Τυποποιημένοι μανέδες

Καλημέρα και χρόνια πολλά στους εορτάζοντες!

Ανεβάζω, όσες ετικέτες 78 στροφών έχουν βρεθεί με τον «Πειραιώτικο» μανέ, από την έρευνα του Περικλή.

Από την ετικέτα γνωρίζουμε ότι στο βιολί είναι ο Δραγάτσης-Ογδοντάκης. Ο προσδιορισμός «μανές» μέσα σε παρένθεση.

Είναι ο μόνος δίσκος, στον οποίο δεν υπάρχει ο προσδιορισμός «μανές».

“Γεια σου Σαλονικιέ με το γλυκό βιολί σου» η μία προσφώνηση και «Και εσύ Σκαρβέλη, που μας γλυκαίνεις με την κιθαρίτσα σου» η άλλη. Πιο πριν ακούγεται το «Ρίχτα παραπονιάρη Νούρο», μάλλον δύο φορές.

Στην ετικέτα ο τίτλος είναι «Μανές Πειραιώτικος».

Και εδώ ο τίτλος είναι «Μανές Πειραιώτικος». Το κομμάτι είναι στο όνομα του Στελλάκη.

Οι προσφωνήσεις «Γεια σου Στελλάκη, να χαρώ το ζαχαρένιο σου στόμα, παιδί μου» και «Γεια σου Μαργαρώνη με τις πενιές σου» πρέπει να γίνονται από τον Βαγγέλη Παπάζογλου, ο οποίος παίζει κιθάρα.

Τέσσερα (4) τραγούδια πιο πριν, είχαν ηχογραφήσει μαζί το τραγούδι «Τεχνίτης και κατεργάρης», το οποίο είναι στο όνομα του Κώστα Σκαρβέλη.

Αν δεν κάνω κάποιο λάθος, η ηχογράφηση αυτή, πρέπει να προηγείται της παραπάνω ηχογράφησης, με τον Στελλάκη.

Αξίζει να αναφερθεί, ότι παρουσιάζονται δύο (2) ετικέτες με αυτή την ηχογράφηση και κυκλοφορία. Στην πρώτη, το «Φίλοι πια δεν υπάρχουνε» είναι κάτω από το «Πειραιώτικος μανές» και με μικρά γράμματα, ενώ στην δεύτερη είναι ένας ενιαίος τίτλος και με κεφαλαία γράμματα. Από τις λίγες φορές που μία ετικέτα δίσκου σχεδιάζεται εις διπλούν.

Όπως μπορούμε να δούμε στην δεύτερη ετικέτα (στο περιθώριο ανάμεσα στα αυλάκια του δίσκου και την ετικέτα), κυκλοφόρησε η πρώτη μήτρα της ηχογράφησης. Ίσως να μην χρειάστηκε δεύτερη.

21755-

21755

Και μία τελευταία ετικέτα.

Μάλλον εκ παραδρομής σημειώθηκε το 0 (μηδέν) αντί του Ο (όμικρον), που είναι το σωστό.

3 «Μου αρέσει»

Βρέθηκε αυτή του 1930 με τον Σμυρνιό Κώστα Νούρο, ο οποίος, όπως σημειώνεται στα σχόλια του τραγουδιού στο sealabs, ήταν φημισμένος τραγουδιστής και αμανετζής πριν ακόμα την καταστροφή της Σμύρνης.

Εδώ λίγα πράματα για τον Κώστα Μασσέλο-Νούρο.

Και εδώ η ετικέτα από τον Ματζόρε μανέ του 1930 στην Parlophone.

Αφού εσύ με μίσησες το πάν θα σε μισήσει
κι ο μισεμένος άνθρωπος δεν πρέπει πια να ζήσει.

2 «Μου αρέσει»

Το μέλος pepe επέστρεψε από τις διακοπές του, όπου ήταν εκτός δικτύου. Ας το καλωσορίσουμε.

Ε λοιπόν, αυτό μου προξενεί απροσδόκητη χαρά! Είχα αρχίσει να πιστεύω ότι είμαι ο μόνος που το έχει παρατηρήσει, και αυτό φυσικά δημιουργεί κάποιες αμφιβολίες (όλοι τρελοί εκτός από μένα, ή μήπως…;).

Λοιπόν, ας ανακεφαλαιώσουμε λίγο όσα γράφτηκαν μέχρι τώρα (το είχα ξανακάνει εδώ, παραπέμποντας σε συγκεκριμένα μηνύματα με τους αριθμούς τους) και να δούμε τι ακόμη υπολείπεται.

Ξεκίνησα χωρίς συνείδηση αυτών που διαπίστωσα στην πορεία, επομένως πιστεύοντας ότι οι μανέδες είναι κατά βάση αυτοσχέδιοι και ότι μόνο μια ομάδα (που έτσι κι αλλιώς ξεχωρίζει από το σύνολο και από άλλες ιδιαιτερότητες, π.χ. τις έντονες έως ριζικές δυτικές επιδράσεις) είναι τυποποιημένοι, δηλ. συντεθειμένοι, προσχεδιασμένοι, όχι αυτοσχέδιοι. Ποιοι ακριβώς μανέδες ανήκουν σ’ αυτή την ομάδα; Άρχισα μ’ εκείνους για τους οποίους μου είχε ήδη δοθεί η πληροφορία ότι είναι τυποποιημένοι, συγκεκριμένα:

  1. Σμυρναίικο μινόρε (που παραδίδεται και με άλλους τίτλους).
  2. Γαλατά μανές, άλλως Ανταμαμάν.
  3. Ματζόρε μανές.
  4. Χιώτικος μανές (αυτόν τον ανακάλυψα κατά τη διάρκεια της διερεύνησης των υπολοίπων).
  5. Τζιβαέρι μανές.
  6. Ταμπαχανιώτικος μανές, άλλως Σουλτανί μανές.

Μέχρι αυτό το σημείο, το πιο ενδιαφέρον στοιχείο που είχα δει να έρχεται στο φως ήταν η διαφαινόμενη ιδιαίτερη σχέση ανάμεσα στο είδος του τυποποιημένου μανέ και στον χορό του μπάλου. Ενδιαφέρον, ανάμεσα σε άλλους λόγους, και διότι ο μπάλος με μανέ αποτελεί και σήμερα απολύτως ζωντανό στοιχείο λαϊκής παράδοσης. Τόσο σήμερα όσο και στον Μεσοπόλεμο, απ’ όλους τους τυποποιημένους μανέδες εκείνος που τραγουδιέται συστηματικότερα στον μπάλο είναι ο Μανές Φα Ματζόρε (διάφορος από τον Ματζόρε). Αυτόν λοιπόν, και μαζί του και τον Σούστα-Μπάλο μανέ, τους φύλαγα για το τέλος.

Ήθελα όμως να βεβαιωθώ ότι θα έχω όντως φτάσει στο τέλος, χωρίς να έχω παραλείψει κι άλλους τυποποιημένους: αλλιώς, θα ήμουν αναγκασμένος να τους προσθέσω μετά από το σημείο όπου -όπως θεωρούσα μέχρι τότε- κορυφώνεται η έρευνα, πράγμα κάπως ξενέρωτο. Και στο μεταξύ είχα βρει, τυχαία, ότι όντως υπάρχουν κι άλλοι τυποποιημένοι μανέδες εκτός από τους 6 βασικούς (τους προαναφερθέντες 5, χωρίς τον Χιώτικο, και τον Φα Ματζόρε). Πώς θα μπορούσα να κάνω μια σκούπα σε όλο το καταγεγραμμένο ρεπερτόριο μανέδων ώστε να εντοπίσω, μεθοδικά πλέον και όχι τυχαία, ποιοι είναι τυποποιημένοι;

Έτσι:

Έτσι βρέθηκα με μια αρκετά μεγάλη λίστα τίτλων, τους οποίους άρχισα να μελετώ αφού πρώτα τους κατέταξα σε αλφαβητική σειρά. Ανάμεσά τους κάποιοι αποδείχτηκε τελικά ότι δεν αντιστοιχούν σε μανέδες (παραπλανητικός τίτλος), κάποιων το ηχητικό δεν είναι διαθέσιμο, κάποιοι είναι όντως τυποποιημένοι και κάποιοι αντιστοιχούν σε μία μοναδική ηχογράφηση, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να ελεγχθεί αν είναι τυποποιημένοι ή όχι (αφού μόνο αν ακούσεις την ίδια μελωδία σε δύο ή περισσότερες διαφορετικές ηχογραφήσεις πείθεσαι οριστικά ότι δεν πρόκειται για αυτοσχεδιασμό).

Μελετώντας όμως όλους αυτούς τους μανέδες, βρέθηκα μπρος στην απροσδόκητη διαπίστωση ότι ακόμη και μανέδες που να μην έχουν εκείνα τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που διακρίνουν τους τυποποιημένους από τους αυτοσχέδιους, δηλαδή ακόμη και τυπικοί, κλασικοί μανέδες, που έχουν όλα τα φόντα να θεωρηθούν αυτοσχέδιοι (όπως και θεωρούνταν απ’ όλους), τελικά δεν είναι πάντα αυτοσχέδιοι. Αυτό προκύπτει μόνο αν διαπιστωθεί ότι δύο τέτοιοι μανέδες είναι ο ίδιος σκοπός. Αλλά είναι τέτοια η φύση των μελωδιών του μανέ ώστε, αν δε γίνει πολύ αναλυτική ακρόαση με λεπτομερείς σημειώσεις και ακολούθως σύγκριση, μπορεί κανείς ν’ ακούει δυο μανέδες όλη του τη ζωή και ποτέ να μην παρατηρήσει ότι ταυτίζονται μεταξύ τους.

Αυτή η διαπίστωση μου φάνηκε πιο σημαντική κι από την άλλη, που αφορούσε τον μπάλο. Επειδή όμως (αν ισχύει) είναι ανατρεπτική, ήθελα, όπως τόνισα και πιο πάνω, να την τεκμηριώσω όσο εξαντλητικότερα γινόταν. Το σχέδιο που κατέστρωσα, που στηρίζεται στη διατύπωση των τίτλων, θεωρώ ότι παρέχει έναν ικανοποιητικό βαθμό πληρότητας στην τεκμηρίωση. Η πραγματικά πλήρης τεκμηρίωση, δηλαδή η μέγιστη δυνατή άρση των αμφιβολιών, θα γινόταν αν κάποιος έπιανε ΟΛΟΥΣ τους παραδιδόμενους μανέδες, τους ομαδοποιούσε κατά μακάμια, και εξέταζε αν ανάμεσα στους 40 (τυχαίο νούμερο) μανέδες σε Ραστ εντοπίζονται 5 ή 10 μελωδίες που επαναλαμβάνονται σε πολλές ηχογραφήσεις. Αλλά αυτό είναι τεράστιο έργο που νομίζω ότι μόνο κάποιος που να πληρώνεται γι’ αυτό και να μην έχει άλλες υποχρεώσεις θα το έφερνε εις πέρας. Ακόμα κι έτσι, δε θα μπορούσε να αποδειχτεί ακράδαντα ότι αυτοσχέδιος μανές δεν υπήρξε ποτέ, εκτός από τη μάλλον απίθανη περίπτωση όπου κάθε μελωδία εντοπιζόταν σε δύο ή περισσότερες ηχογραφήσεις. Ήδη όμως έχουμε φτάσει στο σημείο όπου η αντίληψη ότι κάθε μανές που φέρει ορισμένα χαρα;κτηριστικά είναι αυτοσχέδιος καταρρίπτεται. Ναι μεν δεν αποδεικνύεται ότι κανένας μανές δεν είναι αυτοσχέδιος, όμως για αρκετούς αποδεικνύεται με ασφάλεια ότι δεν είναι, ενώ για όλους τους υπόλοιπους δεν είναι δυνατόν να αποδειχτεί ούτε ότι είναι ούτε ότι δεν είναι (άρα: κανείς μανές δεν είναι αποδεδειγμένα αυτοσχέδιος).

Εν πάση περιπτώσει, ξεκίνησα να εξετάζω την αλφαβητική μου λίστα. Ορισμένοι τίτλοι προέκυψε ότι έχουν πολύ ψωμί, και αποφάσισα να δημοσιεύσω πρώτα όσα αφορούν αυτούς, ώστε μετά να μείνουν τα «ψιλά» και στο τέλος να έρθω και σ’ εκείνους που εξ αρχής προόριζα για τελευταίους. Έτσι ανέβασα τα στοιχεία για τους κάτωθι:

  1. Μανές του φθισικού και άλλοι συναφείς.
  2. Νινί μανές.
  3. Πειραιώτικος μανές.

Επιφυλάσσομαι ακόμη να ανεβάσω όσα έχω βρει (που είναι λιγότερα) για τους εξής:

  1. Βαγγελικός μανές.
  2. Γκιουζέλ μανές.
  3. Κουμπαγιώτικος μανές.
  4. Λεϊλά Χανούμ μανές.
  5. Μανές της ξενιτιάς.
  6. Μανές της φυλακής.
  7. Μανές του βασανισμένου.
  8. Μανές του πόνου.
  9. Μπαμ μανές.
  10. Μπεγιόγλου μανές.
  11. Μπουλμπούλ μανές.
  12. Ντερτλί μανές.
  13. Πέστιμο μανές.

Τίτλοι που δεν τους έχω ακόμη μελετήσει, αλλά επιφυλάσσομαι (και δεν ξέρω τι θα δώσουν) είναι ακόμη οι εξής:

  1. Πολίτικος μανές.
  2. Σεβνταλή μανές.
  3. Σερφ μανές.
  4. Σι μπεμόλ μανές.
  5. Σμυρναίικος μπορδέλο μανές.
  6. Τσακπίν κατηφές μανές.
  7. Τσιφτετέλι μανές.
  8. Χαρμπιέ μανές.

Και, τέλος (αν δεν προκύψει καθ’ οδόν κάτι καινούργιο, που όμως είναι αρκετά πιθανόν να προκύψει), η παρουσίαση θα κλείσει με τους μανέδες που κατεξοχήν σχετίζονται με τον μπάλο: Φα Ματζόρε μανέ, Σούστα μανέ, και ίσως μερικούς ακόμη σχετικούς.


Υ.Γ. Βλέποντας ότι στα πρώτα 72 μηνύματα καλύφθηκαν οι 9 από τους περίπου 30+ υποψήφιους προς εξέταση μανέδες, ο Νίκος θα είχε κάθε λόγο να ανησυχεί: γεράσαμε κι ακόμα δεν είμαστε ούτε στο 1/3! Όμως σας διαβεβαιώ ότι τα νούμερα 10 έως 22 δεν έχουν πολύ ψωμί. Για τα 23 κ.εξ. δεν εγγυώμαι τίποτε! :slight_smile:

3 «Μου αρέσει»

(πρώτες λέξεις κειμένου προς παράθεση)

(τελευταίες λέξεις)

Πραγματικά, αυτός θα ήταν ο μόνος τρόπος για σωστή έρευνα. Φοβάμαι ότι δεν πρόκειται να γίνει ποτέ.
(αυτά τα ολίγα, εδώ στην εξοχή έχω μόνο ένα τάμπλετ και οι προϋποθέσεις για εκτενέστερα κείμενα δεν υπάρχουν)

Βρέθηκε και αυτή η ετικέτα.

Υπάρχει και ένας ακόμη Ματζόρε μανές, ο οποίος δεν έχει καταγραφεί στο μήνυμα 6 του pepe. Από τα 1919, και την Columbia Αμερικής, με την Μαρίκα Παπαγκίκα.

Η νύχτα με παρηγορεί, που πέφτω και κοιμούμαι, και λησμονώ τα βάσανα, και σένανε θυμούμαι

2 «Μου αρέσει»

Κοίτα να δεις τι δώρο μου προσέφερε η αυτόματη ανάσυρση παλαιών θεμάτων:

Το Σμυρναίικο Μινόρε είναι, απ’ όλα τα κομμάτια με τα οποία έχω καταπιαστεί εδώ, αυτό με τη μικρότερη τεκμηρίωση εκ μέρους μου. Είχα μόλις ξεκινήσει να ψάχνω για τους τυποποιημένους μανέδες, και δεν είχα υποψιαστεί το εύρος του θέματος.

Προς το παρόν απλώς μεταφέρω το παράθεμα εδώ, χωρίς αντιπαραβολή με τα δικά μου ή με τις πηγές. Σίγουρα θα υπάρχουν και παραπάνω ηχογραφήσεις, σίγουρα κάποιες θα τις έχω ήδη βάλει, ενδεχομένως να υπάρχουν και τίποτε λάθη (έτσι κι αλλιώςόλα αυτά ελέγχονται πολύ πιο εύκολα σήμερα απ’ ό,τι το 2003), αλλά δεν παύει να είναι μια σημαντική βοήθεια…

Ευχαριστώ πολύ τον Σάκη Π[άπιστα;]. Κάνεις ένα καλό, και μπορεί να περάσουν 16 χρόνια αλλά κάποιος θα το βρει και θα το εκτιμήσει.

1 «Μου αρέσει»

Χμ… Για τα όποια καλά τυχόν έχω κάνει εγώ, δεν θα ήθελα να περιμένω δεκάξι χρόνια πριν κάποιος αναγνωρίσει κάποιο…

Μη βλέπεις το ποτήρι μισοάδειο, Νίκο:

Κάνεις το καλό, δεν το παρατηρεί κανείς, το παίρνεις πια απόφαση να μην περιμένεις καμία αναγνώριση για το συγκεκριμένο, και όταν πια το 'χεις ξεχάσει από χρόνια, τσουπ! μια ευχάριστη έκπληξη! (Που πιθανότατα δεν τη μαθαίνεις κιόλας - άλλο αυτό…) :slight_smile:

Είναι κρίμα που έμεινε στη μέση αυτή η έρευνα. Ιδίως που για ένα σημαντικό μέρος όσων δεν έγραψα, η προεργασία είχε ήδη γίνει. Έχω αντικειμενκά προβλήματα χρόνου που πέρσι δεν τα είχα. Για να μην ψοφήσει τελείως το νήμα, θα ανεβάζω κάθε τόσο μερικά από τα ήδη προετοιμασμένα, και μετά βλέπουμε.

Είχαμε μείνει στο εξής σημείο:

  1. Βαγγελικός μανές.

Δεν τον έχω ακούσει. Δεν υπάρχει στο Σίλαμπς, ούτε στο ΥΤ. Ο τίτλος μού είναι γνωστός από τους Ρεμπέτικους Διαλόγους και από τον Μανιάτη. Και οι δύο παραδίδουν ότι τραγουδάει η Χρύσα Βαβδύλα, δίστιχο «Μη λησμονήσεις να ρωτάς καμιά φορά για μένα / αν βρίσκομαι εις την ζωή ή πέθανα για σένα», δίσκος Odeon GA-1478, και διαφωνούν μόνο ως προς τη χρονολογία, 1929 (Μαν.) ή 1930 (ΡΔ).

Η Χρύσα Βαβδύλα αναφέρεται αλλού και ως Αϊδινιά, ενώ πιθανόν να είναι το ίδιο πρόσωπο και με τη Χρύσα Θηβαίου (πηγή: http://rebetiko.sealabs.net/display.php?string=βαβδυλα).

  1. Γκιουζέλ μανές.

Ο Παπασιδέρης έχει ηχογραφήσει δύο μανέδες, άσχετους τον ένα από τον άλλο, με αυτό τον τίτλο. Ο ένας φέρεται απλώς ως «Γκιουζέλ μανές» από τους Ρεμπ. Διαλόγους, τον Μανιάτη και το φυλλάδιο του Σίλαμπς, αλλά ως «Γκιουζέλ μανές (Πειραιώτικο)» από τη βάση του Σίλαμπς. Δεν ξέρω αν η λέξη Πειραιώτικο υπάρχει στην ετικέτα και την παρέλειψαν οι τρεις άλλες πηγές ή δεν υπάρχει και την προσέθεσαν στο ΣΛ, πάντως ο δρόμος είναι Πειραιώτικος. Δίστιχο «Να ήξευρα στη μαύρη γης θα βρώ τον ίδιο κόσμο, / θα βρώ τους φίλους που γλεντώ ή τα σκουλήκια μόνο;», δίσκος Odeon GA-1588 (αρ.μήτρας: GO-1730), 1931. Συνοδεύουν Σαλονικιός βιολί, Σιδέρης Α(ν)δριανός λαούτο (εντυπωσιακός όπως συνήθως), Μαν. Φυστιξής τσίμπαλο - για τον τελευταίο ο Μανιάτης σημειώνει σε παρένθεση «Χρυσαφάκης».

Δεν υπάρχει καμία ένδειξη ότι είναι τυποποιημένος, και δεν υπάρχει άλλη ηχογράφηση. Ίσως μια λεπτομερής αντιπαραβολή με τους 12 άλλους μανέδες σε Πειραιώτικο, που έχουν παρουσιαστεί πιο πάνω, να δείξει κάποια ταύτιση.

Ο δεύτερος μανές έχει πλήρη τίτλο «Γκιουζέλ Σαμπάχ μανές» και είναι, βέβαια, σαμπάχ. Δίστιχο «Πες μου βρε Χάρε να χαρείς το μαύρο σου σκοτάδι, / σαν αποθάνω ο πόνος μου θα γιατρευτεί στον Άδη;» (πιθανώς το πρωτότυπο εκείνου που βρίσκουμε σε παραλλαγή στην Κουβέντα με τον Χάρο: «…βρίσκουν χασίσι, έχουν λουλά οι βλάμηδες στον Άδη;»), δίσκος Parlophone B-21570 DE (αρ.μήτρας: 101072), 1929 - οι τέσσερις πηγές, Μανιάτης, Ρ. Διάλογοι, φυλλάδιο ΣΛ και βάση ΣΛ συμφωνούν σε όλα. Συνοδεύουν Σαλονικιός, βιολί, και Α(ν)δριανός, λαούτο.

Δεν ξέρω πόση βαρύτητα έχει η πληροφορία τωμ Ρ. Διαλόγων ότι το κομμάτι είναι του Τούντα. Τη βρίσκω να επαναλαμβάνεται και στο ΥΤ. Αν τεκμηριώνεται από κάπου (δηλαδή από την ετικέτα), θα σημαίνει ότι υπάρχει συνθέτης και συνεπώς υπάρχει και σύνθεση, άρα δεν είναι αυτοσχέδιος αλλά τυποποιημένος μανές. Μπορεί όμως να είναι και μια επιπόλαιη προσθήκη, απλώς λόγω του κοινού στίχου με την Κουβέντα με τον Χάρο, που είναι του Τούντα.

Προσωπικά δεν έχω στοιχεία για να υποστηρίξω αν είναι ή δεν είναι τυποποιημένος. Πάντως μια ενδιαφέρουσα παρατήρηση είναι ότι η δεύτερη μελωδική ενότητα (επανάληψη β’ ημιστιχίου), που κανονικά είτε λέγεται αυτόνομα είτε συγχωνεύεται με την τρίτη (δεύτερος στίχος), εδώ απουσιάζει εντελώς. Αυτό αποτελεί σπανιότατη εξαίρεση στο σύνολο των ηχογραφημένων μανέδων. Αλλά δε βλέπω γιατί ο Τούντας (ή οποιοσδήποτε) να συνθέσει ένα μανέ μ’ αυτή την ιδιορρυθμία - αντίθετα, αν ο μανές είναι αυτοσχέδιος, δε μου κάνει εντύπωση η παράλειψη ειδικά από τον Παπασιδέρη, που κι άλλες φορές τον είδαμε να αποκλίνει από τις συμβάσεις του είδους.

4 «Μου αρέσει»

3 «Μου αρέσει»

Το ίδιο δίστιχο σε ηχογράφηση του 1950 σύμφωνα με το sealabs, από την Αμερικάνικη δισκογραφική εταιρεία Parnassus.

Ο τίτλος είναι “Μινόρε” ¨Μανές Μινόρε, Σμυρναίϊκος¨.

http://rebetiko.sealabs.net/display.php?recid=17164 Μινόρε Μανές

Δεν έχει βρεθεί η ετικέτα με την Χρύσα Βαβδύλα.

1 «Μου αρέσει»

Ευχαριστούμε Φώτη.

Άρα σιγουρευόμαστε:

α) Ότι, όντως, στον πρώτο από τους δύο Γκιουζέλ μανέδες του Παπασιδέρη, η λέξη Πειραιώτικο υπήρχε ως υπότιτλος / επεξήγηση ήδη στην ετικέτα. Αν οι διάφοροι συντάκτες καταλόγων (Μανιάτης, Σίλαμπς, Ρ. Διάλογοι) ήταν λίγο πιο τυπικοί στην πιστή αντιγραφή των στοιχείων, θα τον είχα εντοπίσει λίγο νωρίτερα, κατά την εξέταση των Πειραιώτικων μανέδων, όπου και είναι η θέση του, και θα ήταν σαφώς πιο εύκολο να διαπιστωθεί αν ταυτίζεται με κανέναν άλλο.

β) Ότι ο δεύτερος, ο Γκιουζέλ Σαμπάχ, όντως είναι καταχωρημένος στο όνομα του Τούντα. Αυτό μπορεί να σημαίνει δύο τινά: ή ότι στ’ αλήθεια τον συνέθεσε ο Τούντας, οπότε η βασική πληροφορία είναι ότι υπάρχει συνθέτης και άρα -όπως είπαμε- σύνθεση. Ότι δηλαδή δεν είναι αυτοσχεδιασμός του Παπασιδέρη αλλά τυποποιημένος μανές. Ή, δεύτερη περίπτωση, ότι ο Τούντας δεν είχε καμία ουσιαστική σχέση και απλώς για κάποιον άλλο λόγο συμφώνησαν να καταχωρηθεί ως εκείνος που θα εισπράττει τα συνθετικά δικαιώματα. Άρα, η πληροφορία δεν μπορεί να μας οδηγήσει (επί του παρόντος) πουθενά.

Από τις ετικέτες προκύπτει και μια τρίτη παρατήρηση: για τον Γκιουζέλ Σαμπάχ λέει «συνοδεία βιολίου - ούτι» αλλά, εκτός από το βιολί, το άλλο όργανο που ακούμε είναι ξεκάθαρα λαούτο. Δεν ξέρω από πού προκύπτει η πληροφορία ότι παίζει ο Α(ν)δριανός, αλλά την πιστεύω ανεπιφύλακτα, κρίνοντας από το παίξιμο που ακούω. Τώρα, γιατί το έγραψαν ούτι (και γιατί το άφησαν άκλιτο!), άγνωστο αλλά και αδιάφορο.

3 «Μου αρέσει»

Ε , τί θα έγραφαν, βρε Περικλή; Ουτίου;

Ναι, γιατί; Στο «Γ. Παπασιδέρη ή Κουλουριώτου» δεν κόλωσαν!

Δεν εννοώ αυτό, ο τύπος – ου της γενικής ήταν παντελώς αποδεκτός αντί του – η, στα καταλήγοντα εις -ης. Θυμάμαι τη μάνα μου, δεκαετία ΄50, να διορθώνει: Πολίτη λέγομαι, όχι Πολίτου (η κόρη μου, ποτέ δεν το χρειάστηκε αυτό). Αυτό που ήταν κάπως δύσκολο ήταν, να γίνει αποδεκτή ως ελληνοποιημένη η λέξη ούτι για το (ανατολίτικο!) συγκεκριμένο μουσικό όργανο, οπότε και θα μπορούσε να γίνει και λόγος περί ουτίου, να κλίνεται δηλαδή η λέξη.

Λοιπόν, γιά να δούμε. Όλοι λένε ότι έχουμε χρόνο. Ας προσπαθήσουμε πράγματι να γίνουμε δημιουργικοί. Πάμε λοιπόν:

  1. Κουμπαγιώτικος μανές.

Μια μοναδική ηχογράφηση παραδίδεται με τον τίτλο «Κουβαϊώτικος μανές» από τους Ρεμπέτικους Διαλόγους (υπενθυμίζω και το λινκ) και από τον Μανιάτη, και «Κουβαϊώτικο μανέ» από το φυλλάδιο του Σίλαμπς, τη βάση του Σίλαμπς και το ΥΤ, ενώ επιπλέον ο Μανιάτης και το φυλλάδιο ΣΛ παραδίδουν και τον τίτλο «Κουμπαγιώτικος μανές». Τραγουδά ο Βασίλης Ψαμαθιανός και μάλλον, σύμφωνα με την προσφώνηση (Γεια σου Γιάννη Πολίτη), συνοδεύει στην αρμόνικα ο αδερφός του Γιάγκος (μέχρι τώρα είδαμε αρκετές φορές τον αντίστροφο συνδυασμό).

Δίσκος Parlophone Γερμανίας B-21503, (αρ.μήτρας: 18610), 1929, σύμφωνα με όλες τις πηγές. Στη βάση ΣΛ (και το ΥΤ) βλέπουμε και άλλη μία κυκλοφορία της ίδιας ηχογράφησης, Polydor Γερμανίας V-50144, ίδια χρονιά, την οποία ο Μανιάτης και το φυλλάδιο ΣΛ λημματογραφούν ξεχωριστά με τον δεύτερο τίτλο που προαναφέρθηκε, «Κουμπαγιώτικος μανές». Συμπεραίνω λοιπόν ότι η ίδια ηχογράφηση κυκλοφόρησε από την Πάρλοφον με τη μία ορθογραφία και από την Πόλιντορ με την άλλη. Παρόλο που η λέξη μού είναι άγνωστη, πιστεύω ότι το σωστό πρέπει να είναι Κουμπαγιώτικο, καθώς δύο φορές ακούγεται ευκρινώς η προσφώνηση «γεια σου Κουμπαγιώτισσα!», ενώ διαπίστωσα ότι υπάρχει και επώνυμο Κουμπαγιώτης, το οποίο θα δηλώνει προφανώς κάποια καταγωγή.

Το δίστιχο δεν είναι ευκρινές. Παραδίδεται απομαγνητοφωνημένο σε διάφορες μορφές:

Άλλονε τώρα με θωρείς τι θα γινώ με τούτο,
αδίκως βασανίζομαι του κάκου δια τούτο. (Μανιάτης)

Άλλονε τώρα με θωρείς, τι θα κάμω με τούτο,
αδίκως βασανίζομαι, του κάκου δι’ ετούτο. (Φυλλάδιο ΣΛ, με επιφύλαξη του καταγραφέα για το β’ ημιστίχιο του πρώτου στίχου).

Άλλονε τώρα με θωρείς τι θα γενώ με τούτο
αδίκως βασανίζομαι και κλαίω διά τούτο. (Βάση ΣΛ και Ρ.Διάλ.)

Άλλον με τώρα με θωρείς, τι τάχα ωφελούμαι,
αδίκως βασανίζομαι, του κάκου τυραγνιούμαι. (ΥΤ: Π. Κωνσταντόπουλος)

Προσωπικά ακούω το ίδιο με τον Π. Κωνσταντόπουλο, ο οποίος διαφοροποιείται ριζικά από τους υπόλοιπους. Ωστόσο κρατάω μια επιφύλαξη, γιατί …δε βγάζει νόημα! (Βέβαια ούτε τα άλλα βγάζουν, αλλά τουλάχιστον αυτό ταιριάζει με ό,τι ακούμε.) Κάτι πρέπει να έχει παραμείνει αναποκρυπτογράφητο στο α’ ημιστίχιο του πρώτου στίχου. Ενδεχομένως, αντί για το παράδοξο «Άλλον με τώρα με θωρείς», να ακούω «Άλλο 'ναι το να με θωρείς», αλλά ούτε αυτό με καλύπτει νοηματικά. Αλλιώς, η μόνη εναλλακτική ιδέα που μου 'ρχεται, χωρίς ποσώς να είναι πλήρης, είναι μήπως όλες οι πρώτες 8 συλλαβές λένε τελείως άλλες λέξεις και συγκεκριμένα η πρώτη να είναι «αν».

Χιτζαζκιάρ μανές, με πολλά από τα χαρακτηριστικά των τυποποιημένων μανέδων. Θυμίζω ότι, ανάμεσα στους πολλούς ηχογραφημένους μανέδες που εξακριβωμένα δεν είναι αυτοσχέδιοι αλλά συγκεκριμένες συνθέσεις, ξεχωρίζει μια ομάδα με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, οι πιο έκδηλα τυποποιημένοι και συνάμα οι πιο δυτικότροποι: Σμυρναίικο Μινόρε, Ματζόρε μανές, Τζιβαέρι, Ταμπαχανιώτικος κλπ. - οι ίδιοι περίπου που ήταν ήδη πριν από την παρούσα έρευνα διαπιστωμένο ότι είναι τυποποιημένοι. Στο ίδιο λοιπόν πρότυπο μ’ εκείνους είναι κι ο Κουμπαγιώτικος. Δύο μόνο μουσικές ενότητες, με την επανάληψη του β’ ημιστιχίου ενσωματωμένη στη δεύτερη. Είναι πολύ χαρακτηριστικό ότι οι δύο ενότητες είναι μελωδικά ταυτόσημες. Η έκταση είναι μικρή, ουσιαστικά ένα 5χ όλο κι όλο (το ότι η κλίμακα είναι Χιτζαζκιάρ προκύπτει από τα οργανικά μέρη), και η μελωδία θυμίζει αρκετά τον Ταμπαχανιώτικο Μανέ (βλ. μνμ. 18, 23, 24, 25, 26 εδώ), παρά τον διαφορετικό δρόμο. Η υπόκρουση είναι ρυθμική, θα μπορούσε ίσως να παρομοιαστεί με συρτό ή μπάλο, αν και είναι πολύ πιο αργή απ’ ό,τι συνηθίζεται σ’ αυτούς τους χορούς.

Τα οργανικά ενδιάμεσα θυμίζουν την εκτέλεση του Ταμπαχανιώτικου από τους αδελφούς Ψαμαθιανούς σε αντίστροφους ρόλους, Γιάγκος τραγούδι με (?μάλλον) Βασίλη αρμόνικα. Τη σχολιάσαμε παλιότερα στο #24 (θυμίζω ότι υπάρχουν δύο Ταμπαχανιώτικοι με Ψαμαθιανό, εδώ αναφέρομαι στον δεύτερο). Εν μέρει απλά παιχνίδια με το ανεβοκατέβασμα της κλίμακας, δηλαδή ανεπτυγμένες υπογραμμίσεις των μελωδικών στάσεων, εν μέρει πιο συγκεκριμένες μουσικές στροφές που όμως δείχνουν αυτοσχέδιας σύλληψης ή πάντως με πολλή αυτοσχεδιαστική ελευθερία στην εκτέλεση. Τόσο τα παιχνίδια με την κλίμακα όσο και η παρατακτική δομή των πιο ολοκληρωμένων φράσεων (το ότι δηλαδή δεν κάνουν κύκλους τύπου ΑΒΑΒ αλλά αραδιάζονται γραμμικά η μία πίσω από την άλλη) παραπέμπουν άμεσα στην τεχνική του μπάλου. Παρόλο που η χρονική αγωγή του κομματιού δύσκολα θα επέτρεπε να φανταστούμε ότι χορευόταν μπάλος, η σύνθεση/εκτέλεσή του είναι σαφώς σύμφωνη με τα πρότυπα του μπάλου.

5 «Μου αρέσει»

Συμφωνώ κι εγώ με τον Κωνσταντόπουλο, αλλά και με τη διαπίστωση του Περικλή ότι το πρώτο ημιστίχιο μάλλον παραμένει αναποκρυπτογράφητο. Νόημα πάντως (χοντρικά!!) βγαίνει: Δεν με θέλεις πιά, του κάκου βασανίζομαι και τυραγνιούμαι.

1 «Μου αρέσει»

μεγάλος γρίφος… κάτι σαν “άλλοτε” μήπως; ακόμα και το με “θωρείς” αμφιβάλλω.

  1. Λεϊλά Χανούμ μανές.

Μία μοναδική ηχογράφηση με τον Νταλγκά. Τίτλος «Λεϊλά Χανούμ» σκέτο στη βάση ΣΛ, «Λεϊλά Χανούμ μανές» στους Ρ.Διαλόγους, τον Μανιάτη και το φυλλάδιο ΣΛ. Δίσκος Odeon Ελ GA-1527 (αρ. μήτρας GO-1446), 1929.

Δίστιχο: Πώς να γελάσω ο άμοιρος, πώς να διασκεδάσω; / μ’ αφήνει αυτή μου η πληγή ώρα για να μην κλάψω;

Ραστ μανές του κλασικού μακαμίστικου τύπου, χωρίς -εκ πρώτης όψεως- κάποια σαφή ένδειξη ότι πρόκειται για τυποποιημένο. Εν πάση περιπτώσει δεν ταυτίζεται με κανέναν ραστ μανέ απ’ όσους είδαμε μέχρι τώρα, καθώς ξεχωρίζει από το πολύ ψηλό ξεκίνημα της δεύτερης ενότητας, όχι από την οκτάβα όπως είναι το πιο στάνταρ αλλά από την τρίτη της δεύτερης οκτάβας (και με ένα σύντομο πέρασμα από ακόμη πιο ψηλά), που δεν το έχουμε ξανασυναντήσει.

Τι δηλώνει όμως ο τίτλος; Λεϊλά Χανούμ Εφέντη ήταν το καλλιτεχνικό ψευδώνυμο της Λεϊλά Σαζ (1850–1936), ενός σημαντικού -καταπώς φαίνεται- πνευματικού ανθρώπου της Πόλης την εποχή εκείνη, ποιήτριας, συγγραφέως και συνθέτριας, που προερχόταν από αριστοκρατική και καλλιεργημένη τουρκική οικογένεια της Κρήτης. Ως μουσικός είχε και δυτική και οθωμανική παιδεία, ως συνθέτρια έγραψε κυρίως σε οθωμανικό στιλ. Δεν μπόρεσα να καταλάβω αν υπάρχουν ηχογραφημένα μουσικά έργα της, ώστε να δούμε κατά πόσον είναι πιθανό να είχε συνθέσει ελληνικούς μανέδες, ή κάτι που να προσαρμόστηκε / διασκευάστηκε σε ελληνικό μανέ. Νομίζω πάντως ότι μάλλον ο τίτλος είναι φόρος τιμής (το '29 που έβγαλε ο Νταλγκάς το κομμάτι η Λεϊλά Χανούμ ήταν 79 ετών, εν ζωή ακόμη). Με βάση αυτό το σκεπτικό θεωρώ πιθανό να είναι ο μανές συγκεκριμένη σύνθεση, πιθανόν του ίδιου του Νταλγκά, αφιερωμένη στη Λεϊλά Χανούμ και ίσως (υπόθεση βέβαια) σύμφωνη και με κάποια χαρακτηριστικά του ύφους της.

Αν κανείς γνωρίζει για τη Λεϊλά Χανούμ και το έργο της περισσότερα (εγώ απλώς συμβουλεύτηκα τη Βικιπαίδεια), ίσως μας βοηθήσει να το ξεκαθαρίσουμε περισσότερο.

5 «Μου αρέσει»
  1. Μανές της ξενιτιάς.

Εδώ φαίνεται να υπάρχει κάποια παραπληροφόρηση. Δεν υπάρχει ούτε κομμάτι «Μανές της ξενιτιάς» ούτε κομμάτι που να είναι μανές με τίτλο «Της ξενιτιάς». Οι Ρεμπ. Διάλογοι έχουν όμως την εξής καταχώριση (τη μεταφέρω αυτούσια):

ΓΙΑ ΣΕΝΑ ΚΛΑΙΓΩ ΜΑΝΑ ΜΟΥ ΓΛΥΚΙΑ
ΚΑΙ ΥΠΟΦΕΡΩ ΜΕΣ ΤΗΝ ΞΕΝΙΤΙΑ
ΝΙΧΑΒΕΝΤ MANES Νούρος Κώσ. Odeon GA-1508 78rpm 1930!!!
ΤΗΣ ΞΕΝΙΤΙΑΣ MANES Καραγιάννη Αγγελική Liberty Lib-029 US 78rpm 1952!!!
ΤΗΣ ΞΕΝΙΤΙΑΣ MANES Νταλγκάς Αντών. HMV AO-0257 78rpm 1928 (αρ.μήτρας: BF-1711)

(Σημειώνω ότι τα τρία θαυμαστικά είναι συντομογραφία για τον άγνωστο αριθμό μήτρας.)

Δηλαδή δύο μανέδες με τίτλο «Της ξενιτιάς» ή «Της ξενιτιάς μανές», έναν με την Αγγ. Καραγιάννη και έναν με τον Νταλγκά, με τους ίδιους στίχους, και έναν ακόμη μανέ, Νιχαβέντ, με τον Νούρο και με τους ίδιους στίχους αλλά όχι ίδιο τίτλο. Θα τα πιάσουμε από το τέλος προς την αρχή:

Ο Νταλγκάς πράγματι έχει μια ηχογράφηση με αυτά τα στοιχεία και αυτούς τους στίχους. Ο τίτλος όμως είναι «Ο πόνος της ξενητειάς» (ή «ξενιτιάς»; τρέχα γύρευε πώς το ‘χουν στην ετικέτα και πώς να το αναζητήσεις…). Όμως, και μόνο να διαβάσει κανείς τους στίχους, χωρίς ν’ ακούσει πενιά, καταλαβαίνει ότι δεν μπορεί να είναι μανές, αφού δεν είναι σε ιαμβικό 15σύλλαβο. Πράγματι, πρόκειται για άλλη μια ελληνόφωνη εκδοχή του τούρκικου τραγουδιού «Her yer karanlιk» ή αλλιώς «Makber». Στην ίδια μελωδία είναι και «Ο φθισικός» της Ρόζας, που κι αυτός έχει εσφαλμένα παρεισφρήσει στις λίστες με μανέδες, και μ’ αυτή την ευκαιρία ο σκοπός εξετάστηκε στο #29, qv.

Την ηχογράφηση αυτή (Της ξενιτιάς ο πόνος, του Νταλγκά) την έχουν σωστά στις λίστες τους ο Μανιάτης (με μόνο λάθος ότι την αναφέρει ως μανέ) και η βάση ΣΛ, με λάθος τίτλο (όπως είπαμε) οι Ρ. Διάλογοι, και δεν υπάρχει στο φυλλάδιο ΣΛ.

Επιπλέον υπάρχει και δεύτερη ηχογράφηση του ίδιου κομματιού από τον Νταλγκά: δίσκος HMV AO-2016, αρ. μήτρας άγνωστος, 1931. Την έχουν ο Μανιάτης και η βάση ΣΛ. Η βάση ΣΛ όμως, στα στοιχεία του δίσκου, σημειώνει «κατά Μανιάτη». Δεν μπορώ να καταλάβω τι σημαίνει αυτή η επιφύλαξη, από τη στιγμή που υπάρχει ανεβασμένη η ίδια η ηχογράφηση και είναι όντως διαφορετική από την άλλη: η ηχογράφηση προέρχεται προφανώς από κάποιον δίσκο, που θα είχε ετικέτα. Γιατί παραπέμπουν σε δευτερογενή πηγή για τον αριθμό που γράφει η ετικέτα του δίσκου που ψηφιοποίησαν; Αν το ανέβασε κάποιος που διέθετε μόνο την ψηφιοποιημένη ηχογράφηση και όχι τον ίδιο τον δίσκο, πώς έκανε την ταύτιση, ότι αυτό -και όχι άλλο- εννοεί ο Μανιάτης (και εν πάση περιπτώσει πού τη βρήκε την ψηφιοποίηση, πεσμένη στον δρόμο ήταν και δεν είχε στοιχεία);

Τέλος πάντων. Περνάμε τώρα στην Αγγελική Καραγιάννη. Τα στοιχεία των Ρ. Διαλόγων μάλλον προέρχονται από τον Μανιάτη, μέσω σπασμένου τηλεφώνου όμως. Ο Μανιάτης δίνει και πάλι τίτλο «Της ξενιτιάς ο πόνος», μάλλον σωστό (λάθος μεταφερμένο στους ΡΔ ως «Της ξενιτιάς manes»), και πάλι με τον λάθος προσδιορισμό «μανές», και το κομμάτι είναι άγνωστο στις υπόλοιπες πηγές, καθώς και στο ΥΤ. Κατά συνέπειαν δεν μπορούμε να το ακούσουμε, δεν ξέρουμε αν και πάλι πρόκειται για τη μελωδία του Χερ γερ καράνλικ, αλλά λογικά με τέτοιο ποιητικό μέτρο, άγνωστο στους μανέδες και γενικά σε κάθε μορφή ελληνικού παραδοσιακού τραγουδιού, πάλι αυτό θα είναι.

Τέλος, του Νούρου: Κανονικά δε θα ‘πρεπε να ασχοληθούμε μ’ αυτή την καταχώριση, που την έχουν μόνο οι ΡΔ και ο Μανιάτης (από τον οποίο προφανώς την αντέγραψαν), αφού έχει άλλο τίτλο (Νιχαβέντ μανές) και είναι εμφανέστατα άλλο κομμάτι (το Χερ γερ καράνλικ είναι Ραστ), απλώς με τους ίδιους στίχους, οπότε δεν εμπίπτει στο θέμα μας. Ωστόσο κι εδώ έχει παίξει παραπληροφόρηση, και δε θα ‘ταν άσκοπο να διορθωθεί. Συγκεκριμένα:
α) Είναι αδύνατον να υπάρχει Νιχαβέντ μανές, ή οποιοσδήποτε άλλος μανές, με τέτοιο στίχο. Δεν είναι 15σύλλαβο ιαμβικό, άρα πάει και τελείωσε, δεν είναι μανές. Εξίσου αδύνατο είναι να υπάρχει κομμάτι που, χωρίς να είναι μανές, τιτλοφορείται «Νιχαβέντ μανές» έστω και εσφαλμένα. Λάθη στις αυθεντικές ετικέτες έχουμε δει καν και καν, αλλά τέτοιο λάθος -να το λένε μανέ χωρίς να είναι- ποτέ. Ούτε καν σκέτος τίτλος «Νιχαβέντ» (αν υποθέσουμε ότι το «μανές» το πρόσθεσε ο Μανιάτης, όπως όντως το συνηθίζει) θα ήταν πιθανός, γιατί τέτοιοι τίτλοι, μια σκέτη ονομασία δρόμου ή μακαμιού, απαντούν μόνο σε μανέδες (όπερ άτοπον) ή ταξίμια (όπερ ακόμη ατοπώτερον).
β) Πράγματι, αυτό που ήταν αδύνατο να συμβεί δε διασταυρώνεται από καμία άλλη πηγή: ούτε στο ΣΛ (βάση και φυλλάδιο) υπάρχει τέτοιο κομμάτι, ούτε στο ΥΤ.
γ) Αν υποθέσουμε ότι ο τίτλος «Νιχαβέντ μανές» οφείλεται σε κάποια παραδρομή αλλά ότι παρά ταύτα ο Νούρος όντως ηχογράφησε κομμάτι μ’ αυτούς τους στίχους, και πάλι δε βρίσκω καμία τέτοια ηχογράφηση ούτε στη βάση ΣΛ, που έχει 79 κομμάτια με τον Νούρο, ούτε στο φυλλάδιο, ούτε στο ΥΤ. Άρα μάλλον ο Νούρος δεν είπε ποτέ το κομμάτι - αν και, πού ξέρεις; Ο Μανιάτης μπορεί να έχει πάρα πολλά λάθη στις λίστες του, αλλά αυτό δεν αποκλείει να είχε ακούσει κάποιον δίσκο που δεν έχει δημοσιευτεί αλλού.
δ) Τέλος, δε βρήκα πουθενά να έχει καταχωρηθεί κανένας δίσκος (του Νούρου ή οποιουδήποτε άλλου) με αυτό τον αριθμό.
Συμπερασματικά: το λάθος υπάρχει, αλλά δεν έχουμε κανένα στοιχείο για να το διορθώσουμε.


Για λόγους πληρότητας ας αναφέρουμε εδώ και τον περίφημο μανέ του Στράτου «Ουσάκ μανές - Το τραγούδι της ξενιτιάς». Αυτόν βέβαια κανείς δεν τον έχει γράψει με λάθος τίτλο, έχει δικόν του και είναι σαφής σε όλους. Δίσκος DG-6282, αρ.μ. CG-1546, 1937. Μυστήρια για την ταυτότητα του δίσκου δε νομίζω να υπάρχουν, αν και υπάρχει κάμποση παραφιλολογία για το αν είναι έργο του Στράτου ή του Δελιά, ποιος παίζει ούτι (κάποιοι λένε ο Δελιάς αφήνοντας κάτω το μπουζούκι που έπαιζε πιο πριν στο ίδιο κομμάτι…) κλπ. Κυρίως όμως είναι γεμάτος ο τόπος από εκφράσεις θαυμασμού και ενθουσιασμού για τις επιδόσεις του Στράτου και όλης της ομάδας («ίσως ο καλύτερος αμανές της δισκογραφίας» κλπ.).

Λυπάμαι που σας το λέω: μπορεί να είναι εντυπωσιακός, αλλά είναι απλά ένας λάθος μανές. Άλλη μία φιλότιμη αλλά ατυχής προσπάθεια των μουσικών του πειραιώτικου ρεμπέτικου να προσεγγίσουν αυτό το καθαρά ανατολίτικο είδος, μετά από τον Πειραιώτικο μανέ του Μάρκου (ντάξει, σίγουρα του Στράτου είναι πολύ καλύτερος, απλά δεν είναι σωστός).

Θεωρώ περιττό να αναζητηθεί αν είναι αυτοσχέδιος ή συντεθειμένος, πόσο μάλλον αν είναι σύνθεση του Στράτου ή του Δελιά.

3 «Μου αρέσει»