Νέα διαδικτυακή σελίδα από τον Αριστομένη Καλυβιώτη

Ο ερευνητής της λαϊκής μουσικής Αριστομένης Καλυβιώτης δεν χρειάζεται συστάσεις, σε ένα ρεμπέτικο φόρουμ. Συγγραφέας πάρα πολλών άρθρων αλλά και βιβλίων σχετικών με την αστική λαϊκή μουσική, τη δισκογραφία των 78 στροφών, τη μουσική ζωή σε πόλεις (όπως η προ καταστροφής Σμύρνη ή, η πρό απελευθέρωσης Θεσσαλονίκη), την ιδιαίτερη πατρίδα του την Καρδίτσα κ.α… Συλλέκτης μουσικών οργάνων, δίσκων, καρτ ποστάλ, χαρακτικών, και άλλων αντικειμένων σχετικών με τη λαϊκή μουσική αλλά και γενικότερου ενδιαφέροντος, όπως η πολύ αξιόλογη συλλογή του παιδικών παιχνιδιών / ηχητικών αντικειμένων.

Ο Αριστομένης Καλυβιώτης έστησε πρόσφατα το δικό του χώρο στο Διαδίκτυο, με τίτλο “Καλυβιώτης, Από το Σμυρναίικο στο Ρεμπέτικο”. Πρόκειται για έναν πολύ ενδιαφέροντα χώρο όχι μόνο για τους ερευνητές και συλλέκτες αλλά και για όλους όσοι ασχολούνται με το αστικό λαϊκό τραγούδι σε όλες του τις μορφές.
Στην ηλεκτρονική διεύθυνση
<https://kaliviotis.wordpress.com>

θα συγκεντρωθούν όλα τα μέχρι σήμερα δημοσιευμένα άρθα του συγγραφέα, αναφορές για τα βιβλία του που έχουν εκδοθεί ή πρόκειται να εκδοθούν καθώς και βιογραφικό σημείωμα και συλλογές φωτογραφιών. Η σελίδα είναι ήδη επισκέψιμη και θα εμπλουτίζεται συνεχώς με νέο υλικό.

Το Ρεμπέτικο Φόρουμ αλλά και εγώ προσωπικά, ευχόμαστε το “καλώς όρισες” του φίλου Μένιου Καλυβιώτη στο χώρο του Ιντερνέτ.

2 «Μου αρέσει»

Καλοστημένη η σελίδα του Καλυβιώτη με ενδιαφέροντα άρθρα, όπως αυτό για τον υπόκοσμο της προπολεμικής Θεσσαλονίκης. Εξάλλου, σε άρθρο του 2001 υποστηρίζει διαφωνώντας με τον Τσαρλς Χάουαρντ την ταύτιση της Ελβίρας Κάκκη με την Ελβίρα ντε Ιντάλγκο. Μετά από τόσα χρόνια ποια είναι η επικρατούσα άποψη για αυτό το θέμα.

Ο Καλυβιώτης τιτλοφορεί το άρθρο του “Ελβίρα Κάκκη ή Ελβίρα ντε Ιντάλγκο;” και το άρθρο τελειώνει με τη φράση “Μέχρι λοιπόν να βρεθεί κάποιο ατράνταχτο στοιχείο, το θέμα, κατά τη γνώμη μου, παραμένει σε εκκρεμότητα”. Δεν βλέπω λοιπόν διαφωνία, αλλά αμφισβήτηση. Το άρθρο δημοσιεύτηκε το 2001 και, από τότε μέχρι σήμερα, δεν έχω πληροφόρηση για καινούργια στοιχεία πάνω στο ερωτηματικό του τίτλου του άρθρου.

Να θυμήσω εδώ, μια [b][u]παλιότερη σχετική συζήτηση[/b][/u] η οποία παρέπεμπε στο rebetiko.sealabs και σε στοιχεία τα οποία είχαν δημοσιευθεί εκεί, σύμφωνα με τα οποία δεν έχει καμιά σχέση η Ελβίρα Κάκκη με την Ελβίρα ντε Ιντάλγκο.

Ψάχνοντας και εγώ βρήκα τα εξής στοιχεία για την Ελβίρα Κάκκη, σε αμερικάνικους καταλόγους:

“KAKIS, ELVIRA was born 08 November 1900, received Social Security number 545-58-6811 (indicating California) and, Death Master File says, died May 1987 106447”

και τα οποία καθόλου δεν ταιριάζουν με την Ελβίρα Ιντάλγκο η οποία γεννήθηκε το 1892 στην Αραγωνία της Ισπανίας και πέθανε το 1980 (και αυτά, απόλυτα βεβαιωμένα).

Πρόκειται για δυο διαφορετικά πρόσωπα.

Επίσης, απορώ με τα λεγόμενα του Καλυβιώτη ότι ο γιος της Φρέντερικ δεν γνώριζε για την καλλιτεχνική πορεία της μητέρας του, αφού στο βιβλίο του τα εξιστορεί, με κάθε λεπτομέρεια:
http://www.proinos-typos.gr/gr/2011-12-01-09-02-30/7590-2013-10-21-06-02-42.html

Το δε σπίτι τους υπάρχει ακόμα στη Δράμα, όπως φαίνεται από τον παραπάνω σύνδεσμο.

Πολύ ενδιαφέρον. Εγώ ούτε που τον γνώριζα αυτό τον ερευνητή, χαίρομαι λοιπόν που τον γνωρίζω τώρα.

Άνοιξα το άρθρο «Δυο λαϊκά τραγούδια για τους σφουγγαράδες του Τάρπον Σπρινγκς». Το ένα από τα δύο τραγούδια, των αρχών της δεκαετίας ‘50, το τραγουδάει ο Σκεύος Ζεμπιλλάς. Δίνονται κάποιες πληροφορίες γι’ αυτό τον Καλύμνιο τραγουδιστή (που δεν τις ήξερα όλες, όπως ότι είχε δικιά του εταιρεία δίσκων). Εγώ θα προσθέσω κάτι από το χώρο της δικής μου εξειδίκευσης: ο Ζεμπιλλάς, εκτός από λαϊκά σαν αυτό, τραγούδησε επίσης σε μια σειρά καλύμνικων τραγουδιών με συνοδεία του Ι. Μαΐλλη στην τσαμπούνα, που είναι οι παλιότερες εντοπισμένες μέχρι σήμερα ηχογραφήσεις τσαμπούνας σε εμπορικούς δίσκους, και που κυκλοφόρησαν μόνο στην Αμερική. Δείγμα. Ο ήχος είναι τόσο παρθένος, τόσο απαλλαγμένος από οποιαδήποτε προσπάθεια στρογγυλέματος, ώστε είναι προφανές ότι απευθύνεται αποκλειστικά σε Καλύμνιους της Αμερικής. Αυτό είναι μια ενδιαφέρουσα ένδειξη της δυναμικής που είχε η ελληνική πιάτσα της Αμερικής το '50 (στην Ελλάδα τόσο ιδιωματικές και, επομένως, εμπορικά τόσο στοχευμένες ηχογραφήσεις έχουμε μεν από πολύ νωρίς στα ρεμπέτικα, αλλά στα δημοτικά νομίζω ότι άργησαν πολύ - αν υπήρξαν ολωσδιόλου πριν τη διάδοση της κασέτας).

Ο κύριος Καλυβιώτης μου έστειλε το παρακάτω κείμενο, παρακαλώντας με να το γνωστοποιήσω. Για προσωπικούς λόγους δεν μπορεί να συμμετάσχει στις συζητήσεις του ρεμπέτικου φόρουμ. Παρακαλεί λοιπόν, τυχόν ερωτήματα ή απορίες σχετικές με άρθρα και γενικότερα με έρευνές του, να απευθύνονται είτε στο μπλογκ του είτε απ’ ευθείας στην ηλεκτρονική του διεύθυνση <menikali@gmail.com> . Το κείμενο:

[i]Τα κείμενα που παρατίθενται στο ιστολόγιο, είναι προϊόν μακροχρόνιας έρευνας. Μιας έρευνας που πάντα συνεχίζεται.  Σε κάποια σημεία τους εκφράζονται και προσωπικές απόψεις.  Είναι όμως ευπρόσδεκτες συμπληρώσεις και υποδείξεις αναγνωστών, ακόμα και διορθώσεις λαθών. Αρκεί βέβαια να βασίζονται σε ντοκουμέντα.[/i]

Για το θέμα της Ελβίρας Κάκκη, ας μου επιτραπεί να διατηρώ τις αμφιβολίες μου. Αμφιβολίες που πηγάζουν και από το γεγονός ότι στις ετικέτες των δίσκων 78 στροφών, κάποιες φορές εμφανίζονται οι εκτελεστές με ψευδώνυμα. Ας μη μας διαφεύγουν τα ονόματα Π. Φώτης (= Φώτης Πολυμέρης) σε τραγούδια του Βασ. Τσιτσάνη, Σ. Γεωργιάδης ( = Σπύρος Περιστέρης) σε ηχογραφήσεις της Αμερικής, Α. Κωστής (= Κ. Μπέζος) σε ηχογραφήσεις της Αθήνας και άλλοι.
Στην προκειμένη περίπτωση θα μπορούσε να ξεκαθαρίσει η κατάσταση, αν προσκομίζονταν κάποια καινούργια στοιχεία. Για παράδειγμα, αν γίνει από κάποιο αναγνωρισμένο εργαστήριο ηχητικής, ταυτοποίηση (ή διαφοροποίηση) φωνών. Η ακόμα, αν εμφανίζονταν εκείνοι που έχουν σήμερα στα χέρια τους τα βιβλία ηχογραφήσεων του εργοστασίου της Columbia, να μας δείξουν ποιος αναφέρεται σαν εκτελεστής στις συγκεκριμένες ηχογραφήσεις. Μετά χαράς να δεχτώ το αποτέλεσμα που θα προκύψει. Μέχρι τότε, κρατάω τις επιφυλάξεις μου.

…στις ετικέτες των δίσκων 78 στροφών, κάποιες φορές εμφανίζονται οι εκτελεστές με ψευδώνυμα. Ας μη μας διαφεύγουν τα ονόματα Π. Φώτης (= Φώτης Πολυμέρης) σε τραγούδια του Βασ. Τσιτσάνη, Σ. Γεωργιάδης ( = Σπύρος Περιστέρης) σε ηχογραφήσεις της Αμερικής, Α. Κωστής (= Κ. Μπέζος) σε ηχογραφήσεις της Αθήνας και άλλοι.

  • Για ποιο λόγο να κρυφτεί πίσω από ένα ψευδώνυμο (*) μια καταξιωμένη και αναγνωρισμένη από τα 16 της, μόλις, στο διεθνές σκηνικό υψίφωνος;
    Προφανώς, στη συγκεκριμμένη περίπτωση, δεν συντρέχουν ούτε οικονομικοί ούτε προσωπικοί λόγοι.
  • [“Σύμπτωση” άραγε που αυτό το “ψευδώνυμο” (Ελβίρα Κάκκη) αντιστοιχεί σε ένα ξεχωριστό, υπαρκτό μάλιστα πρόσωπο, με δική του ιστορία, και όχι μόνο καλλιτεχνική;]
  • Στην ελληνική δισκογραφία έχουν καταγραφεί 9 ηχογραφήσεις της Ιντάλγκο (στο διάστημα 1933 - 1934) και 5 της Κάκκη (στο διάστημα 1936 - 1937).
    Μια ηχητική επεξεργασία σε δυο τυχαίες ηχογραφήσεις της μιας και της άλλης δείχνει πως δεν έχει καμιά σχέση η φωνή της υψιφώνου Ιντάλγκο με αυτή της Κάκκη.

  • Νομίζω πως πρώτος ο Κουνάδης έκανε το λάθος της σύγχυσης ανάμεσα στις δυο τους, σε μια όμως εποχή που οι γνώσεις και η πληροφόρηση ήταν περιορισμένες.
    Κάποιοι στη συνέχεια επανέλαβαν - χωρίς να ψάξουν για νέα στοιχεία - την άποψη αυτή.
    Ο γιος όμως της Ελβίρας Κάκκη, Φρέντερικ, καθηγητής Χημείας σε αμερικάνικο Πανεπιστήμιο, έδωσε πλήρη στοιχεία για τη μητέρα του, την Ελβίρα Κάκκη, και ενημέρωσε και τον Charles Howard ο οποίος μάλιστα αποκατέστησε την αλήθεια αμέσως για το πρόσωπο αυτό.
    Πλήρη τα στοιχεία για την καλλιτεχνική πορεία της Ε. Κ. δημοσιεύτηκαν το 2001 στο περιοδικό “Jazz και Τζαζ” όπως και στο αυτοβιογραφικό βιβλίο της οικογένειας Κάκκη “Η κληρονομιά του θάρρους” που γράφτηκε από το γιο της Ελβίρας, Φρέντερικ.

  • Στη Δράμα διασώζεται το σπίτι της οικογένειας Κάκκη, ο Φρέντερικ παρουσίασε και εκεί, στη γενέτειρά του, το βιβλίο του, το 2007 και η παρουσίαση πλαισιώθηκε από τα τραγούδια (στο όνομα των Τσιτσάνη και Περιστέρη) που είχε ερμηνεύσει η μητέρα του, αλλά και σε αρκετά ακόμα αφιερώματα για το λαϊκό τραγούδι μνημονεύεται η Ελβίρα, μια που αν και η καταγωγή της από την Καβάλα, έζησε στη Δράμα τα πιο μεστά της χρόνια δημιουργώντας οικογένεια, καλλιτεχνική πορεία, αλλά και ιστορική, λόγω της εβραϊκής της καταγωγής και των γεγονότων του β’ παγκόσμιου πολέμου.

Νομίζω πως στη σύγχρονη εποχή, με την πληθώρα νέων, διασταυρωμένων, στοιχείων που έχουμε στη διάθεσή μας, καλό είναι να μην αναπαράγονται εικασίες του παρελθόντος.

Ξεκίνησα να διαβάζω άλλο ένα άρθρο: «Η “Μανταλένα” - η “Αλατσατιανή”: δυο παραδοσιακές σμυρναίικες μελωδίες και η διαδρομή τους στο χώρο του ρεμπέτικου».

Υπάρχει ένα σημείο που από μόνο του κατεβάζει πολύ το επίπεδο: πρόκειται για τις ασυνάρτητες καταγραφές στίχων. Έχω βαρεθεί να βλέπω καταγραφείς που μοιάζουν να θεωρούν φυσιολογικό ότι οι παλιοί λαϊκοί στιχουργοί κολλάγαν τις λέξεις και τις συλλαβές όπως να 'ναι, χωρίς καμία μέριμνα για το νόημα, τη σύνταξη και τη γραμματική.

Ομολογουμένως το άρθρο είναι του 1992, οπότε δεν υπήρχε η σημερινή άνεση, με το ΥΤ, να βρεις πλήθος παράλληλες εκτελέσεις και να διαπιστώσεις π.χ. ότι αυτό που ακούγεται σαν

Εσύ 'σουνε που μου 'λεγες σαν δε με ιδείς πεθαίνεις
και τώρα δεν πατείς και λες πού μέ ειδες, πού με ξεύρεις

στην πραγματικότητα λέει «και τώρα περπατείς και λες», πράγμα που σήμερα γνωρίζουμε επειδή το ίδιο δίστιχο υπάρχει σε πολλά ηχογραφημένα τραγούδια ενώ το 1992 μπορεί ο συντάκτης να το είχε βρει μόνο σ’ ένα φθαρμένο 78ρι. Αλλά αυτό δεν τον απαλλάσσει από την υποχρέωση να παρατηρήσει τουλάχιστον ότι, αφού δε βγάζει νόημα και δεν ακούγεται και καθαρά, ίσως και να λέει κάτι άλλο. Κράτα μια επιφύλαξη βρε αδερφέ!

Στην προηγούμενη σελίδα διαβάζουμε ένα άλλο τέρας:

Το πληγωμένο στήθος μου γιατί δε μαστιγαίνεις
και γιατρικό ένας γκρεμός αν δε σε κάνω ταίρι
.

Ούτε νόημα, ούτε ομοιοκαταληξία, εμφάνιση ανύπαρκτων λέξεων, αλλά και πάλι ουδεμία επιφύλαξη μήπως έγινε παράκουσμα. Εδώ δεν ξέρω πώς μπορεί να είναι το σωστό, αλλά ξέρω ότι αποκλείεται να είναι έτσι. Το τραγούδι είναι ελληνικό και αυτά δεν είναι ελληνικά.

Υπάρχουν κι άλλες ελλείψεις στα προφανή. Στο άρθρο καταγράφονται οι στίχοι και άλλα στοιχεία από διάφορες ηχογρφημένες εκτελέσεις των δύο σκοπών, και σχολιάζονται. Βλέπουμε π.χ. να διαπιστώνεται ότι κάποια εκτέλεση της Αλατσατιανής δεν έχει ρεφρέν, ενώ οι περισσότερες έχουν. Όταν γίνονται τέτοιες παρατηρήσεις, είναι αυτονόητη αξίωση του αναγνώστη να παρατηρηθεί επίσης ότι κάποια εκτέλεση (η 5) έχει στροφές από τρεις 7σύλλαβους ή 8σύλλαβους στίχους + τσάκισμα, ενώ γενικά ο σκοπός στις περισσότερες εκτελέσεις έχει στροφές από δύο 15σύλλαβους + τσάκισμα, δηλαδή η εκτέλεση 5 έχει αλλάξει δομικά τη σχέση στίχου-μουσικής που ίσχυε για όλες τις άλλες εκτελέσεις. Γιατί δεν το παρατηρεί αυτό ο συγγραφέας; Γιατί ακολουθώντας ένα άλλο ρεμπετολογικό κλισέ, καταγράφει την κάθε λέξη έτσι όπως ακούγεται (έστω με λάθη - εδώ δεν είναι αυτό το πρόβλημα), χωρίς καμία διάκριση ανάμεσα σε κυρίως στίχο, τσάκισμα, άσχετο επιφώνημα κλπ., με αποτέλεσμα να χάνονται τα όρια της στροφής και γενικά να χάνεται η στιχουργική δομή.

Αυτό όμως θα μπορούσε να συμβάλει στη δημιουργία μιας σύγχυσης, η οποία διαιωνίζεται ως και στις μέρες μας, όπως μπορεί να διαπιστώσει όποιος διαβάζει στίχους σε βιντεάκια ή περιγραφές του ΥΤ. Και όμως, τη διάκριση αυτή ήξεραν να την κάνουν ακόμα και οι πρώτοι μελετητές ελληνικών τραγουδιών, νωρίς τον 19ο αιώνα, χωρίς κανείς να τους έχει προετοιμάσει το δρόμο (τον προετοίμασαν μόνοι τους αλλά μετά ο δρόμος χορτάριασε) και συχνά χωρίς να είναι καν εκ γενετής ελληνόφωνοι.

Να συμπληρώσω ότι από το άρθρο λείπει η ορθογραφική συνέπεια και σε αρκετά σημεία η διατύπωση μοιάζει τυχαία.

Στην πορεία του ξεφυλλίσματος θα δω αν μετά το ‘92 ο συγγραφέας έγινε καθόλου μεθοδικότερος, ή μήπως ήταν πάντα και απλώς έτυχε να πέσω σ’ ένα ατυχές κείμενο.

Για την ιστορία του πράγματος, ο στίχος είναι :
“Στο πονεμένο στήθος μου, γιατρός δε βάνει χέρι - και γιατρικό ένας γκρεμός, αν δε σε κάνω ταίρι”

Συγγνώμη, εάν χάλασα τη ροή της κουβέντας!

Δεν το βλέπω ακριβώς έτσι, αλλά θα χρειαστεί να παραθέσω ολόκληρο το κείμενο, έτσι όπως τραγουδιέται στο “Ελενίτσα”:

Το πληγωμένο στήθος μου [2] χτύπα και μη λυπάσαι [2] (Ελενίτσα μου / βρε μανίτσα μου)
Αν έχεις κι άλλα βάσανα [2] πες τα και μη φοβάσαι [2] ( “ —”)

(Ρεφρέν)*

Το πληγωμένο στήθος μου [2] γιατί δε μαστιγαίνεις** [2] (“ - -”)
και γιατρικό ένας γκρεμός [2] αν δε σε κάνω ταίρι [2](“ - -”)

(Ρεφρέν)

Δεν είναι κρίμα κι άδικο [2] δεν είναι κι αμαρτία, [2] (“ - -”)
να τυραγνιώνται δυό ψυχές δίχως καμμιάν ελπίδα [2] (“ - -”)

(Ρεφρέν, τέλος)

*: Άϊντε άϊντε γκιντιλίμ, μπισίμ οντά για, θα σε πάρω και θα φύγω, μα την Παναγιά .
**: κι εγώ αυτό ακούω.

Το ρεφρέν δεν έχει καθόλου σχέση με τα υπόλοιπα λόγια, υπάρχει άλλωστε ακριβώς στην ίδια μορφή και σε άλλες ηχογραφήσεις με τελείως διαφορετικούς στίχους στο κυρίως τραγούδι. Το αφήνουμε, λοιπόν, απ’ έξω. Το γκρουπάρισμα των στίχων είναι δικό μου και, καθόλου τυχαίο: Εγώ βλέπω τα ημιστίχια (των οκτώ και των επτά συλλαβών), κατά τον συγκεκριμένο τρόπο τακτοποιημένα και συνδυασμένα με τα τσακίσματα, να συγκροτούν ολοκληρωμένο κείμενο: “Χτύπα με και μαστίγωνέ με όσο θέλεις, αλλά αν δεν σε κατακτήσω θα αυτοκτονήσω. Κρίμα δεν θα ΄ναι;”. Και υπάρχει και ένα ακόμα ενδιαφέρον σημείο: Ο τίτλος του συγκεκριμένου ηχογραφήματος, όπως φυσικά τον θέλησε ο τραγουδιστής, είναι “Ελενίτσα”, άρα τα τσακίσματα ενσωματώνονται “αυτόματα” στο κυρίως κείμενο.

Το σημαντικότερό σου, λοιπόν, επιχείρημα, Περικλή, αυτό της μη ύπαρξης νοήματος, “υπόθεσης”, βλέπω να μη στηρίζεται επαρκώς. Πάμε τώρα στην ομοιοκαταληξία: Από τα τρία δίστιχα, το ένα πράγματι δεν ομοιοκαταληκτεί. Εδώ, το μόνο που μπορώ να πώ είναι ότι δεν είναι ούτε η πρώτη, ούτε η δεύτερη φορά που συμβαίνει κάτι παρόμοιο. Και πάμε και στο τρίτο θέμα που θίγεις, αυτό των ανύπαρκτων λέξεων. Δυστυχώς, και εδώ θα βρούμε πάμπολλα παραδείγματα (στον 20όν αιώνα πάντα!), κακοποίησης λέξεων, εκφράσεων κλπ. προς χάριν του συγκεκριμένου ηχογραφήματος.

Ούτε κι εγώ μπορώ να ξέρω “πώς μπορεί να είναι το σωστό”. Το στιχάκι που παραθέτει ο Αλέξανδρος, σίγουρα είναι σωστό, για άλλες περιστάσεις, αλλά όχι για ετούτην εδώ με τη συγκεκριμένη “υπόθεση” που παίρνει το τραγούδι στο στόμα του συγκεκριμένου τραγουδιστή: δεν του ταίριαξε, γιαυτό και προσπάθησε να το διαφοροποιήσει, αλλά χωρίς αισθητική επιτυχία.

Όμως, σκοπός του ερευνητή δεν ήταν, νομίζω, να επισημάνει “κακοτεχνίες” στις ηχογραφήσεις της “Αλατσατιανής” παρά απλά, να παραθέσει τα στοιχεία των ηχογραφήσεων, χωρίς σχολιασμούς. Αυτό και έκανε.

Πού Νίκο; Εδώ πάντως εγώ μεν δεν καταλαβαίνω ντιπ τι ακούω, ο δε ανεβάστορας ακούει:

Το πληγωμένο στήθος μου στα σύννεφα πηγαίνεις
και θα ζητάς ερώτα μου αν θα σε κάνω ταίρι.
(!)

Δεν ξέρω αν σώζονται πολύ καθαρότερες κόπιες του δίσκου. Από αυτό που άκουσα, το θεωρώ απόλυτα σαφές ότι δεν είναι σαφές τι λέει ο τραγουδιστής και ότι πρέπει να μαντέψουμε. Ε, δεν μπορείς να μαντεύεις «μαστιγαίνεις»!!! Θα γράψεις κάτι τόσο άκυρο μόνο αν η πραγματικότητα δε σου αφήνει κανένα περιθώριο, αν π.χ. ακούς από κάποια πηγή πεντακάθαρα ότι όντως αυτό λέει ο τραγουδιστής, οπότε αναλαμβάνει εκείνος την ευθύνη (και μάλιστα εγώ θα έγραφα και σικ για να είναι όλοι βέβαιοι ότι δεν την αναλαμβάνω εγώ). Ειδεμή, η τίμια καταγραφή είναι μία: «ακατάληπτο».

Άλλωστε η ένστασή μου για το νόημα αφορούσε τα όρια του διστίχου, όχι το τραγούδι όλο μαζί: αν μαστιγαίνεις σημαίνει μαστιγώνεις, τότε όλο το δίστιχο δε βγάζει νόημα. Σ’ ό,τι αφορά το τραγούδι ως σύνολο, είναι η γνωστή τεχνική συμπίλησης σκόρπιων διστίχων. Δεν είναι ασυνάρτητα μεταξύ τους, αλλά είναι υπεβολή να πούμε ότι έχουν και “υπόθεση”.

— Νέο μήνυμα προστέθηκε στις 22:59 ::: Το προηγούμενο μήνυμα δημοσιεύθηκε στις 22:51 —

Μα τι λέω!! Και βέβαια ακούω τι λέει. Δε θα το 'πιανα αν δε βοηθούσε ο Αλέξανδρος, αλλά τώρα, υποψιασμένος, τον πρώτο στίχο τον άκουσα φθόγγο-φθόγγο:

Στο πληγωμένο στήθος μου γιατροί δε βάζουν χέρι

Βεβαίως, Περικλή! Γιατροί δεν βάζουν χέρι, τέρμα. Δεν υπάρχει βέβαια καμμία αμφιβολία ότι η και η ποιότητα της εγγραφής αλλά κυρίως η κακή κατάσταση του δίσκου δεν βοηθούν καθόλου και βεβαιότατα δεν υπάρχει άλλος τρόπος παρά να μαντέψουμε. Έχεις δίκιο λοιπόν, σε ότι αφορά την παράθεση των στίχων, θα έπρεπε να γίνει κάποια παρατήρηση του τύπου “εδώ δύσκολα καταλαβαίνεις σαφώς τι λέει ο στίχος κλπ.”. Όσο για τον ανεβάστορα, που πάντως έχει κάνει γενικώς καλή δουλειά, και εδώ ακριβώς το ίδιο ισχύει. Αλλού κι αλλού είναι, και προδίδεται κυρίως από το “Άϊντε άϊντε τι θα γίνεις (:wink: μες στη Μποτζαλιά” (;;;;;;;;;;;;;;;;;:wink: που αποδεδειγμένα (το έχει καταγραμμένο ο Καράς και έτσι το μαθαίναμε στη σχολή) είναι “Άϊντε, άϊντε, γκιντιλίμ, μπιζίμ οντά γιά”, που σημαίνει “άϊντε, πάμε στον οντά μας”. Οπότε, η όλη κατάσταση γυρνάει πίσω σε αυτό που ξέρουμε καλά: Συμπίλημα για το συμπίλημα και, ξερό ψωμί…

Τα τούρκικα είναι ακόμη πιο λογικό να μην τα βγάζει κανείς με το αφτί, όταν δεν περιμένεις καν ότι ξαφνικά θα αλλάξει γλώσσα. Αλλά δεν υπάρχει μόνο το αφτί σ’ αυτή τη ζωή: ο ίδιος ο Καλυβιώτης που τον κατακεραύνωσα για άλλα λάθη, κατέγραψε ορθότατα «Άϊντε, άϊντε, γκιντιλίμ, μπιζίμ οντά γιά». Πού το ήξερε, το άκουσε; Λογικά όχι: θα το διασταύρωσε από κάποιον Καρά ή κάποια Σαμίου, οι οποίοι είχαν την ευκαιρία αλλά και την έμπνευση να ρωτήσουν διά ζώσης τον πληροφορητή «τι είπες εδώ; τι σημαίνει;», και μετά το έγραψαν κάπου και το διάβασε ο πάσα ενδιαφερόμενος.

Αυτό οφείλει να κάνει όποιος παρουσιάζει πληροφορίες. Και ο μεν γιουτουμπίστας (που συμφωνώ ότι γενικά έχει κάνει πολύ καλή δουλειά, αν και στο συγκεκριμένο σημείο χάνει γενικώς και όχι μόνο σ’ αυτό το τραγούδι), δέχομαι πως κάνει ό,τι καλύτερο χωράει να γίνει σ’ ένα βιντεάκι. Είμαι πολύ πιο ελαστικός σε μια τέτοια περίπτωση. Και μόνο που έχει βρει τόσα άγνωστα, ουσιαστικά ανέκδοτα (εκτός πριν 100 χρόνια σε πλάκες γραμμοφώνου) τραγούδια και μας τα μοιράζει, είμαι πάρα πολύ ευχαριστημένος και ευγνώμων και πολύ μας πάει. Οι αξιώσεις όμως γίνονται πολύ πιο αυστηρές όταν κάποιος δημοσιεύει άρθρο σε περιοδικό.

Συμφωνώ απόλυτα και γενικώς.

Ναι, ρε παιδί μου, αλλά αυτό το Μποτζαλιά, πού το βρήκε και, κυρίως, πώς το κόλλησε, εκεί που το κόλλησε; και εντάξει, Μωραΐτης μοιάζει απ’ το επίθετο, δεν ήξερε. Δε ρώταγε (καν’ να πρόσφυγα);

— Νέο μήνυμα προστέθηκε στις 11:28 ::: Το προηγούμενο μήνυμα δημοσιεύθηκε στις 11:12 —

Και κάτι που μου ήρθε στο μυαλό μετά το πάτημα του έντερ:

Η Σαμίου, που είχε πολύ καλή σχέση με τους πρόσφυγες της Νέας Ερυθραίας και φυσικά και με την κυρία Κλεονίκη, είχε κανονίσει με την ΕΡΤ και φτιάχτηκε μιά εκπομπή. Την Αλατσατιανή (φυσικά και με τον ανατριχιαστικό στίχο “… χαθήκαν οι λεβέντες σας, δεν έμεινεν ελπίδα”) την τραγούδησαν με το εξής ρεφρέν, παρά τις διαμαρτυρίες της Δόμνας:

Λαλαλά λαλά λάλα λάλα λαλαλάλα λά λάααα,
Θα σε πάρω και θα φύγω, κόρη, μακρυά.

«ΜΙΑ ΑΠΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΚΑΡΔΙΤΣΑ ΤΟΥ 1892 ΚΑΙ Η ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΕΝΟΣ ΔΗΜΟΤΙΚΟΥ ΤΡΑΓΟΥΔΙΟΥ». Περιοδικό «ΣΥΛΛΟΓΕΣ», Τεύχος 226, Οκτώβριος 2003.Πολύ ενδιαφέρον άρθρο του Καλυβιώτη (και πολύ πιο καλογραμμένο), από τον ίδιο ιστότοπο.

Κλέφτηκε ένα ζευγάρι στην Καρδίτσα. Έγινε χαμός με διώξεις, δίκες, φυγές στο βουνό κλπ… Δίνονται όλες οι σχετικές γοητευτικές -βρίσκω- λεπτομέρειες. Μέσα σ’ όλα, μια βραδιά, μια παρέα από φίλους του παλικαριού τριγυρνάνε μεθυσμένοι, τραγουδάνε το τραγούδι που βγήκε γι’ αυτή την ιστορία (και που πιθανώς το βγάλαν οι ίδιοι), προκαλούν διάφορα επεισόδια, και η φάση καταλήγει να τους την πέσουν με τα μαχαίρια οι ατιμασμένοι και ντροπιασμένοι συγγενείς της κλεμμένης κόρης.

110 χρόνια αργότερα ο Καλυβιώτης ψάχνει να εντοπίσει το τραγούδι αυτό στην προφορική παράδοση, και το βρίσκει. Όχι όμως στην αρχική μορφή που τραγουδούσαν εκείνη τη μοιραία βραδιά οι εύθυμοι νυκτωδοί, γιατί το ίδιο το περιστατικό που προκλήθηκε εκείνη τη βραδιά έχει πλέον ενσωματωθεί στο τραγούδι!

Συνίσταται οπωσδήποτε σε όποιον έχει μεράκι για τέτοιου είδους ιστορίες, σε όποιον λ.χ. κάθησε και ρούφηξε τα «Αμίλητα βαθιά νερά» ή τον «Ανάμιση τενεκέ». Εγώ το απόλαυσα. Μακάρι να 'χαμε και τη μουσική - το άρθρο φυσικά δίνει μόνο στίχους.

Στο πληγωμένο στήθος μου γιατρός μη βανει χερι…
τι μ’οφελουν τα γιατρικα αν δε σε κάνω ταίρι…

Έτσι το ξέρω το δίστιχο…και πιθανότατα να λέει αυτό…

Δύο ενδιαφέρουσες νέες αναρτήσεις στη σελίδα του γνωστού ερευνητή Αριστομένη Καλυβιώτη.

Η μία αναγγέλλει την από αρκετό καιρό αναμενόμενη έκδοση ενός νέου βιβλίου με τίτλο “Θεσσαλονίκη, η μουσική ζωή πριν το 1912. Η διασκέδαση, τα μουσικά καταστήματα, οι ηχογραφήσεις δίσκων”. Προϊόν μακροχρόνιας πρωτογενούς έρευνας για την Οθωμανική Θεσσαλονίκη του πρώϊμου 20ού αιώνα, με μεγάλο ενδιαφέρον. Το βιβλίο διατίθεται προς πώληση στο κατάστημα Music Corner, Πανεπιστημίου 56 και Εμμ. Μπενάκη, Αθήνα, τηλέφωνο 210 330 4000.

Στην άλλη ανάρτηση παρουσιάζονται πολλά άγνωστα μέχρι σήμερα στοιχεία για τη ζωή της Έλλης Τενεκίδου – Περιβόλα, της περίφημης Έλλης που “θέλει σκότωμα, με δίκοπο μαχαίρι”.

Έκανα μια μικρή ωραία ανακάλυψη, αλλά θα πρότεινα να ξαναδιαβάσετε την παλιά αυτή συζήτηση από το #8, για να φανεί πώς, με συλλογική προσπάθεια, ξεδιπλώνεται η αποκρυπτογράφηση ενός ακατάληπτου στίχου με κακό ήχο. Παραθέτω μια περίληψη:

(Όπου «κι εγώ» = όπως κι ο Καλυβιώτης.)

Δύο χρόνια αργότερα άκουσα και τον δεύτερο στίχο!

Ολόκληρη η μαντινάδα λέει το εξής, σαφέστατο, ολοκληρωμένο, και άλλωστε όχι άγνωστο από άλλα τραγούδια (και, αν δε με απατά η μνήμη μου, κι από άλλες ηχογραφήσεις του ίδιου τραγουδιού):

Στο πληγωμένο στήθος μου γιατροί δε βάζουν χέρι,
και γιατρικά δεν ωφελούν αν δε σε κάμω ταίρι.

Όπως και σε πολλές άλλες τέτοιες περιπτώσεις, αποδεικνύεται ότι οι λαϊκοί στιχουργοί δε γράφουν (συνήθως) ασυναρτησίες. Όποτε ακούμε ασυναρτησίες πρέπει να γινόμαστε επιφυλακτικοί προς το αφτί μας.

Προφανώς, Περικλή, ο δίσκος είναι το κομμάτι “Ελενίτσα”, Οντεόν ΝΟ-58506, 1908 τραγουδισμένο από κάποιον “Μιχαλάκη". Πράγματι, το επίμαχο δίστιχο αναγνωρίζεται ακριβώς όπως το αναφέρεις. ΟΜΩΣ: Πρώτον, αν δεν είχαμε τη βοήθεια του Alko 101 και του Collectorgram, που μας άνοιξαν τα μάτια, μπορεί και να μην αναγνωρίζαμε αυτούς τους στίχους, οπότε λογικά θα έπρεπε να δηλώσουμε “ακατάληπτος στίχος”, όπως κι εσύ προτείνεις κάπου παραπάνω. Δεύτερον: Ναι, στη συγκεκριμένη περίπτωση αποδεικνύεται ότι ο λαϊκός στιχουργός που κρύβεται πίσω από την ηχογράφηση αυτή, δεν έγραψε ασυναρτησίες. Αλλά ενώ κι εγώ συμφωνώ απόλυτα ότι όποτε ακούμε ασυναρτησίες, πρέπει να γινόμαστε επιφυλακτικοί προς το αφτί μας, δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις όπου λαϊκοί τραγουδιστές του μεσοπολέμου αλλά και νωρίτερα, όπως π.χ. εδώ (1908), τραγουδούν σε στίχους ασυνάρτητους που δεν βγάζουν νόημα, οπότε αυτό που περιέγραψα στο #10

δεν είναι εκτός πραγματικότητας.

Και κάτι άλλο:

Ποιά ήταν η πηγή σου; Εγώ χρησιμοποίησα τη βάση του σήλαμπς. Εσύ;

Ασφαλώς Νίκο. Και του Καλυβιώτη επίσης, καθώς και του ανεβάστορα, κι ας μην το βρήκαν εξαρχής (χωρίς αυτούς, μπορεί ακόμη και «το πληγωμένο στήθος μου», τα μόνα εξαρχής σίγουρα λόγια, που οδήγησαν στα υπόλοιπα, να μην τ’ ακούγαμε). Γι’ αυτό έγραψα:


Αν πηγή εννοείς πού το άκουσα, στο ΥΤ. Έχει το λινκ σε κάποιο προηγούμενο μήνυμα.

— Νέο μήνυμα προστέθηκε στις 01:01 ::: Το προηγούμενο μήνυμα δημοσιεύθηκε στις 00:54 —

Ξέχασες το λινκ