Έχε υπόψη σου Τζίμη μια ιδιαιτερότητα-δυσκολία του τζουμπούς, που δεν τη βρίσκουμε σε άλλα όργανα:
Νομίζω ότι δεν είναι και τόσο περιορισμένη, έχει αρκετό εύρος. Απ’ όσο έχω καταλάβει, μπορείς πρώτα να κουρδίσεις το όργανο σε κάποιον στάνταρ τόνο και μετά, αν κάποια ανάγκη το απαιτεί, να το ανεβάσεις από τη βίδα όλο μαζί έναν τόνο ας πούμε. Ίσως μετά να χρειαστεί και λίγο φινίρισμα στο κούρδισμα της κάθε χορδής (όπως συνήθως χρειάζεται και με το καποτάστο), αλλά οπωσδήποτε είναι γρήγορο και πρακτικό.
Πού είναι όμως το πρόβλημα:
Κάποιος που ξέρει από κιθάρες, όταν αρχίσει να νταλαβερίζεται με μπουζούκια μπερδεύεται που ο καβαλάρης είναι κινητός. Δε θ’ αργήσει όμως να μάθει να βρίσκει τη σωστή θέση, με μπούσουλα τα σταθερά τάστα.
Κάποιος που ξέρει από μπουζούκια, αν πιάσει ένα λαούτο μπορεί αντίστοιχα να μπερδευτεί με τα κινητά τάστα. Και πάλι όμως, ο σταθερός καβαλάρης βοηθάει.
Με το σάζι είναι πιο περίπλοκα τα πράγματα. Κινητά τάστα, κινητοί μπερντέδες, δεν υπάρχει κάτι σταθερό για να ρυθμίσουμε με βάση αυτό τα υπόλιπα; Τέλος πάντων, κι εκεί μαθαίνεις ότι ο τελευταίος μπερντές, ακριβώς στην ένωση, είναι σταθερός (πολλές φορές και στερεωμένος σε εγκοπή), και δίνει αυτός τον μπούσουλα.
Ε λοιπόν, στο τσιμπίσι τάστα δεν υπάρχουν ολωσδιόλου, ο καβαλάρης είναι κινητός, πατάει πάνω σε μια μεμβράνη που τεντώνει και ξετεντώνει, και επιπλέον και η κλίση του μπράτσου δεν είναι ούτε αυτή σταθερή. Κι από πάνω, είναι και το κούρδισμα μεταβλητό! Αυτό είναι χάος και, μετά από κάποια προσπάθεια εξοικείωσης με ένα τσιμπίσι που έχω, την άκρη δεν τη βρήκα. Μπορεί μεν για μία κλίση Χ ο σωστός τόνος κουρδίσματος να είναι Ψ (ή αλλιώς: ότι για το στάνταρ κούρδισμα η κλίση πρέπει να είναι Χ), αλλά πώς να μετρήσεις την κλίση; Μόνο αν σ’ την έχουν δώσει μετρημένη και δεν την πειράξεις.
Δεν αμφιβάλλω ότι θα υπάρχει κάποια διέξοδος από αυτό τον λαβύρινθο, αλλά μάλλον πρέπει κάποιος να σ’ τη δείξει. Υποθέτω βέβαια ότι σ’ ένα μαγαζί θα ξέρει ο έμπορας να σου πει πού κουρδίζει το όργανο με τη συγκεκριμένη κλίση που έχει αυτή τη στιγμή.