Τραγούδια των μειονοτήτων

Μα Πίκινε, αυτοί δεν είναι μετανάστες! Δεν ήρθαν από αλλού εκεί που είναι τώρα. Εκεί ήταν και τους βρήκε η χάραξη των συνόρων, ακριβώς όπως τους Πομάκους, τους Έλλληνες της Β. Ηπείρου κλπ.

Υγιής αντίδραση. Είδαμε ότι το πώς θα τα ονομάσουμε είναι ακανθώδες ζήτημα. Εμένα μου προκαλεί αμηχανία (εξού και η λέξη ακατονόμαστο πιο πριν). Αλλά δεν μπορείς να τα πεις και σκοπιανά, εκτός αν είναι βέβαιον ότι είναι σκοπιανά.

Μα από την ελληνική αυτή περιοχή προέρχονται αυτά τα τραγούδια. Θα μου πεις: “πώς είσαι τόσο σίγουρος; Εγώ ακούω γυφτοσκοπιανά.”
Δεν είμαι σίγουρος. Απλώς δεν το αποκλείω. Αυτό που ακούω εγώ είναι:
-ρυθμοί και ηχοχρώματα που υπάρχουν σ’ αυτή την περιοχή της Μακεδονίας, μόνο που συνήθως τα ακούμε χωρίς στίχους (ωστόσο πολλοί χοροί προβάλλονται από τα φολκλορικά με το σλάβικο όνομά τους: Ελένο Μόμε, Ζάραμο, Πούστσενο, Τικφέσκινο κλπ.)
-μια ορχήστρα που αποτελεί την πιο σκυλοπανηγυρτζήδικη εκδοχή της (δυτικο)μακεδονικής μπάντας χάλκινων
-στίχους που δεν τους καταλαβαίνω, ώστε να έχω μια γνώμη για το αν είναι δημοτικοί ή φτιαχτοί
-κόσμο που χορεύει και δείχνει να είναι στο στοιχείο του.

Μπορεί το συγκρότημα να είναι από την ΠΓΔΜ. Αλλά μπορεί και να μην είναι. Τα τραγούδια τους μπορεί να είναι παραδοσιακά από τη Μακεδονία, ή παραδοσιακά από την ΠΓΔΜ, ή δικά τους (του συγκροτήματος), ή Σκοπιανών τραγουδοποιών. Δεν μπορώ να το ξέρω αυτό, απαιτεί ειδική εξοικείωση.

Εδώ είναι όλο το θέμα. Στη Μακεδονία η μητρική γλώσσα δεν είναι για όλους τα νέα Ελληνικά.

Σήμερα όλοι, υποθέτω, ξέρουν ελληνικά, γιατί τα έμαθαν στο σχολείο και γιατί είναι η κοινή γλώσσα επικοινωνίας στην Ελλάδα που άμα δεν την ξέρεις πέφτεις στην απομόνωση, και επίσης γιατί τους επιβλήθηκε με τους βίαιους τρόπους που προανέφερε η Ελένη. Ωστόσο σε πολλά χωριά η καθαυτό δική τους γλώσσα δεν είναι η ελληνική.
Μητρικές γλώσσες στη Μακεδονία είναι και αυτό το πώς-να-το-πούμε σλάβικο ιδίωμα, και τα βλάχικα, και τα αρβανίτικα, και τα Ρομανί (γύφτικα), παλιότερα και τα Λαντίνο (“ισπανοεβραίικα” -αυτά εξαλείφθηκαν), αν πιάσουμε και τους πρόσγυγες υπήρχαν και οι τουρκόφωνοι Καππαδόκες, χώρια οι ελληνικές διάλεκτοι (καππαδόκικα, ποντιακά)… Μην ψάχνεις να βρεις ομοιογένεια.
Θα ξέρεις πιθανότατα τη γαλλική λέξη Macedoine [μασεντουάν = μακεδονική (επίθετο στο θηλυκό) αλλά και Μακεδονία]: σημαίνει φρουτοσαλάτα ανάμεικτη από όλων των ειδών τα φρούτα. Δεν τη χρησιμοποιούν σαν λογοπαίγνιο, ανήκει κανονικά στο κουζινικό λεξιλόγιο της γαλλικής. Υπάρχει και το ανέκδοτο με τον Βενιζέλο που, κατά το δείπνο που ακολούθησε κάποια διπλωματική συνάντηση, του πρόσφεραν φρουτοσαλάτα λέγοντας “Θα πάρετε και λίγη μασεντουάν;”, και απήντησε “Θα την πάρω όλη”.


Δίγλωσσοι ήταν όσοι ζούσαν σε πιο ανοιχτές κοινωνίες: σε πόλεις, σε χωριά-σταυροδρόμια κλπ. Σε πιο απομονωμένα χωριά υπήρχαν και μονόγλωσσοι, που δεν είχαν ακούσει ποτέ ελληνικά.

Ο Σέμσης μικρός έφυγε από τη Στρώμνιτσα και πήγε στη Θεσσαλονίκη να μάθει βιολί, αλλά η μαθητεία απέτυχε γιατί δεν μπορούσε να επικοινωνήσει με τον ελληνόφωνο δάσκαλο.

Περικλή τί να σου πω;

Δεν είμαι γλωσσολόγος, αλλά είχα για μια 2ετία και πλέον συγκάτοικο σκοπιανό (με την παρέα του έχουμε κάνει τρελλά γλέντια, ένας εξ αυτών μάλιστα γυφτοσκοπιανός): εγώ στα βίντεο σλάβικα ακούω.

Όπως σωστά ειπώθηκε, οι περσότεροι βαλκάνιοι (βούλγαροι, σέρβοι, σκοπιανοί) συννενοούνται μια χαρά αναμεταξύ τους, καθότι η γλώσσα είναι ουσιαστικά κοινή, όπως επίσης και το κυριλλικό αλφάβητο.

Όπως και να χει, ελληνικά δεν ακούω…και μίγμα να ήτανε (που το αρνούμαι κάθετα) θα πιάναμε τη μία ή την άλλη λέξη (όπως στα κυπριακά, ποντιακά, κρητικά ή δε ξέρω τί άλλο).

ΥΓ Σχετικά με το Σέμση: αγόρασα πρόσφατα την αγγλική βιογραφία του υπό LisbetTorp, θα επανέλθω εν καιρώ…

Φυσικά σλάβικα ακούς. Ούτε εγώ ακούω ελληνικά.

Απλώς δεν είμαι γνώστης αυτών των γλωσσών ώστε να πω τι σλάβικα είναι: βουλγάρικα ή σκοπιανά ή άλλο τι. Είπαμε: “σλάβικα” δεν είναι η ονομασία μιας γλώσσας αλλά μιας ομάδας γλωσσών.

Εγώ μιλούσα για τους Έλληνες της Μικράς Ασίας που είχαν τα τουρκικά σαν μητρική γλώσσα…και ήταν αρκετοί. Ξέρω προσωπικά άτομα στην ηλικία μου που μιλούσαν μόνο τουρκικά με τους γιαγιάδες και τους παππούδες τους. Θυμάμαι μια φορά που πήγαμε με εκδρομικό στην Τουρκία με μια παρέα από Έλληνες και οι πιο πολλοί επικοινωνούσαν αρκετά άνετα με τους Τούρκους, παρόλο που τα τουρκικά τους ήταν κάπως “παλιομοδίτικα”.

Εμένα προσωπικά δεν με ενοχλεί να λένε “τα Σκόπια” Μακεδονία, αλλά δεν θα μπω σε αυτό το ζήτημα γιατί δεν θα βρούμε άκρη!

Εύα

Μόνο που συγχέεις τα ιερά των παππούδων μας (κι εγώ μικρασιάτης είμαι στην καταγωγή, από Προύσσα και Σμύρνη) στην κουβέντα. Οι μικρασιάτες ήταν αυτούσιοι έλληνες, με μητρική τους τα ελληνικά και άριστη γνώση των τούρκικων αφού ζούσαν στο εκεί περιβάλλον. Τί σχέση έχουν οι μικρασιάτες γνώστες της τουρκικής με τον -από κούνια σλαβόφωνο- που παίζει, τραγουδάει και το γλεντάει με το δικαίωμά του;

(Όσες φορές και να πήγα στο ελληνικό προξενείο εδώ, πάντα πετύχαινα κατόχους ελληνικών διαβατηρίων (κυρίως από Έβρο), συννενόηση όμως στα ελληννικά…γιοκ με τον υπάλληλο του προξενείου (στην καλύτερη των περιπτώσεων, σε κάκιστα γερμανικά)! Και φυσικά, δε μπορώ να χαρακτηρίσω «μειονότητα» τους ανθρώπους αυτούς, από τη στιγμή που είναι και με τη βούλα ισότιμοι πολίτες του κράτους.)

Τα χαιρετίσματα μου στη ωραία Στοκχόλμη (μόνο καλές αναμνήσεις έχω ευτυχώς από κει!). Και να μή θυμάσαι την ελληνική σου ιδιότητα (και μάλιστα από τας Σέρρας) μόνο στα ελληνικά events τύπου rebetika naetter ʼκει πάνω στην παγωμένη Σουηδία….

ΥΓ Κούρασα με τις αλλεπάλληλες παρεμβάσεις, σταματάω εδώ. Ευχαριστώ τον Περικλή και την Ελένη!

σχέση έχουν οι μικρασιάτες γνώστες της τουρκικής με τον -από κούνια σλαβόφωνο- που παίζει, τραγουδάει και το γλεντάει με το δικαίωμά του;[/FONT]

Δεν θα σε κουράσω άλλο με τις παρεμβάσεις μου, απλώς θέλω να διευκρινίσω (θα το ξέρουν οι παλιοί φορουμίτες) ότι δεν είμαι “γνήσια” Ελληνίδα, και ότι οι συγγενείς μου στην Ελλάδα είναι μόνο εξ αγχιστείας, που λένε (παρόλο που μετά από τόσα χρόνια τους νιώθω δικούς μου). Ίσως για αυτό δεν με απασχολεί τόσο πολύ το “μακεδονικό”. Αυτό που με κάνει εντύπωση, πέραν από το πολιτικό σκέλος της υπόθεσης, είναι η εμφανής υπεροπτική στάση που έχουν μερικοί Έλληνες (οι παρόντες εξαιρούνται, βέβαια!) απεναντι στους γείτονές τους, και ειδικά στους “σκοπιανούς.” Συναντάς Ελληναράδες (με το συμπάθειο!) που δεν έχουν ούτε μόρφωση ούτε καλλιέργεια, και περιφανεύονται για την ανωτερότητά τους, που εγώ για να είναι ειλικρινής, δεν ξέρω που τη βρίσκουν. Συγνώμη για το εκτός θέματος, αλλά αυτή η στάση μου κάθεται λιγάκι στο λαιμό!

Σε “Greek night” έχω να πάω κάτι χρόνια, μακάρι να είχα την ευκαιρία να πάω, ειδικά που πολλές φορές η διασκέδαση εδώ στην Στοκχόλμη είναι πιο γνήσια και πιο ωραία από ό,τι στα μαγαζιά της Ελλάδας. Έχουμε, π.χ. μία λαϊκορεμπέτικη κομπανία που παίζει στα γλέντια της ελληνικής κοινότητας, το ΤΑΞΙΜΙ, που τύφλα να έχουν οι ελληνικές ορχήστρες!

Όσο για τους τουρκόφωνους Έλληνες, δεν ξέρω για τους άλλους, αλλά η γιαγιά του άντρα μου (που ήταν Πόντια στην καταγωγή) δεν ήξερε γκρι ελληνικά όταν ήρθε στην Ελλάδα (ούτε και ποντιακά) και μέχρι το γερατειά της τα ελληνικά τα μιλούσε σπαστά. Με τον άντρα της και με τα παιδιά της μιλούσε τουρκικά, και η πεθερά μου ακόμα μιλάει στα τουρκικά καμιά φορά με τις αδελφές της, ιδίως όταν δεν θέλουν να καταλάβουμε τι λένε!:wink:

Δεν ήθελα να συγκρίνω τους Μικρασιάτες Έλληνες με τους σλαβόφωνους, απλώς ήθελα να πω πως υπήρχαν Έλληνες που ζούσαν στη Μακεδονία, αλλά δεν είχαν τα ελληνικά σαν μητρική γλώσσα, αν με μητρική γλώσσα εννοείς τη γλώσσα που μιλάς στο σπίτι σου, με τη μάνα σου.

Εύα

Λοιπόν, φαίνεται ότι τα πομάκικα έχουν αρχίσει να σπάνε το καθεστώς αφάνειας. Αυτό το βιντεάκι τραβήχτηκε σε μια εκδήλωση στη Δράμα, όπου παρουσιάστηκαν τραγούδια με την προαναφερθείσα Εμινέ Μπουρουτζή. Πριν το τραγούδι ένας δάσκαλος των Πομακοχωριών κάνει μια σύντομη εισαγωγή, όπου αναφέρεται και στην πρόσφατη δισκογραφική κίνηση, η οποία είναι αξιόλογη θα έλεγα.

Φαίνεται ότι η Εμινέ είναι επαγγελματίας τραγουδίστρια. Δεν είναι μικρή υπόθεση να βγάλουν μια τραγουδίστρια οι Πομάκοι -σίγουρα υπάρχουν πολλές περιοχές με πληθυσμό όσο όλοι οι Πομάκοι της Ελλάδας χωρίς κανέναν επαγγελματία τραγουδιστή- αν και γενικά η επαγγελματοποίηση δεν ωφελεί την παράδοση.

Το σχήμα που τη συνοδεύει αποτελείται από τα όργανα που υποτίθεται ότι αποτελούν μια τυπική θρακιώτικη παραδοσιακή ορχήστρα: γκάιντα, καβάλι, ακορντεόν, λαούτο, νταούλι (με άλλα λόγια ορχήστρα βουλγαρικού σοσιαλιστικού φολκλόρ μαζί μ’ ένα φίλο τους λαουτιέρη). Μου δίνεται η εντύπωση ότι η πομάκικη παράδοση ορμά πλησίστια προς το μουσείο. Ακολουθώντας με λίγη καθυστέρηση το παράδειγμα όλων των υπόλοιπων Ελλήνων οι Πομάκοι οργανώνουν χορευτικά, παραδοσιακές ορχήστρες, τραγουδιστές και εκδηλώσεις, ώστε να αναλάβουν αυτοί την παράδοση και να απαλλαγεί ο λαός από τη μέριμνα να τη διατηρεί ο ίδιος όπως τόσα χρόνια…

Απ’ όσα είδα σε βιντεάκια αυτές τις μέρες, ψηφίζω Αχμετζίκ δγκωτό.

Για την πεθερά της Ευας.
Τουρκόφωνοι Πόντιοι ήταν οι λεγόμενοι μ-παφραλήδες,οι
πρωταγωνιστές του αντάρτικου του Δυτικού Πόντου.

Γεια σου, Bilad, και σε ευχαριστώ πολύ για την πληροφορία! Έχω ακούσει τόσες ιστορίες για τη γιαγιά Εύα (που τυχαίνει να έχει το ίδιο όνομα με μένα!) και την περιπετειώδη και τραγική ζωή της, αλλά δεν ήξερα για τους μπαφραλήδες, Τώρα που έμαθα ότι δεν ήταν μια μεμονωμένη περίπτωση, έψαξα στο Διαδύκτιο και βρήκα μια μέλετη που επιβεβαιώνει αυτά που έχω ακούσει για τη στάση των “ντόπιων” απέναντι στους πρόσφυγες Μικρασιάτες, και ειδικά στους τουρκόφωνους. Όλα αυτά που έχω ακούσει σαν οικογενειακές ιστορίες και ακόμα σαν ανέκδοτα (ας πούμε, για τις γλωσσικές γκάφες της γιαγιάς!) εξηγούνται και αναλύονται στην παρά κάτω μελέτη:

Μπορεί το κείμενο να είναι κάπως εκτός θέματος, αλλά νομίζω ότι η περίπτωση των τουρκόφωνων Ελλήνων της Μικράς Ασίας δείχνει πως η αίσθηση της ιθαγένειας δεν έχει άμεση σχέση με τη φυλή, τη γλώσσα ή με άλλους παράγοντες, όπως η κοινωνική θέση ή οι επαγγελματικές δραστηριότητες. Αν κατάλαβα καλά, η θρησκεία ήταν ο καθοριστικός παράγοντας, όπως συνέβαινε και με τους μουσουλμάνους Κρητικούς που εγκαταστάθηκαν στην Τουρκία.

Εύα

Μερικά ωραία τουρκόφωνα τραγούδια τραγουδισμένα από γυναίκες της Μπάφρας Ιωαννίνων.

Τα γνωστά “Παλαμάκια”:

Αν κατάλαβα καλά τα τραγούδια είναι από ένα σιντί που λέγεται ”Παραδοσιακοί χοροί και τραγούδια της Μπάφρας Ιωαννίνων”.

Και μια μαρτυρία από ένα παιδί της τέταρτης γενιάς Τουρκόφωνων Ποντίων:

opos exo ksanapei to xorio mou einai tourkofono xorio kai aftin tin glossa gnorizoume san progoniki mas emeis oi prosfiges 4is geneas…
me tragoudia stin tourkiki glossa mas megalosan oi goneis mas kai oi papoudes mas…na fantasteis file palale otan protoirthan oi dikoi mas sto xorio pou eimaste to evagelio kathe kiriaki stin eklisia to legan dio fores…mia sta elinika kai mia sta tourkika gia na katalavenoun kai oi papoudes…

Το κομμάτι είναι διαθέσιμο στο Ίντερνετ, γι αυτό νομίζω ότι είναι εντάξει να το παραθέσω κι εδώ:

http://pontosforum.4.forumer.com/a/psaxno-tragoudia-stin-tourkiki-glossa_post1836.html

Εύα

Είναι, πραγματικά, να σου έρχονται κλάμματα. Δεν ξέρω που ακριβώς βρίσκεται η Μπάφρα (αρχικά “Νέα Πάφρα", φαντάζομαι) αλλά σίγουρα βρίσκεται στις περιοχές του νομού Ιωαννίνων από τις οποίες ξερριζώθηκαν ελληνόφωνοι πληθυσμοί μουσουλμάνων για να “ανταλλαγούν” με τους Μπαφραλήδες ή / και τους Καραμανλήδες. Έχουμε λοιπόν νέους εποίκους στην περιοχή Ιωαννίνων να τραγουδάνε ποντιακά τραγούδια στην τουρκική γλώσσα. Σε βιβλίο (με ηχητικό σιντί) που έχει εκδόσει στην Κων/λη το τουρκικό ίδρυμα ανταλλαγέντων πληθυσμών, υπάρχουν αντίστοιχα καταγραφές με ελληνικά δημοτικά τραγούδια από τις περιοχές δυτικής Μακεδονίας και Ηπείρου, τραγουδιαμένα σε άπταιστα Ελληνικά από ανταλλαγέντες (η δεύτερη και τρίτη γενιά τραγουδάνε!) που εγκαταστάθηκαν στον Πόντο ή στην Καππαδοκία, σε χωριά από τα οποία κατάγονταν ακριβώς αυτοί που τραγουδούν τα ποντιακά και καραμανλίδικα τραγούδια στην Ελλάδα…

Παραθέτω τους στίχους από τραγούδι τηε περιοχής Γρεβενών που κατεγράφη στη Νίγδη. Η μόνη μου επέμβαση είναι η μεταγραφή από λατινικά σε ελληνικά στοιχεία.

Χρυσή λαμπάδα καίγιτι στουν Ήλιου κι δεν λυώνει
Έτσ’ είν’ η αγάπη μ’ φρόνιμη κι δεν τα φανιρώνει
Φέυγεις αγάπη μου γλυκιά, φεύγεις παρηγοριά μου
φεύγεις κι φεύγ’ η γνώμη μου, φεύγουν κι τα μυαλά μου

Αηδόνια δέκα στη σειρά να στείλου στην αυλή σου
για να λαλούν πάσα(ν) πρωί(αν) να σκάσουν γ’ οι οχτροί σου
Τριανταφυλλιά μ’, τριανταφυλλιά μ’ μι τα σαράντα φύλλα
σαράντα κι αν σι πάλιψαν (κι αν σε πάλαιψαν), πάλιν ιγώ σι πήρα

Έχω παίξει πριν 11-12 χρόνια στην Μπάφρα Ιωαννίνων. Είναι καμιά 10αρια χιλιόμετρα πριν τα Ιωάννινα στο δεξί μας χέρι. Δε μου έδωσε την εντύπωση ότι ήταν χωριό μουσουλμάνικο και έγινε εποίκιση από τους Μπαφραλήδες. Ήταν όλα τα σπίτια ομοιόμορφα με κλίμα στην αυλή, πράγμα που μου έκανε ιδιαίτερη εντύπωση τότε. Νοικοκυρεμένα πράγματα δηλαδή.

Γεια σας,

Δε θέλω να σας ζαλίσω με επιστημονικά άρθρα, αλλά σχετικά με το θέμα της γλώσσας γίνονται ενδιαφέρουσες έρευνες γύρω από τα ποντιακά που μιλιούνται σε μερικά μουσουλμανικά χωριά του Πόντου. Η διάλεκτος αυτή είναι γνωστή με το όνομα ρωμέικα (romeyka). Στο παρακάτω άρθρο γίνεται μια επισκόπηση για τα romeyka (είναι κυρίως προορισμένο για ένα μη ελληνικό κοινό, ίσως για αυτό μερικές πληροφορίες φαίνονται αυτονόητες για τον Έλληνα αναγνώστη).

http://users.ox.ac.uk/~wolf0044/index_files/PietroBortone.pdf

Και ένα απόσπασμα από ένα τούρκικο ντοκιμαντέρ:

Εύα

Πολλές φορές Δημήτρη έχει συμβεί αυτό που λές: ο νέος οικισμός στήθηκε σε κατάλληλο ακατοίκητο χώρο και πολεοδομήθηκε, με κανονική ιπποδάμεια χάραξη και ομοιόμορφα σπίτια, όλα στο ίδιο σχέδιο και προφανώς από κάποια εργολαβία κατασκευασμένα. Έτσι δομήθηκε π.χ. και η Νέα Σινασσός (σήμερα Σινασσός) στη βόρειο Εύβοια, αλλά σε περιοχή όπου πριν κατοικούσαν (και) μουσουλμάνοι. Στις παρυφές των μεγάλων πόλεων η οικιστική πίεση ήταν μεγάλη και οι άνθρωποι δεν άντεξαν να περιμένουν πότε και πού θα χτιστεί οργανωμένος οικισμός, αυθαιρέτησαν συχνά. Νοικοκυρεμένοι ήταν βεβαίως όλοι οι πρόσφυγες.

Νίκο, είναι ακριβώς όπως υπέθεσες, ο οικισμός ήταν χτισμένος ειδικά για τους πρόσφυγες και οι κάτοικοι ήταν ένα μείγμα από τουρκόφωνους Έλληνες από διάφορα μέρη:

http://www.anatoli.gov.gr/index.php?option=com_content&task=view&id=147&Itemid=192

Εύα

Ενδιαφέρουσα μελέτη. Συμβολή στη χαρτογράφηση του σημερινού ελληνικού πληθυσμού σε σχέση με το παρελθόν του -ένα θέμα περίπλοκο και σε αρκετό βαθμό άγνωστο, καθώς στην Καταστροφή γινόταν ο κακός χαμός και δεν ήταν πάντα εφικτό να γίνονται “αρχεία χαμένων πατρίδων”, με αποτέλεσμα ορισμένα χωριά ανταλλάξιμων Ελλήνων να μην ξέρουμε καν ότι υπήρξαν.

Ορισμένα σημεία:

Το χωριό μαζί με τη θρησκεία αποτελούσαν τις κυριότερες εστίες αφοσίωσης και προσδιορισμού της ταυτότητας (σελ. 226, 2/13 στο pdf).

Αυτό είναι κάτι σημαντικό που συχνά μας διαφεύγει, όταν μιλάμε σήμερα για την εθνική ταυτότητα και συνείδηση παλαιότερων ανθρώπων: όχι μόνο ο τουρκόφωνος Πόντιος αλλά και οποιοσδήποτε χωρικός μέχρι τουλάχιστον τον 18ο αιώνα, αν όχι και πολύ πιο πρόσφατα, είναι πολύ πιθανόν, αν τον ρωτούσαμε “τι είσαι”, να μην απαντούσε ούτε Έλληνας ούτε Τούρκος ούτε Σλάβος αλλά “είμαι Χριστιανός ορθόδοξος (Μουσουλμάνος / οτιδήτποτε) από το τάδε χωριό”. Η προσπάθεια να τους κατατάξουμε με τα σημερινά κριτήρια είναι αυτό ακριβώς που ορίζεται ως αναχρονισμός.

Έτσι, το αποτέλεσμα ήταν η τρίτη γενιά τουρκόφωνων Ποντίων σήμερα να αγνοεί παντελώς την τουρκική γλώσσα, και σε ορισμένες περιπτώσεις να αγνοεί ακόμη και το γεγονός πως οι προηγούμενες γενιές υπήρξαν τουρκόφωνες (σελ. 236 ή 11/13 του pdf).

Κρίμα. Φυσικά ήταν ιστορικά αναπόφευκτο να συμβεί αυτό. Όμως ένα από τα τιμήματα της ιστορικής αναγκαιότητας ήταν ότι χάθηκε μια διάλεκτος (δε νομίζω αυτοί οι πληθυσμοί να μιλούσαν τα στάνταρ τουρκικά του σχολείου βέβαια), δηλαδή μία ψηφίδα παγκόσμιου πολιτισμού.

Μία επιφύλαξη για την εργασία έχει σχέση με τις πηγές που χρησιμοποιεί. Παρόλο που στο pdf δεν περιλαμβάνεται η βιβλιογραφία (γιατί αυτό;), μέσα στο κείμενο αναφέρεται κάποιο βιβλίο του Λιθοξόου. Ο Λιθοξόου είναι ένας συγγραφέας που τον γνωρίζω. Έχει κάνει μεγάλη έρευνα για όλα τα “αποκλίνοντα” στοιχεία του σημερινού ελλαδικού Ελληνισμού. Είναι σημαντική πηγή μεν, γιατί έχει κάνει πολλή δουλειά συγκεντρώνοντας τις προϋπάρχουσες σκόρπιες και συχνά αποσιωπώμενες πηγές. Από την άλλη όμως είναι απροκάλυπτος προπαγανδιστής. (Μπορείτε να τον γκουγκλάρετε, έχει και ιστοσελίδα.) Η χρήση των έργων του σε μια επιστημονική εισήγηση, που προσπαθεί να είναι αμερόληπτη και αποστασιοποιημένη, δεν κάνει καλή εντύπωση.

— Νέο μήνυμα προστέθηκε στις 02:34 ::: Το προηγούμενο μήνυμα δημοσιεύθηκε στις 02:08 —

Αυτό κι αν είναι ενδιαφέρον άρθρο! Κάπως πολύ εξειδικευμένο ίσως -στην ουσία είναι γλωσσολογικό και ειδικότερα διαλεκτολογικό- αλλά δε νομίζω ότι απευθύνεται αποκλειστικά σε ειδικούς. Μια πρόσθετη δυσκολία είναι ότι είναι στα αγγλικά. Πάντως έχει πολύ ψωμί. Δεν το διάβασα κανονικά ακόμη, μόνο διαγώνια, βλέπω όμως ότι, πέρα από το να μάθουμε πληροφορίες για τα ποντιακά των σημερινών Ποντιόφωνων της Τουρκίας, βοηθάει πολύ και στο να καταλάβουμε γενικότερες έννοιες όπως “τι είναι διάλεκτος / ποια γλωσσική μορφή είναι διάλεκτος δεδομένης γλώσσας και ποια είναι ξεχωριστή γλώσσα” και άλλα πολλά.

Καταλαβαίνω την ανησυχία της Εύας για το οφ-τόπικ: ασφαλώς κανένα από αυτά τα άρθρα δεν έχει σχέση με μουσική. Είναι όμως πολύ χρήσιμες συμπληρωματικές πηγές για όποιον θεωρεί τη δημοτική μουσική ως τον κόμβο όπου συναντώνται η ιστορία, η εθνολογία, η γλωσσολογία, η μελέτη των τοπικών μικροπολιτισμών κλπ.

Αυτό δεν είναι απλά πιθανό αλλά βέβαιο. Η ελληνική εθνική συνείδηση αρχίζει να διαμορφώνεται στους ορθόδοξους Χριστιανούς της Μικρασίας από τα μέσα περίπου του 19ου αιώνα, κάπου νωρίτερα, κάπου πολύ αργότερα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ο λόγιος και συγγραφέας του βιβλίου “Ιστορική γεωγραφία της μικρασιατικής χερσονήσου” (Σταμπούλ, 14 Μάρτιος 1899) Ιωάννης Η. Κάλφογλους. Το βιβλίο γράφτηκε στα Καραμανλίδικα (τουρκική γλώσσα σημειούμενη με ελληνικά στοιχεία). Ο τουρκόφωνος και ποντιακής καταγωγής συγγραφέας (1871 – 1931) σημειώνει “Είμαστε Ανατολίτες”, όχι Έλληνες, δηλαδή, και οραματίζεται την ιδεώδη για αυτόν πολιτική κατάσταση όπου οι τουρκόφωνοι, αλλά και ελληνόφωνοι χριστιανοί ορθόδοξοι υπήκοι του σουλτάνου θα κέρδιζαν, στα πλαίσια πάντοτε της ακόμα κραταιάς Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, κάποιαν πολιτιστική / πολιτική αυτονομία που όμως δεν θα σχετιζόταν καθόλου με την Ελληνική Ιθαγένεια. Σταδιακά μαθαίνει Ελληνικά και αρχίζει σταθερά να αλλάζει τη γνώμη του.Στις τελευταίες δεκαετίες της ζωής του είναι πλέον από τους φανατικότερους υποστηρικτές της ελληνικής εθνικής ταυτότητας όλων των Χριστιανών ορθόδοξων της ευρύτερης Μικράς Ασίας.

Το πολύ ενδιαφέρον, από όλες τις απόψεις, βιβλίο έχει εκδοθεί (σε ελληνική μετάφραση) από το Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών το 2002.

Ίσως είμαι λίγο εκτός θέματος, αλλά επειδή από χρόνια με απασχολεί η απορία (ίσως οι τουρκόφωνοι πόντιοι μαζί με την εξέλιξη της γλώσσας να υποστήκαν -ίσως-λέω και άλλου είδους διαφοροποιήσεις…) ποιός μπορεί, Νίκο και Περικλή, να μου εξηγήσει πώς η αγράμματη γιαγιά μου από το Πόντο έφερε μαζί της κεντήματα της γιαγιάς της με θέματα από την ελληνική μυθολογία (με αυτό του Φρίξου και της Έλλης το πιο πολυκεντημένο και πιο “παραδοσιακό” (!)…) και πως μου τραγουδούσε τραγούδια για τους “τραντέλλενες” που τα είχε μάθει από τη γιαγιά της (παρόλο που έλεγε κι αυτή “το ρομέικον το μιλιετ”, γιατί έτσι τους λέγανε οι τούρκοι…) εάν δεν είχανε συνείδηση της ελληνικής τους καταγωγής? Σίγουρα η “ελληνική ιθαγένεια” σαφώς μπήκε αργότερα στο λεξιλόγιό τους, μετά τη δημιουργία του Ελληνικού κράτους αλλά, χωρίς καμία διάθεση “εθνικισμού”, εκείνο που πάντα με εντυπωσίαζε ήταν πως με βάση την “κοινοτική” τους οργάνωση οι έλληνες του Πόντου κράτησαν την “εθνική” τους συνείδηση και τις παραδόσεις τους (ακόμα και τη γλώσσα τους, στο μεγαλύτερο κομμάτι τους…), μετά από περσική, ρωμαική, τουρκική κατοχή , που κράτησαν αιώνες!!

Eva σ΄ευχαριστούμε για τις , πραγματικά, ενδιαφέρουσες παραπομπές σου!

Πέλλη, αφού ρωτάς τόσο άμεσα τότε το μόνο που μπορώ να πω με το χέρι στην καρδιά είναι “όχι, δεν μπορώ να το εξηγήσω”.

Μπορώ όμως να πιθανολογήσω μερικές υποθέσεις.

Ο αναχρονισμός που προανέφερα είναι το δίλημμα “ή Έλληνας ή κάτι άλλο, μη Έληνας”. Σήμερα σκεφτόμαστε έτσι γιατί αυτό το μοντέλο ταξινόμησης του κόσμου έχουμε μάθει, και μας διευκολύνει στη σκέψη και την κατανόηση. Σε άλλες εποχές χρησιμοποιούσαν άλλα μοντέλα, που με τα τότε δεδομένα ήταν πιο εξυπηρετικά. Όποιος δεν έλεγε “είμαι Έλληνας” δε σήμαινε πως θα εννοούσε “είμαι κάτι άλλο”, όπως θα ήταν σήμερα το προφανές συμπέρασμα: θα σήμαινε απλώς ότι το ερώτημα με τη συγκεκριμένη διατύπωση δεν τον έχει απασχολήσει.

Ως προς τα σημεία:

α) Το ρωμαίικο μιλέτ σημαίνει “οι ορθόδοξοι”. Αυτό ήταν το μόνο κριτήριο που χρησιμοποιούσε το οθωμανικό κράτος και που υποθέτω ότι θα υπήρχε και στον κώδικα του ίδιου του λαού.
β) Τα τραγούδια για τους τραντέλλενες ξεκινάνε ποιος ξέρει πότε και φτάνουν ως εκείνες τις γενιές (και ακόμα και τις δικές μας) μέσω αδιάκοπης προφορικής παράδοσης. Ναι, υπήρχαν ιστορικές μνήμες. Δεν ξέχασαν από πού προέρχονταν. Αυτό όμως δε συνιστούσε ελληνική συνείδηση, συνιστούσε ένα πολιτισμικό χαρακτηριστικό. Αν κάθε πληθυσμός έβλεπε την πολιτισμική του φυσιογνωμία ως κάτι που τους διαφοροποιεί από τους “άλλους” και επομένως προσδιορίζει τους ίδιους, πιστεύω ότι αυτό θα γινόταν στο μέτρο που οι “άλλοι” ήταν κάποιοι που να είναι παρόντες: το δίπλα χωριό, η παρακάτω μεγάλη πόλη, ο αλλιώτικος μαχαλάς μέσα στο ίδιο χωριό. Το ότι όμως αυτά τα πολιτισμικά στοιχεία τους ενώνουν με τους Έλληνες της Ηπείρου, της Κρήτης ή ξέρω γω της αρχαίας Ιωνίας ήταν κάτι πολύ πέρα από τη σκέψη τους, την πληροφόρησή τους και τις αναζητήσεις τους. Είμαι απόλυτα βέβαιος ότι η γιαγιά σου θα έλεγε “αυτά είναι τα τραγούδια του χωριού μου”, όπως λένε και σήμερα όλοι για τα τραγούδια του χωριού τους, ακόμη κι αν πρόκειται για τραγούδια που εκτός από το χωριό τους τα έχουν κι άλλα 10.000 ελληνικά χωριά.
γ) Τα κεντήματα με μυθολογικά θέματα αντίθετα δεν έφτασαν με αδιάκοπη παράδοση από γενιά σε γενιά. Κάποια δεδομένη στιγμή εμφανίστηκαν ως καινοτομία. Αυτή η καινοτομία θα ξεκινάει προφανώς από το σχολείο, ή από κάποιον τοπικό λόγιο, ή από κάποια πρωτοβουλία των ελληνικών τοπικών δημοτικών αρχών… Σε κάθε περίπτωση από κάποιον που ανήκει στο υπερτοπικό δίκτυο διακίνησης ιδεών και τάσεων. Κάποιον που όταν αυτές οι ιδέες (πιθανότατα με αρκετό σπασμένο τηλέφωνο) φτάσουν από τις μεγάλες πόλεις της Ευρώπης, από τις ελληνικές κοινότητες λογίων και εμπόρων εντός και εκτός Ελλάδας, από τους Διαφωτιστές, τους Φιλικούς, το νεοσύστατο ελληνικό κράτος, τις ελληνικές (ελλαδικές και μη) εφημερίδες, τα σχολεία, τα βιβλία, μέχρι το δωμάτιο των γυναικών του κάθε σπιτιού σε κάθε απομακρυσμένο χωριό στα βάθη της Ανατολής, τότε αυτός λειτουργεί ως ο δίαυλος που ενώνει αυτά τα δύο δίκτυα, το υπερτοπικό “αστικοεγγράμματο” (ούτως ειπείν) με το τοπικό, αγροτικό, παραδοσιακό.
Να θυμίσω ως κάπως ανάλογο παράδειγμα τις ιστορίες του Γ. Βιζυηνού για τον ίδιο και τη μάνα του. Αυτός μεγάλωσε σ’ ένα χωριό που ο κόσμος του περιοριζόταν μέχρι εκεί που φτάνει το μάτι από την κορφή του λόφου. Πίστευε τα παραμύθια του παππού του ως κυριολεκτική αλήθεια. Όμως ξενιτεύτηκε και πήγε στην Ευρώπη να μορφωθεί. Έμαθε να γράφει σε μια γλώσσα που αναμφισβήτητα ήταν ελληνική, αλλά που πολλές λέξεις της είχαν ανασυρθεί από τα αρχαία κείμενα μετά από αχρησία πολλών αιώνων. Η μάνα του έμεινε πίσω στο χωριό και τον περίμενε. Ρωτούσε τους διαβάτες, όσους δεν ήταν από το χωριό της, μήπως πέρασαν από την “Ευρώπη”, θεωρώντας την μάλλον ως ένα άλλο χωριό πιο μακριά. Δεν ήξερε να τους πει ποιον ακριβώς ψάχνει, γιατί ο γιος της όσο ήταν στο χωριό λεγόταν “το Γιωργί του Τάδε” ενώ τώρα είχε πάρει ένα όνομα περιδιαγραμμάτου.
Ο Βιζυηνός λοιπόν μας καταθέτει τη μαρτυρία ενός ανθρώπου που εντάχθηκε στο υπερτοπικό δίκτυο που προανέφερα, προερχόμενος όμως από το τοπικό, στο οποίο εξακολούθησε να πατάει αν όχι με το ένα πόδι, πάντως με καναδυό δάχτυλα. Αν η κατάληξή του ήταν να γίνει δάσκαλος στο χωριό του, όπως το έκαναν άλλοι ανάλογοι, θα είχε κοινωνήσει εκεί τα εξ Εσπερίας φώτα του και θα είχε ενώσει τα δύο δίκτυα.

Σ ευχαριστώ για την απάντηση Περικλή! Πολύ καλό το παράδειγμα του Γ. Βιζυηνού! Τη σύνδεση του “τοπικού” με το “υπερτοπικό” νομίζω ότι οι ποντιακές κοινότητες την κράτησαν πάντα, ακόμη και τα ορεινά χωριά, μέσω του εμπορίου ή της εκκλησίας, γιατί πάντα “υπάγονταν” σε μια μεγαλύτερη πόλη ή απ ευθείας στην Τραπεζούντα. Στο Μοναστήρι της Αργυρούπολης του Πόντου, απ όπου καταγόταν η άλλη γιαγιά μου, υπήρχε ελληνικό σχολείο όπου εκτός των άλλων τους μάθαιναν γαλλικά (μου τραγουδούσε τα γαλλικά τραγούδια που τους μάθαινε ο δάσκαλος -μοναχός)! Ωστόσο πολλοί από τους ελληνόφωνους του Πόντου σήμερα δεν γνωρίζουν καν ότι η γλώσσα που μιλάνε είναι ελληνική διάλεκτος ή οτι το σημάδι του σταυρού πάνω στο ζυμάρι είναι παράδοση χριστιανική!!
Αυτό το μυστήριο της γνώσης-συνείδησης -συνέχειας που διατηρήθηκε για αιώνες (ίσως όχι μόνο από τους Έλληνες αλλά και από άλλους λαούς -υπόδουλους σε μεγάλες “πολυπολιτισμικές” αυτοκρατορίες), έφθασαν μόνο κάτι δεκαετίες “εθνοκάθαρσης” για χαθεί, ίσως για πάντα! (μάλλον έχουμε βγει τελείως απ΄το θέμα, έ?)