Σε κείμενο του Λ. Βρανούση, και μάλιστα την ίδια χρονική περίοδο με το εν λόγω τραγούδι, επιβεβαιώνεται η ενδυματολογική ζήτηση σαμαροσκουτίων:
"στην Ήπειρο, όπου ευδοκιμούσε η οικιακή βιομηχανία μαλλίνων υφασμάτων, κεντημάτων κλπ και κατά τους χρόνους του Αλή Πασά και του Βηλαρά και πριν και μετά, ως τα σημερινά σαμαροσκούτια της μόδας.»
(ΝΕΑ ΕΣΤΙΑ, 1/9/1939, τχ. 305, σελ. 1219)
Πάλι από την ίδια εποχή (1939) επιβεβαίωση της μόδας των σαμαροσκουτίων:
"στο σκυριανό σπίτι , τα σκυριανά έπιπλα , τα λαϊκά κεντήματα, τα λαϊκά υφαντά, αντρικά και γυναικεία,τα σαμαροσκούτια, έγιναν πλέον μόδα . (ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ, 1939, τ. 15: σελ. 419)
Και η Μιμίκα Κρανάκη επίσης επιβεβαιώνει τη σχετική μόδα ως συνολάκι:
«Εν πάση περιπτώσει , όλοι , δεξιοί κι αριστεροί , φοράμε , στραβά και κουτσαβάκικα , το ίδιο, απαράλλαχτο μπλε μπερεδάκι, με μια τόση δα ουρίτσα στην κορφή, πουλόβερ κλειστά ως το σαγόνι , αρβύλες και σαμαροσκούτια. Η στολή της μόδας .
(«Φιλλέληνες» 1992 σελ. 35)
Στο «Μεγάλο Συναξάρι» του Καραγάτση (1951) βλέπουμε επίσης να διαλαλούνται μεταξύ άλλων «τα καλά τα δίμυτα, τα καλά σαμαροσκούτια!»