Οι στίχοι αναφέρονται σε κάποια περιπέτεια του “Πικινου” το 2009.
Μου είχε προτείνει να τους τραγουδήσω κι έτσι ηχογραφηθηκε πρώτη φορά το 2010, μιας και τώρα υπάρχει περισσότερος “ελεύθερος χρόνος” είπαμε να το γράψουμε λίγο πιο όμορφα.
Καλή ακρόαση.
Όμορφα πράγματα παιδιά.
Μου αρέσει το ρεμπέτικο, ρουκουναίικο ύφος της μελωδίας.
Είναι καλό να μην χάνονται τέτοιες κλίμακες.
Μπράβο εις όλους του συντελεστάς.
Και μπράβο στον Μπλέκο, που χαιρετιέται μόνος του, αλα παλαιά!
Χαίρομαι που το άκουσες, και ιδιαίτερα για τις παρατηρήσεις.
Περί της χαιρετουρας
Στο παλιό (2010) χαιρετιομουν μόνος μου.
Εδώ με χαιρετά άλλος, και σαφώς το ενέκρινα.
Η χαιρετουρα/επιφώνημα είναι ωραίο να μπαινει που και που σε καμία ηχογράφηση, δίνει μια έξτρα ζωντάνια.
Αρκεί βέβαια να μην εχει τρελή υπερβολή στα λόγια και υπερεπιτηδευμένο ύφος.
Αναφορικά με την κλίμακα και τη μελωδία…ήταν εντελώς τυχαίο, πάντα έτσι πάει.
Ξεκινάει σε τελείως παραδοσιακό ρεμπέτικο ύφος, που σε κάνει να λες «τελικά οι παλιοί δεν τα 'παν όλα, έχει ακόμα να δώσει αυτό το ύφος!», αλλά γυρίζει σε κάτι πιο της εποχής μας, που δεν ξέρω τι ακριβώς μου θυμίζει… Θανάση; (εκτός από τον Πικινο ) Χειμερινούς;…
Πάντως να θυμηθώ να το ξανακούσω. Δεν τα αποκαλύπτει όλα με την πρώτη, ούτε στα λόγια ούτε στη μουσική.
Αλλά είναι “βιωματικό” το κομμάτι. Το ότι περιγράφει κάποια άσχημα πράγματα που πιθανά να συνέβησαν, δεν το κάνει απαραίτητα κακό (ούτε φαίνεται να τα υμνεί προφανώς).
Από πλευρά μουσικής και ενορχήστρωσης θυμίζει παλιές εποχής. Ωραία κιθάρα, μπαγλαμάς όσο χρειάζεται κι εκεί που χρειάζεται, μπουζούκι τεχνικό χωρίς να γίνεται όμως κουραστικό.
Από θέμα στίχου θυμίζει λίγο ιστορίες του Καββαδία (συγχώρα με Κόλλια ). Περιστατικά σκληρά που έγιναν ή κάποιος τα διηγήθηκε, γλαφυρά δοσμένα.
Την πραγματική ιστορία των στίχων (πέρα από αυτή που περιγράφουν) δεν τη γνωρίζω.
Σίγουρα θα έχουν λίγο αλάτοπιπερο μέσα για να νοστιμεψει η διήγηση…Σε εμένα φαίνονται ταξιδιαρικοι.
Η πρώτη εκτέλεση είναι αυτή και βασική ιδέα ίδια…αλλά παιγμενη “όπως οπως” και τόνος στο θεό.
Να’ ναι καλά ο Δ. Θωμόπουλος που έβαλε σωστή κιθάρα και ήχο. Άλλαξε όλο το χαρακτήρα (που δεν είχε)
Το “δεν μου αρέσει” το καταλαβαίνω και δεν χρειάζεται αιτιολόγηση. Ούτε το “δήθεν” χρειάζεται αλλά δεν το καταλαβαίνω.
Τι σημαίνει “δήθεν”; Και ποιοι δεν είναι “δήθεν”;
Όταν κάποιος έχει μία αφορμή, ένα βίωμα, ένα μεράκι έστω μία ιδέα/έμπνευση και το εκφράζει γραπτώς, όπως μπορεί και θέλει, πώς γίνεται κάποιος να το χαρακτηρίζει “δήθεν”;
Σε σύγκριση με τι;
Κάτι ξέρεις και ζητάς συγγνώμη από τον Καββαδία…
Νομίζω καμία σχέση -από την άποψη της επεξεργασίας και του ποιητικού αποτελέσματος, τουλάχιστον. Άλλωστε, άλλο στιχάκια άλλο ποίηση.
Μάλιστα. Και ποιες θα έπρεπε να βάλει ώστε να μην αφήνουν αίσθηση “δηθενιάς”, κατ’ εσέ, Νίκο;
Ακριβώς αυτό. Ευτυχώς!!!
Εξάλλου για λαϊκή μουσική πρόκειται. Όποιος περιμένει κάτι άλλο, κακώς περιμένει. Και ακόμη χειρότερα εάν τα συγκρίνει.
υ.γ. Το ότι όμως, θυμίζουν σε κάποιον λίγο Καββαδία είναι κάτι που συνέβη και δεν χρειάζεται να …“απολογηθεί” επειδή δεν συμφωνείς εσύ ή εγώ.
Κάτι που, προφανέστατα, δεν ήταν καν στο μυαλό του στιχουργού.
Εγώ πιάνω ότι στο Νίκο δεν αρέσουν οι στιχοι λόγω παλαιικου ύφους και λεξιλογίου.
Αν έχω λάθος Νίκο διόρθωσε με.
Πρόσφατα είχα και την κουβέντα με ένα φίλο -βέβαια ανοίγει ολόκληρο θεμα- για το κατά πόσο είναι ουσιώδες όσον αφορά την αυθεντικότητα και την απηχηση το να γράφονται στους καιρούς μας ρεμπέτικης επιρροης τραγούδια.
Κατά τη δική μου άποψη είναι καθαρά θέμα αισθητικής και προτιμήσεων. Τώρα τα μέτρα και τα σταθμά του καθενός ποικίλουν σχετικά με το πόσο υπερβολικό η δήθεν είναι ένα αποτέλεσμα.
Ναι, φτιαχτό παλαιϊκό. Σαν να γράφουμε σε μια γλώσσα που δεν μιλάμε (ενώ προσποιείται την καθημερινή). Να με συμπαθάς ρε φίλε, δεν ήθελα να επισκιάσω την εμπνευσμένη μουσική σου και το μετρημένο παίξιμο σας.