Ο Βαμβακάρης μπορεί, μουσικά να είχε πολλες ομοιότητες με τα άλλα Ρεμπέτικα, όμως προσέθεσε κατι ξεχωριστό, το οποίο προφανώς το άκουσε απο κάπου, το θέμα είναι απο που; Απο ότι ξερω εντελώς παρθενογένεση στη τέχνη δεν υπάρχει, σίγουρα ήταν μεγαλο μυαλό, αλλα αποκλείεται να μην έλαβε κάποια αλλη επιρροή, εκτός του ρεμπέτικου.
Στη Σύρα, όπου έζησε τα παιδικά του χρόνια και απέκτησε τις πρώτες μουσικές προσλαμβάνουσες, υπήρχαν δύο μουσικοί κόσμοι (όπως και γενικότερα δύο κόσμοι): της Ερμούπολης και των χωριών. Ντόπιοι ήταν μόνο στα χωριά, οι Φραγκοσυριανοί. Οι Ερμουπολίτες, που ήταν περισσότεροι από όλους τους υπόλοιπους μαζί, ήταν φερτοί και ορθόδοξοι.
Στην Ερμούπολη, όπου υπήρχαν όλες οι κοινωνικές τάξεις ενός άστεως από τους βαθύπλουτους και εξευρωπαϊσμένους Χιώτες εφοπλιστές και μεγαλεμπόρους μέχρι τους λιμενεργάτες, υπήρχε όπερα, θεατρική μουσική (κωμειδύλλια, οπερέττες…), τραγούδια του συρμού για χοροεσπερίδες, το ελεφρό της εποχής, τα παραδοσιακά των πατρίδων όλων των μελών των λαϊκών τάξεων, και γενικά χίλιες δυο μουσικές, και ανάμεσά τους και το πρώιμο ανώνυμο ρεμπέτικο.
Στα χωριά υπήρχε η ντόπια δημοτική παράδοση, που είναι αιγιοπελαγίτικη. Συγγενική βέβαια με την παραδοσιακή μουσική άλλων νησιωτών που ζούσαν στην Ερμούπολη, μόνο που τα συριανά μέσα στη Σύρα έχουν ρίζες, ενώ τα μυκονιάτικα ή τα χιώτικα ήταν απλώς ανάμνηση. Απ’ όλα τα χωριά της Σύρας, η Απάνω Χώρα (σήμερα Άνω Σύρος), το χωριό του Βαμβακάρη, είναι το πιο κοντινό στην Ερμούπολη και αυτό που οι κάτοικοί του είχαν τα ταχτικότερα πάρε-δώσε με την Κάτω Χώρα, την Ερμούπολη.
Κατά παράδοση το κατεξοχήν αιγιοπελαγίτικο μουσικό όργανο είναι η τσαμπούνα. Ο Βαμβακάρης γεννήθηκε μέσα στην παράδοση της συριανής τσαμπούνας (ζαμπούνας κατά την τοπική ονομασία), αλλά αυτό δε φαίνεται να τον είχε επηρεάσει ιδιαίτερα. Άλλα στοιχεία όμως της αιγαιοπελαγίτικης παράδοσης έχουν αποτυπωθεί και στα δικά του τραγούδια, με κυριότερο βέβαια τη συρραφή αυτοτελών διστίχων.
Στην Αυτοβιογραφία του μιλάει για μερικά τραγούδια που τα έχει, ως ένα σημείο, δανειστεί από τα συριανά του ακούσματα. Θυμάμαι συγκεκριμένα ότι για το Φάληρο που πλένεσαι λέει «αυτό είναι παμπάλαιο συριανό»: προφανώς εννοεί τον σκοπό, όχι τα λόγια, και ο σκοπός δεν είναι βέβαια αυτόχθων κυκλαδίτικος. Θα υπήρχε όμως στη Σύρα, κάπου μέσα σ’ όλο της το πολιτισμικό μωσαϊκό, από τα παμπάλαια χρόνια, δηλαδή από πριν τον Μάρκο (μπορεί και ένα χρόνο πριν από αυτόν! ) Επίσης, για το «Να πεθάνεις» έχουν εντοπιστεί ηχογραφήσεις παλιότερες από του Μάρκου. Φυσικά, έχει επισημανθεί από παλιά ότι το δίστιχο «Ψηλά τα παραθύρια σου…» το αναφέρει ο Παπαδιαμάντης πολύ πριν τον Μάρκο, ενώ και η μελωδία του τραγουδιού του Μάρκου έχει εντοπιστεί ως «Παλαιστινέζικος» σκοπός στην Κω και ως ταμπαχανιώτικο στην Κρήτη.
Και λοιπά.
Ενδιαφέρον, άρα βασικά έχωσε το δημοτικό/παραδοσιακό τραγούδι της περιοχής του, στο αστικό ρεμπέτικο.
Σευχαριστω πολυ για το χρόνο σου λοιπόν pepe, μου λύθηκε μια απορία
Κατά κάποιο τρόπο ναι. Αλλά είπαμε: η περιοχή του (η Σύρα) ήταν χωνευτήρι παραδόσεων.
Κι ύστερα, όχι μόνο δημοτικό-παραδοσιακό αλλά και τα τότε σύγχρονα.
Ο Μάρκος παιδί, συνόδευε τον πατέρα του στην ζαμπούνα,παίζοντας τουμπί.Δηλαδή από το ένα αυτί είχε όλη την παράδοση με την μουσική της. Τις Κυριακές όμως σαν γνήσιος Καθολικός ( ο ίδιος το αναφυ), συμμετείχε στην χορωδία της εκκλησίας του.Δηλαδή όλα τα Γρηγοριανά και η αρμονία ήταν από το άλλο του αυτί.Το αποτέλεσμα ΜΆΡΚΟΣ!!!
Ένα ενδιαφέρον ερώτημα πάνω στις επιρροές του Μάρκου, είναι από που έμαθε το πακετάκι “αρμονικός-νιαβέντ-καρτσιγάρ” που φαίνεται να χαρακτηρίζει τόσο μεγάλο μέρος από τις συνθέσεις του. Υποπτεύομαι οτι πρέπει να είχε επιρρεαστεί από τον Σκαρβέλη ή τον Περιστέρη αλλά αν κάποιος γνωρίζει κάτι πιο συγκεκριμένο, θα ήταν πολύ ενδιαφέρον να το προσθέσει.
για να το κανω πιο “κοντό”, ο Μάρκος αντανακλά Βυζάντιο και Μεσόγειο.
του ηταν αρκετό για να μεγαλουργεί…
Ναι, αλλά αυτό είναι λίγο κλισέ. Τα πάντα στη Μεσόγειο είναι Μεσόγειος, και τα πάντα στην Ελλάδα κουβαλάνε, δυνητικά έστω, ένα βυζαντινό παρελθόν. (Και μην ξεχνάμε ότι, και στα βυζαντινά χρόνια, επίσης υπήρχε παρελθόν!)
Αυτό όμως δεν εξηγεί …
…, ενώ η υπόθεση περί Σκαρβέλη / Περιστέρη είναι κάτι πιο συγκεκριμένο.
Υπάρχει πιθανότητα, καποιους ποιο ανατολικούς δρόμους, να τους έμαθε απτον Γιοβάν Τσαους (που έλεγαν οτι ήξερε και όλους τους δρόμους) είτε άμεσα, (απτον ιδιο τον Τσαούς) είτε έμμεσα (καποιος να τους εμαθε απτον Τσαους και μετα απο αυτον τον κάποιο να τους έμαθε ο Μάρκος)
Δεν νομίζω ότι ο Γιοβάν Τσαούς ήταν αυτός που έμαθε στον Μάρκο κάτι. Ο ίδιος ο Μάρκος αναφέρει ότι με το μπουζούκι του Τσαούς δεν μπορούσε να παίξει. Αν του έδειχνε κάτι τότε θα μπορούσε να καταλάβει κάποια πράγματα. Στην βιογραφία του αναφέρει τις επιρροές του. Δεν την έχω πρόχειρη αλλά αναφέρεται σε φυλακόβιους μπουζουξήδες και βέβαια μην ξεχνάμε ότι πολλά τραγούδια του “χτενίστηκαν” από τον Περιστέρη και τον Σκαρβέλη. Νομίζω ότι όλα αυτά, (εννοώ τους δρόμους), ήταν κοινά ακούσματα μέσα στο σινάφι. Οπότε ο Μάρκος τα αφομοίωσε.
Σε αυτό το άρθρο θα βρεις αρκετά στοιχεία για τους μπουζουξήδες πριν την δισκογραφία:
Πολύ ενδιαφέροντα όλα αυτά! Στην μοναδική συνέντευξή του Στελλάκη Περπινιάδη, αναφέρει κι αυτός τον Γιοβάν Τσαούς και αυτούς που παίζαν κανονάκι (π.χ. τον Μαργαρώνη), ως γνώστες των μακάμ. Σίγουρα ήταν γνώστες και όλοι οι μικρασιάτες μουσικοί της εποχής, όπως ο Περιστέρης, ο Τούντας, ο Σκαρβέλης. Όμως ο Μάρκος, όπως και ο Στελλάκης και ο Ρούκουνας δεν ήταν μικρασιάτες. Το μικρασιάτικο άκουσμα ο Μάρκος μπορεί να το είχε ήδη από τη Σύρο λόγω μικρασιατών που εγκαταστάθηκαν εκεί, αλλά την μουσική θα πρέπει να την έμαθε μετά και μάλιστα όχι από βιβλία (φυσικά) αλλά από κάποιους κύκλους που μετέδιδαν προφορική παράδοση. Φαίνεται πάντως οτι αντιλαμβανόταν καλά τους δρόμους, γιατί κάποια λάθη που είναι εύκολο να τα κάνεις, όπως το να μπερδέψεις δρόμους που έχουν μόνο μία νότα διαφορά (π.χ. αρμονικός με φυσικό μινόρε) δεν τα έκανε και αντιθέτως έκανε περάσματα που δουλεύουν καλά όπως αρμονικός - νιαβέντ.
Υποθέτω βέβαια ότι όταν λέμε ότι ο Μάρκος έμαθε κάτι από, λ.χ., τον Γιοβάν Τσαούση, εννοούμε ότι έμαθε ακούγοντάς τον να παίζει. Άντε να βρέθηκαν σε καμιά παρέα και να τον ρώτησε κάτι, δείξε μου το ένα ή πώς το λένε το άλλο, αλλά μέχρι εκεί. Δεν υπήρχε διδασκαλία. Αυτοδίδακτοι ήταν οι ρεμπέτες, αλλά όταν λέμε αυτοδίδακτος δεν εννοούμε φυσικά να δημιουργησε μόνος του όση γνώση κατείχε: δεν έμαθε μπουζούκι στην απομόνωση, αλλά μέσα σ’ έναν κόσμο όπου κυκλοφορούσαν και τα μπουζούκια και αυτή η μουσική.
Ενώ αντίθετα κάποιοι Μικρασιάτες όπως ο Γιοβάν Τσαούς, ο Τούντας κλπ. πρέπει να είχαν περάσει και κανονική διδασκαλία, έστω κι αν η μέθοδος δεν ήταν όπως σήμερα.
Ο Στελλάκης Περπινιάδης γεννήθηκε στην Τήνο και μεγάλωσε στην Κωνσταντινούπολη. Όπως καταλαβαίνεις λοιπόν οι μουσικές επιρροές που δέχθηκε είχαν πολλή μικρασία, πριν ακόμα έρθει στην Αθήνα και συνεργαστεί με τους υπόλοιπους.
Ο Κώστας Ρούκουνας ήταν Σαμιώτης και τραγουδούσε ήδη πριν κατέβει και αυτός Αθήνα. Μάλιστα ήταν σχετικά διάσημος στην Σάμο για την φωνή του και τα σμυρνάιϊκα που έλεγε. Η Σάμος δεχόταν μεγάλη επιρροή από τα μικρασιατικά παράλια απέναντι.
Δεν έχω καταλάβει όμως που θέλεις να καταλήξεις. Ρωτάς για το ποιοι έμαθαν στον Μάρκο τους δρόμους; Σε αυτό αναφέρεται ο ίδιος στην βιογραφία του. Δεν ήταν ένας μόνο που τον επηρέασε.
Όσο για τους Περπινιάδη και Ρούκουνα είχαν σαφέστατα μικρασιάτικες επιρροές.
Αν ρωτάς για το αν ο Μάρκος ήξερε τα μακάμια, πιθανότερο είναι να μην τα ήξερε, με την έννοια πως λέγονται, αλλά είχε ακούσματα με αποτέλεσμα να τα αφομοιώσει.
Ανεξάρτητα από το “πώς τα έλεγε” ή ακόμα και “αν τα έλεγε κάπως”, πιστεύω οτι τα ήξερε. Κάπως τα είχε κωδικοποιήσει μέσα στο κεφάλι του. Δεν νομίζω οτι αρκούν τα ακούσματά του για να παράξει αυτό το έργο. Κατά τα άλλα δεν θέλω να καταλήξω κάπου, απλά ρωτάω.
Καταρχήν να ξεκαθαρίσουμε κάτι. Ο Μάρκος δεν έπαιξε ποτέ “μικρασιάτικη” μουσική. Ο Μάρκος έπαιξε ρεμπέτικο - πειραιώτικο. Είναι διαφορετικό είδος, που οπωσδήποτε δέχτηκε επιρροές από παντού.
Πάμε τώρα στο αν “τα είχε κωδικοποιήσει μέσα στο κεφάλι του”. Οπωσδήποτε το είχε κάνει και μάλιστα ο ίδιος σε ένα σημείο της βιογραφίας του αν θυμάμαι καλά λέει ότι του πήγαινε πιο πολύ στην φωνή του και του έβγαινε πιο καλά το “νιαβέντι”.
Όλοι οι μουσικοί ταξινομούν τα ακούσματα και τις επιρροές μέσα στο κεφάλι τους με κάποιο τρόπο. Άλλοι με τον “ακαδημαϊκό” και άλλοι με τον “λαϊκό”. Από την στιγμή που ο Μάρκος αποφάσισε να ασχοληθεί με την μουσική και δη επαγγελματικά έπρεπε να το κάνει αυτό. Τώρα το πώς τα είχε μες το κεφάλι του η βιογραφία μας δείχνει έναν καθαρά λαϊκό μουσικό που μάθαινε πρακτικά.
Όταν υπάρχει ταλέντο ειδικά όπως του Μάρκου, τα ακούσματα φτάνουν και περισσεύουν για να δημιουργήσει κάποιος τέτοιο έργο.
Εξάλλου ο Μάρκος ζούσε στην εποχή της ζύμωσης αυτού του είδους μουσικής. Βρισκόταν στο κέντρο όλης αυτής της δημιουργίας. Από την μια είχε δίπλα του κορυφαίους μουσικούς, σπουδαγμένους και καταξιωμένους, και από την άλλη, ζούσε μέσα στην παράδοση της φυλακής, του τεκέ και της ανώνυμης δημιουργίας.
Δεν ήξερα ότι τίθεται ερώτημα αν ο Μάρκος ήξερε τους δρόμους με τα ονόματα. Μα νομίζω ότι μιλάει ευθέως για δρόμους στην Αυτοβιογραφία του.
Η ονοματοθεσία είναι ένα πρώτο στάδιο θεωρητικοποίησης. Τα επόμενα στάδια δεν είναι απαραίτητα για έναν πρακτικό μουσικό με πλούσια εμπειρία της μουσικής που παίζει, και με ταλέντο. Κι ούτε νομίζω ότι υπήρχαν ποτέ άλλα στάδια σε ό,τι αφορά τους λαϊκούς δρόμους, μέχρι πολύ αργότερα που άρχισαν να γράφονται βιβλία γι’ αυτούς. Αλλά αυτό το στάδιο σαφώς και το είχε κατακτήσει, τόσο στους δρόμους όσο φυσικά και στα ντουζένια (που, εκτός των άλλων, τα αναφέρει και σε τραγούδια, και φυσικά τα έδειξε και στον Στέλιο τον γιο του).
(Συμπλ.)
Δε νομίζω, για παράδειγμα, ότι ονομάτιζε τις νότες ή τις βαθμίδες.
Έλεγε «ζεϊμπέκικο, απτάλικο, χασάπικο» αλλά δεν ξέρω αν έλεγε «εννιάρι, δυάρι, τεσσάρι».