Ρεμπέτικη φρασεολογία και άγνωστες λέξεις

« … είναι η φυλακή Ωρωπού, δηλαδή το πρώην Αμαλίειο Ορφανοτροφείο Κορασίδων, το οποίο κτίστηκε το 1909 και λειτούργησε ως ορφανοτροφείο, έως το 1933, οπότε άλλαξε χρήση και στέγασε εκεί τις Αγροτικές φυλακές Ωρωπού. Οι χρονολογίες είναι βεβαιωμένες από πολλές γραπτές πηγές»:
Kατά πρώτον, πολύ θα ήθελα να είχε παρατεθεί ένα έστω δείγμα των πολλών γραπτών πηγών (ελπίζω μόνο να μην εξυπονοούμε διαδικτυακές «πληροφορίες» του τύπου ένας πετάει μια ατεκμηρίωτη παρόλα και μετά άλλοι εκατό την αναπαράγουν αταλαιπώρως…). Κατά δεύτερον, η φυλακή Ωρωπού δεν ήταν το πρώην Αμαλίειο κλπ που δεν κτίστηκε το 1909 και δεν λειτούργησε ως ορφανοτροφείο μέχρι το 1933 κλπ. (βλ. παρακάτω)

«… άλλο θέμα είναι το πότε ιδρύεται δια νόμου κάτι και άλλο πότε ετοιμάζεται και πότε λειτουργεί ως τέτοιο. Και το Αμαλίειο ιδρύθηκε το 1855, το 1897 κληροδότησε σ’ αυτό ο Συγγρός τη δασική έκταση στον Ωρωπό, αλλά κτίστηκε και λειτούργησε αργότερα, το 1909»:
Mπορεί να ισχύει κάποτε-κάποτε ότι άλλο πότε ιδρύεται κάτι κλπ και άλλο πότε λειτουργεί, αλλά όχι στην περίπτωσή μας. Με τα νομοθετήματα που παρέθεσα στο πρώτο post μου τα πράγματα διακινήθηκαν ακριβώς όπως τα περιέγραψα. Αφήνω που το παράδειγμα είναι ατυχές και οφείλεται μάλλον σε σύγχυση: το εν Αθήναις Αμαλίειο όντως ιδρύθηκε με το βασιλικό διάταγμα 8-6-1855 και λειτούργησε αμέσως. Στις 29-6-1855 καταγράφεται η πρώτη συνεδρία της διοικούσης επιτροπής και ανευρίσκεται επί ενοικίω οίκημα για τα πρώτα 20 ορφανά στην Πλατεία Ελευθερίας. Το 1856 αρχίζουν να χτίζουν σε ιδιόκτητο οικόπεδο και το 1859 ολοκληρώνεται το ιδιόκτητο οίκημα (καμμία σχέση λοιπόν με αργότερα κτίσιμο και λειτουργία το 1909 κλπ). Πάμε τώρα και στο κληροδότημα Συγγρού, που καμμία σχέση δεν έχει με το εν Αθήναις Αμαλίειο αλλά αποτελεί απλώς παράρτημά του στη Σκάλα Ωρωπού που κτίστηκε το 1906 «διά να παραθερίζουν εκεί και τα άλλα ορφανά». Το 1922 η διοικούσα επιτροπή παρεχώρησε το οίκημα για στέγαση προσφυγοπαίδων εκ Μικράς Ασίας. Λίγο μετά (περί το 1926, όπως θα δούμε παρακάτω) το κράτος το επίταξε προς εγκατάσταση εκεί (θυμίζω: στις εγκαταστάσεις του Ωρωπού) του Εμπειρικείου Ασύλου των αρρένων και έπειτα (το 1931, όπως θα δούμε παρακάτω) το εξαγόρασε έναντι 5.500.000 δραχμών. (Οι παραπάνω πληροφορίες αντλημένες από το πολύτιμο βιβλίο, στηριγμένο στο Αρχείο του Ιδρύματος, του Α.Α. Παπαδόπουλου, Το Αμαλίειον Ορφανοτροφείον Κορασίδων επί της εκατονταετηρίδι του [1855-1954], Αθήνα, τυπογραφείο Μυρτίδη 1954).

«Για το πότε λειτούργησε αγροτική φυλακή στον Ωρωπό δεν έχουμε άλλη μαρτυρία, εκτός από αυτήν που τη συνδέει με το Αμαλίειο Ορφανοτροφείο. Όταν αυτό έκλεισε ως ορφανοτροφείο, το 1933, σύμφωνα με τις πηγές, λειτούργησε εκεί αγροτική φυλακή αρχικά, μετά ποινική κλπ»:
Πόθεν η τόση βεβαιότης περί μη υπάρξεως καμμίας άλλης μαρτυρίας, (ιδίως μετά το post μου όπου παρέθεσα κάμποσες «σκληρές» μαρτυρίες…) ομολογώ δεν το αντιλαμβάνομαι. Έλα όμως που υπάρχει μάρτυρας αψευδής ο Στυλιανός Γλυκοφρύδης, διατελέσας διευθυντής σε διάφορα σωφρονιστικά καταστήματα της χώρας από το 1915 και μετά, αλλά και επιθεωρητής φυλακών. Στο βιβλίο του Φυλακαί ΙΙ (Αθήνα 1936) μας πληροφορεί (σελ. 55) ότι η στη Σκάλα Ωρωπού φυλακή ιδρυθείσα στην αρχή δια του διατάγματος 1926 κλπ κλπ «ως αγροτική φυλακή ενηλίκων διά την διά καταδίκων αποξήρανσιν των εκεί ελών και εκχέρσωσιν των εκεί εκτάσεων, εις την καλλιέργειαν των οποίων ήθελον μετά ταύτα απασχοληθή οι εν αυτή εγκατεστημένοι ανήλικοι τρόφιμοι του Εμπειρικείου Ασύλου […] και εγκατασταθείσα εν τη εκεί περιτοιχισμένη περιοχή εν ή είχον προηγουμένως εγκατασταθή και τα ανήλικα αλητόπαιδα του εν Αθήναις Εμπειρικείου Ασύλου (θαυμασία τω όντι οργάνωσις των φυλακών μας και ηθικοποίησις των εν αυταίς κρατουμένων. Τα ανήλικα αλητόπαιδα μαζί με τους ενηλίκους εγκληματίας!)»
Μετά αναφέρει ότι η αγροτική φυλακή κατηργήθη διά διατάγματος το 1929 κλπ κλπ. Συνεπώς το διάστημα 1929 μέχρι και το 1932 μένουν μόνοι οι αλητόπαιδες του Εμπειρικείου, ενώ, με νέο διάταγμα, στις 29-2-1932 φεύγουν κι αυτοί και τους πάνε στις εν Σύρω εγκαταστάσεις της Αμερικανικής Περιθάλψεως. Οπότε, και δεδομένου, όπως προείπα, (και όπως επιβεβαιώνει ο Γλυκοφρύδης στη σελ. 30) ότι στις 9-6-1931 ο αυτόνομος Οργανισμός Φυλακών αγοράζει τις εγκαταστάσεις με τίμημα 5.500.000 δρχ, ο δρόμος είναι ανοιχτός
για αμιγείς πλέον φυλακές: πράγματι στις 5-2-1932 ιδρύεται εκεί επανορθωτική φυλακή κλπ κλπ.

Κατά συνέπεια, και για να συνοψίσω, βάσει των προπαρατεθέντων τεκμηρίων στο προηγούμενο και το τωρινό post μου:
Η αγροτική φυλακή Ωρωπού ιδρύεται και λειτουργεί από το 1926 (όταν δηλαδή επιτάσσονται από το κράτος οι εκεί εγκαταστάσεις,όπως γράφει ο Α. Παπαδόπουλος και επιβεβαιώνει το Σωματείο εργαζομένων καταστήματος κράτησης Κορυδαλλού στον ιστότοπό του: “το Εμπειρίκειο άσυλο αστέγων παίδων το 1926 μεταφέρθηκε στον Ωρωπό ως Εμπειρίκειον αναμορφωτικόν σχολείον”) έως το 1929, έτη κατά τα οποία συνυπάρχουν οι ανήλικοι αλητόπαιδες του Εμπειρικείου με τους ενηλίκους εγκληματίες, όπως καυτηριάζει ο Γλυκοφρύδης. Στη συνέχεια παραμένουν μόνοι οι αλητόπαιδες έως το 1932, που τους φεύγουν για Σύρο και αρχίζει η νέα καριέρα της ως φυλακής αμιγούς πλέον από το 1932 και μετά.

Εδώ είναι η διαφορά, πιστεύω, [b]στο χώρο.[/b]

Και ο χώρος της αγροτικής φυλακής Ωρωπού είναι το παλιό Αμαλίειο ορφανοτροφείο Κορασίδων Ωρωπού, εκεί στεγάστηκε η αγροτική φυλακή Ωρωπού, σ΄αυτήν αναφέρεται ο Μπάτης, εκεί φυλακίστηκε και ο Μίκης, αργότερα.

Ο Δήμος Ωρωπού στα φυλλάδια που διανέμει με αφορμή τα “Αμφιάρεια” όπως και όλες οι πηγές, εξάλλου, (έτσι κι αλλιώς, η ιστορία της φυλακής αυτής είναι νωπή στη μνήμη μας και λόγω [b][u]επταετίας)[/b][/u] αναφέρεται εξονυχιστικά στην ιστορία της περιοχής, την οποία και προβάλλει.

Αντιγράφω από το σχετικό φυλλάδιο:

Οι παλιές φυλακές Ωρωπού, στη Σκάλα Ωρωπού,… σε έκταση που κληροδότησε ο Ανδρέας Συγγρός το 1903 στο Αμαλίειο Ορφανοτροφείο…
Μέχρι το 1933 ο χώρος αυτός λειτουργεί ως ορφανοτροφείο (1909 - 1933).
Το '33 μετατρέπεται σε αγροτικές φυλακές.
Το '38 όμως καταστρέφεται λόγω σεισμού και το 1950 ξαναχτίζεται.
Από το 1953 λειτουργεί ως Ανοικτό Σωφρονιστικό Κατάστημα, για να χρησιμοποιηθεί από τη Χούντα ως τόπος κράτησης αγωνιστών, μέχρι το 1970.
Μεταξύ πολλών, εδώ κρατήθηκε και ο μεγάλος λαϊκός μουσικοσυνθέτης και εξέχον στέλεχος του ΠΑΜ τότε, Μίκης Θεοδωράκης από τον Οκτώβρη του 1969 έως τον Απρίλη του 1970…
…Σήμερα σʼ ένα μέρος του χώρου των φυλακών λειτουργούμε το Νηπιαγωγείο της περιοχής ενώ οι εξωτερικοί χώροι χρησιμοποιούνται για εκδηλώσεις…

Με βάση και το link που παρέθεσα στο προηγούμενο μήνυμα, μόλις το 1930 λειτουργεί στην Ελλάδα η πρώτη οργανωμένη αγροτική φυλακή, στην Κασσάνδρα Χαλκιδικής.
Μετά το '30, ακολουθούν οι υπόλοιπες.

Απεναντίας, ευελπιστώ πάντα ότι είναι απεξαρχής σαφές (σε ό,τι με αφορά τουλάχιστον) πως η όποια διαφορά, βέβαια, δεν είναι στον χώρο. Ο χώρος είναι δεδομένος (αλλά ας το συνομολογήσουμε και πάλι, χάριν της συζητήσεως): το θερινό παράρτημα του εν Αθήναις Αμαλίειου στον Ωρωπό. Το υπό διερεύνηση τώρα ερώτημα ευελπιστώ επίσης ότι παραμένει απεξαρχής το αυτό: πότε εγκαθίστανται εκεί οι φυλακές Ωρωπού που τραγουδάει ο Μπάτης;
Εάν συμφωνούμε μέχρι εδώ, τότε και μόνο αρχίζουν οι όποιες διαφορές: ανάλογα, δηλαδή, με το τεκμηριωτικό υλικό που επικαλείται ο καθένας, αναδύεται και διαφορετικό πραγματολογικό «σενάριο». Όποιος επικαλείται, από τη μια, τεκμήρια τύπου «φυλλάδια δήμου Ωρωπού», οδηγείται σε ένα χ πραγματολογικό «σενάριο» περί της διαχρονικής εξέλιξης του δεδομένου υπό συζήτηση χώρου (=εγκαταστάσεις φυλακής Ωρωπού). Όποιος πάλι επικαλείται τεκμήρια του τύπου που επικαλείται ο υποφαινόμενος, οδηγείται σε ένα ψ πραγματολογικό «σενάριο». Το καλό με αυτή την ιστορία είναι ότι για πρώτη φορά, νομίζω, παρέχεται και ένα εναλλακτικό «σενάριο», πράγμα που το νιώθω κέρδος για όσους μας διαβάζουν (ίσως και για τον Δήμο Ωρωπού…) , εφόσον παρέχεται πλέον η δυνατότητα να σταθμίσει κανείς το ένθεν και ένθεν τεκμηριωτικό υλικό, να αξιολογήσει και να συγκρίνει πηγές, να…διαλέξει εντέλει και να «πάρει» ό,τι κρίνει πιο εύλογο και κοντά στην ιστορική πραγματικότητα.

Από το ότι η Κασσάνδρα όντως υπήρξε η εμβληματικότερη, δεν συνάγεται εξ αυτού του λόγου ότι ήταν και η πρώτη αγροτική φυλακή, πόσο μάλλον που δεν αληθεύει με τίποτα ότι μετά το 1930 ακολουθούν την Κασσάνδρα οι υπόλοιπες (άρα, το εξυπονοούμενο «επιχείρημα», εικάζω, και του Ωρωπού…).
Για να δούμε όμως πώς έχει όντως η ιστορική πραγματικότητα σε ό,τι αφορά τις αγροτικές φυλακές («οργανωμένες» και «ανοργάνωτες»…) την επίμαχη χρονική περίοδο (η αρίθμηση κατά σειρά προτερότητας…):

  1. Αγροτική φυλακή Τίρυνθας (14/02/1925): η πρώτη μόνιμη αγροτική φυλακή
  2. Αγροτική φυλακή Κασσαβετείας (18/07/1925)
  3. Αγροτική φυλακή Ωρωπού (29/9/1926)
  4. Αγροτική φυλακή Άσσου Κεφαλληνίας (5/11/1927)
  5. Αγροτική φυλακή Αγυιάς Χανίων (7/6/1929)
  6. Αγροτική φυλακή Ηρακλείου Κρήτης (5/2/1930)
  7. Αγροτική φυλακή Κασσάνδρας Χαλκιδικής ( 26/3/1930)

[Πηγές: τα ίδια τα ΦΕΚ, και
Χ. Δημόπουλος, Η φυλακή –ιστορική και αρχιτεκτονική προσέγγιση, εκδ. Σάκκουλα 2003,
Στυλιανός Γλυκοφρύδης, Φυλακαί ΙΙ, Αθήναι 1936]

Έβδομη και καταϊδρωμένη η Κασσάνδρα…

Αγαπητέ Γιώργο, πήρα το θάρρος να κάνω μια επέμβαση στην εμφάνιση του τελευταίου μηνύματός σου (χωρίς φυσικά να αλλάξω ούτε κόμμα από το περιεχόμενο). Αυτά τα γαλάζια κουτάκια που πρόσθεσα βγαίνουν αν αντί για «απάντηση» πατήσεις «απάντηση με παράθεση».

Εκ μέρους της συντονιστικής ομάδας.

Το φυλλάδιο που διανέμεται από το Δήμο Ωρωπού αναφέρει αναλυτικά, με χρονολογίες κ.λπ. όλη την ιστορία, παλιότερα αλλά και σήμερα, συγκεκριμένα, του χώρου του Αμαλίειου Ορφανοτροφείου Κορασίδων.

Σε όσα έχω ήδη πει, να προσθέσω μόνο ότι για μια πενταετία 1925 - 1930 αναφέρεται ότι προβάλλονταν στο χώρο αυτό ταινίες για ψυχαγωγία των ορφανών.
Κάπως δύσκολο να συστεγαζόταν την ίδια εποχή και φυλακή, στον ίδιο χώρο.

Επίσης, ένα ακόμα στοιχείο, ότι την ίδια εποχή υπήρξε συνεργασία με ξένες φιλανθρωπικές οργανώσεις, για τη φροντίδα των ορφανών παιδιών.
Άλλο ένα στοιχείο, χειροπιαστό δηλαδή, της χρήσης του συγκεκριμένου χώρου.

Η δε πληροφορία για την πρώτη, οργανωμένη, αγροτική φυλακή (το 1930, στην Κασσάνδρα) υπάρχει διασταυρωμένη σε βιβλία που αφορούν την ιστορία των φυλακών στη χώρα μας (λινκ, από προηγούμενο μήνυμα).

Θα μου επιτρέψετε, να σταματήσω εγώ τουλάχιστον εδώ, όσον αφορά στο συγκεκριμένο θέμα.
Έχω την εντύπωση ότι το παρακουράσαμε.
Εξάλλου, ο καθένας θα έχει καταλήξει ήδη σε συμπεράσματα.

Εεεε…το… ζορίσαμε λιγάκι, αλλά εντέλει μας διηγήθηκε μια παράξενη όσο και απίστευτη για πολλούς ιστορία:
«Εκεί, λέει, στα 1906 φτιάχτηκαν στον Ωρωπό κάτι υπέροχες εγκαταστάσεις για να παραθερίζουν τα ορφανά κοριτσάκια από το Αμαλίειο της Αθήνας. Όλα πήγαιναν καλά για κάπου 20 χρόνια, όταν μια ωραία πρωία του 1926 το κράτος επίταξε τις εγκαταστάσεις για να βάλει εκεί τα άρρενα αλητόπαιδα του Εμπειρίκειου που δεν «χωρούσαν» πια στην Αθήνα. Έλα όμως που παράλληλα κάποιος έπρεπε να κάνει τη χοντροδουλειά εκεί στα πέριξ, δηλαδή να αποξηράνει τα βαλτοτόπια και να ξεχερσώσει τις εκτάσεις, ώστε να μπορούν τα αλητόπουλα να καλλιεργούν και κατιτί. Νάσου λοιπόν το κράτος και σου φυτεύει εκεί αγροτική φυλακή και βάζει τους καταδίκους να κάνουν την παλιοδουλειά, συνυπάρχοντας με τους αλητόπαιδες, προς μεγάλο κακοφανισμό ενός περίφημου επιθεωρητή φυλακών της εποχής που καυτηρίασε αγρίως το γεγονός. Μάταια όμως. Η συνύπαρξη τράβηξε για τρία χρόνια, μέχρι να τελειώσουν φαίνεται οι κατάδικοι τη δουλειά. Μετά, κάποια άλλη πρωία του 1929 τους ξωπετάξανε, κλείσαν την αγροτοφυλακή και μείναν μόνα τα αλητόπουλα να απολαμβάνουν τα λούσα του Ωρωπού. Τόσο μάλιστα το κράτος τούς προόριζε για μόνιμη εγκατάσταση εκεί, που αγόρασε για το σκοπό αυτό το 1931 τον χώρο από το Αμαλίειο της Αθήνας. Να όμως που η μοίρα η βάσκανη αλλιώς τα θέλησε: έκλεισαν τον καιρό εκείνο οι φυλακές της Παλιάς Στρατώνας στην Πλάκα! Ώρε μάνα μου, και τι να τους κάνουμε όλους τούτους και πού να τους πάμε; ξεφώνιζαν συναμετάξυ οι κρατικοί αξιωματούχοι… Άλλους τότε, λέει, τους πήγαν από κει, άλλους τους πήγαν από δώ, κι άλλους…στον Ωρωπό! Δώστου λοιπόν ξωπέταγμα το 1932 τα αλητόπουλα κατά Σύρο μεριά, και νάσου την πάλι καθαρόαιμη φυτρώνει φυλακή –εγκληματική τώρα− στον Ωρωπό, μπας και χωρέσει καμπόσους καταδίκους από την πάλαι Παλιά Στρατώνα.»

Αυτά λοιπόν μας είπε, λίγο που το παρακουράσαμε.
Τώρα όμως μπορεί να είναι ήσυχο: θα το παραξεκουράσουμε…

Ένα άλλο λήμμα που αξίζει οπωσδήποτε να ξαναδεί κανείς είναι το «Κουνελάκη= Ύψωμα στη Δραπετσώνα» κλπ
Κατʼ αρχάς θα πρέπει να διορθωθούν τα εξής:
α)Ο τίτλος είναι «Πέντε μάγγες» (έτσι στην ετικέτα του δίσκου) και όχι «Πέντε μάγκες στον Περαία»
β) Ο δίσκος είναι του 1936 και όχι του 1935 (σύμφωνα με τον Δ. Μανιάτη)

Τώρα, για τον άκρως συζητήσιμο στίχο «Πάμε ʼκει στου Κουνελάκη» είδα και τη σχετική κουβέντα που είχε γίνει στο φόρουμ (όπου είχαν ακουστεί και πιο εύλογες απόψεις από αυτή που τελικά διαβάζει κανείς στο Γλωσσάρι…) και η γνώμη μου είναι η εξής: έχοντας σαν ηχητική βάση το τραγούδι όπως υπάρχει από τo 2006 στην έκδοση του Χάουαρντ (Rembetika Greek music from the underground, CD B) εγώ τουλάχιστον (και τα γυναικόπαιδά μου που τους το έβαλα, το ίδιο άκουσαν με τη μία!) ακούω με ευκρίνεια «Πάνʼ εκεί στο βουνελάκι»: το «πανʼ εκεί» πέραν πάσης αμφιβολίας, το «στο» επίσης ευκρινέστατο, και το «βου» του «βου-νελάκι» (εάν επικεντρωθεί κανείς στην πρώτη συλλαβή, «δοκιμάζοντας» να ακούσει είτε βου- είτε κου-), ακούγεται νομίζω καθαρά…
Άρα, ως προς το «Πάνʼ εκεί στο»=«Πάνω εκεί στο», θεωρώ ότι τα πράγματα είναι ξεκαθαρισμένα: εικάζω ότι η παρακρόαση −κατά το παρανάγνωση− «Πάμε κει» αντί «Πάνʼ εκεί», οφείλεται αφενός στο ότι σε «ομιχλώδεις» εκδόσεις του τραγουδιού είναι εύκολο να μην ακουστεί ξεκάθαρα το «panekei» αλλά «pamekei» και αφετέρου στο ότι σου έρχεται πιο άμεσο νοηματικά να «μεταφράσεις» «Πάμε κει» παρά «Πανʼ εκεί», το οποίο αιφνιδιάζει με το πρώτο άκουσμα ως μη διαδεδομένο πάντρεμα λέξεων και δεν μοιάζει αυτονόητο νομίζω να διακριθεί νοηματικά με τη μία, απαιτώντας πίστωση χρόνου για να συσχετίσεις σωστά και να «ανακαλύψεις» ότι –Α, «πάνω εκεί» θέλει να πει ο Καλυβόπουλος.
Και τώρα, το περιώνυμο «δραπετσωνίτικο» ύψωμα, το λεγόμενο «Κουνελάκη»…
Δεν γνωρίζω πώς και πότε διαμορφώθηκε η εκδοχή αυτή, εντός ή εκτός διαδικτύου, όμως υποστηρίζω ότι πρόκειται για καραμπινάτη κατασκευή, μια καθαρή επινόηση, ένα σημαίνον χωρίς σημαινόμενο. Εικάζω ότι η παρακρόαση που λέγαμε οδήγησε στο σχηματισμό αυτού του υψώματος-φαντάσματος, αφʼ ης στιγμής δεν πήγε το αφτί −και συνακόλουθα το μυαλό− στην υπαρκτότατη λέξη «βουνελάκι» (όχι και πολύ διαδεδομένη είναι η αλήθεια, αλλά τη βρίσκει κανείς ήδη, για παράδειγμα, από το 1909 [εφημ. Σκριπ, 8-5-1909] έως τις μέρες μας διαδικτυακά και αλλού). Αλλά ας δούμε τι μας λένε και όσοι κατέγραψαν τους στίχους:
Σχορέλης 1978, Ρεμπέτικη ανθολογία («Πάνω κει στο βουναλάκι»)
Πετρόπουλος 1979, Ρεμπέτικα τραγούδια («Πάνω κει στο βουναλάκι»)
Gauntlett 1985, Rebetika Carmina Graeciae Recentioris («Πάνω κει στο βουναλάκι»)
Aulin-Vejleskov 1991, Χασικλίδικα ρεμπέτικα («Πάνʼ εκεί στο βουνελάκι»)
Μανιάτης 2009, Χασικλίδικα μελωδήματα («Πάνʼ εκεί στο βουναλάκι»)
Κουνάδης 2010, Τα ρεμπέτικα, 11ος τόμος-cd («Πάνʼ εκεί στο βουναλάκι»)
Βλέπουμε, λοιπόν, ότι όλοι συνηγορούν και μαρτυρούν για «βουνα[ε]λάκι», οι δε Aulin-Vejleskov είναι οι μόνοι που έχουν καταγράψει ορθότατα όλο τον στίχο. Άρα, συμπεραίνω ότι όποιος κατασκεύασε τη λέξη «Κουνελάκη» δεν προβληματίστηκε πώς είναι δυνατόν όλοι αυτοί να καταγράφουν «βουνα[ε]λάκι», αλλά αυτός (ο επινοητής) να ακούει και να εννοεί να υποστηρίξει το δικό του. Και να πω ότι μας παραπέμπει σε κάποιες πηγές που αποδεικνύουν την ύπαρξη τέτοιου τοπωνυμίου, πάει καλά, το συζητάμε και πέφτουμε όλοι πάνω στην έκδοση του Χάουαρντ να ξεδιαλύνουμε εάν λέει βου- ή κου-. Αλλά το «τοπωνύμιο» είναι αμάρτυρο, σύμφωνα με όσα γνωρίζω από την πειραϊκή βιβλιογραφία. Με ανάλογο τρόπο θα μπορούσαμε να μιλήσουμε για «Γουνελάκη», «Μουνελάκη», «Δουνελάκη», «Ρουνελάκη» και πάει λέγοντας… Το θέμα είναι να αποδείξει την ύπαρξή του όποιος την υποστηρίζει…Μέχρι τότε, σκόπιμο κρίνω να αποφεύγονται οι αξιωματικές διατυπώσεις-βεβαιότητες σα να πρόκειται για κάτι πασίγνωστο και πανθομολογούμενο, διότι διασπείρονται με ιλιγγιώδη ταχύτητα στο διαδίκτυο, δυστυχώς ασυνόδευτες από τις ατιολογημένες κρίσεις που θα τις στήριζαν.

Επ’ αυτών και μόνο:
α): η ένστασή σου, Γιώργο, θέλει να διορθωθεί το “μάγκες” σε “μάγγες” ή να φύγει το “στον Περαία”; Ο Μανιάτης ορθογραφεί “μάγκες”, τουλάχιστον στην ηλεκτρονική έκδοση που χρησιμοποιώ εγώ. Δεν έχω δει όμως φωτογραφία του δίσκου. Όπως και να ΄ναι, κριτήριο για την κατάλληλη ορθογράφηση δεν είναι το τι γράφει ένας τίτλος δίσκου το 1936, αλλά τα κλασικά κριτήρια (ορθογραφικά λεξικά). Κατά τ’ άλλα συμφωνώ, το είχα επισημάνει και παλαιότερα εδώ, #8.
β): σωστά, αλλά όχι σπάνια κάνει και ο Μανιάτης λάθος στις χρονολογήσεις. Τώρα, να αρχίσουμε ψαξίματα και συγκρίσεις με μήτρες, δεν νομίζω ότι αξίζει τον κόπο.

Είσαι απόλυτα σίγουρος απ΄ ό,τι βλέπω για το ότι ο στίχος λέει “βουνελάκι”.
Αυτό το στηρίζεις στο άκουσμα των στίχων και στο πώς έχει καταγραφεί, κατά πρώτον.

Εγώ πάλι, ακούω Κουνελάκη.
Αλλά, ας πάμε παρακάτω.

Στη δεύτερη συλλαβή, ακούγεται καθαρά η συλλαβή “νε”, όχι “να”.
Όπως και εσύ έχεις βρει, ο τύπος “βουνελάκι” μία και μοναδική φορά απαντά σε κείμενο περίπου της εποχής εκείνης.
Να πέσουμε στην περίπτωση, η γυναίκα του Γιοβάν που έγραφε τους στίχους, να είχε ακούσει τη μια και μοναδική αυτή καταγραφή και όχι τη χιλιοειπωμένη “βουναλάκι”, το ίδιο και ο Καλυβόπουλος, να ήξερε αυτή τη σπανιότατη εκδοχή της λέξης;

Η Κρεμμυδαρού, Δραπετσώνα σήμερα, έχει αρκετά υψώματα, λοφάκια κ.λπ.
Αν το δούμε νοηματικά το τραγούδι, θα συνεννοούνταν άραγε οι μάγκες αν άκουγαν έτσι αόριστα να πάνε στο “βουναλάκι” για ζούλα; Σε ποιο από όλα;
Συνήθως, ακόμα και οι σπηλιές, όπου συναντιόνταν, είχαν ονομασίες, δεν αναφέρονταν έτσι αόριστα, π.χ. “του Δράκου”.

Όπως είχα πει και στο νήμα όπου παλιότερα είχε γίνει η σχετική συζήτηση, γέροντες ντόπιοι είχαν αναφερθεί σε λόφο που είχε το όνομα ενός Κουνελάκη, στην περιοχή της παλιάς Κρεμμυδαρούς.
Είναι αλήθεια όμως, ότι καθώς είμαι μακριά, δεν βρήκα την ευκαιρία να το ψάξω περισσότερο.

Γι’ αυτό και επιφυλλάσσομαι για μια πιο σίγουρη απάντηση - διευκρίνιση σ΄αυτό το στίχο, αν και κλίνω πιο πολύ στην εκδοχή “Κουνελάκη”.

Νίκο, θεώρησα ότι επί του α) ήμουν σαφής: ο τίτλος επί της ετικέτας είναι “Πέντε μάγγες”. Το “στον Περαία” δεν υφίσταται επί της ετικέτας. Για το άλλο θέμα περί κατάλληλης ορθογράφησης, θα έλεγα ότι η πρώτη προτίμησή μου είναι να αναφέρω την επί της ετικέτας ορθογράφηση, και εάν τυχόν σε χοντρές περιπτώσεις να βάλω και κανένα (sic), το βάζω…

Κι εγώ “Κουνελάκι” υποστηρίζω. Δεν θα επικαλεστώ κανέναν συγγραφέα/ καταγραφέα και όλα τα -έα. Έχω μια χαρά αυτιά και υπολογιστή με αρκετά φίλτρα επεξεργασίας ήχου.
Λέει Κουνελάκι 13567,8%.
Αυτά. :slight_smile:

Συγνώμη, αλλά με την ορθογραφία θα ασχοληθούμε τώρα; έχει καμία αξία για το τραγούδισμά του;

Εδώ, Ελένη, έχω ένσταση: Οι μάγκες “πέρναγαν απ’ τον τεκέ”. Δεν έχει σημασία απο ποιόν και σε ποιό σημείο (του Πειραιά, βέβαια), αλλοιώς θα υπήρχε σχετική αναφορά. Άρα, το “πάν΄εκεί στο βουνελάκι” (αυτό ακούω εγώ) αναφέρεται στο πιό κοντινό (άχτιστο, τότε βέβαια) λοφάκι, από τα πολλά της περιοχής, που δεν μπορούμε σήμερα να ξέρουμε πού ακριβώς ήταν. Μάλιστα, εγώ δεν το περιορίζω στη Δραπετσώνα, που επειδή αναφέρεται παρακάτω, δεν σημαίνει ότι εκεί βρισκόταν και ο (τυχαίος και άγνωστος στους μάγκες) τεκές. Οπουδήποτε στην ευρύτερη περιοχή μπορεί να ήταν ο τεκές, ο στίχος είναι σαφής: “Πειραιά (, ή / και ) Κρεμμυδαρού”. Και, βέβαια, αυτό το “πάν΄εκεί…” κατά την εκφορά του θα συνοδεύτηκε και με ένα διευκρινιστικό δείξιμο με το χέρι, οπότε το ερώτημα “σε ποιό απ’ όλα” λογικά δεν θα είχε χρειαστεί να τεθεί.

Δημήτρη, φυσικά και η όποια διευκρίνηση δεν θα προσθέσει τίποτα στην απόλαυση του τραγουδίσματος. Άλλο είναι αυτό που ψάχνουμε.

Μην το ψάχνεται πια! το βρήκα εγώ :wink:

  1. Όποιος ακούει «στου Κουνελάκη»/ Γουνελάκη»/Δουνελάκη» υπενθυμίζω πως πρέπει να εισφέρει σχετική τεκμηρίωση ύπαρξης του τοπωνυμίου. Ουπς, τώρα βλέπω και "Κουνελάκ[b]ι[/b]"...
    
  2. Ελένη, η βεβαιότητά σου ότι ο «τύπος [u]"βουνελάκι"[/u] μία και μοναδική φορά απαντά σε κείμενο περίπου της εποχής εκείνης» ασφαλώς δεν τεκμαίρεται από τα γραφόμενά μου, άρα σού οφείλεται εξ ολοκλήρου: όμως δεν αληθεύει, εκτός και εάν θεωρούμε ότι από την πολύτιμη αλλά ισχνή ψηφιακή βιβλιοθήκη της ΕΒΕ μπορούμε να αντλούμε τόση αξιωματικότητα στις αποφάνσεις μας. Υπάρχει και ο μη ψηφιοποιημένος διαχρονικός ορυμαγδός εφημερίδων και εντύπων, όπως και ο ψηφιοποιημένος μεν αλλά χωρίς λέξεις-κλειδιά…Να λοιπόν και άλλο παράδειγμα (εκτός ψηφιακής βάσης ΕΒΕ)  ακόμα πιο κοντά στην εποχή του Τσαούς για πειραϊκή μάλιστα ακριβώς συνοικία: «Το βουνελάκι του Καραβά μεταβάλλεται κάθε βράδυ σε ζαρντέν ντε ραντεβού κλπ κλπ» ([i]Νέοι Καιροί[/i] 28-6-1930). Το θέμα όμως δεν είναι να μετρήσουμε πόσες φορές αναφέρεται η λέξη σε εφημερίδες της εποχής, αλλά ότι αποδεικνύεται διαχρονικά η χρήση της μέχρι της μέρες μας, και βεβαίως ότι βρισκόταν στο στόμα του λαού από τότε, όπως ακριβώς αποδεικνύει το τραγούδι.
    

3. Μια χαρά τους βρίσκω να συνεννοούνται τους πέντε μάγκες στο τραγούδι: (φαντάζομαι τη σκηνή): -Να, ρε, πάνω κει στο βουνελάκι κλπ κλπ (ταυτοχρόνως τους δείχνει πού, αν δεν τους είναι ήδη γνωστό το σημείο: και από πλείστα δηλ. λοφάκια να υποθέσουμε ότι τριγυρίζονταν, τους κατατοπίζει ο άνθρωπος σε ποιο απʼ όλα, άσε που ο ενικός δεν αφήνει αμφιβολία ότι πρόκειται για ένα, αυτό που τους λέει/δείχνει…)

Γιώργο, το ρεμπέτικο δεν είναι δικαστήριο για να ζητάς τεκμηρίωση. Αλλά εάν επιμένεις, τότε θα την βρεις σε κάποια παραλία της…Παραγουάης. Εκεί την έχει κι ο Τσιτσάνης. Πρώτον, αυτό.
Και δεύτερον και σπουδαιότερον, εγώ ξέρω τι ακούω και δεν χρειάζεται να ψαχτώ μετά για να βρω τι εννοεί ο ποιητής.
Είναι σα να με ρωτάς “τι γράφει εδώ γιατί δεν βλέπω τα γραμματάκια” και μετά να μου ζητάς να αποδείξω αυτό που διάβασα!!

Σας λέω ότι λέει κουνελάκη (άσε την ορθογραφία) ή το δέχεστε ή όχι. Εσύ τραγούδα και “βαρελάκι” άμα θες.

Οξύμωρο! ενώ ζητάς τεκμηρίωση από τον άλλον εσύ ποντάρεις στην φαντασία σου! Μπορεί να έγινε κι έτσι, μπορεί και όχι!!

Όχι, εδώ πρόκειται για γλωσσάρι. Είναι φυσικό να ζητείται τεκμηρίωση, και σε διάφορα άλλα λήμματα υπάρχει κάμποση.

Εδώ όμως δε βλέπω τεκμηρίωση. Μας λέει ο Γιώργος:

α) Ότι ακούει βουνελάκι. Ναι, αλλά ο Δημήτρης ακούει Κουνελάκη.
β) Ότι τοπωνύμιο Κουνελάκη δεν είναι γνωστό να υπήρξε. Αυτό δεν αποδεικνύει τίποτε: μπορεί να μην ήταν καν τοπωνύμιο, αλλά όπως λέμε «στου Μήτσου» (το στέκι ή τα λημέρια κλπ.), ή να ήταν τοπωνύμιο που απλώς το αγνοούμε σήμερα, ή χίλια δυο.
γ) Ότι η λέξη βουνελάκι υπάρχει. Ούτε αυτό αποδεικνύει τίποτε.
δ) Ότι οι καταγραφείς λένε βουναλάκι, πλην των Aulin-Vejleskov που λένε βουνελάκι. Ναι, αλλά οι καταγραφείς δεν είχαν όλοι την ολοκάθαρη ηχογράφηση του Χάουαρντ (οι 4 από τους 6 είναι παλιότεροι), άρα μπορεί και να μην άκουσαν καλά. Άλλωστε ο καθένας μπορεί να μην ακούσει καλά. Αν ήμουν καταγραφέας και κάπου είχα αμφιβολία για το τι ακούω, πρώτη μου δουλειά θα ήταν να κοιτάξω τι λένε οι παλιότεροι καταγραφείς, άρα μπορεί (δε λέω πως έγινε αλλά δεν αποκλείεται κιόλας) το λάθος να το έκανε ένας μόνο κι οι υπόλοιποι απλώς να το επανέλαβαν. Χώρια που όλοι ακούμε μετά βεβαιότητος
[li]ουνελάκι κι όχι [/li][li]ουναλάκι (όπως και πάν’ εκεί και όχι πάνω 'κεί): άρα τι αξία έχουν οι συγκεκριμένες καταγραφές; Εδώ μοιάζει σαν προσπάθεια διόρθωσης του τραγουδιστή (πράγμα που δεν είναι κατακριτέο γενικά, αλλά στη συζήτησή μας δε βοηθάει).[/li]
Το μόνο συμπέρασμα που μπορώ να βγάλω από όλα αυτά είναι ότι η εκδοχή βουνελάκι δεν αποκλείεται. Αυτό αφήνει το ζήτημα ανοιχτό.

Δημήτρη, άκου πώς έχει κατʼ εμέ το πράγμα: εσένα που ξέρεις τι ακούς και δεν σε νοιάζει να ψαχτείς τι είναι τούντο το μυστήριο «Κουνελάκη», μια χαρά σε βρίσκω. Εδώ μιλάμε όμως ότι ο τελικός συντάκτης του λήμματος του γλωσσαρίου γράφει «Κουνελάκη»=ύψωμα της Δραπετσώνας. Και εκείνος μας είπε το τι ακούει, αλλά το έψαξε υποθέτω λίγο παραπάνω και ανακοίνωσε στο πανελλήνιο αυτό που βρήκε. Αυτό κατʼ ουσίαν συζητώ εγώ, εδώ είναι ο «καβγάς», όχι στο πάπλωμα… Έτσι είμαστε οι τρόφιμοι των δικαστηρίων: το βάρος της απόδειξης το φέρει ο ισχυριζόμενος περί Κουνελακίου ως δραπετσωνείου υψώματος…, για αυτό την τεκμηρίωση την ζητάμε από τον άλλο
Άρα, νομίζω κανένα «οξύμωρο» στο 3.: η φαντασία διεκδικεί το δικό της πεδίο και η επιχειρηματολογία το δικό της: ποντάρω στην επιχειρηματολογία, αναπαριστώντας τη σκηνή με τη φαντασία…

Ωραία όλα αυτά, φίλε Γιώργο αλλά το θέμα είναι ότι δεν δέχεσαι καν ότι λέει Κουνελάκη και ψάχνεις από την αρχή για Βουναλάκη. Δεν δέχεσαι εμένα που το ακούω καθαρά και στο λέω τώρα αλλά τον Χ πετρόπουλο. Δεν θα σκάσουμε κιόλας, σωστά;
Κουνελάκης είναι παρατσούκλι. Κουνελάκη λέγαν (και) τον Στελλάκη Περπινιάδη.
Αυτά και σταματώ εδώ.

“Εδώ όμως δε βλέπω τεκμηρίωση” (pepe)

Πώς να την δεις, εφόσον θέλει να είναι -και είναι- μόνο επιχειρηματολογία;
Πρώτο -αισθητηριακό αναγκαστικά- επιχείρημα είναι το τι ακούν τα αφτιά μου. Δεύτερο, ότι είναι υπαρκτό αυτό που ισχυρίζομαι εγώ ότι ακούω. Τρίτον νοηματικά μια χαρά το βρίσκω. Τέταρτον, παραπέμπω προς επίρρωση και σε όσους συγγραφείς κατέγραψαν τον στίχο και άκουσαν το ίδιο. Πέμπτον, ότι κατά τα όσα μου είναι γνωστά, τοπωνύμιο/λημέρι/στέκι κλπ Κουνελάκη δεν μαρτυρείται. Μέχρι εκεί: προσπάθησα να επιχειρηματολογήσω υπέρ της εκδοχής μου.
Άλλο αυτό (που δεν απαιτεί πιστεύω «σκληρή» τεκμηρίωση αλλά μόνο εύλογη συλλογιστική) και άλλο το συγκεκριμένο λήμμα όπως είναι διατυπωμένο ωσάν να πρόκειται για βασική και εξακριβωμένη γνώση (για αυτό και τη χρειάζεται την τεκμηρίωση ή αλλιώς να διατυπωθεί με επιφύλαξη ως μία εκδοχή).

Σκληρή τεκμηρίωση, λοιπόν.

  1. Ακούω (και όχι μόνο εγώ) [b]Κ[/b]ουνελάκη.
  2. Σίγουρα στη 2η συλλαβή το φωνήεν ακούγεται ολοκάθαρα και είναι ε, δηλαδή πάμε στον τύπο “βουνελάκι” σπάνιο τύπο, επιμένω σ’ αυτό.
    Στο λαϊκό μας τραγούδι δεν συνηθίζονται σπάνιοι τύποι λέξεων.
    Αναμενόμενο είναι να έλεγε “βουναλάκι”, σ’ αυτή την περίπτωση, πράγμα αδύνατο, μια και ακούγεται ολοκάθαρα.
  3. Δεν μπορώ να φανταστώ να γράφει το τραγούδι η γυναίκα του Τσαούς και να δείχνει με το δάκτυλο το συγκεκριμένο “βουναλάκι” ή να κάνει το ίδιο ο Καλυβόπουλος τραγουδώντας και να κοιτάζουν οι γύρω πού ακριβώς δείχνει το δάκτυλό του, σε ποιο ακριβώς βουνό, λοφάκι ή ύψωμα εκεί γύρω και ήταν αρκετά εκεί γύρω, ή στον Πειραιά ή στη Δραπετσώνα.
  4. Το είπα και το τόνισα από την αρχή, πως προφορικές μαρτυρίες για την ύπαρξη τοπωνυμίου στην περιοχή με το όνομα “Κουνελάκη” υπάρχουν.
    Μένει μόνο να δεθούν και με κάποια γραπτή μαρτυρία, για να σιγουρευτούμε απόλυτα.

Αυτά και σταματώ και εγώ εδώ προς το παρόν, μέχρι να βρεθούν στοιχεία συμπληρωματικά.