Πράγματι, τους Γενίτσαρους τους διέλυσε με πολύ άγριο τρόπο ο Μαχμούτ Β΄το 1826, γιατί είχαν εκτραχυνθεί και μόνο προβλήματα δημιουργούσαν στο οθωμανικό κράτος.
Σχέση άμεση ανάμεσα στους δερβίσηδες και στους γενίτσαρους δεν αναφέρεται.
Όμως το τάγμα των Μπεκτασήδων δερβίσηδων είχε υπό την προστασία του τους Γενίτσαρους, τους θεωρούσε πνευματικά του παιδιά.
Και βέβαια οι χοροί καταδικάζονταν από το Κοράνι.
Οι υπόλοιπες θρησκείες ίσως έδειξαν κάποια ανοχή στο θέμα του χορού ίσως πάλι σε άλλες χώρες οι ίδιοι οι λαοί ήταν που συνέβαλαν στην επικράτηση αυτού του τρόπου ψυχαγωγίας.
Πάντως, γενικά το θέμα έχει να κάνει με την καταπίεση των ορμών, θέμα που διαπραγματεύεται αξεπέραστα ο Βίλχελμ Ράιχ στο βιβλίο του :" Η μαζική ψυχολογία του φασισμού" (*)
όπου το κλινικά και κοινωνιολογικά διαμορφωμένο βλέμμα του Ράιχ διέκρινε τη θεμελιακή συσχέτιση ανάμεσα στην αυταρχική καταπίεση των ορμών και τη φασιστική ιδεολογία, η οποία διαθέτει αρκετούς μηχανισμούς επιβολής, όχι μόνο πολιτικούς.
[ * Υπάρχει στο διαδίκτυο σχεδόν ολόκληρο το βιβλίο αυτό, μπορεί κανείς εύκολα να το βρει, μέσω ενός forum που πραγματεύεται σχετικά θέματα ].
Μάρθα, εδώ ισχύει αυτό που λέμε πως πολλές φορές η Γλώσσα διδάσκει Ιστορία
ή και το αντίθετο.
Το αστικό λαϊκό τραγούδι κατ΄ανάγκη ενσωμάτωσε τουρκικές λέξεις, αφού αναφέρονταν σε θεσμούς ξένους προς την ελληνική πραγματικότητα ( βεζίρης, μπέης, γενίτσαρος, πασάς κλπ)
ή λέξεις που αναφέρονταν σε θρησκευτικές έννοιες ( χότζας, ιμάμης, τζαμί, τεκές, δερβίσης κλπ.), αφού ήταν ανύπαρκτες στην Ελλάδα και δεν υπήρχε αντίστοιχη ελληνική λέξη.
Αλλά και σε αντικείμενα (σαλβάρι, φέσι, τσεμπέρι κλπ.), επαγγέλματα (μπαρμπέρης, σαράφης κλπ.)
Ακόμα κι αν υπήρχε όμως αντίστοιχη ελληνική λέξη, πολλές φορές προτιμήθηκε η τουρκική, όχι μόνο από τους πρόσφυγες αλλά και από τους Παλαιοελλαδίτες (μπαξές αντί κήπος, κουσούρι αντί ελάττωμα, μπακίρι αντί χαλκός κλπ.)
Η λέξη “ντερβίσης” με μεταφορική έννοια πέρασε στο ελληνικό τραγούδι, όπως και ο ασίκης, ο λεβέντης, ο μερακλής και πολλές άλλες.