Ρεμπέτικη φρασεολογία και άγνωστες λέξεις

Έχω την εντύπωση ότι με το “κουζούμ” απευθύνονται και σε άντρες, στην τουρκική γλώσσα.
Δεν σημαίνει δηλαδή “κόρη μου” μόνο, δεν απευθύνεται μόνο σε γυναίκες.
Είναι μια τρυφερή κουβέντα, με αποδέκτες άντρες και γυναίκες.

  • Κοιτάτε εδώ, κουζούμ, είπε τούρκικα στα κορίτσια. Θα χορέψετε καλά το χορό που θα σας τραγουδήσω. Θα τον χορέψετε καλά, μερακλίδικα, με ούλα του τα τσαλίμια. Τον ξέρω καλά εγώ το χορό. Αν δω και τον μασκαρεύετε, θα χώσω όλο τούτο το σίδερο μες στη ραχοκοκαλιά του γέρου.

Άρπαξε τη μια την κοπέλα απ’ τη μέση, γαντζώνοντας τα πλατιά του δάχτυλα στον κόρφο της κι έκανε, μιλώντας με δυσκολία.

  • Χε, χε, χε… Έλα δω εσύ, κουζούμ… Την άλλη σας την αφήνω, μας είπε, χειρονομώντας με το λεύτερο χέρι.

Πόλεμος Στρατὴς Μυριβήλης

http://www.eyploia.gr/index.php?option=com_content&view=article&id=250:polemos&catid=76

Κυρίως σε μικρές ηλικίες, αλλά [u]και για τα δύο φύλλα

[/u][ή και το…τρίτο :089: ]

Γεια σας,

Ψάχνοντας στο google books βρήκα την εξής εξήγηση για τη κλίση της λέξης kouzoum:

kouzoum=το αρνί μου
[FONT=Verdana, Geneva, Arial, Helvetica, sans-serif][SIZE=3]
kouzoun=το αρνί σου
[/SIZE][/FONT]
kouzouzou=το αρνί της, το αρνί του

Φαίνεται πως είναι μια κανονική κλίση, και όχι δάνειο από την ελληνική κτητική αντωνυμία “μου”. Δείτε το πάρα κάτω λινκ:[b]

http://tinyurl.com/87xcpcc

[/b]To efendim κλίνεται μάλλον σύμφωνα με το παράδειγμα kitabim, το βιβλίο μου.[b]

[/b]Εύα

Μια και πιάσαμε τα-ουμ να ρωτήσω και γώ τι σημαίνει(αν σημαίνει κάτι)
το"γιαβρούμ ζεβελούμ" που συνήθιζε να λέει κάποιος γνωστός μου έμπορος,
μακαρίτης πιά.

sevelum=let us love, να αγαπήσουμε

Προστακτική του ρήματος sevmek, “to love”. Ο ενεστώτας είναι severim- αγαπώ. Ταιριάζει κάπως στα συμφραζόμενα, νομίζω.

Εύα

«Σαρμάκο».

Έχουμε αναφερθεί αρκετά κατά το παρελθόν στη λέξη αυτή, και στην ερμηνεία και στην ετυμολογία της.

Όσον αφορά στην ερμηνεία της, δεν έχουμε να αλλάξουμε κάτι, μια και σύμφωνα με όλες τις πηγές, γραπτές και προφορικές που έχουμε στη διάθεσή μας, η φράση «κάνω σαρμάκο» σημαίνει: «δεν μιλώ», «σιωπώ» και η διαταγή «σαρμάκο» σημαίνει αντίστοιχα: «μη μιλάς», «κάνε τουμπεκί», «ησύχασε».

Όσον αφορά στην [b]ετυμολογία[/b] της λέξης, μέχρι τώρα είχαμε στραφεί στην τουρκική λέξη «sarmak» και ειδικά σε μια από τις έννοιές της: «τυλίγω», «περιτυλίγω».
Η εξήγηση που είχα δώσει και εγώ παλιότερα, ήταν πως το πάθος, το θυμό κ.λπ., πειθόμενοι στην εντολή «σαρμάκο» δεν τα εκδηλώνουμε, τα κρύβουμε μέσα μας, τα τυλίγουμε – κατά κάποιο τρόπο – άρα σιωπούμε.
Όμως, δεν με έπειθε απόλυτα αυτή η ετυμολόγηση, γιατί από το «τυλίγω» έως το «σιωπώ» η απόσταση είναι αγεφύρωτη…

Επίσης, έπεσε στην αντίληψή μου και ανάλογη συζήτηση σε άλλο site και ψάχνοντας καλύτερα εντόπισα [με τη βοήθεια του Νίκου Πολίτη] στο βιβλίο «Λαογραφικά Σύμμεικτα», τόμος Βʼ, κεφάλαιο «Υβριστικά Σχήματα», σελίδες 362-363, του Νικόλαου Πολίτη τα εξής:

“Υπήρχε υβριστικό σχήμα σχηματιζόμενο με τον αντίχειρα και το δείκτη του δεξιού χεριού και τα άλλα δάχτυλα κλειστά , το λεγόμενο «σαμάρκο» το οποίο έκανε ένα παιδί σε άλλο λέγοντας ταυτόχρονα «κάνε σαμάρκο», σε περιπτώσεις που λεγόταν κάποιο απίθανο ψέμα ή υπήρχε ανεκπλήρωτη υπόσχεση”.

Η ετυμολογία που δίνει ο Νικόλαος Πολίτης είναι από τα λιοντάρια του San Marco, του εμβλήματος δηλαδή της Βενετίας, γνωστού σε όλη την Ελλάδα από τα βενετσιάνικα κάστρα όπου είναι σκαλισμένο.
Τα λιοντάρια πάντα απεικονίζονται με το στόμα ανοικτό και η προτροπή ήταν επομένως “να κρατήσει κάποιος το στόμα του ανοικτό για λίγο, σαν τα λιοντάρια.”
Από το «σαμάρκο» με αντιμετάθεση προέκυψε το «σαρμάκο», συχνό φαινόμενο, εξάλλου, και από την αρχική σημασία «κράτα το στόμα σου ανοικτό χάσκοντας όπως το λιοντάρι» είναι πολύ πιο εύκολο - και λογικό επίσης – να επέλθει η σημασία «σώπασε», «μη μιλάς».

Νομίζω ότι η ετυμολογία αυτή από το «San Marco» είναι η σωστή, χωρίς τα χάσματα που αφήνει η τουρκική λέξη «sarmak», στην οποία αρχικά είχαμε συγκλίνει.

Εδώ βλέπω έχετε κάνει σοβαρή δουλειά! Μπράβο.

Ωστόσο, επιφύλαξη: βουβοί με ανοιχτό στόμα μένουμε μόνο από απότομη έκπληξη. Σε κάθε άλλη περίπτωση, το ανοιχτό στόμα συνδέεται με το να μιλάς και το κλειστό με το να σιωπάς. Και στην πραγματικότητα αλλά και στη γλώσσα, και όχι μόνο την ελληνική:

-«Βούλωσ’ το» = «shut up» = «la ferme» = χειρονομία «κλείνω τα χείλη μου με φερμουάρ»
-«Μην ανοίξω το στόμα μου»
-«Να κλείσουμε μερικά στόματα» / χειρονομία που κλείνουμε στ’ αλήθεια το στόμα του αλλουνού για να πάψει / φράσεις τύπου «χώστε του ένα [οτιδήποτε -κάλτσα π.χ.] στο στόμα» για να πάψει

Πρακτικά μπορεί βέβαια κανείς να χάσκει σαν τα λιοντάρια του Σαν Μάρκο χωρίς να μη μιλάει. Το να δημιουργηθεί όμως σχετική έκφραση που να γίνεται κατανοητή χωρίς εξηγήσεις και αναφορές το βλέπω λίγο δύσκολο, γιατί συγκρούεται με την παγιωμένη σύνδεση του ανοιχτού στόματος με την ομιλία.

Θα ήθελα να ρωτήσω τη χρονολογία έκδοσης αυτού του βιβλίου.
Μπορούμε να δώσουμε βάση σ΄ αυτή την ετυμολογία, επειδή είναι του Νικολάου Πολίτη.

Μια άλλη ερμηνεία ίσως είναι λόγω της στάσης “προσοχή” που έχουν τα εικονιζόμενα λιοντάρια του Αγίου Μάρκου και ίσως αυτή να ήταν η προτροπή: “καθήστε σε στάση προσοχής όπως το λιοντάρι” και κατ επέκταση. “μη μιλάτε”.

Ο συγκεκριμένος β’ τόμος, από όπου και η παραπομπή, εκδόθηκε το 1921.

Βρήκα στο γλωσσάρι μια λέξη που έψαχνα,

Σταυρωτής
[i]περιφρονητικά ο αστυνομικός, επίσης ο βασανιστής, ο τύραννος.

Ακούγεται στο τραγούδι: “Ο σερέτης” (1935)
Στ. - μουσ. : Μοντανάρης
Ερμην.: Γ. Κάβουρας

“…Μα σα μου λάχει σταυρωτής,
ευθύς την αμολάω…”
[σταυρώνω][/i]

αλλά θα ήθελα παραπάνω εξηγήσεις. Είμαστε σίγουροι 100% ότι είναι από το “βασανίζω-σταυρώνω-τυραννάω”;

Μάλλον δεν θα το μάθουμε ποτέ αυτό, Μπάμπη. Στο μεσοπόλεμο, ακολουθώντας ένα λαϊκίστικο είδος μόδας που προωθούσε τη φιγούρα του “μάγκα” απλά γιατί “πούλαγε”, πάρα πολλοί στιχουργοί τραγουδιών (αλλά και κειμενογράφοι επιθεωρήσεων) χρησιμοποίησαν εκφράσεις λαϊκές ή λαϊκότροπες (πολύ πιθανά δημιουργημένες και από τους ίδιους) που γρήγορα ξεχάστηκαν, χωρίς να προλάβει να τις καταγράψει λεξικογράφος. Έτσι και για το “σταυρωτής”, που εκτός από το συγκεκριιμένο τραγούδι, δεν ξέρω να έχει απαντηθεί και κάπου αλλού, σε τραγούδι, κείμενο ή άλλη γραπτή πηγή. Δεν προφτάσαμε να ρωτήσουμε τον Μοντανάρη σχετικά.

Το “σταυρωτής” απαντάται και σε άλλο τραγούδι που πρόχειρα έρχεται στη μνήμη μου:

“Στο κουτούκι του Γιαβρή”

“…Χάρε μπαμπέση, σταυρωτή…”.

Με την ίδια έννοια, αυτού που βασανίζει, που τυραννά.

Τόσο το “σταυρωτής” όσο (και ακόμα περισσότερο) η φράση “μη με σταυρώνεις” είναι πολύ συνηθισμένη και απαντάται αρκετά και αυτή, με την ίδια έννοια.

Βρε παίδες,
ψάχνω να βρω τη σημασία του “μπιρ ταμαμ” και του “τσίμπι ρίμπι γιάλα” που αναφέρεται στο Γυφτοπούλα στο Χαμάμ.
Γενικότερες γνώσεις πάνω σε αυτό το τραγούδι αν ξέρει κανείς…

Bir tamam = όλα εντάξει (τούρκικα)

τσίμπι ρίμπι γιάλα = μάλλον επιφώνημα ό,τι λάχει, ας το πούμε «ποιητική αδεία» (το συνήθιζε ο Μπάτης…)

Για το bir tamam επιφυλάσσομαι λίγο λόγω συμφραζομένων.

Γυφτοπούλα στο χαμάμ και εγώ πλήρωνω μπιρ ταμαμ.

μπίρ σημαίνει ένα και ταμ σημαίνει ολόκληρο.Μπίρ ταμάμ μπορεί να έχει την έννοια της μιας λίρας (υπάρχει και μισή και 1/4), όπως το συζήτησα εδώ με έναν φίλο.

Εκτος αν πρόκειται πάλι για ποιητική αδεία του Μπάτη.

Υ.Γ1:. ταμάμ σημαίνει εντάξει. Αλλά μπιρ ταμάμ = ολα εντάξει δεν το έχω ξαναδεί, ούτε μου κολλάει
Υ.Γ.2 Ο στίχος “να σε βλέπω μπιρ ταμάμ” έχει προστεθεί αργότερα από την Γλυκερία, και είναι χωρίς νόημα.

Άσε που ο Μπάτης, αν ήταν, θα έλεγε “να σε γλέπω”. Διονύση, ενδιαφέρον έχει να το ψάξεις το μπιρ ταμάμ.

Απαντώ με επιφύλαξη (*) και με βάση την ερμηνεία ενός Τούρκου κουρδικής καταγωγής που γνωρίζω.

“Μπιρ ταμάμ” σημαίνει, με ελεύθερη απόδοση, “ακριβώς όσο χρειάζεται”, “όσα όσα” , όπως λέει και ο Μπάτης.

Δηλαδή:

"…κι εγώ πληρώνω, [(μπιρ ταμάμ) όσα όσα]
όσα όσα [επανάληψη, για να τονίσει τα συναισθήματά του] τα πλερώνω
να σε βλέπω, [(μπιρ ταμάμ) όσα όσα].

  • Ο Διονύσης είναι ο καταλληλότερος για να μάς διαφωτίσει σχετικά. :slight_smile:

Όλο μαζί, συμφωνώ ότι έτσι μου φαίνεται. Το “γιάλα” από μόνο του όμως κάτι πρέπει να σημαίνει. Το ακούμε σε πολλά τραγούδια, είτε σκέτο είτε ως αμάν γιάλα, μπινταγιάλα (αυτό το δεύτερο νομίζω υπάρχει έτσι ίδιο σε δύο διαφερτικά τραγούδια), είτε ακόμη ως κυριολεκτικό επιφώνημα εκτός στίχου να το πετάει η τραγουδίστρια.
Αν δεν το ξέρει κανένας τουρκομαθής, μήπως είναι αραβικό;

Νίκο δεν μπορώ να το ψάξω περισσότερο, η αίσθηση μου είναι ότι συνδέεται με τη μια ολόκληρη λίρα, και σε ελεύθερη απόδοση να είναι αυτό που λέει ο φίλος της Ελένης

Ο δεύτερος στίχος έχει μπει εκ των υστέρων δεν υπάρχει στην πρώτη εκτέλεση. Να σε βλέπω μπιρ ταμάμ είναι επινόηση των φίλων της Γλυκερίας που κολλήσανε ένα δεύτερο στιχάκι γιατί δεν τους πηγαινε αδειανό όπως το είχε ο Μπάτης

Οσο για το γιάλα, δεν χρησιμοποιείται πλέον στην Τουρκία, πλην κάποιων εξαιρέσεων. Στο Παρίσι είχα γνωρίσει έναν Τούρκο όπου μου έλεγε συχνα πυκνά “γιάλα” κουνώντας μάλιστα και το δεξί του χέρι για να υποδηλώσει καταστάσεις όπου παίρνουμε μια θέση αδιάφορη σε καταστάσεις που δεν ελέγχουμε ή που δε μας ενδιαφέρουν.

Το πιο κοντινό που μπορώ να βρω σε ελληνική απόδοση είναι το “δε βαριέσαι”, μέχρι το “χέσε μέσα”

Το πιό κοντινό σε τούρκικο είναι το “bos ver” που σημαίνει “άστo” και στα γαλλικά το “laisse tomber”

Μάλλον είναι αραβικής προέλευσης.