Τα τσιαττιστά της Κύπρου στην UNESCO

Τα τσιαττιστά, αυτοσχέδια δίστιχα τραγουδιστού διαλόγου (μαντινάδες δηλαδή) της Κύπρου, μπήκαν στον Κατάλογο Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς της Ουνέσκο. Η είδηση: http://www.parathyro.com/?p=6543

(Δεν τον έχω παρακολουθήσει το θεσμό αυτού του καταλόγου. Έμαθα ότι υπάρχει πριν καναδυό χρόνια που η Τουρκία είχε κατοχυρώσει τον Καραγκιόζη κι εμείς σκυλιάσαμε. Έκτοτε, τον ξανακούω τώρα. Άρα, δεν μπορώ να έχω γνώμη. Αλλά κάπου δε με πείθει. Τα τσιαττιστά είναι η τοπική εκδοχή ενός πανελλήνιου φαινομένου. Και οι Κρητικοί αυτοσχεδιάζουν μαντινάδες, και οι Χιώτες μανέδες, και οι Αξώτες κοτσάκια, και οι Πόντιοι δε θυμάμαι πώς τα λένε, και ασφαλώς και εκτός Ελλάδας και ελληνοφωνίας υπάρχουν παρόμοιες παραδόσεις. Πώς τίθενται οι προδιαγραφές για να αναγνωριστεί ένα τραγούδι ως τσιαττιστό και όχι ως κάτι από τα υπόλοιπα; Πρέπει να είναι σε κυπριακή διάλεκτο; σε κυπριακό σκοπό; να αποδείξουν οι τραγουδιστές την κυπριακή καταγωγή τους; να τραγουδηθεί μέσα σε κυπριακό έδαφος; Υπάρχει κάποια περιγραφή που να καλύπτει κάθε ενδεχόμενο παραλλαγής από κάθε χωριό του νησιού; Τι ακριβώς πρέπει να κάνει ένας Κύπριος γλεντιστής για να μην τον σφυρίξουν φάουλ; Δεν είναι τυρί, που μια χημική ανάλυση δίνει τελειωτικές απαντήσεις για το αν είναι φέτα Π.Ο.Π. ή danish white cheese… Επομένως δεν κατάλαβα αν πρέπει να χαιρόμαστε που αναγνωρίστηκε.)

Και εγώ δεν τον ξέρω καλά αυτό το θεσμό. Αν όμως, όπως πιθανολογώ από τον Καραγκιόζη, οι κατατάξεις της Παγκόσμιας Πολιττιστικής Κληρονομιάς γίνονται σύμφωνα με τα πολιτικά και γεωγραφικά στοιχεία των επί μέρους κρατών, είναι τεράστιο λάθος. Ο πολιτισμός δεν γνώριζε σύνορα και αλίμονο αν γνώριζε.

Η είδηση τα ορίζει όχι απλά σαν αυτοσχεδιαζόμενα δίστιχα αλλά σαν διάλογο-καυγά δύο αυτοσχεδιαστών, α λα κατακλυσμός της Σκάλας. Και ναι, δεν είναι τσιαττιστό για μένα αν δεν είναι σε κυπριακή διάλεχτο και σε μια παραλλαγή της συγκεκριμένης μελωδίας.

Σύμφωνοι, αλλά, όσο κι αν εμπειρικά ξέρεις τι είναι και πώς είναι το τσιαττιστό, μπορείς να συγκεντρώσεις όλες τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες ένα τραγούδι είναι ή δεν είναι τσιαττιστό; Γιατί η Ουνέσκο κάτι τέτοιο μάλλον οφείλει να κάνει, αφού το ορίζει ως προστατευόμενο άυλο προϊόν. Και δε βλέπω πώς μπορεί να το κάνει, επιτρέποντας στο άυλο προϊόν να παραμείνει ταυτόχρονα ζωντανό, εξελίξιμο και προστατευόμενο.

Αρκετό καιρό μετά. .
Ο τίτλος που δόθηκε στο συγκεκριμένο πολιτιστικό φαινόμενο, από το θεσμό, είναι “Tsiattista Poetic Dueling” (=Τσιαττιστα, Ποιητική Μονομαχία)
Θεωρώ, λοιπόν, ότι αυτό που ξεχώρισε τα τσιαττιστά από τα υπόλοιπα δίστιχα του ελλαδικού χώρου, στα μάτια των αρμόδιων του θεσμού, είναι η μονομαχία μεταξύ των ατόμων που τσιαττίζουν.
Στη Κύπρο, αυτό το φαινόμενο είναι ζωντανό παραδοσιακό στοιχείο μέχρι και σήμερα, είτε σε μεγάλες γιορτές, είτε σε πανηγύρια. Προσωπικά, το καλοκαίρι που μας πέρασε, θέλησα να προκαλέσω, για την πλάκα της παρέας (τι το θελα) έναν από τους ικανότερους στο είδος, τον Φώτη Ακαθ(κ)ιώτη.
Τα αυτοσχέδια (της ώρας) αυτά δίστιχα, μέσα σε αυτό το πλαίσιο ονομάζονται τσιαττιστά του παλιομάτου (δίστιχα λογομαχίας).
Προσωπικά πιστεύω ότι και στον υπόλοιπο ελλαδικό χώρο υπάρχει κάτι ανάλογο. . Ξέρει κάποιος, κάτι;

Υπάρχουν σίγουρα στην Κάλυμνο, τα «πεισματικά». Δεν είναι τόσο μοβόρικα όσο καμιά φορά τα κυπριακά, από την άλλη όμως μπορούν να φτάσουν σε επίπεδο χοντρής προσβολής, π.χ. «τα μάτια σου ‘ναι σαν αβγά, τ’ αφτιά σου σα σκουτέλια, κι ο στόμας σου απόπατος που χέζουν τα κουνέλια». Για πλάκα εννοείται. Ε καλά, καμιά φορά κι η πλάκα γίνεται αληθινή λογομαχία.
Λέγονται σε ειδικούς προς τούτο σκοπούς, με τους ίδιους περίπου όρους όπως στην Κύπρο. Έχει και έτοιμα δίστιχα, που πρέπει να θυμηθείς το κατάλληλο την κατάλληλη στιγμή, έχει και αυτοσχέδια της στιγμής.

Εγώ πάντως αναρωτιέμαι τί το ιδιαίτερο έχουν τα τσιαττιστά της Κύπρου σε σχέση με αυτό που γίνεται στα 12νησα, τις Κυκλάδες και την Κρήτη. Και εκεί, τα αυτοσχέδια δίστιχα της στιγμής συνεχίζουν και αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι του γλεντιού (και όχι μόνο). Αυτά δεν είναι άσχετα μεταξύ τους αλλά επικεντρώνονται σε μια συγκεκριμένη θεματολογία. Όταν πρόκειται, βέβαια, για γλέντι γάμου, αρραβώνων, βάφτισης τα δίστιχα δεν έχουν τη μορφή διαλόγου αλλά είναι αυτόνομα, σε μορφή ευχών και παινεμάτων στους νεόνυμφους,γονείς κλπ. Αλλά σε πολλές άλλες περιπτώσεις στο κομμάτι του γλεντιού που λέγονται αυτοσχέδια γίνεται διάλογος με αφορμή ένα γεγονός. Τις περισσότερες, δε, φορές ο ένας σατιρίζει τον άλλο: «Εγώ αγαπώ αυτήν και θα την πάρω», «μπράβο που την αγαπάς και σου αξίζει», ή «δεν είναι για τα μούτρα σου», ή «αυτή αγαπά άλλο, τον τάδε» ή «για να δούμε τι λέει η ίδια» και πάει λέγοντας. Και βέβαια δεν είναι μόνο ερωτικού περιεχομένου αλλά μπορεί να είναι πολιτικού, αθλητικού, κλπ. Ποια, επομένως, η διαφορά των τσιαττιστών ως προς αυτό; Επειδή είναι μονομαχίες; Μα, έτσι γίνεται παντού όπου υπάρχει η συνήθεια. Αλλού (και άλλοτε) με ήπιο τρόπο, αλλού (και άλλοτε) πιο ζόρικα. Είναι λόγω της ιδιαίτερης μουσικής; Ούτε αυτό θεωρώ ισχυρό κριτηριο αφού κάθε τόπος έχει τη δική του μουσική. Όσο για τη γλώσσα, και η Κυπριακή διάλεκτος μια από τις πολλές είναι.

Προσωπικά, βέβαια, αισθάνομαι σαν στο σπίτι μου όταν βρίσκομαι σε τόπο που έχουν αυτοσχέδια. Έτσι και στην Κύπρο.

Αυτό που αναφέρει ο θεσμός είναι συγκεκριμένα για μονομαχία. Δλδ το ότι στη Κύπρο, υπάρχει συγκεκριμένη κατηγορία δίστιχων για τη μονομαχία και είναι ευρέως διαδεδομένη, τόσο πολύ που έχουν και ειδικό όνομα. Οπότε το “πρόβλημα” με το θεσμό είναι ότι δεν αναγνωρίσε και άλλα μέρη που τραγουδιούνται δίστιχα με τα ίδια, ακριβώς χαρακτηριστικά, όπως η Κάλυμνος και τα πεισματικά (Κατά τον Pepe).
Απλά το θεωρώ λίγο ανούσιο, να συζητάμε για το θεσμό, αφού κανένας από μας δεν έχει να κερδίσει τίποτα.

Σίγουρα δεν τίθεται τέτοιο θέμα Koutroufi. Απλά μιας και ξηγήθηκες εσύ, νομίζω ότι πρέπει κι εγώ να πω ότι δεν θέτω κάποιο θέμα σύγκρισης μεταξύ των παραδόσεων του ευρύτερου ελληνικού χώρου.

εφόσον η λέξη “τσιαττιστά” υπάρχει μόνο στην Κύπρο δεν τίθεται θέμα. Σε αντίθεση π.χ με τη λέξη Καραγκιόζης, η με την καταχώρηση μιας αφηρημένης έννοιας π.χ. αλβανική πολυφωνία. Και στην τελική, χτες αγόραζες καρτούλες της ουνέσκο που λέει και ο γιοκαρίνης :slight_smile:

Καλά τώρα…

Σπίτια χτίζουν σ’ όλο τον κόσμο, αλλά μόνο οι Έλληνες τα λένε «σπίτια». Οι άλλοι τα λένε «house», «maison», «casa» κλπ. Τι έχει να λέει; Σάματις οι Αλβανοί δε θα 'χουν κάποια αποκλειστικά δική τους λέξη για την πολυφωνία τους;

Πάντως να απευθύνω στους Κύπριους φίλους μια ερώτηση που μου γεννήθηκε: τι σημαίνει η λέξη «τσιαττιστά» (με την απαράδεκτη λατινική μεταγραφή tsiattista); Έχει καμιά σχέση με το «τσατίζομαι», θυμώνω;

ρήμα: τσιαττίζω, τσιαττίζεις κτλ = ταιριάζω
ουσ: τσιαττιστό = ταιριαστό, (=αυτό που ταιριάζει)
τσιαττιστό του παλιομάτου = ταιριαστό (δίστιχο που ταιριάζει) της μονομαχίας

του παλιομάτου = του παλέματος;

Ακριβώς, κ. Νίκο.
Δεν το χα σκεφτεί αυτό.

Περικλή, διαφώτισέ μας λίγο στο γιατί είναι απαράδεκτη η μεταγραφή tsiattista; Καθαρά από φιλολογικό ενδιαφέρον.

τσια (ακριβέστερα: τσι+φωνήεν) είναι ο τρόπος που έχουν βρει οι Κύπριοι να αποδίδουν τους φθόγγους [tsha] (ακριβέστερα, το [tsh]+φωνήεν), που υπάρχουν στη διάλεκτό τους αλλά όχι στην κοινή ελληνική. Αυτό που θα πρόφερε ένας από εμάς στην Ελλάδα βλέποντας τη γραφή τσιαττιστά (δηλ. [tsiatista]) δεν υπάρχει στα κυπριακά. Ο λατίνος μεταγραφεύς όμως διάβασε τη διαλεκτική γραφή της διαλεκτικής λέξης σαν να μην ήταν διαλεκτική. Κανείς από καμία χώρα και γλώσσα δεν πρόκειται ποτέ να δει tsia και να προφέρει [tsha]! Πρόκειται για κάτι μεταξύ αθηνοκεντρισμού και προχειρότητας.

Chattista. Tchattista. Tshattista. Tschattista. Διαλέγετε και παίρνετε. Όλα βέβαια μπορούν να διαβαστούν λάθος, αλλά το tsiattista μπορεί να διαβαστεί μόνο λάθος.

[Δε θα επέμενα τόσο αν επρόκειτο για τη διαλεκτική προφορά μιας λέξης που υπάρχει και στην κοινή ελληνική. Εδώ όμως η λέξη όχι απλώς είναι αποκλειστικά κυπριακή, αλλά αφορά και σε αναγνωρισμένο προϊόν ΠΟΠ! Ας είμαστε συνεπείς. Ούτε επιμένω στην εξαντλητικά ακριβή απόδοση κάθε λεπτομέρειας της διαλέκτου, π.χ. του διπλού τ, όπως δεν το κάνουμε και στα κοινά ελληνικά. Αλλά εδώ η διαστρέβλωση είναι μεγάλη.]

Μάλιστα. Σαφές! Κι εγώ τσιατιστά το διάβαζα με νεοελληνική προφορά. Δεν πήγε το μυαλό μου στο tscha.

Μια ερώτηση προς του Κύπριους φίλους. Η προφορά του διπλού τ είναι τέτοια που σου δίνει την αίσθηση -έστω και αχνά, έστω και αόριστα- του “τθ”; Δηλαδή, η σωστή απόδοση είναι πιο κοντά προς το tshaτ(θ)ιστά;

Δεν νομίζω, koutroufi. Για το /θ/ πρέπει η γλώσσα να βγει ανάμεσα στα δόντια. Κατά την εκφορά του /τ/ γεμίζουμε αέρα το στόμα μας και τον βγάζουμε με δύναμη. Αυτό που γίνεται με το διπλό (ττ), είναι ότι αυξάνεται η ενδοστοματική πίεση αέρα και έτσι αυξάνεται η πίεση με την οποία βγάζουμε τον αέρα από το στόμα.
Ελπίζω να ήμουν κατατοπιστικός, μιας και είμαι σε θέση να απαντήσω επιστημονικά (Απόφοιτος Λογοθεραπείας)

Νομίζω ότι, μέσες-άκρες, το 'πιασα. Ευχαριστώ!

Ανοίγεις μεγάλο θέμα βέβαια αλλά το σι σαν σύμβαση υπάρχει στις κελτικές γλώσσες, βλέπε ονόματα όπως Sion/Sean, Siobhan κλπ. Οι λατίνοι μεταγραφείς έχω την υποψία ότι είναι συνάδελφοι σου απόφοιτοι της φιλοσοφικής Αθηνών που έχουν επιδοθεί σε μια τεράστια σταυροφορία τα τελευταία είκοσι χρόνια τουλάχιστο για αποεγγλεζοποίηση της λατινικής μεταγραφής. Έτσι ενώ παλιά οι ταπέλλες έγραφαν Μέσα Γειτονιά/ Mesa Yitonia, τώρα γράφουν Μέσα Γειτονιά/Mesa Geitonia. Με την ίδια λογική έχουμε οδό Σέξπηρ/Sexpir και διάφορα άλλα κωμικοτραγικά.