν αναλάβει να την πετσοκόψει ο Μεταξάς και οι επίγονοι του.Η ωμή λοιπόν πραγματικότητα της εποχής εκείνης περιέχει αρκετά πράγματα
που οι σημερινοί πιτσιρικάδες τρώνε στη μάπα καθημερινά και δεν χρειάζεται να τους τα τραγουδήσεις για να τα μάθουν , ο διπλανός τους φουμάρει μαύρο και πίνει χάπια από την έκτη δημοτικού και στην πλατεία της γειτονιάς- πόλης-χωριού κουρνιάζουν ετοιμοθάνατα παλικαράκια που κλέβουν κινητά η σπάνε περίπτερα για μια δόση<font color=“119911”> (εκτός από την βόρεια σελήνη που έχει ιδιωτική αστυνομία που ελέγχει και προστατεύει από τις πράξεις και τις εικόνες των μελλοθάνατων)</font> , η αλήθεια λοιπόν κυκλοφορεί ελεύθερη ανάμεσα μας και στοιχειώνει τον τρόμο μας για το πόσο κοντά μας θα είναι το επόμενο θύμα.Το ζητούμενο λοιπόν δεν είναι αν τα παιδιά πρέπει<font color=“ff0000”> να μάθουν την αλήθεια που ήδη ξέρουν άλλα πότε θα παραδεχτούμε μπροστά τους ότι την ξέρουμε κι εμείς .</font>
Η γνωριμία των εφήβων με το ρεμπέτικο συνιστά γνωριμία τους με το κοινωνικό γίγνεσθαι της συγκεκριμένης χρονικής περιόδου.
Βέβαια η πληροφορία αυτή θα φέρει στην επιφάνεια και πολλές άλλες καυτές πατάτες όπως το πώς είναι δυνατόν το πρόβλημα της μαζικής τοξικομανίας να υφίσταται 70 τουλάχιστον χρόνια και η ευαίσθητη πατερναλιστική μας κοινωνία να ποιεί την νήσσα .
Η αμφιβολία μας λοιπόν για το αν πρέπει να διδαχτεί το ρεμπέτικο στα σχολεία αιτιάζεται στο αν το χασικλίδικο που εμπεριέχεται στην πρώτη περίοδο είναι πολύ σκληρό για τα εφηβικά αυτιά και θα πρέπει να τους μάθουμε την «καραγκούνα» πρώτα αφήνοντας τα «σκληρά» για αργότερα.
Ο κίνδυνος εδώ -εαν υπάρχει-αφορά την ηρωοποίηση του «χασικλή» η του «πρεζάκια» μέσα από το ρεμπέτικο και την πιθανή ταύτιση του ανώριμου ακροατή με το προβαλλόμενο θέμα .
Αυτός ο κίνδυνος είναι στην ουσία ανύπαρκτος γιατί προσεγγίζοντας εκπαιδευτικά το ρεμπέτικο θα δώσουμε την αληθινή εικόνα στα παιδιά για ένα διαχρονικό κοινωνικό πρόβλημα που αιτιάζεται τότε και τώρα στην ανεργία στην εξαθλίωση στην φτώχεια και στην έλλειψη στόχων προοπτικών ιδανικών και δυνατοτήτων που βιώνει η εκάστοτε γενιά σε μια κεφαλαιοκρατική και αλλοτριωμένη κοινωνία.
Δηλαδή το ρεμπέτικο πρέπει να διδαχθεί παράλληλα με τα κοινωνικά γεγονότα που το δημιούργησαν.
Η δεύτερη καυτή πατατούλα που θα κληθούμε να εξηγήσουμε είναι η «λογοκρισία» από τα μπεμόλια έως την « Βαρβάρα» και αργότερα το «κάποια μάνα αναστενάζει» και το πώς μιας «γυναίκας η οργή» σε στέλνει «σε ένα βράχο φαγωμένο».
Δηλαδή πώς η κυρίαρχη άποψη εξουδετερώνει τις αιρετικές και πώς η εξουσία χρησιμοποιεί την βία για να επιβληθεί σε κάθε επίπεδο.
Εδώ ο κίνδυνος είναι υπαρκτός , το παιδί μπορεί να αρχίσει να σκέφτεται και να φάμε κανά γιαούρτι και μείς οι διδάχτορες.
Ακολουθεί ολόκληρο καζάνι με πατατατούλες που αφορούν τα όσα θα προκύψουν από τις παραπάνω κουβέντες.Μήπως είναι καλύτερα να περιμένουμε να τους εμφυσήσει ο Πλέυρης το «αρχαίο πνεύμα αθάνατο» και να τους εξηγήσει ότι για την ανεργία φταίνε οι μετανάστες.
Όχι αγαπητοί μου συνφορουμιστές δεν υπάρχει κανένα ρίσκο στο να μιλήσουμε στα δεκατριάχρονα για το ρεμπέτικο , το ρίσκο το παίρνουμε αν δεν τους μιλήσουμε και αφήσουμε την πληροφορία να φτάσει διαστρεβλωμένη και ακατάληπτη.

Αν το θέμα μας ήταν «τέσσερα σεμινάρια για το μάθημα της μουσικής, ανάμεσα στα οποία και για το ρεμπέτικο. ΣΕΜΙΝΑΡΙΟ 3ο ΡΕΜΠΕΤΙΚΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ Τάξη: Γ΄Γυμνασίου» τότε δεν μιλάμε γιά «διδασκαλία των ρεμπέτικων στα σχολεία» (πράμα υπερβολικό), μιλάμε γιά ένα σεμινάριο ωρών σε παιδιά καταλληλότατης ηλικίας (συμφωνώ με τον ΑΝ).

Τώρα γιά τα άλλα θέματα και τις διαφορετικές (ευτυχώς) απόψεις που ακούγονται υπάρχουν και τα ανάλογα πόστινγκς.
Μιλάμε γιά λαϊκό και έντεχνο λες και το λαϊκό είναι άτεχνο και το έντεχνο(που έχει συνθέτη με ονοματεπώνυμο) δεν εκφράζει το λαό.
Μιλάμε γιά παραδοσιακό και εννοούμε το δημοτικό ενώ υπάρχει και αστικό παραδοσιακό τραγούδι το οποίο είναι σίγουρα και λαϊκό όπως και το δημοτικό. Ο λαός (στο χωριό ή στη πόλη και σήμερα ανάμεσα σε πόλη και χωριό)
το γέννησε και το τραγουδάει.
Λαϊκή δεν είναι η βυζαντινή μουσική γιατί δεν εκφράζει το λαό αλλά υπηρετεί και δοξάζει το θεό.

Παιδια εχετε βαλει πολλα εως παρα πολλα θεματα
και καποιοι εχουν γινει υπερμαχοι
και προσπαθουν να γινουν “ηρωες” της διδασκαλιας των ρεμπετικων
και δη των χασικλιδικων λες και εχουν τιποτα στρεμματα φυτεμενα
και φοβουνται μην παει η σοδια στραφι …
Εγω δε λεω οχι ντε και καλα και σ’αυτη την προοπτικη, εγω απλα
ειπα οτι προτιμω να ξεκινησει η διδασκαλια του δημοτικου ή παραδοσιακου οπως θετε πες τε το.
Κυριολεκτικα ειμαστε πολυ μικροι γαι να χωρεσουμε το μεγαλειο μουσικα,
στιχουργικα, ιστορικα και κοινωνικα του παραδοσιακου τραγουδιου.
Το π.τ. ειναι φαρμακο για ολες τις πληγες, πιστεψτε με, μη με κανετε να ξενυχτησω πανω στο πληκτρολογιο …
Κουρουνη ξανασκεψου τις αρνησεις, ανισοτητες κλπ
που βαζεις εισαι σε αρκετα σημεια λαθος.
Δεν εχω προλαβει να διαβασω διεξοδικα ολες τις
απαντησεις αλλα προλεγω οτι καλο θα ηταν να δουμε την ουσια του παραδ.τραγ. οχι σε συγκριση ή στο βαθμο που εμεις τα γουσταρουμε αλλα στο βαθμο που απεκδυοντας το εθνικο-πατριωτικο καπελωμα τους
βλεπωντας τo με αντικειμενικο πρισμα και παιρνωντας τον πλουτο του (οχι τη χαρτουρα) θα το (παρα)δωσουμε στα παιδια.

Μα, ακριβώς το αντίθετο λέω:
Ετσι όπως έχει μοιραστεί η τράπουλα (λ.χ. χασισοαπαγόρευση) δεν μπορείς να πιάσεις πρώτο - πρώτο το χασικλίδικο για “διδασκαλία”. Και πως υπάρχουν "Υπάρχουν μουσικές κλίμακες, στιχουργικά ευρήματα, ενορχηστρωτικές πρακτικές, πρακτικές φωνοληψίας, φωνητικές τεχνικές και τόσα άλλα, που επαρκούν για πολλά εξάμηνα. Μένοντας μόνο στο μουσικό τομέα, γιατί αν προβάλουμε αυτόν τον μουσικό πολύτο στον καμβά της ιστορίας, θα έχουμε δουλειά για 5 χρόνια πραγματικής μουσικής ακαδημίας" (Ctrl+C Ctrl+V από το posting μου λίγο πιό πάνω)

Οσο για το παραδοσιακό,
α. η θεματολογία του δεν αγγίζει κανένα κάτω των 45 ετών
β. δεν αποτελεί προαπαιτούμενο για το λαϊκό
γ. είναι ελάχιστοι αυτοί που το ξέρουν γιατί κακοποιήθηκε βάναυσα (αυτό που λέει ο Βαβουλές “εθνικο-πατριωτικό καπέλωμα”) τα τελευταία 80 χρόνια
δ. έχει σε μεγάλο βαθμό το στοιχείο της “εντοπιότητας” (άλλο το παραδοσιακό τραγούδι στη Λάρισα, άλλο στην Τρίπολη, άλλο στη Κοζάνη, άλλο στη Κρήτη, άλλο στη Κάρπαθο), άλλα κουρδίσματα, άλλη ΓΛΩΣΣΑ . . .
ε. δεν έχω δει ακόμα πουθενά νεο-παραδοσιακό ρεύμα, σε αντίθεση με το νεο-ρεμπέτικο που - αν μη τι άλλο - στις ηλικίες 20-30 είναι από must έως cult.
(για πρακτικούς λόγους λοιπόν, και όχι από κάποια απέχθεια προς το παραδοσιακό τραγούδι)

Από πού είναι αυτό το κείμενο aegeos;

Αφου εκτυπωσα τα ποστ μετα απο μια πρωτη αναγνωση μπορω να πω οτι ολο
το θεμα επικεντρωνεται επιμονα στο θεμα χρησης κλπ
Αν καταλαβατε εγω αντεδρασα στο ενδεχομενο της
παρακινησης απο το γονιο στην
ενασχοληση του παιδιου με το ρεμπετικο -οπως
στρεβλα σημερα καποιοι το αντιλαμβανονται-
και ετσι προκυπτουν καποια ξενερωτα μαγκακια που
αντι να σεβαστουν το τριχορδο που παιζουν
απλα το μοστραρουν για να βγαλουν καμμια γκομενα
και να το παιξουν ωραιοι …

Απ’την αλλη ειδα τους συνφορουμιστες προκειμενου
να δυναμωσουν τα επιχειρηματα τους
να επιτρατευουν Κολομβους, Πετροπουλους, Πλευρηδες και στρουθοκαμηλους
προσπαθωντας να πεισουν οτι το 13 χρονο θα καταλαβει γιατι ο ΔΕΛΙΑΣ επεσε στην ασπρη και στην κοκα γιατι ο ΤΣΙΤΣΑΝΗΣ ψιλοφουμαρε αλλα
αργοτερα το αρνηθηκε, γιατι ο ΜΑΡΚΟΣ εβγαζε τα ματια του με το ΣΤΡΑΤΟ και το ΜΑΘΕΣΗ γιατι ο ΜΠΑΓΙΑΝΤΕΡΑΣ εδειρε το ΜΑΡΚΟ γιατι η … γουσταρε
τις γυναικες, γιατι ο ΓΕΝΙΤΣΑΡΗΣ μπουκαρε 19 χρονων στο μπουρδελο να κλεψει τη δικια του και αλλα απο τη Μ Υ Θ Ο Λ Ο Γ Ι Α του ρεμπετικου.
Την αληθεια δεν θελατε ;; θα την πειτε ολη μαγκες !!!

Σχόλιο για το τελευταίο "…μαγκακια που αντι να σεβαστουν το τριχορδο που παιζουν απλα το μοστραρουν για να βγαλουν καμμια γκομενα…":
Κακό είναι αυτό; Εγώ στην εφηβεία μου (πριν από 25 χρονάκια) άμα μοστράριζα το τρίχορδο που έπαιζα, όχι μόνο πρόγκαγαν οι γκόμενες, αλλά κινδύνευα ν’ αποκτήσω γκόμενο!
Αυτό το γα…νο “Μινόρε της αυγής” φταίει. Αν είχε προβληθεί 5-6 χρονάκια νωρίτερα θα πέρναγα καλά με γκομενάκια απ’ τα 13 μου!
Τώρα …άστα να πάνε. Η τελευταία γυναίκα, που χόρεψε ζεϊμπέκικο που έπαιζα εγώ, ήταν η κυρά-Στέλλα, η ταβερνιάρισσα στη Νέα Ιωνία: “δεν ήταν πολύ γριά, θα 'ταν καμιά …ογδονταριά” που λέει και το άσμα του Μοντανάρη…

ΥΓ. Θα σταματήσετε επιτέλους να γράφετε το “συνφορουμιστές”; Δηλαδή είστε “σύνφωνοι”, σας “συνφέρει” ή πάθατε καμιά “συνφορά” που 'λεγε κι συγχωρεμένος Μ.Αγγελόπουλος στις “Σκάρτες ζαριές”…
Ανται να χαθύται, σας βαραίθικα …“Κυανοί”

και στο τελος ο Σωτος καταληγει :

το ρεμπέτικο θα δώσουμε την αληθινή εικόνα στα παιδιά για ένα διαχρονικό κοινωνικό πρόβλημα που αιτιάζεται τότε και τώρα στην ανεργία στην εξαθλίωση στην φτώχεια και στην έλλειψη στόχων προοπτικών ιδανικών και δυνατοτήτων που βιώνει η εκάστοτε γενιά σε μια κεφαλαιοκρατική και αλλοτριωμένη κοινωνία.
Δηλαδή το ρεμπέτικο πρέπει να διδαχθεί παράλληλα με τα κοινωνικά γεγονότα που το δημιούργησαν.

Συνεπως το ολο εγχειρημα κατα το φιλο Σωτο δρα
ηθικοπλαστικα, νουθετωντας τους νεους μας και
ετσι θα συνειδητοποιηθουν ταξικα και θα μπουν στο νοημα της ανεργιας ασχετα οτι οι πιο πολλοι μπαμπαδες θα φιλησουν κατουρημενες ποδιες για να βολεψουν τους κανακαρηδες.

Αφηστε τα να ζησουν, να επιλεξουν κι οταν αναρωτηθουν τι ειναι κατω απ’τη ακρη του γκρεμου πειτε τους : προσεξε θα σκοτωθεις και οχι : ξερεις πολλοι πηδανε απο ψηλα για να νοιωσουν την εμπειρια …

Αρη σε καταλαβαινω απολυτα …

Το σωστο ποιο ειναι ;; Συμφορουμιστες ή κατι αλλο ;;

Παίδες, γράφετε πολύ ελλειπτικά.
Από ένα σημείο και ύστερα κρύφτηκε η μπάλα.
Σώτο με κατέστρεψες. Τι είναι αυτά τα τρικολόρε κείμενα; Παίρνεις αντιβίωση;

Αμ το άλλο: <blockquote><hr size=0><!-quote-!><font size=1>quote:</font>

“έλλειψη στόχων προοπτικών ιδανικών και δυνατοτήτων που βιώνει η εκάστοτε γενιά σε μια κεφαλαιοκρατική και αλλοτριωμένη κοινωνία”<!-/quote-!><hr size=0></blockquote>
Βαβουλέ, αυτό ΔΕΝ το περίμενα από εσένα!

Μόνο ο “σύμτροφος” ΑΝ έγραψε κάτι που βγάζει νόημα σήμερα.

Αϊντε να δούμε αύριο τι θα ξημερώσει.

Φίλε ΚΚ γράφεις:
«Οσο για το παραδοσιακό,
α. η θεματολογία του δεν αγγίζει κανένα κάτω των 45 ετών»

Σε πληροφορώ ότι στα 33 μου έκλαψα ακούγοντας το «Γιάννη μου το μαντήλι σου» και γνωρίζω προσωπικά πολλά παιδιά που χορεύουν ζωναράδικο (κι όχι μόνο) και τρελλαίνονται.
Στην απλοϊκή του θεματολογία (όχι πάντα απλοϊκή) κρύβει συμβολισμούς και πληροφορίες μόνο που απαιτεί σεβασμό, κόπο, χρόνο,… εύκολη λύση δεν είναι πάντως.

«β. δεν αποτελεί προαπαιτούμενο για το λαϊκό»

Μα ό,τι επιβιώνει μέσα στο χρόνο από το λαϊκό τραγούδι γίνεται παραδοσιακό.

«γ. είναι ελάχιστοι αυτοί που το ξέρουν γιατί κακοποιήθηκε βάναυσα (αυτό που λέει ο Βαβουλές “εθνικο-πατριωτικό καπέλωμα”) τα τελευταία 80 χρόνια»

Συμφωνώ γιά το καπέλωμα αλλά πρέπει να το ξεπεράσουμε τώρα που το καταλάβαμε. Αυτοί που το ξέρουν είναι πολλοί, μα πάρα πολλοί, δεν το πουλάνε όμως. Το έχουνε γιατί το μάθανε και τους εκφράζει κι έτσι θα το δώσουν παρακάτω. Δεν διαδίδεται στα Μ.Μ.Ε. και ούτε τα χειάζεται. Εξυπηρετεί σκοπούς που δεν είναι πρόσκαιροι.

«δ. έχει σε μεγάλο βαθμό το στοιχείο της “εντοπιότητας” (άλλο το παραδοσιακό τραγούδι στη Λάρισα, άλλο στην Τρίπολη, άλλο στη Κοζάνη, άλλο στη Κρήτη, άλλο στη Κάρπαθο), άλλα κουρδίσματα, άλλη ΓΛΩΣΣΑ . . .»

Αυτό το θεωρώ προτέρημα.

«ε. δεν έχω δει ακόμα πουθενά νεο-παραδοσιακό ρεύμα, σε αντίθεση με το νεο-ρεμπέτικο που - αν μη τι άλλο - στις ηλικίες 20-30 είναι από must έως cult.
(για πρακτικούς λόγους λοιπόν, και όχι από κάποια απέχθεια προς το παραδοσιακό τραγούδι)»

Αυτό πού ήδη έγραψα. Απαιτεί σεβασμό, κόπο, χρόνο,… εύκολη και πρακτική λύση δεν είναι πάντως.

Να ρωτήσω κάτι χωρίς κακία αλλά περιέργεια;

Πόσοι από μας τους συζητούντες ξέρουν τα λόγια από ένα παραδοσιακό δημοτικό τραγούδι;
Από την αρχή ως το τέλος!

Δεν τα έχω βάλει με την παράδοση παίδες.
Μην τρελαίνεστε.
Είναι που έγινε μπάχαλο η κουβέντα και δεν βγαίνει νόημα.
Τώρα μετατοπίστηκε η συζήτηση στο αν πρέπει να διδάσκεται η παραδοσιακή μουσική ή όχι.
Ενώ είχε ξεκινήσει απ’ το προτεινόμενο πρόγραμμα ενός από τέσσερα σεμιναρίων του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου για το ρεμπέτικο που μπορεί και να μην γίνει ποτέ (;).

Χάσαμε τη μπάλα σας λέω.