Το 'χω δει σε κάποιον που το σκέφτηκε μόνος του, για να διευρύνει την έκταση προς τα μπάσα. Δεν είναι καμιά δύσκολη σκέψη, σίγουρα θα την έχουν κάνει πολλοί ανεξάρτητα.
Το να θες να περιορίσεις την έκταση (σολ χωρίς μπουργάνα) φαντάζει μάλλον παράδοξο. Η εξήγηση κατά τη γνώμη μου είναι ότι κατά το παλαιό αυτοσυνοδευόμενο παίξιμο αφενός μεν η έκταση πολύ σπάνια κατεβαίνει κάτω από το πέμπτο τάστο της δεύτερης (απ’ τα ψηλά) χορδής, δηλαδή ουσιαστικά έχουμε ταμπουρατζήδικο οριζόντιο παίξιμο σχεδόν αποκλειστικά στην ψιλή χορδή. Αφετέρου ότι η τρίτη χορδή παίζει σχεδόν κάθε στιγμή ως ανοιχτή στη συνοδεία, δημιουργώντας ένα εφέ ισοκρατήματος που είναι κάπως δύσκολο να το φανταστεί κανείς αλλά μπορώ να σας διαβεβαιώσω, μετά από μια ολόκληρη βραδιά με Κίκιλη-Παπαϊωάννου εδώ και καμιά 15ριά χρόνια, ότι είναι καθηλωτικό, εκστατικό.
Καθώς όμως η κυριότερη εμπειρία μου δεν είναι εκείνη η μία θερμιώτικη βραδιά αλλά οι άπειρες καρπάθικες, με λύρα, λαούτο και κάποιες φορές και τσαμπούνα, κάνω ακόμη τη σκέψη ότι υπάρχει πολύ μεγάλη ανλογία ανάμεσα στο κούρδισμα της λύρας (λα-ρε-σολ επανεισαγόμενο, δηλ. με το λα και το σολ σε απόσταση τόνου), και τον τρόπο χρήσης του, και στα αντίστοιχα του λαούτου. Όσο για τη σχέση μεταξύ τσαμπούνας και λύρας, είναι δεδομένη.
Να θυμίσω και μια ιστορία που μου 'χει τύχει σχετικά:
Δεν άρεσαν όμως εξίσου σε όλους οι Βουλγάρες. Άλλοι, στην Κάρπαθο πάντα, μου είχαν πει «πολύ ωραίο το λαούτο σου (Ραπακούσιος) αλλά αυτή η χορδή βουΐζει και τα χαλάει όλα, να την αλλάξεις!»