Από το άρθρο ο διωγμός του κρητικού βιολιού:
Την αρμονική συνύπαρξη βιολιού και λύρας στην κρητική μουσική, τάραξε ο Σίμων Καράς, με την παρέμβαση του στα μέσα της δεκαετίας του 1950. Ως διευθυντής του μουσικού προγράμματος της δημοτικής μουσικής στο Εθνικό Ίδρυμα Ραδιοφωνίας, εισηγήθηκε και τελικά πέτυχε να απαγορευτεί η εκτέλεση της κρητικής μουσικής με βιολί, στους ραδιοφωνικούς σταθμούς της Ελλάδας, επειδή δεν τη θεωρούσε παραδοσιακή, μετά από μερικά χρόνια επεκτάθηκε και στην τηλεόραση. Όπως προκύπτει και από σκέψεις και γνώμες σκεπτόμενων ανθρώπων της εποχής εκείνης, η απόφαση αυτή δεν φαίνεται να ήταν μόνο σκέψη του ενός, ο Σίμων Καράς υπήρξε απλώς το μέσον με το οποίο έγινε κατορθωτό να υλοποιηθεί σχέδιο καλά καταρτισμένο. Ήταν ενορχηστρώμενη από πολλούς ιστορική πράξη, που απότελεσε ράπισμα στον πολιτισμό μας, και στην κρητική μουσική παράδοση. Αποτελεί τη βασικότερη αιτία που προκάλεσε τον μαρασμό των βιολιών της Κρήτης, και τη δημιουργία αντιπαλότητας μεταξύ των Κρητικών καλλιτεχνών. Η μουσική παράδοση δεν μπορεί να αποτελεί αντικείμενο εμπορίου και κερδοσκοπικών επιδιώξεων. Η μουσική παράδοση αποτελεί έναν αυτοφυή θεσμό που έχει τις ρίζες του στην καρδιά και την ψυχή του λαού…Τα όργανα ανεξάρτητα από το σχήμα τους και τον ήχο τους, όλα μιλούν την ίδια γλώσσα, με τα ίδια νοήματα που βγαίνουν μέσα από την ψυχή του λαού, του κάθε λαού που έχει την ίδια ιστορία και υπακούει στα ίδια πεπρωμένα. Αυτό επιβάλλει ο πολιτισμός μας ανεξάρτητα αν δεν επανορθώνεται το κακό που έγινε για το κρητικό βιολί και τις δημιουργίες του στην παράδοση.
Από το βιβλίο του Ναύτη, 1989:
Η απαγορευτική διαταγή ήρθε στο ραδιοφωνικό σταθμό Χανίων, στις 15 Φεβρουαρίου του 1955. Τον Οκτώβρη του 1959 έφυγα για την Αμερική. Όταν επέστρεψα από την Αμερική το 1976, άρχισα αγώνα για να αποκατασταθεί το βιολί και να σωθεί η κρητική παράδοση. Έδωσα υπομνήματα σε πολιτικούς όπως τον Νικήτα Βενιζέλο, στον Παπαδόπετρο, στον Πεντάρη, αν και όλοι διαβεβαίωναν ότι το ζήτημα θα τακτοποιηθεί αμέσως, δυστυχώς δεν έκαμαν καμιά ενέργεια. Πήγα και στον Μητσοτάκη, του εξέθεσα το ζήτημα, και με καθησύχασε κι αυτός ότι θα διευθετήσει την κατάσταση. Όταν έγινε Υπουργός Συντονισμού, έδωσε εντολή να διερευνηθεί όλο το ζήτημα, είχε εν τω μεταξύ ιδρυθεί στα Χανιά το Σωματείο Μουσικών Χανίων, “Ο ΧΑΡΧΑΛΗΣ”, και λάβαμε κοινοποίηση από την ελληνική τηλεόραση, ότι δεν έχουν καμιά αντίρρηση να παιχτούν βιολιά στο ραδιοφωνικό σταθμό Χανίων. Αυτός ήταν καθαρός εμπαιγμός. Έστειλα ένα αντίγραφο της κοινοποίησης του ραδιοφωνικού σταθμού, στον βιολίστα Μιχαήλ Κουνελάκη, που ήταν στην Αθήνα με τον Παναγιώτη Καστάνη, και τους εισηγήθηκα να πάνε στην ΕΡΤ και να ζητήσουν να παίξουν βιολί στην τηλεόραση. Όταν πήγαν ο διευθυντής τους έστειλε στον κ. Μυλωνά, αυτός με κανέναν λόγο δεν ήθελε να ακούσει τίποτα. Όταν του είπε ο διευθυντής ότι είναι εντολή του Υπουργού Συντονισμού, ο Μυλωνάς είπε στον Κουνέλη να φέρει βρακοφόρους και να παίξει βιολί στη μαγνητοφώνηση, με την προϋπόθεση όμως, να εμφανιστεί στην οθόνη κρατώντας λύρα. Είναι ευνόητο να καταλάβει κανείς την οργή του Κουνέλη για το θράσος του Μυλωνά. Δεν ξέρω τι του είπε ο Κουνέλης, αυτό όμως που γνωρίζω είναι ότι έφυγε εξοργισμένος. Στις 3 Ιουλίου 1980, πήγα στο διευθυντή της ΕΡΤ, κ. Γιώργο Στεφανάκη, του εξέθεσα την κατάσταση, και ο κ. Στεφανάκης μου δήλωσε πως θα διατάξει να μας παρουσιάσουν σε μια άλλη εκπομπή. Κράτησε το τηλέφωνο και τη διεύθυνση του σωματείου μας, και το δικό μου. Ποτέ όμως δεν ειδοποιηθήκαμε, αν και στείλαμε στον κ. Στεφανάκη επιστολή, όπου του υπενθυμίζαμε την υπόσχεσή του. Γιατί άραγε;… Σε συνάντησή μας που είχαμε τότε με τον Κώστα Μουντάκη στο σωματείο μας στα Χανιά, όταν τον ρωτήσαμε τι γνωρίζει για το θέμα του βιολιού, το πως δημιουργήθηκε η συστηματική του δίωξη απάντησε: “Γνώμη μου είναι ότι τα δημιούργησε όλα ο Σίμων Καράς”.
Από κρητικό φόρουμ 14 Αυγούστου 2011:
Το 1955 βγήκε η πρώτη διαταγή από το ΕΙΡ, που απαγόρευε τους βιολιστές, να παίζουν κρητική μουσική από το ραδιόφωνο. Η ίδια διαταγή επικυρώνεται το 1961 με την υπ. αριθμ. Α/5519/Γ. Γ. 2917/61, και καταλήγει την ίδια χρονιά με την υπ. αριθμ. Α/6213/Γ.Γ.12/10/61. Η νεώτερη απαγόρευση έγινε το 1967 και ακόμα (!!!) δεν έχει επισήμως αρθεί!