Πρόταση για νέο λήμμα: Ταμπάχανα

Ταμπάχανα
Λαϊκή συνοικία της Σμύρνης, στην οποία από τα τέλη του 19ου αιώνα λειτουργούσαν εργαστήρια επεξεργασίας δερμάτων, τα γνωστά μας βυρσοδεψεία ή ταμπάκικα.
Περιοχές με το ίδιο όνομα βρίσκονταν και σε άλλες πόλεις της Ελλάδας στις οποίες υπήρχαν εργαστήρια βυρσοδεψίας, όπως στην Πάτρα, στα Χανιά και στη Λευκωσία της Κύπρου.

Ακούγεται στο τραγούδι: «Αθηναίος σεβνταλής» (1931)
Στ., μουσ. : Δραγάτσης
Ερμην.: Κασιμάτης

«…απʼ τα Ταμπάχανα είναι μια
ποʼ ʼχει τρελάνει τον ντουνιά…»

Τα Ταμπάχανα της Σμύρνης έχουν συνδέσει το όνομά τους με τους περίφημους Ταμπαχανιώτικους μανέδες, μουσικοποιητικά δημιουργήματα ευρύτερων κοινωνικών στρωμάτων των πόλεων κατ’ αρχάς της Οθωμανικής αυτοκρατορίας με ελληνικό πληθυσμό και στη συνέχεια όπου ανθούσε το ελληνικό στοιχείο.
Έκφραση πόνου, απελπισίας, ανεκπλήρωτου καημού, αξεπέραστου πάθους, [όπως όλοι οι μανέδες] μουσικολογικά θεμελιώνονται στα αραβοπερσικά μακάμια και γνώρισαν άνθηση μέχρι το 1937, χρονιά κατά την οποία απαγορεύτηκε η ηχογράφηση και η δημόσια εκτέλεσή τους από τη μεταξική λογοκρισία, με πρόσχημα την «τουρκομερίτικη» προέλευσή τους, την ίδια εποχή που και ο Κεμάλ - στην αντίπερα όχθη – τα απαγόρευε και αυτός ως κατάλοιπα της ελληνικής παρουσίας στη Μ. Ασία και ως εμπόδιο στον εξευρωπαϊσμό της Τουρκίας.

Έχουν ηχογραφηθεί αρκετοί Ταμπαχανιώτικοι μανέδες, στη Σμύρνη με την Κα Κούλα, στην Αμερική με τη Μαρίκα Παπαγκίκα, αλλά και στην Ελλάδα, μετά το 1922, όπου εγκαταστάθηκαν πρόσφυγες.
Π.χ. «Ταμπαχανιώτικος μανές» (1931)
με τη Ρόζα.

[ΕΤΥΜ. Τουρκ.<tabak = καπνός +han=πανδοχείο ( χάνι), οικία]

[Γράφει ο Παπαρρηγόπουλος, στην Ιστορία του Ελληνικού Έθνους: “Χαν” προσφωνούνταν όλοι οι ηγεμόνες των τουρκικών και μογγολικών λαών. Είναι αρχαία τουρκομογγολική λέξη και προήλθε από τη σινική λέξη χαγγί που σημαίνει ηγεμόνας. Από τη λέξη αυτή προέρχεται και το χάνι δηλαδή το μεγάλο πανδοχείο,το κτισμένο σαν φρούριο, γιατί μόνο ο Χαν είχε τέτοια κατοικία. Από το Χαν δημιουργήθηκε στους Πέρσες και στους Τούρκους το Χανέ που σημαίνει οίκος]

2 «Μου αρέσει»

Μήπως το κομμάτι για τους ταμπαχανιώτικους μανέδες να φυλαχτεί για κάπου εκτός Γλωσσαριού;

Ξεφεύγει εντελώς από τα όρια του ερμηνευτικού, είναι εγκυκλοπαιδικό, και χωράει πολλή συζήτηση (στην ουσία νομίζω ότι αναφέρεται σε πράγματα για τα οποία ακόμη δεν υπάρχει παρά ελάχιστη σίγουρη γνώση). Και βέβαια τέτοια συζήτηση χρειάζεται δικό της χώρο.

Αλλά και το του Παπαρρηγόπουλου μού φαίνεται κι αυτό ίδια περίπτωση: και από τα όρια του λήμματος ξεφεύγει (βρήκαμε από ποιες τούρκικες λέξεις προέρχονται τα ελληνικά Ταμπάχανα - η περαιτέρω ετυμολογία αυτών των λέξεων εντός της τουρκικής γλώσσας και των προγονικών της μορφών δεν είναι δουλειά μας) αλλά και αμφισβητήσιμο μου φαίνεται, που σημαίνει ότι ακόμη κι αν αποδειχτεί σωστό, πάλι θα χρειαστεί ξεχωριστή συζήτηση με δικό της χώρο. Βέβαια μια τέτοια συζήτηση είναι χαμηλότερα από την άλλη (για τα ταμπαχανιώτικα) στη λίστα με τις επιτακτικότερες ανάγκες του φόρουμ.

1 «Μου αρέσει»

Αυτό με τον Παπαρρηγόπουλο δεν είναι για να ενταχθεί στο γλωσσάρι, με το λήμμα, ούτως ή άλλως, γι αυτό είναι και σε αγκύλες.
Σ’ αυτή την ενότητα που έχει ανοίξει, συνηθίζεται να επεκτεινόμαστε περισσότερο σε πληροφορίες σχετικές με αυτό που συζητάμε. Φυσικά και αρκεί η ήδη δοθείσα ετυμολογία.

Όσον αφορά στους “ταμπαχανιώτικους μανέδες” , αν δεν μπορούμε να καταθέσουμε μια συνοπτική αναφορά και όχι φυσικά εγκυκλοπαιδικό λεξικό [αυτό μπορεί να γίνει είτε εδώ είτε σε ξεχωριστό νήμα], το αφήνουμε.
Απλά, επειδή ο όρος απαντά σε αρκετά τραγούδια και με αρκετούς επίσης ερμηνευτές, παλιότερους αλλά και σύγχρονους, θεώρησα καλό να διευκρινιστεί και ο όρος αυτός.

«Ταμπαχανιώτικος» είναι ο τίτλος ενός μανέ, που έχει ηχογραφηθεί σε πάρα πολλές εκτελέσεις, βλ. εδώ. Δεν υπάρχει γενικότερη κατηγορια «ταμπαχανιώτικοι μανέδες».

Πιθανόν να υπήρχε γενικότερη κατηγορία «ταμπαχανιώτικα τραγούδια». Τέτοιες όμως πληροφορίες, όσο θυμάμαι προχείρως, έχω συναντήσει κυρίως σε διερευνήσεις σχετικά με τα άλλα ταμπαχανιώτικα, της Κρήτης. Οι οποίες όμως αιαιτούν πολλή προσοχή, καθώς από την άλλη πλευρά προβάλλεται έντονα η αμφισβήτηση του ίδιου του όρου «ταμπαχανιώτικα» για τα κρητικά τραγούδια, και βέβαια αν αποδειχτεί ότι ο όρος δεν είναι αυθεντικός τότε καταρρέει κάθε συσχετισμός με τα ταμπαχανιώτικα της Σμύρνης, αν όντως υπήρξαν ποτέ.

…Θέλω να πω:

Μπα, δύσκολα.

Αλλά χώρια από αυτό, πώς θα μπορούσαν σε μία συγκεκριμένη συνοικία μιας πόλης (Ταμπάχανα Σμύρνης) να βγουν…

…;

1 «Μου αρέσει»

Μια και δεν είμαι χωραϊτης αλλά λεμεσιανός :wink: δεν το ήξερα, από ότι βλέπω ήταν έξω από τα τείχη κοντά στην Πύλη Πάφου. Στα κυπριακά δεν είναι ‘τα’ ταμπάχανα αλλά ο Τταπάχανας (ίσως αντίστοιχη περίπτωση με άλλο εξελληνισμό ονόματος συνοικίας: ο Τακτακαλάς)
http://www.polignosi.com/cgibin/hweb?-A=2244&-V=limmata

Ο έχων ανάγκη το ρεμπέτικο γλωσσάρι, ακούγοντας για «μια απ’ τα Ταμπάχανα» θα αναζητήσει το σχετικό λήμμα. Νομίζω ότι με μία ερμηνεία δραστικά συντομότερη απ’ την προτεινόμενη, π.χ.

Συνοικία της Σμύρνης, που πήρε αυτό το όνομα από τα βυρσοδεψία της περιοχής, Ταμπά Χανέ στα Τουρκικά.

καλυπτόμαστε πλήρως. Για τους «ταμπαχανιώτικους» μανέδες, που βέβαια ακόμα τους ψάχνουμε (ο Περικλής δηλαδή), κι εγώ θα προτιμούσα αυτή τη στιγμή, καλύτερα να αφήσουμε τον ακροατή ενός τέτοιου μανέ με την απορία. Ο ξύπνιος ακροατής πάντως, θα αναζητήσει το λήμμα Ταμπάχανα και θα καλυφθεί σε κάποιον βαθμό.

1 «Μου αρέσει»

Μήπως να αναφερθεί και του Γκολέ;

Παραπέμπει και σε μια συζήτηση του φόρουμ αλλά πρέπει να έχει αλλάξει η διεύθυνση.

Θα ΄λεγα μάλλον όχι, Νικόλα: Αν βέβαια το γτ είχε ρεμπέτικο γλωσσάρι, τότε εκείνων θέμα θα ήταν.

(τρομερός ο Γκολές βέβαια…)

2 «Μου αρέσει»

Στο γλωσσάρι ως λήμμα:

Ταμπάχανα (τα)

Λαϊκή συνοικία της Σμύρνης, στην οποία από τα τέλη του 19ου αιώνα λειτουργούσαν εργαστήρια επεξεργασίας δερμάτων, τα γνωστά μας βυρσοδεψεία ή ταμπάκικα.

Ακούγεται στο τραγούδι: «Αθηναίος σεβνταλής» (1931)
Στ., μουσ. : Δραγάτσης
Ερμην.: Κασιμάτης

«…απʼ τα Ταμπάχανα είναι μια
ποʼ ʼχει τρελάνει τον ντουνιά…»

[ΕΤΥΜ. Τουρκ.<tabak = καπνός +han=πανδοχείο ( χάνι), οικία]

2 «Μου αρέσει»

Μία ενστασούλα: han είναι το πανδοχείο, κατάλυμα κλπ. ενώ hane ο οίκος κλπ. άρα, σωστότερο είναι το tabakhane. Όπου όμως, tabak είναι το δέρμα, όχι ο καπνός. Και το Ελληνοτουρκικό μου, στο λήμμα βυρσοδεψείο δίνει tabakhane. Το k δεν προφέρεται, γιαυτό και Ταμπάχανα και όχι Ταμπάκχανα.

2 «Μου αρέσει»

Για την ακρίβεια, εφόσον υπάρχει τούρκικη λέξη tabakhane, από αυτήν προέρχεται η ελληνική, και όχι από οποιαδήποτε σύνθεση.

Άμα θέλουμε να επεκταθούμε και στην ετυμολογία της τούρκικης λέξης, τότε (και μόνο) θα δούμε τα συνθετικά της. Μπορεί να είναι χρήσιμο, μπορεί να είναι ενδιαφέρον (γιατί το tabak έχει περάσει και στα ελληνικά: «ταμπάκης», ή τοπικά ακόμη και «ταμπάκος», είναι ο βυρσοδέψης, ταμπάκικο ή ταμπακαριό το εργαστήρι του, Ταμπάκικα στο Καρλόβασι και σε σε άλλες πόλεις το αντίστοιχο τοπωνύμιο όπως στη Σμύρνη τα Ταμπάχανα), αλλά πάντως είναι το κάτι παραπάνω.

Εγκυκλοπαιδικά, ας προσθέσουμε και ότι η βυρσοδεψία βγάζει τρομερή δυσοσμία, πράγμα που σημαίνει ότι ταμπάκικα χτίζονταν εκτός κατοικημένων περιοχών. Έχει και μεγάλες ανάγκες σε νερό, οπότε δε χτίζονταν οπουδήποτε εκτός οικισμού αλλά σε σημεία που βόλευε. Αυτός είναι ο λόγος που σε πολλές πόλεις υπήρχαν ολόκληρες συνοικίες με ταμπάκικα, αντί σκόρπια σε κάθε γειτονιά, και έτσι προέκυψε και το τοπωνύμιο.