Να το δεχτώ και αυτό, ότι το έκανε σε άλλες εποχές με άλλες ιδεολογίες κλπ., αλλά μια “δικτατορική” απόφαση που την πήρε το 1954-55, να την κρατήσει σχεδόν μέχρι το τέλος της ζωής του (πέθανε το 1999) δεν μπορώ να το κατανοήσω, τόσος φανατισμός, εγωισμός, πείσμα; Αλλάξανε οι εποχές και οι ιδεολογίες, κυβερνήσεις ανεβήκανε - κατεβήκανε αλλά ο Καράς το βιολί του.
Α, το καλύτερο δεν ξέρεις: η απαγόρευση σταδιακά έπαψε να εφαρμόζεται, αλλά απ’ ό,τι διάβασα σε κάποιο κρητικό φόρουμ -ίσως στο κισσαμίτικο, δε θυμάμαι- επισήμως δεν έχει αρθεί ακόμη!
Δεν μου κάνει εντύπωση ούτε το αποκλείω. Αφού πέτυχε το σκοπό του “καρυδώνοντας” τα βιολιά για δύο - τρείς δεκαετίες αναγκάζοντας όλους τους μουσικούς σχεδόν να το γυρίσουν στις λύρες, καταστρέφοντας και παράλληλα όσους δίσκους είχε βρει με βιολιά, οι ελάχιστοι που κρατούσαν ακόμα το “καταραμένο” βιολί γι’ αυτόν, καταρακώμενοι και καταβεβλημένοι ήταν πια μουσικά. Έχοντας πάρει το βιολί το δρόμο του εξαφανισμού, δεν τους φοβόταν πια. Πάντως, σε αυτό το άρθρο, αλλά και αλλού, αναφέρεται ότι ο Καράς πρός το τέλος της ζωής του αναγνώρισε το μέγα λάθος του στο μαθητή του Νίκο Διονυσόπουλο.
Όσο για την αποφάση, αν δεν έχει γίνει ακόμα η άρση της, αυτό δεν το γνωρίζω, αλλά εύχομαι και ελπίζω να μην βρεθεί άλλος στο μέλλον να την εφαρμόσει.
Θα σ’ το πω φιλικά, γιατί δεν υπάρχει κανένας λόγος να σ’ το πω μη φιλικά:
Είσαι εντελώς φανατικός.
Το ερώτημα είναι γιατί ο Καράς προέβη σε μια τέτοια πράξη / απόφαση και κυρίως ποιες σκοπιμότητες και ποιων εξυπηρέτησε, άθελά του, θέλω να πιστεύω.
Και μια ένσταση σε όσα ειπώθηκαν:
Δεν ήταν της αριστοκρατίας όργανο το βιολί, λαϊκό ήταν και αυτό.
Τόσα ρεμπέτικα που ηχογραφήθηκαν με τη συνοδεία βιολιού, ήταν της αριστοκρατίας, τότε;
Δεν ξέρω σε ποιόν απευθύνεσαι, αλλά αυτά δεν ειπώθηκαν από μένα.
Όπως και να μου το έλεγες δεν θα είχα πρόβλημα. Και ναι με τέτοιες παρεμβάσεις / αποφάσεις όπως του Σίμωνα Καρά είμαι εντελώς κάθετος.
Χωρίς να έχω έγκυρη πληροφόρηση, μπορώ να υποθέσω το εξής:
Ο Καράς ήταν ο τύπος που συλλαμβάνει ένα ουτοπικό όραμα και το υπηρετεί με τόση προσήλωση και αυταπάρνηση ώστε να πετύχει το αδύνατο. Νομίζω ότι αναπόφευκτα αυτό οδηγεί σε κάποια υπερεκτίμηση των πεποιθήσεών του: αν ξεκίναγε με το «μάλλον έτσι όπως τα λέω είναι, αλλά κι αν όχι δε βαριέσαι», δε θα πετύχαινε πολλά πράγματα.
Έτσι λοιπόν, ανάμεσα σε χιλιάδες άλλες δουλειές που έκανε (θεωρητικές μελέτες, διδασκαλία, στούντιο ηχογραφήσεων, ραδιόφωνο, εκδόσεις) έκανε και τις επιτόπιες μουσικές καταγραφές. Φαντάζομαι ότι όλοι έχουμε διαβάσει πώς ανεβοκατέβηκε όλη την Ελλάδα με τα πόδια, μαζί με τη γυναίκα του, φορτωμένοι με τις ασήκωτες συσκευές φωνοληψίας της εποχής, και επιπλέον με πρόβλημα ιλίγγων κλπ. Αν μοιάζει για διαφήμιση του πόσο ηρωικός ήταν, δεν το αναφέρω γι’ αυτό αλλά για να δείξω τη στοχοπροσήλωσή του.
Λοιπόν βγαίνει με τη λάντζα σε κάποιο νησάκι, ζαλώνεται το μαγνητόφωνο, ανεβαίνει, ανεβαίνει, φτάνει στο χωριό. Ρωτάει για μουσικούς. Του λένε. Και μέσα από τις προκαταρκτικές συζητήσεις προκύπτει ότι είχαν κι έναν μπάρμπα που έπαιζε λύρα (ή ταμπουρά ή κάποιο άλλο σπάνιο, καθαρά τοπικό όργανο), αλλά πέθανε πέρσι. Λύρα; Βέεεβαια, λύρα. Παλιά είχε πολλές λύρες το νησί μας.
Κρίμα, λέει μέσα του. Ένα χρόνο άργησα… Τέλος πάντων, ας γράψουμε τα βιολιά. Γράφει τα βιολιά, διαπιστώνει ευχαριστημένος ότι οι παίχτες διατηρούν όλη την τροπικότητα, τα μικροδιαστήματα κλπ., και λέει «πάλι καλά: και μέσα από ευρωπαϊκά όργανα, ο έλληνας ελληνιστί εκφράζεται ακόμη». Αλλά έχει και τον καημό ρε παιδί μου να πάει κάπου και τα όργανα να μην είναι ευρωπαϊκά!
Πάει στο επόμενο νησί, ξανά τα ίδια. Στο τρίτο, τα ίδια. Απέναντι στη στεριά, στα παράλια, τα ανάλογα. Στην ορεινή ενδοχώρα πάλι κάτι παρόμοιο. Σ’ όλη την Ελλάδα έπαιζαν λύρες (ταμπουράδες, φλογέρες, τσαμπούνες, ζουρνάδες) από αμνημονεύτων χρόνων μέχρι πέρσι-πρόπερσι!
Αλλά δεν το βάζει κάτω. Με κουβάλημα, με ποδαρόδρομο, με ιλίγγους, εξακολουθεί να παίζει το παιχνίδι του χαμένου θησαυρού. Η απάντηση είναι στερεότυπα η ίδια: «Α, αυτό γυρεύεις; Είχαμε αλλά τέλειωσε».
Και φτάνει και στην Κρήτη, και βρίσκει ότι επιτέλους ένα μεγάλο νησί με μεγάλο πληθυσμό (όχι Κάσος-Κάρπαθος-Χάλκη, που κι εκεί βρήκε λύρες, ή έστω Λήμνος ή Αγία Ελένη Σερρών, αλλά τέσσερις νομοί ολάκεροι) έχει κρατήσει τη λύρα, και εκφράζεται σύσσωμο μ’ αυτήν. Και παράλληλα υπάρχει και το βιολί, σε ειρνηική συμβίωση μαζί της, εξίσου αγαπητό -απλώς σε κάποιες περιοχές του νησιού μπορεί το ένα ή το άλλο όργανο να έχει τα πρωτεία. «Ε», λέει, «εδώ δε θα την πατήσω. Το έχω ξαναδεί το έργο. Αρχίζουν με ειρηνική συνύπαρξη, και πάντα -ΠΑΝΤΑ- καταλήγει το νέο να εκτοπίσει το παλιό. Εδώ που το βρήκα το παλιό alive and kicking, δεν το αφήνω να υποχωρήσει, ο κόσμος να χαλάσει.»
Αν έκανα μια ταινία για τον Καρά (φίξιον, όχι ντοκιμαντέρ) κάπως έτσι θα τον έβαζα να σκέφτεται.
Πιστεύω ότι ήταν λιγάκι «απ’ έξω»: ήταν τα όργανα των επαγγελματιών, όχι αυτά με τα οποία ο ρεμπέτης διασκέδαζε ο ίδιος τον εαυτό του και την παρέα του. Αλλά θέλετε να το συζητήσουμε αυτό κάπου εκτός Κρήτης για να μην μπλέξουμε;
Δύσκολο να δεχτούμε επαγγελματική προχειρότητα και επιπολαιότητα σε ένα Σίμωνα Καρά, αλλά ακόμα και έτσι να είναι…
Άλλο εντελώς θέμα είναι η απόφασή του για εξοβελισμό του βιολιού και οι συνέπειες αυτής της απόφασης για τη βιολιστική μουσική παράδοση της Κρήτης και των δημιουργών της, ανυπολόγιστες.
Επομένως, παραμένει το ερώτημα: γιατί προχώρησε σε μια τέτοια απόφαση και τι σκοπιμότητες εξυπηρετήθηκαν;
Όσο για το βιολί, αποτελούσε το βασικό όργανο διασκέδασης και στα πανηγύρια και στα οικογενειακά γλέντια, όπου έπαιζε τα πάντα: από δημοτικά και παραδοσιακά, μέχρι καντάδες και ρεμπέτικα.
Και με βιολιά διασκέδαζε ο λαϊκός άνθρωπος της εποχής.
Φυσικά, διασκέδαζε και με βιολιά. Βασικά, διασκέδαζε με οτιδήποτε παρήγαγε ήχο. Αρκεί να υπήρχε κάποιος να παίξει. Αν δεν υπήρχε, τραγουδούσε σκέτα.
Δεν υπαινίχθηκα καμιά προχειρότητα εκ μέρους του! Ο άνθρωπος ήταν πολύ συστηματικός και μεθοδικός, απλώς έκανε και κινήσεις που εκ των υστέρων μπορούμε να δούμε ότι ήταν λανθασμένες.
Μου είναι εντελώς αδύνατο να καταλάβω πώς παραμένει το ερώτημα, από τη στιγμή που προτάθηκαν απαντήσεις-σεντόνια. Το πολύ-πολύ να μην τις δεχόμαστε, οπότε η συζήτηση συνεχίζεται, όχι όμως να τις παρακάμπτουμε σαν να μην υπάρχουν!
Ξαναλέω: δε νομίζω ότι είχε τίποτε με το βιολί σαν βιολί. Το αποδέχτηκε μια χαρά στα άλλα μέρη όπου το βιολί αποτελούσε μοναδικό καθεστώς (π.χ. Κυκλάδες κλπ). Ήθελε όμως να προστατέψει τη λύρα. Και βλέποντας ότι σε δεκάδες νησιά η εμφάνιση του βιολιού είχε ως αποτέλεσμα την εξαφάνιση της λύρας, είχε κάθε λόγο να θεωρήσει ότι το ίδιο θα συνέβαινε και στην Κρήτη και απλώς δεν είχε συμβεί ακόμη. Αποφάσισε λοιπόν να παρέμβει υπέρ της λύρας.
Βέβαια το «υπέρ της λύρας» πάει μαζί με το «κατά του βιολιού» στην πράξη, στην πρόθεση όμως η διαφορά είναι πολύ μεγάλη. Δεν υπάρχει κανένας λόγος να αναρωτηθούμε τι τον έκανε να «μισεί» το βιολί, να θέλει να το «καρυδώσει» κλπ. Εγώ δε βλέπω παρά τις αγαθότερες των προθέσεων, στις οποίες δεν περιέχεται καμία καταστροφή αλλά μόνο μία διάσωση.
Το λάθος του ήταν ότι την παράδοση δεν τη σώζεις, απλώς κάθεσαι και παρατηρείς αν η ίδια πάει να σωθεί ή να αλλάξει ή να σβήσει. Δεν παρεμβαίνουμε στο ποτάμι της ιστορίας. Αλλά ο άνθρωπος που είχε περισυλλέξει τους τελευταίους κανονιέρηδες (Στεφανίδης) και ουτζήδες (Τομπούλης) και τους είχε ξαναβάλει στη δουλειά, που αναβίωσε (παρά τη δική μου γκρίνια σε διάφορα σημεία αυτού του φόρουμ) τον ταμπουρά και τώρα διδάσκεται σε δημόσια σχολεία, που διόρθωσε λάθη σωρευμένα επι γενεές στον τρόπο εκτέλεσης παλιών εκκλ. συνθέσεων, είναι δικαιολογημένο να πιστεύει ότι μπορεί να παρέμβει.
Ήταν γενικά παρεμβατικός. Κυκλοφορούν διάφορες αφηγήσεις για το πώς υπεδείκνυε στους μουσικούς που κατέγραφε τον σωστό κατά τη γνώμη του τρόπο να παίξουν. Σήμερα ξέρουμε ότι αυτό δεν είναι σωστό. Τότε δεν υπήρχε παράδοση στις επιτόπιες καταγραφές. Ο Καράς δημιούργησε μόνος του έναν ολόκληρο κόσμο εθνομουσικολογίας -τότε το έλεγαν “διάσωση και διάδοση”- και τον έτρεχε μόνος του. Δεν γίνονται αυτά τα πράγματα από ανθρώπους που να μην έχουν κάπως υπερανεπτυγμένο Εγώ. Αν δεν είχε αυτό το χαρακτήρα, δε θα ήταν αυτός που ήταν.
Βέβαια, συνέβη το εξής: όταν όλο το Αιγαίο πλην Κρήτης είχε παρατήσει τις λύρες, οι Κρητικοί βρέθηκαν να είναι οι μόνοι που έχουν αυτό το όργανο (τις νησίδες, Κάρπαθο κλπ., ποιος τις ήξερε) και σταδιακά συσπειρώθηκαν γύρω του και το ανήγαγαν σε σύμβολο του νησιού. Μπορεί οι μισοί ή και παραπάνω να προτιμούσαν το βιολί, αλλά το βιολί δεν ήταν κάτι το exclusively κρητικό. Λύρα, κρητικό μαχαίρι, Ελευθέριος Βενιζέλος, Νίκος Καζαντζάκης και ίσως δυο-τρία άλλα σύμβολα έγιναν σήματα κατατεθέντα ενός νησιού με ούτως ή άλλως πολύ ανεπτυγμένο το αίσθημα της ιδιαιτερότητάς του. Το ίδιο έκαναν οι Πόντιοι με τη δική τους λύρα, η οποία στις προγονικές πατρίδες δεν ήταν κάτι που τους χαρακτήριζε τόσο έντονα (δεν παιζόταν παντού και σε καμία περίπτωση δεν ήταν το μόνο όργανο, απλώς ήταν το μόνο όργανο που δεν το είχαν από κοινού με τους άλλους Έλληνες).
Επομένως η κρ. λύρα θα επιβίωνε και χωρίς την παρέμβαση του Καρά. Αλλά αυτό το λέω τώρα, εκ των υστέρων. Ο καθένας είναι κατόπιν εορτής προφήτης.
Χρόνια πολλά σε όλους.
Έτσι ακριβώς είναι και για μένα. Πώς πήρε ο Σίμωνας Καράς την απόφαση για τον εξοβελισμό του βιολιού της Κρητικής παράδοσης και των δημιουργών της; Γιατί δεν το έκανε αυτό και σε άλλες μεγάλες περιοχές που παίζονταν πολλά όργανα; Επίσης γιατί από το 1954 -1955 που πήρε αυτήν την απόφαση δεν την αναγνώρισε ποτέ ως λάθος του, παρά μόνο κοντά στο τέλος της ζωής του (πέθανε το 1999);
Γιατρέ μου, όλοι με αγνοούν!
Παραθέτω το παρακάτω άρθρο από ένα ένθετο του περιοδικού HITECH: “Μεσαίωνας, έγχορδα με δοξάρι”
Στο Μεσαίωνα υπήρχαν πολλών ειδών όργανα με δοξάρι, πού ποικίλαν ως προς το σχήμα και την κατασκευή του ηχείου τους. Τα μεσαιωνικά τοξοτά όργανα παίζονταν συνήθως στηριζόμενα στον ώμο όπως το σημερινό βιολί ενώ τα όργανα που στηρίζονταν στο γόνατο ή στο έδαφος όπως το βιολοντσέλο εμφανίστηκαν αργότερα.
Ίσως δεν ξέρετε ότι:
το βιολί, που εδώ και 350 χρόνια θεωρείται ο βασιλιάς των οργάνων, υπήρχε στις αρχές της ιστορίας του ένα “παρακατιανό” όργανο που απλώς συνόδευε τη μουσική σε χορούς και πανηγύρια ενώ οι βιολιστές είχαν τη φήμη κατώτερων μουσικών.
Επειδή αυτό είναι μεγάλο θέμα και βγαίνει έξω από τα όρια της Κρήτης, λέω να το συνεχίσουμε εδώ.
Το βρήκα και το διάβασα κι εγώ στο Κισσαμίτικο φόρουμ, το αναφέρει και ο Ναύτης στο βιβλίο του, όπως και σε κάποιες συνεντεύξεις του, αλλά δεν το πίστευα νόμιζα ότι γράφει υπερβολές.
Προσωπικά δεν σε αγνοώ, αλλά διαφωνώ με όλα σχεδόν όσα γράφεις προσπαθώντας να δικαιολογήσεις - υπερασπίσεις τα αδικαιολόγητα. Τουλάχιστον εγώ αυτό κατάλαβα. Αν θες να γίνω πιο συγκεκριμένος, μπορώ να το κάνω. Κι ένα νέο κρητικό site που αναφέρει μεταξύ άλλων τα κρητικά μουσικά όργανα, χρονολόγηση λύρας, βιολιού, λαούτου κλπ., στο νησί.
Προσωπικά δεν τις δέχομαι τις απαντήσεις που δόθηκαν, και το ερώτημα για μένα παραμένει.
Όλος ο κόσμος εκείνη την εποχή με τον ίδιο τρόπο μετακινούταν, όμως αυτό δεν έχει καμιά σχέση με το θέμα.
Έγώ έχω διαβάσει και ξέρω ότι ούτε το βιολί, ούτε οι λύρες είναι γηγενή ελληνικά όργανα.
Και το βιολί επίσης σε κάποιες περιοχές της Ελλάδας, έχει μια ιστορία τουλάχιστον από τον 17ο αιώνα και λέω ίσως (δεν το γνωρίζω) πριν την έλευση του στην Ελλάδα, να παίζονταν κάποια όργανα - πρόγονοι του βιολιού τα οποία να στηρίζονταν κι αυτά στον ώμο.
Κακώς, κανένας δεν έχει δικαίωμα να επιβάλλει σε άλλους, να εκφραστούν με το όργανο που ο ίδιος θέλει, καταστρέφοντας την παράδοση ενός άλλου οργάνου.
Όταν κάποιο σύγχρονο όργανο έχει μεγαλύτερες δυνατότητες και είναι πιο ολοκληρωμένο από κάποιο παλιότερο, έτσι γίνεται, το παλιό συνήθως παραγκωνίζεται. Αυτό δεν είναι κακό, το κλαρίνο δικαίως πήρε τη θέση των παλιότερων πνευστών (ζουρνάδες, φλογέρες,κλπ.). Όπως και το βιολοντσέλο πήρε τη θέση της βιόλας ντα γκάμπα σταδιακά τον 18ο αιώνα, σαν πιο δεξιοτεχνικό όργανο.
Ίσως να σκέφτηκε έτσι, θεωρώντας ότι η λύρα είναι πιο παλιά, προχώρησε ανένδοτος χαλώντας τον κόσμο.
Θα μπορούσε και ο ίδιος εκ των υστέρων να δει ότι έκανε και κινήσεις λανθασμένες - ανεπίτρεπτες, όμως από το 1955 που απαγόρευσε με διαταγή να παίζονται τα βιολιά στην κρητική παράδοση του νησιού, το ανέφερε σαν λάθος λίγο πριν το θάνατό του (1999). Νομίζω έβλεπε και ο ίδιος το κακό που είχε προκαλέσει, του στέλνανε επανελλειμένα διάφορες επιστολές από την Κρήτη, αλλά αυτός όχι μόνο δεν υποχωρούσε αλλά ήταν κατηγορηματικός και έβγαζε νέες αποφάσεις που ξανά - υπενθυμίζανε την απόφαση. Πολύ αλαζονικό μου φαίνεται αυτό το σκεπτικό του.
Πρώτη φορά το ακούω αυτό για τις κυκλάδες, αλλά το αποδέχτηκε και σε μέρη όπου το βιολί δεν αποτελούσε μοναδικό καθεστώς.
Δεν είναι λογική αυτή, παρεμβαίνουμε και απαγορεύουμε κάποιο όργανο και μάλιστα με μια παράδοση αιώνων, για να προστατέψουμε κάποιο άλλο.
Εγώ αντίθετα βλέπω κακές προθέσεις που προκάλεσαν ανεπανόρθωτες και ανυπολόγιστες συνέπειες, όπως ανέφερε και η κ. Ελένη. Ο άνθρωπος είχε φτάσει σε σημείο να χαρακώνει τους δίσκους με κρητικό βιολί.
Συμφωνώ απόλυτα.
Για μένα δεν είχε κανέναν λόγο να παρέμβει. Όσο για τον τρόπο εκτέλεσης παλιών εκκλησιαστικών συνθέσεων, στα σχόλια από αυτό το βίντεο αλλά και αλλού, φαίνεται να μην αποδέχονται τη δική του σχολή.
Έπρεπε και τότε να το γνωρίζει ότι αυτό δεν ήταν σωστό. Τέτοιες υποδείξεις έκανε και στον τραγουδιστή αυτόν , και μη μπορώντας ο άνθρωπος να αλλάξει τον τρόπο που είχε μάθει να τραγουδάει, τα παράτησε σε κάποια ηχογράφηση κι έφυγε. Είμαι σίγουρος γι’ αυτό που λέω και ξέρω και σε ποιο τραγούδι έγινε.
Νομίζω μόνος του επέλεξε αυτόν τον δρόμο. Πήρε πολλά τραγούδια από τους παλιότερους, και με τον τρόπο του τα κατέγραψε. Δεν εργάστηκε ποτέ σε πανηγύρια και σε γλέντια, αλλά ούτε και κουράστηκε περισσότερο από τους άλλους.
Αν εννοείς δεν γίνονται τέτοια σφάλματα, συμφωνώ.
Όπως και να το βλέπει ο καθένας, ένα όργανο πρέπει να το αφήνουν να προχωράει στην παράδοσή του, και όχι να προσπαθούνε να το εξοντώσουν.
Όπως γράφει ο Λάμπρος Λιάβας (εθνομουσικολόγος, Καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών): «Eίναι η εποχή μετά τον πόλεμο που το βιολί εξακολουθεί να έχει μεγαλύτερη διάδοση σε σχέση με τη λύρα και χρειάστηκε σκληρός αγώνας των λυράρηδων, με βοηθό σε αυτή την προσπάθεια τον Σίμωνα Kαρά, για να ξανακερδίσει (σ.σ. αποκτήσει) η λύρα τον τίτλο του εθνικού συμβόλου της κρητικής μουσικής.»
Φίλε Άταστε, παραμένει το ερώτημα και για μένα αναπάντητο, ως προς τα βαθύτερα κίνητρα / σκοπιμότητες κ.λπ. αυτής της ενέργειας.
Αλλά, μακάρι να διαθέταμε …μια μηχανή του χρόνου …και να ρωτούσαμε απ’ ευθείας το μακαρίτη τον Καρά, γιατί - εφόσον τελευταία έδειχνε να έχει μετανιώσει για την ενέργειά του αυτή - πιθανόν να παίρναμε την ποθητή απάντηση.
Διαφορετικά, μόνο εικασίες μπορούμε να κάνουμε, εκτός και αν βρεθεί κάποιος επαΐων και μάς διαφωτίσει.
Μετά από όλα αυτά, Άταστε, δε βλέπω να διαφωνούμε και τόσο. Η κεντρική ιδέα που βγάζω από όλα τα επιμέρους σχόλιά σου είναι ότι όποια γνώμη κι αν έχει κανείς για το βιολί, τη λύρα ή την τρομπέτα, δεν έχει δικαίωμα να βάζει την παράδοση στα κανάλια που νομίζει ο ίδιος. Αυτό ακριβώς είναι και η δική μου γνώμη. Τι γνώμη δηλαδή, νομίζω ότι είναι κάτι αντικειμενικό και αυταπόδεικτο.
Ένα σημείο όπου διαφοροποιούμαστε είναι ότι εμένα μου φαίνεται πως το σημερινό αυταπόδεικτο δεν ήταν τόσο προφανές και τότε. Για παράδειγμα, αφού όλος ο κόσμος πήγαινε με τα πόδια στα χωριά που δεν είχαν αμαξιτό δρόμο, δεν υπήρχαν πολλοί που να κάνουν αυτή τη διαδρομή με σκοπό τη συλλογή λαογραφικών στοιχείων. Όχι βέβαια πως τα χωριά ήταν σε άλλο πλανήτη και η ζωή και ο πολιτισμός τους παντελώς άγνωστα στους υπόλοιπους, αλλά σίγουρα η σχετική γνώση ήταν πιο περιορισμένη. Σήμερα το γεγονός ακριβώς ότι υπάρχει μεγαλύτερη γνώση για το λαϊκό πολιτισμό οδηγεί με μεγαλύτερη ευκολία και σιγουριά στη διαμόρφωση της σχετικής ηθικής. Ηθική εννοώ ότι δεν πρέπει π.χ. να επεμβαίνουμε ούτε ρυθμιστικά ούτε “καθαριστικά”.
Λες:
Εγώ θα έλεγα «Μακάρι να το γνώριζε». Δεν ξέρω κατά πόσο υπήρχε τότε η αντικειμενική δυνατότητα να το γνωρίζει, ώστε να λέμε «έπρεπε». Σήμερα το ξέρεις εσύ, εγώ και όλοι οι σύγχρονοί μας. Αλλά αυτό είναι το αποτέλεσμα δουλειάς ερευνητών σαν τον Καρά που ξεκίνησαν στο σκοτάδι.
Τέλος πάντων, το θέμα είναι ότι όλα όσα έγραψα και εσύ σχολίασες δεν δικαιολογούν τίποτε. Στο ερώτημα «ποιοι λόγοι τον οδήγησαν» απάντησα «κατά τη γνώμη μου οι τάδε και τάδε λόγοι», και δε βλέπω να λες πουθενά «όχι, κατά τη γνώμη μου ήταν άλλοι λόγοι». Απλώς δεν τους εγκρίνεις. Ε, ούτε εγώ τους εγκρίνω!
Για κάποια ειδικότερα σημεία που θίγεις:
Ούτε δικαίως ούτε αδίκως. Απλώς συνέβη. Αφού συνέβη, πάει να πει ότι ήταν φυσικό να συμβεί. Οποιαδήποτε κρίση θετική ή αρνητική περιττεύει. Φυσικά το ίδιο ισχύει και για τη λύρα με το βιολί.
Ομολογουμένως ούτε εγώ μπορώ να δω καμιά άλλη ερμηνεία γι’ αυτή την επιμονή, πέρα από το πείσμα. Αλλά δεν ήμουν και μες στο μυαλό του (δεν τον έχω γνωρίσει έτσι κι αλλιώς), οπότε όλο και κάτι που να μην ξέρω μπορεί να έχει συμβεί. Από το να βγάλω μια καταδικαστική γνώμη, προτιμώ να πω «δεν ξέρω».
Εδώ δηλώνω πλήρως αναρμόδιος.
Μα φυσικά δε δούλεψε σε πανηγύρια! Θεωρητικός ήταν. Δε νομίζω να απαξιώσουμε όλη την τάξη των θεωρητικών.
Το πώς και πότε η λύρα απέκτησε αυτή την ισχύ συμβόλου είναι μια πολύ σύνθετη ιστορία. Δεν τη γνωρίζω όλη. Υποψιάζομαι ότι πιθανόν να εκτυλίσσεται σ’ ένα επίπεδο πολύ ευρύτερο από την Κρήτη και να συνδέεται με παράγοντες πολύ πέρα από την ίδια τη μουσική: ιστορικούς, πολιτικούς, οικονομικούς, κοινωνικούς κλπ. Ποιες περιστάσεις διαμορφώνουν την ιδιαιτερότητα κάποιων περιοχών; Όλοι είμαστε περήφανοι για την ιδιαίτερη καταγωγή μας, αλλά ο Κρητικός είναι πιο έντονα Κρητικός απ’ όσο π.χ. ο Κορίνθιος είναι Κορίνθιος. Γιατί άλλες περιοχές δεν έχουν κανένα σύμβολο; Και όσες έχουν, είναι πάντα ένα μουσικό όργανο; Είναι απλοϊκό να τα απαντάμε όλα αυτά με μια μονοκοντυλιά ανάγοντάς τα σε μια απόφαση του Καρά η οποία μάλιστα δεν ήταν αρεστή στους ίδιους τους Κρητικούς.
Ο Λιάβας έχει γράψει αυτές τις τρεις γραμμές, αλλά επίσης έχει κάνει διδ. διατριβή πάνω στην οργανολογική εξέλιξη της λύρας σε σχέση με τους κοινωνικούς μετασχηματισμούς της ίδιας περίπου εποχής για την οποία συζητάμε. Πιο πριν είχε κάνει σχετική προεργασία ο Μπο-Μποβί. Και ο Ανωγειανάκης έχει ασχοληθεί σχετικά στο γνωστό βιβλίο του. Είναι πολύ μεγάλο το θέμα. Εδώ έχουμε πιάσει μια πολύ επιμέρους πτυχή του: ας μείνουμε σ’ αυτήν.
Τέλος, μια ερώτηση: πιστεύεις ότι ο Καράς είχε κάτι εναντίον όχι του βιολιού, αλλά ειδικά του κρητικού βιολιού;
Μα επιτέλους, Ελένη, τώρα συνεννοηθήκαμε! Δεν είχα καταλάβει ότι εννοείς βαθύτερες σκοπιμότητες. Αυτό το ερώτημα πράγματι παραμένει αναπάντητο και μάλλον έχεις δίκιο ότι θα παραμείνει και στο μέλλον.
Το ερώτημα όμως παίρνει ως δεδομένο ότι κάποια βαθύτερη σκοπιμότητα υπήρχε. Από πού αυτή η βεβαιότητα; Δηλαδή αποκλείεται η απλή ερμηνεία ότι έτσι το νόμιζε σωστό να κάνει, χωρίς άλλα σκοτεινά και ανομολόγητα κίνητρα;
Ο ΚΑΡΡΑΣ ήταν από εκείνες τις προσωπικότητες,που είχαν φανατικούς φίλους,μα και φανατικούς εχθρούς.Οι ορκισμένοι φίλοι του ισχυρίζονται ότι είναι ο κορμός της μουσικής μας παράδοσης, και χωρίς αυτόν θα ήταν αλλιώς το μουσικό τοπίο σήμερα,οι εχθροί του ισχυρίζονται,ότι αν δεν υπήρχε η σχολή ΚΑΡΡΑ-ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ, τα πράγματα θα ήταν πολύ καλύτερα ,αν όχι στα παραδοσιακά μας πράγματα,τουλάχιστον στα εκκλησιαστικά.Ακόμα του καταλογίζουν ότι, για την χρηματοδότηση που πήρε, από το ίδρυμα FORD,υπήρξαν βαθύτερες σκοπιμότητες.Ποιές είναι αυτές; Ποιός ξέρει να απαντήσει με σιγουριά.Το γεγονός είναι ότι μένει ο φανατισμός-δογματισμός,με τις όποιες απόψεις του.Και φυσικά αυτό δεν είναι καλό , ούτε “πάει” τα πράγματα μπροστά.
Πιστεύω ότι κάτι παίχτηκε εναντίον του κρητικού βιολιού από την πλευρά του Καρά (δεν γνωρίζω βέβαια τι μπορεί να ήταν αυτό) και όχι με το βιολί στην υπόλοιπη ελλάδα. Όπως αναφέρει και το δίστιχο (σχόλιο) στο Κισσαμίτικο φόρουμ:
[i]"το πενήντα πέντε ο Χάρος κίνησε να βρει βιολιά
κι απ' όλης της Ελλάδας διάλεξε τα κρητικά".[/i]
Όσο το σκέφτομαι όμως, μου φαίνεται πώς η Κα. Ελένη σκέφτεται πιο σοφά κι από μένα κι από εσένα.