Έκανα μια αναζήτηση να βρω τι έχει δημοσιεύσει ο Ψάχος και ποιο να ήταν άραγε αυτό το βιβλίο που έχει χάσει ο Νίκος. Ο Κωνστ. Ψάχος (1869-1949) ήταν ψάλτης, συνθέτης, μουσικοδιδάσκαλος και σημαντικός μουσικολόγος. Κατά την αναζήτηση, τα μονοπάτια του διαδικτύου μ’ έφεραν στο παρακάτω κείμενο:
Ο Γιάννης Πλεμμένος παρουσιάζει, σε ημερίδα για τον Ψάχο το 2007, ένα από τα βιβλία του, Ασιάς Λύρα (1908). Πρόκειται για συλλογή οθωμανικών κυρίως κομματιών σε βυζαντινή παρασημαντική, με εκτενή εισαγωγή για τα μακάμια και τα ουσούλια. Τόσο από τις καταγραφές όσο και από την εισαγωγή ο Πλεμμένος συμπεραίνει ότι ο Ψάχος ήταν όχι μόνο λάτρης αλλά και πολύ καλός γνώστης αυτής της μουσικής, την οποία άλλωστε είχε διδαχθεί στην Πόλη, σε δερβίσικο μουσικοδιδασκαλείο, και την εξασκούσε.
Ομολογώ πως δεν περίμενα να έχει βγει τέτοιο βιβλίο στην Ελλάδα, εκείνη την εποχή. Καλά τα ίδια τα κομμάτια, αλλά και η θεωρία;! Και δεν πέρασε χωρίς απήχηση.
Για να τα κατανοήσω αυτά, ανέτρεξα και στο βιογραφικό του στη Βικιπαίδεια. Ο Ψάχος έζησε περίπου τη μισή του ζωή στην Πόλη και την άλλη μισή στην Αθήνα. Στην Αθήνα μεταξύ άλλων δίδαξε «Εθνική Μουσική», αρχικά σε άλλο ωδείο και αργότερα, όταν τσακώθηκε κι έφυγε (μαζί με τον Καλομοίρη παρακαλώ!), για λίγα χρόνια σε δικό του. Στη διδασκαλία του, αλλά και σε δημοσιεύματά του, ασχολήθηκε πολύ με την προβολή της μακαμίστικης παράδοσης ως μιας από τις συνιστώσες της ελληνικής μουσικής. Φυσικά δεν απέφυγε κι αυτός να της αποδώσει αρχαιοελληνικές ρίζες, όπως έκαναν τότε οι πάντες για καθετί που θεωρούσαν καλό και αξιόλογο.
Δηλαδή υπήρχε στις αρχές του 20ού αιώνα ωδείο στην Αθήνα που δίδασκε μακάμ!! Με δάσκαλο μάλιστα μια απολύτως σεβαστή και καθιερωμένη μορφή της λόγιας μουσικής στην Ελλάδα. Εντελώς απροσδόκητο για μένα.
Φαίνεται ότι δεν είχε καλά στερνά, πέθανε ξεχασμένος, παρ’ ότι σήμερα είναι γνωστότατος. Δε βρήκα όμως τι έγινε με τη διδασκαλία του, τη θεωρία του και όλη του την αντιμετώπιση της «ασιατικής μουσικής» όταν ήρθε ο Μεταξάς.
Ξέρουμε ότι ο Μεταξάς και ο λογοκριτικός του μηχανισμός, μουσικούς σαν τους σπουδαίους Σμυρνιούς και Πολίτες της Αθήνας τούς αντιμετώπισε τσουβαλιάζοντάς τους μαζί με τους περιθωριακούς χασικλήδες, όπως θεωρούσε τους ρεμπέτες. Κι ας ήταν (οι Σμυρνιοί και οι Πολίτες) άτομα κοινωνικώς ανεπίληπτα, με τη μουσική τους παιδεία και με τα άψογα κουστούμια τους και τα γυαλάκια τους. Αλλά βέβαια, κουστούμι ξεκουστούμι, ήταν μουσικοί των κέντρων διασκέδασης. Δεν ήταν σε κοινωνική θέση απυρόβλητη. Όταν όμως ο άλλος είναι ψάλτης, θεωρητικός, δάσκαλος, συγγραφέας, με αναγνωρισμένο κύρος, με εθνικό έργο, και γενικά εξέχον μέλος της κοινωνίας, με λίγα λόγια κοτζάμ Ψάχος, εκεί τι έκανε ο Μεταξάς;
Δεν το βρήκα αυτό (ίσως να συζητήθηκε σε άλλες εισηγήσεις της ημερίδας, δεν το 'ψαξα), αλλά κάτι θα έκανε. Πώς αλλιώς σβήστηκε από ολόκληρη την κοινωνία η ανάμνηση ότι κάποτε το μακάμ διδασκόταν στην Αθήνα, και φτάσαμε στη δεκαετία 1980 να επανεισάγεται ως κάτι εντελώς άγνωστο και εξωτικό από τον Ρος, τον Τσιαμούλη, τον Γράψα κλπ., σε μια κοινωνία όπου οι ρεμπετολόγοι δεν είχαν ποτέ ακούσει ότι υπάρχει τέτοιο πράγμα, και το ίδιο έδειχνε να συμβαίνει και με τους βυζαντινομουσικολογούντες και γενικά με όλους;
(Πάντως το βιβλίο του Νίκου με την κυπραίικη καταγραφή δεν είναι αυτό.)