Πότε θα κάμει ξαστεριά

Στις συζητήσεις «Παραδοσιακό τραγούδι» (μνμ 12 κ.εξ.), «Κούνα παραμάνα το παιδί» και ίσως και αλλού, έχουμε αναφερθεί αρκετά στο φαινόμενο ένα τραγούδι να αποκτά άλλη χρήση από την αρχική του όταν οι στίχοι ξεχαστούν ή αλλοιωθούν.

Αυτά δε συνέβαιναν μόνο «τον καιρό εκείνο». Ένα πολύ επίκαιρο παράδειγμα είναι το ριζίτικο «Πότε θα κάμει ξαστεριά»: αρχικά ένα εντελώς τοπικό τραγούδι από κάπου στα Χανιά, έγινε σύμβολο των λαϊκών αγώνων μέσα στη δικτατορία των Σ/χών, όταν το ηχογράφησε ο Ν. Ξυλούρης (1971) και το τραγούδησε και ζωντανά σε σημαδιακές περιστάσεις.

Επί των ημερών μας το ακούμε συνέχεια στο Σύνταγμα.

Όσο δεν έχουμε τανκς, είναι αρκετά εύκολο να λέει κανείς τέτοια τραγούδια. Παραθέτω το πλήρες κείμενο (σε μια από τις παραλλαγές), μαζί με μερικούς στίχους που δεν τους ηχογράφησε ο Ξυλούρης, και που όποιος τους ξέρει ίσως το σκεφτεί λίγο καλύτερα:

Πότε θα κάμει ξαστεριά, πότε θα φλεβαρίσει
να πάρω το τουφέκι μου, την όμορφη πατρώνα,
να κατεβώ στον Ομαλό, στη στράτα τω’ Μουσούρω’,
να κάμω μάνες δίχως γιους, γυναίκες δίχως άντρες,
να κάμω και μωρά παιδιά να κλαιν δίχως μανάδες,
(να κλαιν τη νύχτα για βυζί και την αυγή για γάλα
και τ’ αποδιαφωτίσματα για την καημένη μάνα,)
κι ας κάμω και την αγαπώ τα μαύρα να φορέσει.

Μήπως μπορείς να γίνεις λίγο πιο συγκεκριμένος στο τι θα έπρεπε να σκεφτούμε καλύτερα?

Δεν είναι ότι ξεχάστηκαν οι στίχοι. Αυτοί είναι το μόνο που δεν ξεχάστηκε. Εκείνο που ξεχάστηκε είναι το συγκεκριμένο γεγονός που γέννησε τους στίχους, οι οποίοι παρέμειναν και μετά το γεγονός ή τις συνθήκες οι οποίες τους γέννησαν.

Επειδή με τον Περικλή φαίνεται να διαθέτουμε μία υπερφυσική αερογέφυρα μέσω της οποίας επικοινωνούμε ασυνείδητα, έχω και εγώ κατά καιρούς παρατηρήσει την αλλοτρίωση του νοήματος του τραγουδιού. Η “εμβληματική”, αφού με αυτήν αρχίζει το τραγούδι, φράση “πότε θα κάμει ξεστεριά” είχε πάρει επί δικτατορίας το νόημα “πότε θα φύγει η χούντα”, ενώ το αρχικό της νόημα είναι “πότε θα επιτρέψουν οι καιρικές συνθήκες ένοπλο γιουρούσι στα πλούσια καμποχώρια”. Ένοπλες ληστρικές ομάδες υπήρχαν και στην Κρήτη βεβαίως, όπως παντού στην Ελλάδα και τα Βαλκάνια γενικότερα, της Τουρκίας περιλαμβανομένης. Και οι ομάδες αυτές δεν είχαν βέβαια την πολυτέλεια να εξαιρέσουν από τη σφαγή την οικογένεια της κοπέλας που γούσταρε ένα μέλος τους ή , μπορεί, και ο αρχηγός. Αυτό είναι, νομίζω, και το νόημα του έντονα τονισμένου στίχου.

Όταν πέρασαν πολλές δεκαετίες χωρίς οργανωμένες ληστρικές ομάδες, οι στίχοι πλέον άρχισαν να αναζητούν καινούργιο περιβάλλον στο οποίο να ταιριάξουν. Έχει λιγοστά βέλη η μικρή φαρέτρα μοτίβων και θεμάτων της λαϊκής παράδοσης και ό τι ήδη υπήρξε, δεν αφήνεται να ξεχαστεί γιατί πολύ δύσκολα θα δημιουργηθεί καινούργιο μοτίβο. Έτυχε λοιπόν η συγκυρία που περιγράφει ο Περικλής παραπάνω, και το τραγούδι βρέθηκε να ταιριάζει στις συνθήκες της εποχής (η αρχή του, τουλάχιστο). Από εκεί και πέρα πήρε καινούργιο δρόμο, πανελλήνιο, που συνεχίζεται μέχρι σήμερα.

(μία άποψη που ίσως καλύψει και την απορία του Πέτρου, στο παραπάνω μήνυμα)

Αυτό που έχω διαβάσει σκόρπια, κι έτσι το είχα πάντα στο μυαλό μου, είναι ότι το τραγούδι αυτό είναι συνδεμένο με τις απανωτές Κρητικές επαναστάσεις επί Οθωμανικής κυριαρχίας, ίσως όχι από την περίοδο Δασκαλογιάννη, αλλά τουλάχιστον σε αυτές (γιατί ήταν πολλές) στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα.

Μου είναι δύσκολο να πιστέψω (ως εντελώς απίθανο) ότι πρόκειται για σκοπό απλών ληστών, ασύνδετων από τα επαναστατικά κινήματα και στοιχεία της εποχής, ειδικά μια εποχή τόσο έντονων αντιθέσεων και κοινωνικού αναβρασμού.

Από τα ιστορικότερα παραδοσιακά τραγούδια του τόπου μας και από τα πολυτιμότερα.

Πρώτα - πρώτα, είναι από τα ελάχιστα γραπτά μνημεία λόγου που διασώζουν τη λέξη «πατρόνα» ή «πατρώνα», λέξη ξεχασμένη και παραποιημένη, μια και έχω προσέξει ότι οι περισσότεροι ερμηνευτές (και ακροατές) θεωρούν πως πρόκειται για γυναίκα, ενώ «πατρόνα» σημαίνει «φυσιγγιοθήκη».
[όχι όπλο, ούτε τίποτε άλλο].
Λέξη που για πρώτη φορά απέκτησε αυτό το νόημα στη γαλλική γλώσσα, ενώ στη λατινική (από την οποία και προέρχεται) έχει εντελώς διαφορετική σημασία.

Δεύτερον, σε ποια γεγονότα αναφέρεται το τραγούδι αυτό…
Με μια προσεκτική έρευνα, φαίνεται πως «Το τραγούδι του Ομαλού» είναι από τα παλιότερα κρητικά τραγούδια, υπάρχει και καταγραφή παλιότερη, σχετική, που αναφέρει επίσης «τη στράτα των Μουσούρων» και φαίνεται να έχει πλαστεί κατά τα ακριτικά πρότυπα.
Το συγκεκριμένο τραγούδι αναφέρεται στη βεντέτα μεταξύ των δυο πανίσχυρων οικογενειών της Κρήτης, της οικογένειας Σκορδύλη, από τα Σφακιά, και των Μουσούρων, από τον Ομαλό.
Γεγονός που φαίνεται και από αναφορές στο στίχο («Η στράτα των Μουσούρων») και που έλαβε χώρα, αρχές 17ου αιώνα.
Το ξεκίνημα της βεντέτας ανάγεται στη δολοφονία του βοσκού Γιάνναρη και την κλοπή των κοπαδιών της οικογένειας, στην οποία εργαζόταν, των Σκορδύλη, από την οικογένεια Μουσούρη. Υπήρξε ανταγωνισμός μεταξύ τους, αναπτύχτηκε έχθρα η οποία όπλισε τα χέρια και ακολούθησαν βεντέτες, «τα οικογενειακά», όπως λέγονταν, με πολλά θύματα και από τις δυο πλευρές.

Το τραγούδι είναι από τα πιο πολεμοχαρή, βίαια και εκδικητικά και φυσικό ήταν να συνδεθεί (ως εμψυχωτικό) και με γεγονότα νεότερα της κρητικής ιστορίας, μια και ο Ομαλός υπήρξε ορμητήριο επαναστατών κατά των Τούρκων, για πάνω από δυο αιώνες, αλλά και να συνδεθεί και με νεότερες περιπέτειες του έθνους μας, π.χ. το Πολυτεχνείο.

Έτσι κι αλλιώς, το τραγούδι αποκτά μια δυναμική με το πέρασμα των χρόνων, ξεπερνά κατά πολύ και την έμπνευση και τις προθέσεις / προσλαμβάνουσες του εκάστοτε δημιουργού.

Το συγκεκριμένο, είναι επαναστατικό και θα ταίριαζε και στον αντιδικτατορικό αγώνα.
Η «Άρνηση» του Σεφέρη, όμως;
Δεν νομίζω ο δημιουργός της να είχε στο νου του οτιδήποτε επαναστατικό ή άλλο σχεικό.

Πρόκειται για τη δυναμική του τραγουδιού που ξεπερνά και το δημιουργό του, όταν γίνεται κτήμα του λαού.

Συμφωνώ με την Ελένη! Απλά θα προσθέσω ότι για κάποιους (όχι λίγους…) το τραγούδι αυτό και τα αντίστοιχά του δεν σταματά (ούτε σταμάτησε στο παρελθόν - θυμίζω οτι ο Ξυλούρης το ηχογράφησε μεσούσης χούντας!) με την εμφάνιση των τανκς.

Ευτυχώς κατ’ εμέ, γιατί αλλιως ίσως να είμαστε ακόμη “ευτυχείς” Οθωμανοί, όπως πιθανόν θα επιθυμούσαν κάποιοι άλλοι (βλέπε Βερέμης και ΕΛΙΑΜΕΠ για παράδειγμα… μην πώ Γιωργάκης!)

Όσο για το ότι εκείνος “που έχει πάρει τα βουνά” γνωρίζει και το τίμημα (να μαυροφορέσει την οικογένεια της κοπέλας που αγαπά ή την αδελφή και την μάνα του) νομίζω ότι επίσης είναι αντιληπτό σε μια χώρα της οποίας η παράδοση είναι βουτηγμένη στο κλεφταρματολίκι και το αντάρτικο!

ΥΓ. Η “πλατεία” με όλες τις εκφράσεις και συνιστώσες της, έχει δείξει - κατά διεθνή ομολογία - κότσια απαράμιλλα, παρ’ ότι φρόντισαν να της θυμίσουν κατ’ επανάληψη ότι υπάρχει οδυνηρό τίμημα… Το τραγούδι το δικαιούται!

Εντύπωση ιδιαίτερη προκαλεί η σκληρότητα και αγριότητα του τραγουδιού. Όπως και το ότι τραγουδιέται μέχρι σήμερα και σε ειρηνικές εκδηλώσεις.

Την οικογένειά της; Δεν το 'χα σκεφτεί έτσι. Νομίζω ότι η αγαπώ θα βάλει τα μαύρα για μένα τον ίδιο.

Βάσει της παραπάνω ερμηνείας, εννοώ ότι καλό είναι να έχουμε συνείδηση ότι το τραγούδι λέει «θα πολεμήσω με κάθε θυσία, ακόμη και της ζωής μου, για αυτό που επιδιώκω». Στη χούντα των Σ/χών βγήκαν τα τανκς, και πολλοί άνθρωποι απέδειξαν ότι ό,τι λέει το τραγούδι το εννοούσαν μέχρι κεραίας. Σήμερα έχουμε μεν αντισταθεί με φρόνημα και επιτυχία στις επιθέσεις της αστυνομίας, αλλά όπως και να 'χει σε πόλεμο δεν είμαστε. Οπότε ας μη λέμε μεγάλα λόγια, γιατί αν βρεθούμε σε πραγματικό πόλεμο θα πρέπει όσα είπαμε να τα τιμήσουμε!

Ναι, και σ’ εμένα. Γι’ αυτό επιμένω να μη λέμε τραγούδια αν δεν τα εννοούμε πραγματικά.

Μα τα τραγούδια αποκτούν μια δική τους πορεία και δυναμική. Ποιος μπορεί να υπαγορεύσει ή ακόμα περισσότερο να απαγορέψει σε κάποιον τι να τραγουδά και κάτω από ποιες προϋποθέσεις?

Γιάννη, δεν είναι εκεί το θέμα. Δε μίλησε κανείς ούτε για επιβολή ούτε για λογοκρισία. Εξέφρασα απλώς μια προσωπική γνώμη περί του δέοντος γενέσθαι, και την ξαναλέω λίγο πιο αναλυτικά:

Δε μιλάμε για το «Σ’ αγαπώ γιατί είσαι ωραία», που μπορεί να το πει οποιοσδήποτε οπουδήποτε ακίνδυνα. Τα τραγούδια μπορούν να έχουν τρομερή δύναμη υποβολής ιδεών. Γι’ αυτό άλλωστε και έχουν χρησιμοποιηθεί για λόγους προπαγανδιστικούς. Εδώ έχουμε ένα τραγούδι που λέει «θα πολεμήσω, θα σκοτώσω μάχιμους και άμαχους, θα σκοτωθώ κι ο ίδιος αν χρειαστεί, προκειμένου να πετύχω αυτό που θεωρώ σωστό». Ας το λέει όποιος θέλει, φτάνει να συνειδητοποιεί το νόημα και να το ενστερνίζεται. Αν το λέει μηχανικά, είναι επικίνδυνο. Οπότε, στο ερώτημα «ποιος μπορεί να υπαγορεύσει ή ακόμα περισσότερο να απαγορέψει σε κάποιον τι να τραγουδά και κάτω από ποιες προϋποθέσεις», η απάντηση είναι: μπορεί ο καθένας για τον εαυτό του. Μπορεί η κοινή λογική και η αυτοκριτική.

Μια χρονιά στο σχολείο (είμαι εκπαιδευτικός) είχα αναλάβει τη χορωδία των εθνικών εορτών. Όπως είναι ευνόητο, τα τραγούδια που λέγονται και στην 28η Οκτωβρίου και στην 25η Μαρτίου και στη 17η Νοεμβρίου ανήκουν σ’ αυτή την κατηγορία. Οι μαθητές της χορωδίας ήταν σε αρκετό ποσοστό αλλοδαποί, πράγμα που σημαίνει ότι θα μπορούσαν αφενός να μην καταλαβαίνουν τόσο άνετα κάθε λέξη και νόημα (αν και δεν είναι τόσο θέμα γλώσσας όσο συνήθειας: να προσέχει κανείς τι λέει, πράγμα που αφορά εξίσου και τους Έλληνες) και αφετέρου να μην ενστερνίζονται κατ’ ανάγκην όσα μπορεί να λέει ένα εθνικού χαρακτήρα τραγούδι. Είχα λοιπόν επιμείνει στην εξαντλητική εξήγηση του νοήματος, κάνοντας ακόμη και μάθημα ιστορίας προκειμένου να αποσαφηνισθούν τα συμφραζόμενα του κάθε τραγουδιού. Και τους εξήγησα και γιατί επιμένω τόσο σ’ αυτό: επειδή θεωρώ λάθος να τραγουδάει κανείς λόγια που είτε δεν καταλαβαίνει είτε δεν τον βρίσκουν σύμφωνο. Αν το καταλάβατε και το αποδέχεστε, τότε πείτε το. (Τον ύμνο του Ολυμπιακού δεν τον λένε οι Παναθηναϊκοί!)
Ακόμη και για τον εθνικό ύμνο, είχα ζητήσει να συμμετέχουν μόνο όσοι συνειδητά θέλουν, αφού έχουν θέσει στον εαυτό τους και λύσει όλα τα σχετικά ερωτήματα, και όχι όποιος βρίεκει απλώς ότι έχει ωραία μουσική. Και, μιας και το θυμήθηκα, ο εθνικός ύμνος είναι από τα κατεξοχήν τραγούδια που οι περισσότεροι τα λένε χωρίς να συνειδητοποιούν τι ακριβώς λένε: «σε γνωρίζω από την κόψη…» πόσοι νομίζετε ότι ξέρουν με ετοιμότητα να πουν ποιον γνωρίζουν από την κόψη;

Σε εθνικές εορτές (όχι σχολικές) λέγεται επίσης το τροπάριο «Σώσον Κύριε τον λαόν Σου». Αυτό δεν είναι προσευχή, είναι ένα ολοκάθαρα εθνικοπατριωτικό πολεμικό θούριο. Το αρχικό κείμενο ήταν «Σώσον Κύριε τον λαόν Σου και ευλόγησον την κληρονομίαν Σου, νίκας τοις βασιλεύσι κατά βαρβάρων δωρούμενος» κλπ., που σημαίνει: Σώσε Κύριε το λαό Σου και ευλόγησε την κληρονομιά Σου, χαρίζοντας στους βασιλείς νίκες κατά των βαρβάρων / αλλοεθνών. Κάποια στιγμή (με τη Μεταπολίτευση ίσως; δεν ξέρω) άλλαξε σε «νίκας τοις ευσεβέσι κατ’ εναντίων δωρούμενος», δηλαδή «χαρίζοντας νίκες στους ευσεβείς κατά των αντιπάλων». Διότι πλέον οι ίδιοι οι βασιλείς ήταν μεταξύ των νικημένων αντιπάλων των ευσεβών!

Όλα αυτά δεν είναι πράγματα να τα λέμε στα κουτουρού.

Εντάξει, οι περισσότεροι στίχοι των τραγουδιών ,και ειδικά αυτών ,έχουν το στοιχείο της υπερβολής ,αυτό είναι άλλωστε, ένα, κατά κάποιο τρόπο ʽʼπροσόνʼʼ, για να περάσει στον κόσμο, έστω , κ΄ αν μιλάμε για το συγκεκριμένο που ανήκει στα παραδοσιακά. Ούτε τα βουνά συνομιλούν με τις …κοντοραχούλες για να φέρω ένα παράδειγμα ενός τραγουδιού του τόπου μου… ούτε ο χάρος καβαλάει …άλογο, ποιητική αδεία λοιπόν όλα τούτα κατά την γνώμη μου .Για το συγκεκριμένο τραγούδι ,και γιατί τραγουδήθηκε ,σημαντικό ρόλο έπαιξε ο πρώτος στίχος ,όπως είπε και κάποιος φίλος, αλλά και η μουσική του, πιστεύω ,είναι επική και ξεσηκώνει το πλήθος, δε πρέπει να παραγνωρίζουμε την μουσική αυτή καθ΄εαυτή .Ξαναγυρίζω στον στίχο και κλείνω, μη ξεχνούμε το τραγούδι ʽʼΓρίβα μ΄σε θέλει ο βασιλιάςʼʼ .το όποιο οι φιλοβασιλικοί το έχουν κάνει ύμνο τους ,χωρίς το τραγούδι να εξυμνεί τους βασιλιάδες κλπ….

Φίλε Pepe άν σε είχαν κλείσει οι…αλλοεθνείς ολοτρίγυρα το"σώσον Κύριε" μιά
χαρά θα τό λεγες για προσευχή.Τώρα αν το’βασιλεύσι’ έγινε ‘ευσεβέσι’ ας είναι
καλά οι πολιτικές κόντρες.Στην δικιά μου εκκλησία ο δεξιός ψάλτης λέει’ευσεβέσι’
και ο αριστερός ‘βασιλεύσι’.
Ακόμη μην ξεχνάς οτι κι απ΄τα τέσσερα σημεία του ορίζοντα ήρθαν φυλές
και πέρασαν τον τόπο μας από μαχαίρι.Η σκληρότητα ήταν γιά μας προυπόθεση
επιβίωσης και κατ΄αναγκη πέρασε στην ιδιοσυγκρασία μας όπου διατηρείται σε
κάποιο βαθμό μέχρι σήμερα.Μην σου φαίνεται παράξενο λοιπόν που τραγουδιούνται
‘σκληρά’τραγούδια ακόμη και σίγουρα.Οσο για την αρμονία λόγων και έργων,στην
δύσκολη στιγμή κανείς μας δεν μπορεί να ειναι βέβαιος πως ακριβώς θα φερθεί.
Προσωπικά πάντως προτιμό λίγη σκληρότητα απ΄το’μπουγιουρούμ εφέντημ’.

θα συμφωνήσω με τον περικλή. όταν το τραγουδάνε φίλοι μου τους ρωτάω “γουστάρετε γενοκτονίες και εγκλήματα πολέμου;”…
όσο για τους αλλοεθνείς, ας κοιτάξουμε τους ελληνάρες παπανδρεοκαραμανλήδες και τους εφοπλιστοτραπεζίτες, οι γείτονες μας μαράνανε;

Αυτό που ξέρω κι εγώ για το συγκεκριμένο τραγούδι, είναι αυτό που αναφέρει η Ελένη.

Και βέβαια συμφωνώ με την άποψη ότι οι περισσότεροι που το τραγουδάνε δε γνωρίζουν τη σημασία του και θα πρέπει να τη μάθουν και να είναι έτοιμοι για αιματηρό αγώνα μέχρι να έρθει η νίκη. Γιατί όπως λέει και η παροιμία, με πορδές δεν βάφονται αυγά.

Ακριβώς. Αυτό κάποτε ανταποκρινόταν σε μια πραγματικότητα. Σήμερα οι συγκυρίες είναι άλλες.

Πολύ αριστερό εκ μέρους του!

(Χωρίς πλάκα τώρα: αυτό μού κάνει όντως εντύπωση. Δεν ήξερα ότι η παλιά εκδοχή ψέλνεται ακόμη. Υποθέτω ότι όσοι εμμένουν σ’ αυτήν το κάνουν συνειδητά, για συγκεκριμένους λόγους κι όχι γιατί δεν έμαθαν ότι δεν έχουμε πια βασιλιά, ούτε από γενικότερο συντηρητισμό του τύπου «να μην αλλάζουμε τα κείμενα».)

Και ο εθνικός ύμνος είναι προφανώς εθνικός… και το “τη υπερμάχω στρατηγώ τα νικητήρια” (που κατά την Αρβελέρ θα έπρεπε να είναι εθνικός υμνος), και τα θούρια και τα πολεμικά τραγούδια έχουν σκοπό την εμψύχωση, τον εγκωμιασμό του ηρωϊσμού και την διαπαιδαγώγηση για την ώρα την δύσκολη.

Δεν θά 'πρεπε;;;;;

Δυστυχώς οι συνθήκες δεν έχουν αλλάξει σχεδόν καθόλου, όπως αποδεικνύουν οι δεκάδες εν εξελίξει θερμοί πόλεμοι, οι οικονομικοί πόλεμοι, η πλατείες από την Ταχρίρ μέχρι την Συντάγματος, τα ρεσάλτα των κομάντο στα πλοία της gaza flotila κλπ.

Το λαϊκό ένστικτο το καταλαβαίνει, κάνει τις αντιστοιχήσεις και τραγουδά!

Δεν είπε κανείς ούτε αν θα 'πρεπε ούτε αν δε θα 'πρεπε. Αυτό που είπα, εγώ τουλάχιστον,είναι ότι όταν ένα τραγούδι έχει τέτοιο σκοπό, αυτό θα 'πρεπε (τώρα ναι!) να το έχει υπόψη του όποιος το τραγουδάει.
Γιάννη, λίγο πιο πάνω αναφέρθηκα στη χρήση τραγουδιών για προπαγανδιστικούς σκοπούς. Δεν ξέρω μήπως αυτό είναι που σε οδηγεί στο ερώτημα αν θα 'πρεπε. Η διαφορά ανάμεσα στην «καλή» χρήση τέτοιων τραγουδιών (αυτήν που αναφέρεις: εμψύχωση κλπ.) και την «κακή» (προπαγάνδα) έγκειται, μεταξύ άλλων, και στο βαθμό εγρήγορσης και συνειδητότητας όποιου τα ακούει και τα λέει.

Είμαστε μουσικό φόρουμ. Δε θέλουμε να ανοίγουμε εδώ συζητήσεις μη μουσικού χαρακτήρα. Φυσικά μέσα στην κοινωνία η μουσική δεν πορεύεται ανεξάρτητα από όλη την υπόλοιπη ζωή, ούτε οι άνθρωποι που σκέφτονται περί μουσικής είναι λοβοτομημένοι στα υπόλοιπα ζητήματα. Αλλά σε μία έντονη περίοδο όπως η τρέχουσα, με ορισμένα θέματα να μας απασχολούν όλους ζωηρά, αντιλαμβάνεστε όλοι πόσο εύκολο είναι να ξεφύγουμε προς αυτά ενώ μιλάγαμε για μουσική. (Προειδοποίηση πρωτίστως προς τον εαυτό μου!)

Στην Κύπρο θυμάμαι να άκουα “βασιλεύσι”, υποθέτω δεν αλλάχτηκε γιατί δεν έχει οποιαδήποτε σύγχρονη πολιτική ερμηνεία με τον τρόπο που είχε στην Ελλάδα.

Από την εποχή του Τυρταίου έως σήμερα, δεν υπάρχει τραγούδι

  • είτε αναφέρεται σε γδικιωμό (βεντέτα), σε οποιασδήποτε μορφής αναμέτρηση ή κανονικό πόλεμο, σε πολιτική μεταβολή ή πολιτειακή ανατροπή … κ.λπ. -
    που να μην καθαγιάζει τη βία.

Σωστά…
Στον «Ύμνο εις την ελευθερίαν» (για να είμαστε ειλικρινείς) αποθεώνεται το εθνικιστικό και θρησκευτικό μίσος, ο ρατσισμός και η μισαλλοδοξία, ενώ η βία θεωρείται επιβεβλημένη, το ίδιο και η εθνοκάθαρση.
Άλλο θέμα αν «καθαγιάζεται» στη συνείδησή μας η συγκεκριμένη βία ( την οποία εξυμνεί εδώ ο εθνικός μας ποιητής) για εθνικούς και ιστορικούς λόγους.

Τα δε όρια ανάμεσα στην εμψύχωση και την προπαγάνδα είναι δυσδιάκριτα τις περισσότερες φορές, μπροστά στην έννοια του «δικαίου», όπως το αντιλαμβάνεται η εκάστοτε αντιμαχόμενη πλευρά.

Έχω την εντύπωση πως καμωνόμαστε ότι δεν καταλαβαίνουμε την απαξίωση της ανθρώπινης ζωής που κρύβει ένα (πολεμικό) εμβατήριο…

Η βία είναι η μαμή της ιστορίας και ο άνθρωπος πάντα παλεύει για το δίκιο του, όπως αυτός το αισθάνεται και με όποιες δυνάμεις, μικρές ή μεγάλες, διαθέτει.

Αν Γρηγόρη αναφέρεσαι στο ‘τη υπερμάχω’ όχι, δεν θά 'πρεπε. Δεν επεκτείνομαι παραπέρα γιατί είμαστε ρεμπέτικο φόρουμ, όχι θρησκευτικό.

Ελένη, δεν συμφωνώ με αυτή τη διατύπωση. Ναι μεν οι περισσότερες σελίδες της ιστορίας γράφτηκαν μετά από άσκηση βίας, που βέβαια είναι μέσα στη φύση του ανθρώπου, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι δεν θα υπήρχε ιστορία αν δεν υπήρχε και βία. Απλά, θα ήταν διαφορετικά γραμμένη.