Αστικολαϊκά παραλειπόμενα

Γράφει ο Καβακόπουλος:

Το μέθυσμα (η μαστούρα) τους συννεφιάζει όλους αυτούς και η άμεση επίδραση του χασίς τούς οδηγεί […] να τραγουδούν, χωρίς κι αυτοί να το αντιλαμβάνωνται, σκοπούς βαρείς μαγκικους κι απελπισμένους, που επεκράτησε να λέγωνται λαϊκά.

Και φυσικά είχε πολύ δίκιο:

(Εγώ δεν είμαι ποιητής, τραγούδια να ταιριάζω, / μα μου τα φέρνει ο αργιλές και τα κατασκευάζω.)

Ο σκοπός όμως του συγκεκριμένου τραγουδιού, η μουσική του δηλαδή, κάθε άλλο παρά κάτι βαρύ και απελπισμένο είναι. Εννιάρι κλασικό σε 2223, γρήγορο τέμπο, σφύζει από ζωντάνια.

Στον αργιλέ μπορούν τα πάντα να αποδοθούν. Το ερώτημα είναι, χωρίς αργιλέ, τι τα φέρνει τα λόγια και τη μελωδία που του ‘ρχονται κάποιου και κατασκευάζει ένα τραγούδι. Δηλ. το (αρχαίο;) ερώτημα για την καλλιτεχνική έμπνευση. Ο αργιλές είναι μια από τις πολλές απαντήσεις που έχουν δοθεί κατά καιρούς…

[έντιτ:] Άσε τη μετριοφροσύνη αυτού του “εγώ δεν είμαι ποιητής”. Ενώ “αν” ήταν ποιητής θα του τα έφερνε ο Απόλλων ο θεός…

1 «Μου αρέσει»

Ο Μάρκος λέει «όχι εγώ, ο ναργιλές». Οι λαϊκοί μαντιναδολόγοι στα νησιά λένε «άρχισε γλώσσα μου άρχισε» - όχι εγώ, η γλώσσα μου μόνη της. Ο Όμηρος έλεγε «όχι εγώ, η Μούσα». Υπάρχει διαχρονικά αυτό, ως προς το πρώτο σκέλος, το «όχι εγώ». Το ποιον θεωρεί ο καθένας πραγματικό δημιουργό δεν έχει και τόση σημασία, αρκεί που είναι κάποιος άλλος, απ’ έξω ή από πάνω από τον ίδιο.

Ξανά ο Μάρκος, άλλες φορές μιλάει για το μπουζούκι του λες κι είναι αυτό μόνο του που παίζει κι όχι ο ίδιος. Πάλι το ίδιο λέει.

Αλλά δε βλέπουμε να το λένε αυτό πάντα όλοι οι κάθε είδους δημιουργοί, ούτε και θα ταίριαζε να το πούνε όλοι. Κάποιες φορές αυτό που ταιριάζει είναι «εγώ βέβαια, ποιος άλλος;».

Δεν είναι η μία στάση σεμνή κι η άλλη υπερφίαλη - ή τουλάχιστον, όχι υποχρεωτικά. Απλώς ο παραδοσιακός καλλιτέχνης βλέπει τον εαυτό του σαν εκφραστή μιας παράδοσης, λειτουργό της, κι όχι σαν δημιουργό. Υπάρχουν όμς και οι δημιουργοί, και είναι διαφορετικό πράγμα.

Όχι πως ισχυρίζομαι ότι όλη η παραπάνω σκέψη ταυτίζεται με τη σκέψη του Καβακόπουλου! :wink:

Εκτεταμένο ρεπορτάζ από τα μπουζούκια του 1962 (ΑΠΟΓΕΥΜΑΤΙΝΗ 15/12/1962)

3 «Μου αρέσει»

Οι οχτροί του δημοτικού τραγουδιού βρήκαν ένα νέο όπλο: το ρεμπέτικο…(ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΩΡΑ 24/9/1953)

1 «Μου αρέσει»

Κα δώσ’ του η πειραϊκή εφημερίδα κατά του ρεμπέτικου (ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΩΡΑ 18-19/9/1953)

2 «Μου αρέσει»

Και να τώρα με τι λόγια εκφράζεται η κόρη στους στίχους του λαϊκού ποιητή, σ’ ένα τραγούδι απ’ την «Εκλογή» του Ν. Πολίτη:

«Μάνα λούζε με, μάνα μου χτένιζέ με…»

Η μουσική του συγκεκριμένου μου θυμίζει τη (μικρασιάτικη, νομίζω) Κανελόριζα. Όμως, πού να προλάβει να εκφραστεί όπως θα το ήθελε ο λαϊκός ποιητής η φουκαριάρα η κόρη, στα 2.40 λεπτά που της αφιέρωσαν… Τέσσερα στιχάκια χώρεσαν, όλα κι όλα…

[στις εκδόσεις των «Εκλογών» που έχω, πάντως (Εστία, 1914 και «Τύποις Παρασκευά Λεωνή, 1932) δεν βρήκα το τραγούδι.]

1 «Μου αρέσει»

Βλέπε σελίδα 170

Και σελίδα 150 στην έκδοση του 1914

https://anemi.lib.uoc.gr/php/pdf_pager.php?rec=/metadata/e/4/4/metadata-74beb76ecf59dc77ae553047b33d5937_1272879993.tkl&do=96713_w.pdf&pageno=80&width=1031&height=728&maxpage=161&lang=el

Είναι ακριβώς ο σκοπός της Κανελόριζας. Ο Μουντάκης (Ρεθεμνιώτης) δεν ξέρω από πού το ‘ξερε. Υπάρχει και στα Χανιά σε τελείως άλλον σκοπό, ριζίτικο (αργό, άρρυθμο, μόνο φωνές).

Αυτό το ποιητικό μέτρο (τροχαϊκό 12σύλλαβο, τομή στην 5η: μάνα λούγε με | μάνα μου χτένιζέ με // κόρην αγαπώ | ξανθή και μαυρομάτα) είναι αρκετά σπάνιο. Σ’ όλη την ελληνική παράδοση πρέπει να υπάρχουν καμιά δεκαριά τέτοια τραγούδια (εννοώ στιχουργήματα), και καμιά δεκαριά σκοποί που σ’ αυτούς και μόνο μπορούν να ταιριάξουν, με αποτέλεσμα οι στίχοι να πηδάνε από σκοπό σε σκοπό και τούμπαλιν. Και ο άλλος κρητικός σκοπός, ο ριζίτικος, είναι ίδιος με του Αϊτού (σε ψηλό βουνό | σε ριζιμιό χαράκι).

Βασικά, πάντα οι στίχοι πηδάνε από σκοπό σε σκοπό. Εδώ το ιδιαίτερο είναι ότι οι σκοποί είναι λίγοι, κι επομένως οι δυνατοί και οι πραγματικοί συνδυασμοί πεπερασμένοι.

Νομίζω ότι το θυμάμαι από τις Εκλογές του Πολίτη.

Το βρήκα τελικά, στη σ. 151 της πρώτης έκδοσης (1914) και στη σ. 153 της 3ης έκδοσης, 1932. Το τραγούδι πρέπει αρχικά να είχε περισσότερους στίχους, οι οποίοι είχαν ήδη ξεχαστεί όταν έγινε η πρώτη καταγραφή.

Νομίζω είναι πιο σύνθετο. Τροχαϊκό μέτρο έχουν οι πέντε πρώτες συλλαβές. Οι άλλες επτά είναι σε ιαμβικό.
Κι από ένα σιφνέκο, διασκευή του σμυρναίικου «Δε σε θέλω πια»:
Ίντα μου μηνάς/και γράμματα μου στέλλεις
Και άλλα παρόμοια στιχάκια

Όπως το πάρεις. Βγαίνει όλο τροχαϊκό αν θεωρήσουμε ότι η τομή πέφτει στη μέση ενός τροχαίου, ο οποίος μετά συνεχίζεται από εκεί που είχε μείνει. Βγαίνει μικτό αν θεωρήσουμε ότι μετά την τομή δε νοείται άλλος μισός τροχαίος, παρά υποχρεωτικά ολόκληρος ίαμβος, οπότε όλη η διαίρεση του δεύτερου ημιστιχίου σε πόδες αναδιαρθρώνεται.

Θεωρώ ότι το πρώτο είναι πιο απλό, πιο οικονομικό. Γιατί να περιγράφουμε κάτι με πολλές έννοιες και διευκρινίσεις, όταν μπορούμε να το πούμε με πιο λίγες; Από την άλλη, η δεύτερη εκδοχή συμφωνεί μ’ αυτό που ακουμε να τραγουδιέται.

Να πω πάντως ότι ακόμη και στίχους όπως «εσύ ‘σαι το σταφύλι | κι εγώ το τσάμπουρο» τους έχω δει να περιγράφονται ως ιαμβικοί χασματικοί: θεωρείται δηλαδή ότι στην τομή λείπει μία τονισμένη συλλαβή που, αν την εννοήσουμε, όλο μαζί βγαίνει σε συνεχόμενους πλήρεις ιάμβους, τύπου «εσύ / ‘σαι τό / σταφύ- / λι ντουμ / κι εγώ / το τσά- / μπουρό».

Αλλιώς θα έπρεπε να πούμε ότι δεν είναι ένας 13σύλλαβος στίχος αλλά δύο, 7σύλλαβος και 5σύλλαβος. Η συμβατική παραδοχή περί χάσματος το κάνει πιο οικονομικό.

1 «Μου αρέσει»

Ο Νίκος Στραβαρίδης διατηρούσε ένα ουζοζυθοπωλείο στην Καισαριανή, στο οποίο καλούσε και αστικολαϊκές ορχήστρες. Ήδη τον Αύγουστο του 1931 καταγράφεται η παρουσία του Τομπούλη, εξ αφορμής του οποίου έγινε και σχετικό ρεπορτάζ στη ΒΡΑΔΥΝΗ («Καθώς απλώνεται μακρόσυρτος κι ανάβει τα μεράκια ο αμανές…–με το πρώτο ούτι της πόλης», 12/8/1931).

Τον επόμενο μήνα (Σεπτέμβριο) καλεί τη Ρόζα Εσκενάζι και τραγουδά με την ορχήστρα της, έως ότου στις 30 του μηνός λαμβάνει χώρα σοβαρό επεισόδιο με πελάτες και τον Στραβαρίδη, που είχε τις επόμενες μέρες σα συνέχεια τον σοβαρό τραυματισμό του εν λόγω πελάτη από τον Στραβαρίδη.

Το περιστατικό καλύφθηκε εκτενώς στον Τύπο της εποχής, όπως για παράδειγμα εδώ στην ΕΛΛΗΝΙΚΗ (2/10/1931)

Ρεμπετολογικά μάς ενδιαφέρει αφενός η πληροφορία ότι η Ρόζα εμφανίστηκε και σε αυτό το μαγαζί και αφετέρου πληροφορούμαστε ότι “είναι μία ωραιοτάτη νέα ηλικίας 24 ετών”, πληροφορία ενδιαφέρουσα προς σύγκριση/διασταύρωση με τις διάφορες χρονολογίες γέννησης που κυκλοφορούν για αυτή:

1 «Μου αρέσει»

και ετσι προκύπτει το 1907, ως ετος γεννήσεως της Ρόζας?

Σύμφωνα με τα αναφερόμενα στην εφημερίδα.

Φαίνεται πάντως πως η πληροφόρηση προερχόταν μάλλον από την αστυνομική προανάκριση που έγινε.

Οι χρονολογίες που “παίζουν”:

“Αναφορές για την χρονολογία γέννησής της: 1895-1900, καθώς υπάρχει και η πιθανότητα από
αναφορές άλλων να γεννήθηκε το 1885 (Κουνάδης,2012). Τέλος, έχουμε αναφορές από την ίδια.
για την γέννησή της το 1905 και σε συνέντευξή της στον δημοσιογράφο Κώστα Χατζηδουλή
αναφέρει το 1910 (Εσκενάζυ, 1982).”

“Ρόζα Εσκενάζυ: Μια έρευνα – μελέτη της φωνητικής τεχνικής ερμηνείας και καταγραφής της σε
παρτιτούρα.”
Δέσποινα Ψαθά

Βλ. εδώ σελ 155 κ.ε

1 «Μου αρέσει»

Πριν τέσσερα (4) χρόνια, τον Μάρτιο του 2021, το sealabs ανέβασε στη σελίδα του αντίγραφο του Μητρώου Μουσικών «Η Αλληλοβοήθεια», το οποίο προσέφερε στη σελίδα ο γνωστός ερευνητής Διονύσης Μανιάτης.

Μάλιστα ο καλός φίλος @max μας το κοινοποίησε και σε μας.

Σε αυτό το μητρώο βρίσκουμε τα ονόματα των σπουδαίων λαϊκών μας συνθετών, μουσικών και τραγουδιστών.

Ανάμεσα τους είναι και αυτό της Ρόζας Εσκενάζυ.

Στην προσωπική της καρτέλα, μαθαίνουμε ότι έγινε μέλος του συλλόγου «Η Αλληλοβοήθεια» τον Μάρτιο του 1928. Ήταν δηλαδή μέλος από την αρχή της ίδρυσης του συλλόγου των μουσικών.

Το όνομα της ήταν Σάρρα, του πατέρας της Αβραάμ και είχε καταγωγή από την Κων/πολη.

Οι μουτζούρες πέφτουν πάνω στην διεύθυνση της αλλά αυτή βρίσκεται χαμηλά, δίπλα στο «αοιδός».

Αν διαβάζω σωστά η διεύθυνση της είναι «Ερεβίας αρ.23 …».

Ας πούμε όμως ότι μέχρι εδώ όλα είναι πολύ γνωστά.

Στο τέλος της καρτέλας της υπάρχει ο αριθμός 24.

Ο αριθμός 24 αφορά την «ηλικία κατά την εγγραφήν».

Η Ρόζα λοιπόν, σύμφωνα με το συγκεκριμένο ντοκουμέντο, το 1928 ήταν 24 ετών.

Γεννήθηκε δηλαδή το 1904.

Αλήθεια ή ψέμα ουδείς γνωρίζει.

Φαίνεται πάντως να δηλώνει ότι ήταν 24 χρονών το 1928, όταν μπήκε στο σύλλογο μουσικών «Η Αλληλοβοήθεια».

Μάλιστα στην καρτέλα της κάποιος, μεταγενέστερα, κάνει την αφαίρεση 1928-24=1904, εκεί που είναι το όνομα της Ρόζας.

Συνέχισα και με τις καρτέλες άλλων γνωστών λαΐκών μουσικών και οι ηλικίες τους είναι κοντά σε αυτά που γνωρίζουμε.

Έτσι έχουμε και λέμε.

Ο Μάρκος έγινε μέλος του συλλόγου τον Νοέμβριο του 1944. Στην καρτέλα του η ηλικία κατά την εγγραφή του ήταν 39 ετών.

Ο Μάρκος γεννήθηκε το 1905 και ήταν 39 χρονών όταν μπήκε στο σύλλογο μουσικών «Η Αλληλοβοήθεια».

Και στον Τσιτσάνη ισχύει ότι και στον Μάρκο.

Μπήκε στον σύλλογο μήνα Νοέμβριο, αλλά το 1949. Πέντε χρόνια μετά τον Μάρκο.

Στην καρτέλα του διαβάζουμε ότι ήταν 34 ετών.

Ο Βασίλης Τσιτσάνης γεννήθηκε το 1915 και ήταν 34 χρονών το 1949.

Όπως έχει τονισθεί στο παρελθόν, σε όλους τους συνθέτες και οργανοπαίκτες το μπουζούκι γίνεται μαντόλα.

Ας δούμε και του Χιώτη.

Όπως και ο Μάρκος Βαμβακάρης, ο Μανώλης Χιώτης έγινε μέλος του συλλόγου τον Νοέμβριο του 1944.

Στην καρτέλα του φαίνεται να ήταν 23 ετών όταν το 1944 έγινε μέλος της «Αλληλοβοήθειας».

Αυτό μας οδηγεί στο 1921 ως έτος γέννησης του Μ.Χιώτη.

Και στον Χιώτη η ηλικία του είναι σωστή ή σχεδόν σωστή αν ισχύει ότι γεννήθηκε το 1920.

Παρατηρούμε επίσης ότι δήλωσε ως όργανο του την κιθάρα.

Αντίστοιχα οι λαϊκές τραγουδίστριες Μπέλλου, Χασκήλ και Νίνου φαίνεται να γεννήθηκαν το 1920 η πρώτη, το 1919 η δεύτερη και το 1921 η τρίτη.

Πάνω κάτω οι ημερομηνίες οι πραγματικές.

Βάζω τέλος την περίπτωση του Απόστολου Χατζηχρήστου.

Η ημερομηνία γέννησης του δεν είναι εξακριβωμένη και τον τοποθετούν να έχει γεννηθεί από το 1901 έως και το 1904.

Σύμφωνα με την καρτέλα του έκανε εγγραφή τον Νοέμβριο του 1944 και αυτός.

Δήλωσε ότι ήταν 36 ετών. Αφαιρώντας το 36 από το 1944 μας δίνει ως έτος γέννησης του το 1908.

Μακριά από τις πιθανές μέχρι τώρα ημερομηνίες γέννησης του.

Κλείνω λέγοντας ότι θα πρέπει να κρατήσουμε το 1904 ως γέννηση της Ρόζας, μέχρι να βρεθεί (αν βρεθεί) κάτι καλύτερο από το παραπάνω ντοκουμέντο.

Σημείωση: Το παραπάνω κείμενο το έγραψα τον περασμένο Μάρτιο αλλά έμεινε στο αρχείο.

4 «Μου αρέσει»

Ε, εντάξει, τί να έγραφαν άλλο;

Αρκετές φωτογραφίες της Ρόζας κυκλοφορούν, δεν θα μπορούσα να την χαρακτηρίσω “ωραιοτάτη”…

(θα πεις, τα όμορφα κορίτσια της εποχής δεν τραγούδαγαν τόσο ωραία όσο η Ρόζα…)

-Και είναι ωραία;
-Χρυσοχέρα!
-Όχι, από ομορφιά λέω. Ωραία είναι;
-Καφέ θες;

1 «Μου αρέσει»