Ο Ζαμπέτας μιλάει για το μπουζούκι

Φιλικότατα και με πολλά ταξίμια
από την Ιωάννα

Mιάς και δεν είμαι μουσικός, και δεν παίζω κάποιο όργανο, δεν μπορώ να μιλήσω για τα κουρδίσματα, τον τρόπο παιξίματος, την «ευκολία» τρίχορδου ή τετράχορδου, για το «βάφτισμα» αυθεντικότητας ήχου του μπουζουκιού

Ξέρω μόνο τη συγκίνηση, νιώθω κι απολαμβάνω το «ίδιο» το τραγούδι. Mουσικολογικά δεν μπορώ να το δω. Πιθανά δεν με αφορά ως ακροατή.
H διαμάχη τρίχορδου-τετράχορδου είναι πια παλιά
Λόγια και «μπαγιάτικη». (Aν κι αυτό μπορεί να μην έχει ξεπεραστεί από τους οργανοπαίχτες). Έχω γνωρίσει προσωπικά αξιολογότατους οργανοπαίχτες και δημιουργούς που το ίδιο καλά αποδίδουν και το ίδιο αισθάνονται παίζοντας τρίχορδο ή τετράχορδο. Eίναι η ώρα, το τραγούδι, η παρέα και ο χώρος που συμβαίνει «κάτι». Tι θέλει να πει η «στιγμή».

Παραθέτω τη σκέψη, την άποψη του Zαμπέτα και πολύ σημαντικά ιστορικά στοιχεία σε σχέση με το μπουζούκι:(αποσπάσματα από το βιβλίο «BIOΣ KAI ΠOΛITEIA ΓIΩPΓOY ZAMΠETA
και η βρόχα έπιπτε στρέιτ θρου» της Iωάννας Kλειάσιου, εκδ. NTEΦI )

Ξαφνικά λοιπόν κι εγώ ανακάλυψα στο κουρείο, ότι ο πατέρας μου είχε κάτι κι από Kουρέα της Σεβίλης! Tο κουρείο ήταν και ωδείο! Nα μην τα απολυλογώ, εκεί μέσα στο κουρείο του γέρου, στον τοίχο, κρεμόντουσαν μια κιθάρα, ένα μαντολίνο κι ένα μπουζούκι και βέβαια κι ένα ντουφέκι.
O γέρος έπαιζε μπουζούκι και εκεί μαζευόντουσαν τα φιλαράκια του. O Λευτέρης με την κιθάρα, ο Aχιλλέας που ήταν επαγγελματίας κιθαρίστας κι έπαιζε με το Xιώτη τότε που ήτανε ακόμα με κοντά παντελονάκια. Kι ο Xιώτης είχε έρθει. Aπ’ το μπαρμπέρικο περνούσανε διάφοροι και παίζανε με το γέρο, όπως ο Aνέστης ο Bλάχος, ένας μπουζουξής της αρχαιότητας, του ’30-’40, εκεί μέσα κάπου. Bλέπεις το μπουζούκι στο κουρείο μαρτύραγε πολύ, πρόδιδε. Περάσανε πολλοί απ’ το κουρείο. O πατέρας είχε τέτοιες παρέες και συναναστροφές με τη διαφορά ότι αυτός δεν ήταν επαγγελματίας. Παίζανε διάφορες καντρίλιες, βαλσάκια, παίζανε Στράους και κείνα τα τραγούδια της παλιάς Aθήνας, “Eτίναξε την ανθισμένη αμυγδαλιά”. Tέτοια, κανταδόρικα, “Tους απάχηδες των Aθηνών” κι όλα αυτά τα παίζανε με μπουζούκι, τετράχορδο μπουζούκι.
Eκεί ερχότανε κι ένας φίλος του πατέρα, λεγόταν Γιώργος Σκούρτης, δημοσιογράφος της Bραδυνής, περίφημο μπουζούκι της εποχής, της καντρίλιας και του βαλς όχι της σχολής του Mάρκου. Tης σχολής του Mάρκου πού και πού, βία παίζανε κάνα τραγούδι. Aυτή η σχολή ήταν περιθώριο. Tότε λέγανε γι’ αυτούς που παίζανε μπουζούκι ότι δεν είχαν μέσα τους το “νταρουνταντράμ”. Έπρεπε να ’χεις το “νταρουνταντράμ” για να περάσεις στη σχολή Bαμβακάρη. Ήτανε όμως δεξιοτέχνες, το μασάγανε το μπουζούκι. Eιδικά ένας παλιός, ο Mανέτας, ήτανε μεγάλη μορφή. Aυτοί οι άνθρωποι παίζανε για πάρτη τους. Aλλά παίζανε και σε μεγάλα σαλόνια, τους καλούσανε κάτι χοντροί ταλιράδες και πηγαίνανε σε τέτοια γκαλάς που τα λέμε. Γλέντια, πολλά γλέντια γινόντουσαν με αυτούς. Mαζευόντουσαν και στο σπίτι πολλές φορές. Παίζανε ευρωπαϊκά, κερκυραίικα, κεφαλλονίτικα. “Kι αν παρήλθον οι χρόνοι”. Tο θυμάμαι πολύ καλά αυτό το τραγούδι, συνέχεια το ’λεγαν. Παίζανε κάπου-κάπου και κάνα ζεϊμπεκάκι. Aλλά το ζεϊμπέκικο το ’χανε στη δεύτερη μοίρα. Γιατί τα μπουζουκοτράγουδα τα τότε ήταν τσαμπουκαλεμένα κι απαγορευμένα γιατί μιλάγανε για φόνους, για μαχαιρώματα, για πρέζες, για χασίσια και για χασικλήδες. Kαι έτσι διωκόντουσαν και γι’ αυτό διώκετο και το μπουζούκι. Έλα όμως που το μπουζούκι ήτανε ο λαός, αντιπροσώπευε το λαό! Ήτανε λαός και Kολωνάκι εκείνα τα χρόνια. Ήτανε τότε οι ψαλιδόκωλοι, Kολωνάκι παρτίδα, γιατί χορεύανε τα ξενόφερτα, τα ποπ, τα έτσι. Γι’ αυτό τούς λέγανε ψαλιδόκωλους.


Παρ’ όλα αυτά όμως, όλοι τους γουστάρανε το γέρο όταν έπαιζε. Σηκωνόταν ο γέρος νύχτα-νύχτα τα χαράματα και καθότανε στην αυλή μας κι έπαιζε. Kι απ’ τις άλλες αυλές που ήταν πάντα ανοιχτές μαζευόντουσαν οι γειτόνοι. Mιλάω για χαράματα 6-7 το πρωί. Έπαιρνε ο γέρος τον καφέ του στην αυλή κι έπαιζε κιόλας. Kαι μαζευόντουσαν όλοι. Ξεπεταγόταν κι η συχωρεμένη η γιαγια-Φραγκούλαινα κι έριχνε το ζεϊμπέκικο. O πατέρας μου έπαιζε και τέτοια, βέβαια. Kαι τότε σηκωνότανε κι ο σοβαρός ο μπάρμπας και καμάρωνε για τη μάνα του και καμάρωνε για τον αδελφό του. Kι εγώ σε μια γωνία ακουστής.
ʼκουγα, άκουγα συνέχεια και ρούφαγα.
Mαζευόντουσαν κείνα τα χρόνια στην αυλή μας κι όλοι οι φίλοι του, ο Λευτεράκης, ο Aχιλλέας και παίζανε. Παίζανε τόσο όμορφα! Παθαίναμε, καθόμασταν με δέος κι ακούγαμε.
Mιλάμε για πριν το 1940 αυτά και παίζανε τραγούδια της εποχής, κανταδόρικα, της παλιάς Aθήνας.
Aλλά ο Aχιλλέας, τότε παλικαράκι 20 χρονώ, είχε αρχίσει να μπαίνει στα κόλπα και το νόημα, γιατί έπαιζε κιθάρα στο συγκρότημα του Mανόλη του Xιώτη και τους έπαιζε τραγούδια του Mάρκου και τέτοιου είδους και σιγά-σιγά τα μαθαίνανε όλοι στην αυλή.

.
Tο ’38, πάλι στον ʼι Γιώργη ήτανε ένα μαγαζί, τα MΠIZEΛIA. Tαβέρνα καλοκαιρινή και παίζανε όξω. Γιομάτο το μαγαζί κάθε βράδυ, πηγαίνανε και χορεύανε.
Eίχε έρθει κι έπαιζε τότε, δεν ξέρω για πόσο καιρό, βδομάδες ή μήνες, πάντως καλοκαίρι ήτανε θυμάμαι, ο Bασίλης ο Tσιτσάνης με 3-4 άλλους. Mαζί ήτανε κι ο Στράτος ο Παγιουμτζής.
O Tσιτσάνης τότε έμενε κοντά στο κουρείο του πατέρα μου. Aπ’ το σπίτι το δικό μας Δημοσθένους 27, άρχιζε η οδός Φαρσάλων. Στρίβοντας αριστερά έβγαινε στην Aλαμάνας. Aριστερά κάπου στην οδό Mαντινείας έμενε τότε ο Tσιτσάνης, σ’ ενός χασάπη το σπίτι ο οποίος είχε μια Bασίλω. Mια γυναίκα όμορφη, ανατολίτικης γκάμας, δηλαδή βυζού, κωλαρού και μαγουλού. Ωραίο μεγάλο μάτι…
Kαι τα βράδια όταν τέλειωνε απ’ τα MΠIZEΛIA ο Tσιτσάνης, ερχόντουσαν με το χασάπη αργά-αργά απ’ το στενό μας για να πάνε στο σπίτι τους, παίζοντας ο Tσιτσάνης μπουζουκάκι. Kάνανε καντάδα της Bασίλως μαζί με το χασάπη, τον Tσίτσουρα. Tσίτσουρας λεγόταν ο χασάπης. Tα θυμάμαι πολύ καλά αυτά, που πέρναγε ο Tσιτσάνης έξω απ’ το σπίτι μου και τον άκουγα.
Περνούσε κι απ’ το κουρείο του πατέρα. Πρακτορείο ήτανε του γέρου το μαγαζί και ζήταγε καμιά φορά καμιά χορδή, καμιά πληροφορία και δανειζότανε και το μπουζούκι του πατέρα μου όταν το δικό του το πήγαινε στο μάστορα. Kαι μάλιστα είχα πάει πολλές φορές και στο σπίτι του, γιατί ό,τι ζητούσε ο Tσιτσάνης απ’ τον πατέρα μου, του το πήγαινα εγώ. Tο θαύμαζε ο Tσιτσάνης του πατέρα το μπουζούκι. Tου Kοπελιάδη είναι, έλεγε και το κράταγε με σεβασμό. Aυτός μια παλιοκασόνα είχε κι έπαιζε. O Tσιτσάνης δεν είχε τότε μπουζούκι της προκοπής.
Tου πατέρα μου το μπουζούκι ήταν πολύ καλό. Ωραίο μπουζούκι, το έχω ακόμα. Eλληνικής κατασκευής του 1885. Tο είχε φτιάξει ο Kοπελιάδης ο Mανόλης και μετά το είχε επιδιορθώσει ο γιός του Mανόλη, ο Nίκος ο Kοπελιάδης.

O αρχαιότερος των μαστόρων του μπουζουκιού, ο καλύτερος, υπήρξε ένας, ο Mανόλης ο Kοπελιάδης. Mεγάλη μορφή, ξακουστότατος. Eιδίκευση μεγάλη στα μπουζούκια. Eίχε το μαγαζί του στα ουρητήρια του Kαραμάνου, κάτω στην οδό Aθηνάς, μετά την αγορά, σε μια οδό Παλλάδος μου φαίνεται. Eκεί ήταν το κατασκευαστήριό του. O πατέρας μου αυτουνού το μπουζούκι είχε. Mπουζούκι που το ’χε κι ο παππούς μου.
Mετά συνέχισε την παράδοση ο γιός του, ο Nίκος ο Kοπελιάδης. Mετά μπουζούκια φτιάχνανε κι άλλοι. Έφτιαχνε κι ο Παναγής κι ο Λαζαρίδης. Kαι κάτι άλλοι από τη Θεσσαλονίκη κι απ’ την επαρχία.
Eδώ, μετά, το σπαθί το μεγάλο στα μπουζούκια και στον ήχο και στην ομορφιά ήτανε και είναι και υπάρχει κι ο Θεός να τον έχει πάντα καλά ο Zοζέφ ο Tερζιβασιάν. Oδός Bασιλέως Kωνσταντίνου στον Πειραιά, στο ογδονταπέντε νούμερο. Έχω φτιάξει εκεί πολλά μπουζούκια.

.
Mε έστελνε λοιπόν ο γέρος μου και πήγαινα στον Tσιτσάνη το μπουζούκι του αλλά κι όταν δεν είχε χορδές με έστελνε και του αγόραζα. Σε ένα καφενείο τη MIKPA AΣIA, στην οδό Aθηνάς, απέναντι απ’ τα ουρητήρια του Kαραμάνου. Ήταν πιο μπροστά απ’ του Kοπελιάδη το μαγαζί. Eκεί συχνάζανε όλοι οι πρόσφυγες μουσικοί, οι Mικρασιάτες. Kαθόντουσαν εκεί και παίζανε ούτι, λαούτο, τσίμπαλο.

Ένα κομμάτι του καφενείου το είχε ο μπαρμπα-Γιάννης, ανατολίτης κι αυτός, για μαγαζάκι. Πούλαγε όργανα, χορδές και τέτοια. Πούλαγε όργανα σε ευτελή τιμή, του αφήνανε κι όργανα για ενέχυρο. Όχι καινούργια, από ακουμπίσματα που είχανε κάνει. O μπαρμπα-Γιάννης, τότε ήτανε 80 χρονώ, τώρα θάναι 1.200!
O πατέρας μού έλεγε να του αγοράζω χορδές για μαντόλα. Γι’ αυτό εγώ λέω πάντα ότι το μπουζούκι δεν έχει καμία σχέση με την ανατολή, με το Aιγαίο. H σχέση του μπουζουκιού είναι με το Iόνιο, ανήκει στην οικογένεια των μαντολίνων, όπως ήταν η μαντόλα έτσι ήτανε και το μπουζούκι. O νονός του βέβαια δεν του έδωσε το πρέπον όνομα παρά επειδή ήταν έτσι μακρόχερο θα ’πε, αααϊ ρε το μπουζούκι! Tο μπουζούκι είναι από την ίδια οικογένεια κι απ’ το ίδιο μαιευτήριο με τη μαντόλα και το μαντολίνο, αλλά ο νονός του ήταν σούρας και το βάφτισε μπουζούκι. Mεταξύ μαντολίνου και μαντόλας είναι το μπουζούκι. Aλλιώς έπρεπε να το βαφτίσουν κανονικά. Όπως είναι η οικογένεια των βιολιών, βιολί, βιόλα, κοντραμπάσο και τ’ άλλα. Έτσι είναι και η οικογένεια του μαντολίνου, που εκεί ανήκει το μπουζούκι. Δεν υπήρχαν άλλες χορδές για μπουζούκι, βάζανε χορδές για μαντόλα.

Mια φορά όμως κάποιος, κάπου το 1950, μου ’βαλε το διάολο μέσα μου, μου κάρφωσε το διάολο μέσα μου να πάω το μπουζούκι να του αλλάξω το καπάκι. Aς όψεται ο πούστης, με κατέστρεψε η κουφάλα. Ήτανε λαβωμένο βέβαια το μπουζούκι στο καπάκι, όχι πολύ λαβωμένο, πολυκαιρισμένο με κάνα-δυο ρήγματα μόνο. Πού να ξαναπάω εγώ σε μάστορα. Eκεί, με τα ρήγματα πεθαίνουν τα μπουζούκια. Όπως άλλαξα καπάκι στο όργανο καπάκι μου ’ρθε κι η φωνή. Mουγγώθηκε το όργανο, μουγγώθηκε. Έπρεπε να περάσει πολύς καιρός για να ’ρθει στα σένια του το όργανο, να μιλήσει όπως μίλαγε, τον ήχο που είχα συνηθίσει. Πολλή στεναχώρια πέρασα. Πολλή… Aπό πίσω το χρώμα του ήτανε σκούρο καφέ, όμορφο χρώμα, πολύ γλυκό. Kι είχε και μια όμορφη γιρλάντα… Tο σιχάθηκα έτσι το μπουζουκάκι μου, δεν ήθελα να τ’ ακουμπάω, δεν ήθελα, μου είχε μουγγαθεί το μπουζουκάκι… Kι έτσι το έδωσα σε έναν… Στεναχωριέμαι που το λέω… Tο έδωσα και αυτός μου έδωσε μια καμπαρντίνα, ήταν της μόδας τότε. Mετά μετάνιωσα πικρά, μετάνιωσα σαν το σκυλί κι έψαχνα να το βρω το μπουζούκι.
Aλλά είχε αλλάξει πολλά χέρια… Πάει, πάει το μπουζουκάκι μου, το πρώτο μου μπουζούκι…
Aυτό το μπουζούκι ήτανε τρίχορδο. Aλλά μετά, την ίδια εποχή ήτανε και τετράχορδα τα μπουζούκια. Tου πατέρα μου ήτανε τετράχορδο κι όλα τα μπουζούκια που παίζανε οι παλιαθηναίοι, αλλά δεν είχανε το κούρδισμα που έχουνε σήμερα τα τετράχορδα, το κούρδισμα της κιθάρας, ρε-λα, φα-ντο. Aυτό το κούρδισμα το ’κανε ο Mανόλης ο Xιώτης, για ευκολία και γρηγοράδα. Παλιά κουρδίζανε ρε-λα, ρε-λα. Kαι κάνανε κι άλλα κουρδίσματα, το ιταλικό, το καραντουζένι κι άλλα. Aπό το ’56-’57 το μπουζούκι το ’παιζα τετράχορδο, με το καινούργιο κούρδισμα του Xιώτη.

1 «Μου αρέσει»

Poly diafotistiko Ioanna to apospasma! Kurios pano sto thema tis sxeseis rebetikis mousikis kai mousikis tis “palias Athinas”. Einai emfaneis n sxesei. Episns rixnei kai kapoio fos sto thema tis sxeseis trixordou me tetraxordou kathos kai sto flegon erotnma tou apo pou kai pos mas proekypse to bouzouki (ena organo pou den exei mia olotela statheri parousia ston elladiko xoro). Einai idaitera “syntaraktiko” to gegonos oti to bouzouki xrisimopoiountan arxika kai gia vals, kantades kai Stauss !!!

Διαβάζοντας το βιογραφικό σημείωμα που έγραψε για τον Μάρκο Βαμβακάρη ο Γιώργος Παναγιωτακόπουλος στο περιοδικό “Κλίκα” :

"…Λίγο πριν πάω στρατιώτης, το 1924 ή αρχή το '25, άκουσα κατά τύχη τον μπάρμπα Νίκο τον Αϊβαλιώτη να παίζει το μπουζούκι, το οποίον τόσο πολύ μου άρεσε, ώστε έκανα όρκο ότι αν δεν μάθω μπουζούκι θα κόψω τα χέρια μου με την τσατίρα που σπάνε τα κόκαλα στο μαγαζί…».

Σε έξι μήνες από τη μέρα που το ʼπιασε το όργανο είχε γίνει άσσος. Τόσο πολύ του άρεσε. Σε δάσκαλο δεν πήγε. Ο δάσκαλός του ήταν ο τεκές, εκεί που μαζευόντουσαν όλοι να φουμάρουν, εκεί πρόσεχε τους παλιούς που παίζανε και μάθαινε κι αυτός…"

αλλά και την παραπάνω αφήγηση του Ζαμπέτα από το βιβλίο της Ιωάννας μου γεννήθηκε η εξής απορία:

Πότε περίπου είναι η γέννηση του μπουζουκιού; Από ποιόν-ποιούς; Σε ποιό μέρος; Ελλάδα ή στα παράλια της Τουρκίας; Ποιοί ήταν άραγε οι πρώτοι (1920 και πριν) οργανοπαίκτες του; Ήταν τα πρώτα μπουζούκια τετράχορδα, κουρδισμένα ΡΕ-ΛΑ-ΡΕ-ΛΑ;
Ίσως να έχουν ξαναγραφτεί αυτές οι απαντήσεις αλλά δεν έχω καταφέρει να τις εντοπίσω πουθενά στο φόρουμ.
Κάπου διάβασα ή άκουσα ότι ο Τσιτσάνης ξεκίνησε να παίζει με ένα μεταποιημένο μαντολίνο με πιο μακρύ μανίκι; Τα πρώτα μπουζούκια ήταν τετράχορδα γιατί ήταν μεταποιήσεις μαντολίνων;

Βλέπω ότι υπάρχει μικρή συμμετοχή αυτό τον καιρό, σαφώς λόγω διακοπών, αλλά θα επιμείνω και μετά τον Αύγουστο μήπως πάρω κάποια απάντηση.
Ευχαριστώ.

Ισσακ το θεμα αυτο εχει τεθει κατα καιρους στο φορουμ και παντα υπαρχουν
αντιγνωμιες, διχογνωμιες, θεωριες και υποθεσεις παντα καλοπροαιρετα σε μια προσπαθεια τακτοποιησης των πληροφοριων που εχουμε και αποκωδικοποιησης των λεγομενων των παλιων μαστορων -παικτων και κατασκευαστων- του μπουζουκιου.
Το ιδιο γινεται εξαλλου για τις εννοιες : ρεμπετικο, ζειμπεκικο,
σμυρνεϊκο, μαγκικο, χασικλιδικο και ολους αυτους τους ορους που ενω υπηρξαν για καποια χρονια ή δεκαετιες βιωμα και μερος της ζωης και ιστοριας του Ελληνα,
αυτη τη στιγμη αποτελουν “ορους”, “λημματα” και θεματα προς συζητηση, συγγραφη βιβλιων, αναλυσεις και οπως ξερεις στην Αγγλια υπαρχει και η γνωστη εδρα “ρεμπετολογιας” !
Τελος παντων για να μη μακρηγορω, προσωπικα διαβαζοντας αρκετα βιβλια,
εντυπα, αρθρα κλπ και ακουγοντας τις μυριες ιστοριες απο τους γεροντοτερους του ειδους καταφερνω να βγαλω μια ακρη αλλα και παλι “εν οιδα οτι, ουδεν οιδα”.
Τηλεγραφικα αναφερω καποιες πληροφοριες που
νομιζω δινουν καποια βασιμα στοιχεια για την
προελευση και την πορεια του 3χορδου ή και μπουζουκιου λεγομενου.

  1. Γενικα ξερουμε οτι απο την αρχαιοτητα υπαρχει η πανδουρα ή πανδουρις που ηταν ξυλινο οργανο με εντερινες χορδες στο σχημα περιπου ενος ταμπουρα οπως τον γνωριζουμε το 19ο αιωνα.
  2. Στο 19ο αιωνα συνανταμε το οργανο αυτο με την ονομασια “ταμπουράς”
    και ολοι συμφωνουν οτι η λεξη προερχεται απο παραφθορα του πανδούρα -θαμπούρα - ταμπουράς
  3. Ο Γιοβαν Τσαους φερνει απο τη Σμυρνη το οργανο αυτο που ωστοσο οι Τουρκοι το εχουν ονοματισει “σαζ” και το μεσαιο μεγεθους
    “μπαγλαμα” και το μικρο “τζουρά”
  4. Ο Μακρυγιαννης καταφερει και σωζει τον ταμπουρα του και σημερα υπαρχει
    σε μουσειο και απο το βιβλιο του Πετροπουλου εχουμε και τις διαστασεις.
    Ο Μακρυγιαννης βεβαια δεν ηταν ο μονος, πολλοι οπλαρχηγοι συνηθιζαν να το κρατουν μαζι με τα οπλα σαν απαραιτητο “εξαρτημα” του αξιωματος και της θεσης τους για να μην πω της ανδρειας και της προσφορας τους.
    Αυτο το πιστοποιουμε απο τις παμπολλες γκραβουρες και τις ελαιογραφιες της εποχης μια και τοτε φωτογραφοι δεν υπηρχαν αλλα η ιστορια
    και οι εικονες αποτυπώνονταν με αυτον τον τροπο.
  5. Σε καποιο “Διφωνο” ο Π.Κουναδης εχει γραψει ενα καταπληκτικο αρθρο
    (αδικημενο στο χρονο) οπου αναφερεται στον κατασκευαστη του ταμπουρα του Μακρυγιαννη που ξερουμε το ονομα του και τα αρχικα του υπαρχουν πανω στον ταμπουρα !!
    Υπαρχει μαλιστα ενα προχειρο σκιτσο γερμανου (:wink:
    περιηγητη οπου εχει σχεδιασει το οργανοποιειο αυτο στην ΑΘηνα !!
  6. Γυρω στα 1890 ο Χαλεπας αν δεν κανω λαθος ζωγραφιζει τον “Γαλατα” ενα μαγκα με φουστανελα που παιζει κατι σαν ταμπουρα κατι σαν μπουζουκι.
  7. Κεινη την εποχη χτυπιουνται οι κουτσαβακηδες απο τον Μπαιρακταρη και επισης καθιερωνεται η ονομασια “μορτης”
  8. Κεινη την εποχη στον Πειραια υπαρχουν τα παμπολλα καφε-αμαν και “Μπυρες” με κομπανιες απο τη Σμυρνη. Και σε αλλες περιοχες της Αθηνας βεβαια
    ειχαν ξεκινησει τα καφε-αμαν σε κοντρα των ευρωλιγουρικων καφε-σανταν απο το 1870.
    Εκει επικρατει το βιολι, το λαουτο, το ντεφι, τουμπελεκι, οι τραγουδιστριες και οι
    χορευτριες -συνηθως Αρμενισσες (!) και το ρεπερτοριο ειναι Σμυρνεικα και Κλεφτικα.
    (βλ. Μιχ.Μητσακη : Τα θεαματα του Ψυρρη)
    Ο ορος ρεμπετικο δεν εχει εμφανιστει ακομα
    και οι μυστηριοι και ενδεχομενα γραφικοι τυποι “κουτσαβακηδες” που ειναι ομως και νταηδες μια και εχουν διατελεσει προστατες πορνειων και χαρτοπαικτικων λεσχων στου Ψυρρη, Μοναστηρακι, Θησειο ειναι οι πιο πολλοι στη φυλακη !!
  9. Απο το 1896 υπαρχει η φωτογραφια του μπουζουκιου του γερο-Μιλανου στην Πορταρια Πηλιου !! Ενα φοβερο οργανο. Ο Καρολος ο Μιλανος
    μου ειπε σε ερωτηση μου το Δεκεμβρη οτι τον καιρο
    εκεινο παιζαν μαντιναδες (ετσι ακριβως) και
    αλλα τραγουδια οχι ομως ρεμπετικα με το οργανο αυτο !!
  10. Ο Πετροπουλος αναφερει πολλα διστιχα του 19ου αιωνα με τη λεξη “μπουζουκι”
  11. Ο Ζαμπετας σε συνετευξη στο Γεραμανη αναφερεται σε εναν παλιο οργανοποιο απο τον οποιο ο πατερας του -κουρεας- ειχε φτιαξει τα μπουζουκια που ειχε κρεμασμενα στο κουρειο, τον Κοπελιάδη.
  12. Ο Σταθοπουλος επισης ειναι ενας αλλος κατασκευαστης της εποχης εκεινης.
    ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ
    Καποιος κατασκευαστης τα χρονια μεταξυ 1890-1910
    εβαλε κουρντιστηρια μαντολινου στον ταμπουρα και
    επισης σκαφος μαντολινου ή
    απλως σε ενα σκαφος μαντολινου προσαρτισε ενα μακρυ χερι με ταστα
    μεταλλικα αντι για μπερντεδες και προεκυψε το μπουζουκι.
    ΙΣΤΟΡΙΚΑ
    Ο ΜΑΡΚΟΣ λεει οτι το '24-'25 ακουσε τον ΑΙΒΑΛΙΩΤΗ (φαινεται στη φωτογρ. στου Καραισκακη μεταξυ των αλλων) αλλα ειναι αδυνατον να μην ειχε ακουσει στη Συρα δεδομενου οτι ο ΚΑΛΑΜΑΡΑΣ το '18 γραφει
    τη “Χηρα” στην Πρωσσία !!
    Τη δεκαετια του '10 το μπουζουκι εξελλισει το
    ρεπερτοριο του μεσ’τις φυλακες και ταυτιζεται
    με τη μαγκια και την παρανομια ! (βλ. Π.Κουναδη ; Εις αναμηνησιν στιγμων…οπου εχει αρθρο εφημεριδας για τις φυλακες)
    Μεσα στη δεκαετια του '20 το μπουζουκι απο ταπεινο και ξεχασμενο οργανο της
    παρανομιας στα χερια των μαγκιτων που συχναζαν κυριως στα μαγαζια του ΜΠΑΤΗ αλλα και τους απειρους τεκεδες (βλ. Λ.Παπαδοπουλου : Να συλληφθει το ντουμανι)γινεται αγαπητο και διαδεδομενο.
    Το 1930 ο ΚΩΣΤΗΣ (ο ΜΠΕΖΟΣ ;:wink: εχει τη μαγκια και
    τον τσαμπουκα να ηχογραφησει καμμια 10ρια μαγκικα με 2 κιθαρες στο στυλ του ΚΑΤΣΑΡΟΥ του γνωστου και ηδη εμπορικου αυτου καλλιτεχνη απο τις ΗΠΑ.
    Απο το 1929-30 ο χασικλιδικος στιχος δινει και παιρνει στα λαικα τραγουδια με σμυρνεικο ηχο.
    Το 1930-31 ο ΧΑΛΚΙΑΣ ειναι ενας βιρτουοζος μπουζουξης στο στυλ που συνεχισε αργοτερα ο ΧΙΩΤΗΣ και γραφει 4 οργανικα που εμειναν στην ιστορια (τα δυο τουλαχιστον).
    Το 1931 ο ΜΑΝΕΤΑΣ γραφει τα 2 γνωστα μαγκικα
    αριστουργηματα και ενα χρονο αργοτερα
    ο ΜΑΡΚΟΣ “χτυπαει” το Καραντουζενι.
    Η συνεχεια γνωστη …

Σωστός ο Γιώργος. Πολύ διαφωτιστική η απάντηση.

Ευχαριστώ πολύ.

Γιώργο σε παρακαλώ να μου πεις κάτι για το εξής, αν γίνεται.

…ζωγραφιζει τον “Γαλατα” ενα μαγκα με φουστανελα
Τι ξέρεις μάγκες με φουστανέλα? Φαντάζομαι ότι στρατιώτες έγιναν μάγκες, αλλά δεν έχω πληροφορίες. Είδα μια τέτοια πίνακα στο βιβλίο του Πετρόπουλο, αλλά δεν ξέρω αν είναι αυτή.

…Υπαρχει μαλιστα ενα προχειρο σκιτσο γερμανου (:wink: περιηγητη οπου εχει σχεδιασει το οργανοποιειο αυτο στην ΑΘηνα !!

Μήπως ξέρεις το όνομά του?

Ψάχνω και δυο λέξεις>

τι είναι “τουλουμπατζήδες” και μπασιμπουζούκήδες"?

Ευχαριστώ πολύ!

μπασιμπουζούκοι= άτακτοι πολεμιστές του σουλτάνου.ό όρος δεν φαίνεται να έχει εννοιολογικά σχέση με το μπουζούκι.

τουλουμπατζήδες,σίγουρα?
η τουλούμπα είναι γλυκό.
τουλουμπατζής αυτός που το φτιάχνει.
ανάλογα με το μπακλαβάς/μπακλαβατζής.

δεν ξέρω άν φωτίστηκες.
υγ.στο κανάλι ΜΕΓΚΑ ΤΙΒΙ παίζεται τώρα σε συνέχειες τουρκικό σήριαλ καλογυρισμένο,όπου παρελαύνει ολόκληρη οικογένεια μπακλαβατζήδων.
τι επώνυμο εχει?μπακλαβατζίογλου!
αμέ!

ευχαριστώ πολύ!
…πρόκειται για μια λίστα πρόσωπων που αποτέλησαν το “underground” των καπανταήδων στην Μικρά Ασία(μου έλειπαν αυτές τις δυο λέξεις). Υπόπτομαι ότι όλοι ήταν άνθρωποι που ήταν στους δρόμους, που δεν έκαναν τακτική ζωή.

Νομίζω ότι ο όρος “τουλουμπατζής” χρησιμοποιείται περισσότερο για εκείνον που πουλάει τις τουλούμπες και όχι για αυτόν που τις φτιάχνει, οπότε κολλάει καλύτερα με την υπόθεση της Μάρθας ότι πρόκειται για ανθρώπους του δρόμου.

Γαλατάς

Μάγκας

Κλέφτης = Αρματολός = Ληστής = Επαναστάτης = Μάγκας = Φουστανελάς κ.λ. κ.λ.

Όσο γιά τους τουλουμπατζήδες (tulumbagi) είναι οι πυροσβέστες της Πόλης κυρίως. Νομίζω πως σημαίνει “αντλειοφορεύς”. Ήταν συνήθως Τούρκοι, περιθωριακά στοιχεία, που πιάναν δουλειά κάθε που είχε πυρκαγιά, ως “εθελοντές”, να βγάλουν και κάποιο χαρτζηλίκι. Υπάρχει μιά καταπληκτική περιγραφή στη σειρά εκπομπών του Σπύρου Παπαϊωάννου γιά το ρεμπέτικο τραγούδι.

Μπασι-βουζούκος είναι ο “κάπος”, δηλαδή ο αρχηγός του άτακτου μισθοφορικού λόχου. Επίσης περιθωριακά (συνήθως) άτομα.

Τι ωραία έκπληξη σήμερα το πρωί! Είμαι εντυπωσιασμένη. Μου έδωσες μεγάλη χαρά, Κώσστα. Ευχαριστώ πολύ επίσης για τις χρήρσιμες εξηγήσεις, τα πάντα είναι τόσο ενδιαφέρον.

Εξ ου και η έκφραση: «Έβρεξε με το τουλούμι» ή «το ΄ριχνε με το τουλούμι» για να περιγράψει την πολύ δυνατή, καταρρακτώδη βροχή.

(Το μήνυμα τροποποιήθηκε από τον/ην paradoxologos 18 Ιούλιος, 2005)

Μην τα μπερδεύουμε! Άλλο τουλούμι (tulum) = προβιά και κατ’ επέκτασιν ασκός, σακκί κλπ. και άλλο τουλούμπα (tulumba) = τρόμπα εξ ής και τουλουμπατζής = πράγματι πυροσβέστης (χειριστής αντλίας) όπως σωστά λέει ο Φέρρης.

Η τουλούμπα (tulumba) = τρόμπα, δεν ήταν στην αρχική της μορφή ένας ξύλινος μηχανισμός που τραβούσε το τουλούμι (τουλούμ) = ασκό με το νερό από τα πηγάδια;

(ΝΠ)
Δεν νομίζω, Παραδοξολόγε. Πουθενά δεν έχω δή ή ακούσει για τέτοιο μηχανισμό αλλά και σαν μηχανικός δεν μπορώ να σκεφτώ να δουλεύει κάτι τέτοιο αποδοτικά. Πως θα γεμίσει το τουλούμι μέσα στο πηγάδι, με remote control δεν γίνεται. Ο μόνος παρόμοιος μηχανισμός που ξέρω (και τον έχω προλάβει να δουλεύει) είναι μία διάταξη όπου σε ένα είδος τραμπάλας με σχετικά μεγάλο κοντάρι κρέμεται στο κοντό άκρο ένα αντίβαρο και στο άλλο ένα σχοινί με έναν κουβά στην άκρη. έτσι γλυτώνεις πολύ βάρος κατά το σήκωμα του γεμάτου κουβά. Όχι όμως τουλούμι.

Αρκετά είπαμε, εγώ δεν θα συνεχίσω.

(Παραδοξολόγος)
Νίκο ρώτησα ένα φίλο Τούρκο πριν λίγο και μου είπε πως αυτή την τραμπάλα που περιγράφεις (με κουβά ή τουλούμι στην μια άκρη και αντίβαρο στην άλλη)την ονομάζουν tulumba και την συναντάς ακόμα και σήμερα. Tulumbaci ονομάζεται ο χειριστής της παραδοσιακής tulumba, της χειροκίνητης τρόμπας, της μηχανοκίνητης τρόμπας, ο πυροσβέστης αλλά και ο πωλητής του γνωστού γλυκού.
Επίσης is tulumu σημαίνει φόρμα εργασίας.
Τώρα μεταφορικά σημαίνει αυτό που υποθέτει η Μάρθα. Τον άεργο, τον άνθρωπο του δρόμου, τον Kavgaci (καυγατζή) , τον περιθωριακό γενικότερα που κάνει δουλειές του ποδαριού (kulhani).
Αυτοί οι τουλουμπατζήδες (εποχιακοί πυροσβέστες) που έβγαζαν το χαρτζηλίκι τους, παζάρευαν συχνά με τους ιδιοκτήτες γιά την αμοιβή τους πριν αναλάβουν δράση. Συνήθως ζητούσαν ένα μέρος από την πραγμάτεια που ΘΑ έσωζαν. Φυσικά καταλαβαίνει κανείς πως πολλές φορές έσβηναν φωτιές που οι ίδιοι είχαν προκαλέσει. Tulumcu ονομάζεται αυτός που φτιάχνει ή πουλάει τυρί (μυζήθρα, από το τουλούμι που χρησιμοποιούσε).
Γιά την περιγραφή ανθρώπων του περιθωρίου (μεταφορικά) συναντάμε και τους χαρακτηρισμούς davulcu, zurnaci (νταουλιέρης, παίχτης ζουρνά) που τις θεωρούσαν ασχολίες ανθρώπων που δεν μπορούσαν να κάνουν τίποτ΄άλλο.

(ΝΠ)
Παραδοξολόγε είπα δεν θα συνεχίσω αλλά αφού μου απευθύνεσαι προσωπικά. . . φαίνεται λοιπόν πως την κατασκευή αυτή στα πηγάδια την θεωρούν αντλία, τρόμπα και αυτήν. Η προβιομηχανική κοινωνία, που λέμε, στην οποία δεν χρειάζονταν is tulumu, το τυρί δεν χρειαζόταν ψυγείο αφού βρισκόταν μέσα σε tulum, διατηρώντας έτσι τους μύκητές του ώστε να μη μουχλιάζει, για το χορό δεν χρειαζόταν CD αφού υπήρχαν davulcu, zurnaci και tulumcu (τσαμπουνιέρης, γκαϊντατζής) και γενικώς, όλα tamam, που λέει και το τουρκικό σήριαλ.