Γράφω το εν λόγω θέμα για να δώ πόσο διαδεδομένη είναι αυτή η πρακτική.
Στο στεριανό λαούτο που έχω, στο μπράστο προς το επάνω μέρος , υπάρχει μια αυλάκωση σχεδόν σε όλο το μήκος του μπράτσου.
Εξ αρχής θεωρούσα ότι είναι κατασκευαστική ατέλεια, κτλ. Ρωτώντας όμως και σε οργανοποιό έμαθα ότι είναι ένας τρόπος που βοηθά στο δέσιμό των μπερντέδων. Μάλιστα ο οργανοποιός μου είπε ότι κάποιοι κάμουν αυτήν την αυλάκωση στο σημείο ένωσης της ταστιέρας με το υπόλοιπο μπράτσο, στο επάνω μέρος, αλλά είναι πολύ διακριτική και δεν είναι εύκολα αναγνωρίσιμη.
Αυτή η πρακτική συναντάται και στα παλαιά όργανα ? Αναφέρομαι σε όργανα με μπερντέδες ( λαούτο, πολίτικο λαούτο, σάζ, κτλ )
Από τις ελάχιστες (και από σπόντα…) γνώσεις που έχω, μπορώ να φανταστώ ότι ναι, σίγουρα μία αυλάκωση θα ευκόλυνε το δέσιμο των μπερντέδων. Αλλά και με μία οδοντογλυφίδα γίνεται ικανοποιητική δουλειά, χωρίς αυλάκι. Τα δικά μου όργανα δεν έχουν αυλάκωση.
Μήπως έχει να κάνει περισσότερο στο να μην προεξέχουν οι κόμποι από τους μπερντέδες έτσι ώστε να μην εμποδίζουν στο πέξιμο? Κάπου είχα διαβάσει για κάτι παρόμοιο…
Στο δικό μου όργανο δεν εχει να κάμει με τους κόμπους καθώς η αυλάκωση αυτή είναι περίπου 3 χιλιοστά πλάτος και άλλα τόσα βάθος. Η τεχνική που κάμουν αρκετοί πλεόν κατασκευαστές στην Κρήτη, είναι να τρυπούν όλο το μπράτσο πίσω από την ταστιέρα, και να περνούν από εκεί τους μπερντέδες έτσι ώστε να μην εμποδίζουν καθόλου την κίνηση του χεριού. Βέβαια με αυτόν τον τρόπο οι μπερντέδες γίνονται μόνιμοι, και δεν μετακινούνται, κάτι όμως που συμβαίναι αρκετά χρόνια τώρα, αφού υπάρχει στασιμότητα των διαστημάτων αρα και των μπερντέδων.
Η αυλακιά είναι στάνταρ. Όχι υποχρεωτική μεν, αλλά σίγουρα όχι και εξαίρεση. Την έχω σ’ ένα σάζι (μπάγλαμα, μεγάλο μέγεθος), σ’ ένα κρητικό λαούτο και σ’ έναν μπαγλαμά που κατόπιν μετατροπής έχει μπερντέδες, ενώ δεν την έχω σ’ ένα μικρό σαζάκι (τζουρά, μέγεθος δικού μας μπαγλαμά). Από τα τρία πρώτα όργανα, σε κανένα οι κόμποι του μπερντέ δεν είναι μέσα στην αυλακιά, επομένως δε χρησιμεύει στο να τους “κρύβει” αλλά, προφανώς, στο να διευκολύνει το πώς θα τους δέσει ο μάστορης. Φυσικά αυτός δεν είναι ο μοναδικός τρόπος. Είναι όμως ένας από τους τρόπους.
Αυτό το σύστημα που αναφέρει ο tb το έχω δει και, για να πω την αλήθεια, το βρίσκω χαζό. Όσο συγκερασμένα κι αν παίζεις, οι κινητοί μπερντέδες σου επιτρέπουν να διορθώσεις τα διαστήματα όταν αλλοιωθούν λόγω σκεβρωμάτων, υγρασίας κλπ. Από όργανα με σταθερά τάστα είναι ζήτημα αν έχω δει μερικά στη ζωή μου που να μην έχουν πάρει να φαλτσάρουν έστω και λίγο, εκτός αν είναι ολοκαίνουργα ή αν ο παίχτης τα φυλάει μέσα στο humidor των πούρων, ή βέβαια αν έχουν βέργα -άλλο αυτό. Αυτή είναι η πρώτιστη χρήση των μπερντέδων, και όχι το να τους κουνάς για να δώσουν άλλα (εξίσου σωστά αλλά διαφορετικά) διαστήματα. Η επικρατέστερη σήμερα πρακτική για να εξασφαλίσεις διαφορετικά διαστήματα είναι απλώς να έχεις περισσότερους μπερντέδες. Και υπάρχει και η τρίτη χρήση του μπερντέ: ότι καθώς αποτελείται από μαλακό υλικό δίνει έναν άλλο ήχο στην πενιά σε σχέση με το μεταλλικό τάστο. Η μια ποιότητα ήχου ταιριάζει στο μπουζούκι, την κιθάρα, το μαντολίνο, η άλλη στο λαούτο, το σάζι, το μπουλγαρί. Η τρίτη (καθόλου τάστα) στο ούτι κ.ά… Επ’ αυτού να θυμίσω ότι σε κάποιους παλιούς ταμπουράδες υπήρχαν μεταλλικοί μπερντέδες, κινητοί μεν αλλά (υποθέτω) με την ειδική ποιότητα ήχου που δίνει το μεταλλικό τάστο. Όπως και το σιτάρ έχει μεταλλικά μεν αλλά κινητά τάστα.
Οπότε, ο μάστορας που φτιάχνει λαούτο με αμετακίνητους μπερντέδες έχει κάποιο λόγο που δεν τους αντικατέστησε ολωσδιόλου με τάστα.
Φαντάζομαι ότι ο κάθε κατασκευαστείς κάμει και τις επιλογές του.
Προσωπικά οι κόμποι των μπερντέδων δεν με ενοχλούν καθόλου, άλλοι όμως βλέπουν έντονες διαφορές στο παίξιμό τους. Ασφαλώς και ο ήχος του μπερντέ είναι πολύ διαφορετικός από αυτός των μεταλλικών τάστων, αν και αυτό έχει να κάμει με ολόκληρο το όργανο, αλλά σίγουρα επηρεάζεται από την διαφορά υλικού (ναύλον-μετάλλου).
Η αρχική μου ερώτηση σχετίζεται στην αποκατάσταση του εν λόγω αυλακώματος, καθώς αισθητικά δεν είναι ότι καλύτερο , πιθανολογώ από κακή εφαρμογή στην κατασκευή.
Θα γίνεται φαντάζομαι. Έχω δει να μπαζώνουν τρύπες για στριφτάλια, άρα γιατί όχι κι αυτό. Όμως, κατά τη γνώμη μου θα πρέπει να πας όχι στον μάστορα που κάνει τα καλύτερα όργανα αλλά σ’ εκείνον που κάνει τα ωραιότερα. (Ή τέλος πάντων να υπολογίσεις κι αυτό το κριτήριο -προφανώς θα πας στον μάστορα που εμπιστεύεσαι έτσι κι αλλιώς).
Άταστε, αν δεν έχεις δεί σιτάρ με τα μάτια σου, είναι κάπως δύσκολο να καταλάβεις. Δεν είναι κλασικά τάστα να ενσφηνώνονται στο ξύλο της ταστιέρας. Πρόκειται για κάποια “ημικύκλια” από χοντρό στρογγυλό μέταλλο μεγάλης σχετικά διαμέτρου, λεπτές λυγισμένες βέργες, που “υπερτίθενται” του μπράτσου. Θηλυκώνουν με κάποιο τρόπο στο μπράτσο ώστε να μπορούν εύκολα να μετακινούνται.
Όσο και αν ακούγεται περίεργο τα μεταλλικά τάστα στο σιτάρ είναι δεμένα με μπερντέδες… Από μπροστά τάστα, που στέκονται στον αέρα, και από πίσω μπερντέδες.
Εξωγήινη Ινδική τεχνογνωσία…
Ωραίο! Ομολογώ ότι ποτέ δεν βρήκα την ευκαιρία να εξετάσω από κοντά ένα σιτάρ ώστε να ικανοποιήσω την περιέργιά μου για το πώς στερεώνονται τα τεράστια και στον αέρα “τάστα” του. Στο Ηρώδειο πριν 30κάτι χρόνια (Ravi Shankar) όπου το πρωτοείδα live, θα ήταν βέβαια κομμάτι δύσκολο. Σε άλλες περιπτώσεις μπορούσα να το ψάξω, αν ήθελα. Με την ευκαιρία, πάντως, είναι χαρακτηριστικό ότι, καθώς άκουγα όλο και περισσότερο σιτάρ και έβλεπα και πώς παίζεται, άρχισα να κάνω τη σκέψη ότι το όργανο αυτό έχει σοβαρές πιθανότητες να βάλει υποψηφιότητα για να ανακυρηχθεί “βασιλιάς των οργάνων” στη θέση του πιάνου και ίσως να κερδίσει.