Οι παρακάτω σκέψεις προφανώς μένουν ανολοκλήρωτες, αλλά ίσως βοηθάνε σε μια προσέγγιση του θέματος, παρ’ όλη την έκτασή τους.
Κάνω λοιπόν τη σκέψη ότι το θέμα είναι το ίδιο που αφορά την “αναπαραστατική” και την “μη-αναπαραστατική” καλλιτεχνική μορφή.
Βέβαια η έννοια της “αναπαράστασης” αφορά άμεσα τις εικαστικές τέχνες, και είναι κάπως προβληματική σε σχέση με τη μουσική. Παρ’ όλα αυτά νομίζω ότι προσφέρει ένα αισθητικό ανάλογο που ίσως βοηθά να μπούμε καλύτερα στο θέμα.
Άλλωστε, με όλους τους περιορισμούς των γνώσεών μου, νομίζω ότι η εμφάνιση των “μη-αναπαραστατικών” μορφών πχ στη ζωγραφική, απ’ τη μια, και της ατονικότητας στη μουσική, από την άλλη, είναι ιστορικά παράλληλα γεγονότα.
Οι αιτίες αυτής της “τομής” είναι άλλο θέμα. Πιθανό και να σχετίζεται με τη μετάβαση από τον “πολιτισμό του Ησίοδου” στον “βιομηχανικό πολιτισμό” (κι από εκεί και πέρα μπαίνει, ως προς τον δεύτερο, το ερώτημα το σχετικό με τη διάκριση μεταξύ ορισμένων γενικών του χαρακτηριστικών και της ειδικά καπιταλιστικής μορφής του, ζήτημα που προφανώς πάει πολύ μακριά).
Το ότι υπάρχουν μουσικά μοτίβα που “αντιστοιχούν στην ανθρώπινη αντίληψη”, μπορεί κανείς να πει (αλλά μόνον “εμπειρικά”, σε ό,τι με αφορά) ότι το πιστοποιεί η μακραίωνη διαδικασία κωδικοποίησης αυτών των μοτίβων σε κλίμακες, δρόμους, μακάμια κλπ. Και ας δεχτούμε ότι αυτές οι κωδικοποιήσεις, παρά τις διαφορές τους, συγκλίνουν στο ότι αποτελούν μορφές κωδικοποίησης αυτών των μοτίβων.
Απ’ την άλλη, στην “αναπαραστατική” τέχνη, τα μοτίβα τα δίνει πρώτα απ’ όλα η ίδια η φύση, ο εξωτερικός κόσμος, με τον τρόπο - βέβαια - που αυτός γίνεται αντίληπτος απ’ τον εγκέφαλο διαμέσου των φυσικών ιδιοτήτων του και των ιδιοτήτων των αισθητηρίων οργάνων.
Κάτι τέτοιο πιστεύω ισχύει και σε σχέση με τα μουσικά μοτίβα, μόνο που στην περίπτωση αυτή δεν ξέρω να απαντήσω στο “γιατί” και στο “πώς”, ενώ πχ στην εικαστική αναπαράσταση η σχέση των μοτίβων με τον εξωτερικό κόσμο είναι πιο “απτή”: εντελώς χοντρικά, “όπως βλέπουμε, έτσι και ζωγραφίζουμε”, όμως στη μουσική αυτή η κατ’ αναλογία σχέση δεν είναι εμφανής…
Με το να γίνει η τέχνη “μη-αναπαραστατική”, στην πραγματικότητα “αποδεσμεύεται” από τα μοτίβα που παρέχει ο εξωτερικός κόσμος (φυσικός, κοινωνικός), τα οποία είναι και “μοτίβα της ανθρώπινης αντίληψης” γιατί η ανθρώπινη αντίληψη συγκροτείται ακριβώς ως αντίληψη του εξωτερικού κόσμου. Μόνο που, κατά τη γνώμη μου, κι αυτή η καλλιτεχνική “αποδέσμευση” βρίσκει τα όρια της στο γεγονός ότι το βλέμμα του θεατή, η ακοή του ακροατή, (πιστεύω ακόμα και η “παρόρμηση” του καλλιτέχνη ως δημιουργού), θέλοντας και μη συσχετίζει την καλλιτεχνική μορφή με τον εξωτερικό κόσμο. Μόνο που, αν στις αναπαραστατικές μορφές ο συσχετισμός αυτός διερευνάται μέσω της ομοιότητας με το αντικείμενο, στις μη-αναπαραστατικές διερευνάται μέσω της ανομοιότητας.
*

Ένα εικαστικό δείγμα σαν κι αυτό, δεν είναι το ανάλογο της μουσικής, που αφορά το θέμα της ανάρτησης;
Δεν θυμάμαι ποιος είχε σχολιάσει τα “σπασμένα” βιολιά του Πικάσο με τη φράση: “θα ήθελα να ακούσω ένα τέτοιο βιολί να παίζει”. Μήπως λοιπόν ένα “τέτοιο” βιολί, δεν θα έπαιζε με “τέτοια” μουσική;
Στο παραπάνω ζωγραφικό έργο βέβαια δεν απουσιάζουν ορισμένα επιμέρους αναπαραστατικά μοτίβα.Αυτό που καταρχήν απουσιάζει είναι ένα γενικής φύσης “μοτίβο” χάρη στο οποίο θα μπορούσαμε να μιλάμε για “αναπαραστατική” τέχνη.
Και καταλήγω στο ερώτημα αν τελικά αυτού του είδους η ζωγραφική δεν έχει πλέον παραγάγει ένα γενικό μοτίβο (καθώς και μια σειρά από ειδικότερα μοτίβα) μη-αναπαραστατικότητας, που έχουν καταστήσει την τέχνη ικανή να ζωγραφίζει μεν την πραγματικότητα με μη-αναπαραστατική όμως μορφή. Και στο ερώτημα, αν η μουσική για την οποία συζητάμε δεν αφορά το ανάλογο (στην μουσική) αυτής της ικανότητας που έχει αποκτήσει η τέχνη.
*
Όμως, ειδικά όσον αφορά τη μουσική, νομίζω ότι το όλο θέμα κατά κάποιο τρόπο συγκαλύπτεται από τις διαβαθμίσεις της κοινωνικής λειτουργίας της, συν το γεγονός ότι η μουσική απαιτεί το χρόνο του ακροατή με τρόπο που δεν συμβαίνει πχ στη ζωγραφική.
Ως προς το δεύτερο: Έναν πίνακα ζωγραφικής τον βλέπει κανείς ήδη με μια ματιά και σχηματίζει αμέσως μια στιγμιαία κρίση γι’ αυτόν. Αν του προκαλεί ενδιαφέρον τον παρατηρεί περισσότερο (αλλά και τότε η διάρκεια της παρατήρησης ρυθμίζεται από τον ίδιο το θεατή). Αν όχι, απλώς αποστρέφει το βλέμμα και η περαιτέρω διαδικασία άρνησης ή κατανόησης μπορεί να συνεχιστεί “στο σπιτι”. Σε ένα μουσικό έργο μιας ώρας, ο ακροατής είναι υποχρεωμένος να καθηλωθεί επί μια ώρα (το ίδιο συμβαίνει και στον κινηματογράφο), και αν τυχόν δεν είναι σε θέση να κατανοήσει το μουσικό έργο (ή αν το μουσικό έργο δεν είναι, ενδεχομένως, σε θέση να κατανοηθεί), τότε η μη επικοινωνία μεταξύ ακροατή - έργου είτε μεταφράζεται σε άρνηση με νευρικά εσωτερικά χαρακτηριστικά είτε απαιτεί την ικανότητα του ακροατή να ενεργοποιεί μηχανισμούς νευρικής αναισθησίας.
*
Αυτό συνδέεται και με το πρώτο: Η μουσική είναι συνδεμένη με κοινωνικές λειτουργίες. Στη λαϊκή μουσική, νομίζω, σπάνια (μήπως και ποτέ;) ένα μουσικό είδος είναι προορισμένο για την ακρόασή του ως αυτοσκοπό. Είτε πρόκειται για κοινωνική συνέυρεση είτε για φαΐ και γλέντι, χορό, γάμο, πένθος, εξιστόρηση, η μουσική είναι συνδεμένη με μια κοινωνική λειτουργία που δεν περιορίζεται στην ακρόαση της μουσικής ως “έργου”.
Η ακρόαση της μουσικής ως “έργου” είναι μια ειδική λειτουργία που απαιτεί την προΰπαρξη μιας μουσικής παιδείας (και “μορφωτικού επιπέδου”) ενός ορισμένου είδους (ή που η ίδια η τέτοια ακρόαση αποτελεί διαδικασία απόκτησης μιας τέτοιας παιδείας).
Το ίδιο αυτό θέμα, της κοινωνικής λειτουργίας της μουσικής, εμφανίζεται όμως και με την εξής έννοια:
Στο παραπάνω τυχαίο παράδειγμα, πρόλο που και σε αυτό αναγνωρίζονται επιμέρους μοτίβα όχι όμως ένα “γενικό” μοτίβο (όπως και στο βιολί του Πικάσο), ας πούμε ότι ο εγκέφαλος δυσκολεύεται “να ανακαλύψει κατάλληλα μοτίβα”, εφόσον ο “φορέας” του εγκεφάλου, δηλαδή ο άνθρωπος ως άνθρωπος και όχι ως “εγκέφαλος”, βρίσκεται “αντιμέτωπος” με αυτό το μουσικό έργο πχ σε μια συναυλία στο μέγαρο μουσικής.
Υπό διαφορετικούς κοινωνικούς όρους; Αν πχ αυτή η μουσική ήταν η μουσική μιας κινηματογραφικής ταινίας; Δεν θα ήταν όλα τελείως διαφορετικά σε σχέση με τον εγκέφαλο και την εκ μέρους του ανακάλυψη κατάλληλων μοτίβων;