Ρεμπετικες παραστάσεις

Καλή χρονιά με υγεία σε ολες και ολους σας
Άκουσα μια τοποθέτηση ,που αφορούσε στο ρεμπέτικο ,του ζωγράφου Βελούδιου ,ο οποίος εχει φιλοτεχνήσει αρκετούς δίσκους με ρεμπέτικα, στην οποία έλεγε πως στη μονή Γρηγοριου ,στο Αγ.Ορος υπάρχουν παραστάσεις η τοιχογραφίες με θέματα από το ρεμπέτικο .Αν κάποιος φίλος γνωρίζει κάτι ας μας πει κατι για αυτό

Ποιος είναι αυτός ο ζωγράφος Βελούδιος; Μήπως πρόκειται για τον Θάνο Βελούδιο, προπολεμικό «Ελληνευρέτη»; Όμως, αυτός δεν ήταν ζωγράφος, αλλά ενέπνευσε ισχυρότατα τον Γιάννη Τσαρούχη που πράγματι φιλοτέχνησε κάποια εξώφυλλα δίσκων με ενορχηστρώσεις ρεμπέτικων, κυρίως του Χατζιδάκι. Χρειαζόμαστε περισσότερα στοιχεία Μπάμπη.

Όχι τον άκουσα τώρα στη ΝΕΤ είναι στην εκπομπή του Παπαδόπουλου .Εχει φτιάξει εξώφυλλα βινυλίου πχ 40 χρόνια Μάρκος .Δε συγκράτησα το μικρό του ονομα>

Δεν ξέρω βυνίλιο «40 χρόνια Μάρκος», αλλά λογικά πρέπει αν υπήρξε να έγινε το 1972 (1932 + 40 = 1972). Το μόνο που ξέρω είναι το «Αφιέρωμα στο Μάρκο», της Μίνως, με την περίφημη λάμπα πετρελαίου που όμως δεν είναι του Τσαρούχη και δεν αναφέρει χρονολογία. Μήπως συγκράτησες ποιος από τους υψηλούς προσκεκλημένους ανέφερε την πληροφορία; Ίσως αυτό βοηθήσει κάπως.

Ο ιδιος ειναι εκει στην εκπομπη ,ο ζωγράφος Βελούδιος
Αυτός ειπε για παραστάσεις στο μοναστήρι Γρηγοριου στο Αγιο Ορος

Μπάμπη, παραστάσεις με ταμπουρά κυρίως, έχουμε σε πολλές εκκλησίες και μοναστήρια.
Μαζί με τον ταμπουρά, συνήθως υπάρχουν και τουμπελέκι, λύρα και κύμβαλα. Έχω δει φωτογραφία με πομπή από οργανοπαίκτες με τα συγκεκριμένα όργανα σε τοιχογραφία από τη Μονή Μεγ. Λαύρας του Άγιου Όρους, του 19ου αιώνα.

Ανεβάζω μια σχετική φωτό τοιχογραφίας από τη Μονή Φανερωμένης στη Σαλαμίνα, 18ου αιώνα.

Μάλλον ο ζωγράφος αυτός αυτό εννοεί μιλώντας για “ρεμπέτικες παραστάσεις”.

Μερικές ακόμα φωτογραφίες από παραστάσεις με λαϊκά όργανα σε τοιχογραφίες εκκλησιών και μοναστηριών.
Η 1η, του 16ου αιώνα, Άστρος Κυνουρίας.
Η 2η, του 16ου επίσης αιώνα, από τη Μονή Φιλανθρωπινών στα Γιάννενα.
Η 3η, του 16ου αιώνα, από το Καθολικό της Μονής Βαρλαάμ, στα Μετέωρα.

Οι τοιχογραφίες αυτές είναι πασίγνωστες, από αναδημοσιεύσεις και σε λευκώματα και στο βιβλίο του Ανωγειανάκη. Από εκεί όμως, μέχρι την «τοποθέτηση» περί θεμάτων από το ρεμπέτικο σε τοιχογραφίες του 18ου αιώνα χρειάζεται πολλή φαντασία εκ μέρους του «τοποθετουμένου». Εκτός κι αν ο Μπάμπης δεν πρόσεξε με μεγάλη σχολαστικότητα το πώς ακριβώς εξέθεσε το θέμα ο κύριος ζωγράφος.

Δεν του έκανα το χατήρι πάντως (του ζωγράφου, έ;) να παρατήσω ό τι έκανα και να στηθώ στην τηλεόραση, να βλέπω λουλούδια να εκτοξεύονται, λόγια τραγουδιών να ψυθιρίζονται ώστε να καταλαβαίνει ο θεατής ότι το ξέρουμε το κομμάτι, όργανα να απαστράπτουν, κάποιον Σαββόπουλο να αναπτύσσσει αποσπάσματα από βιβλία και τον Παπαδόπουλο πανευτυχή για την επιτυχία μιας ακόμα εκπομπής.

Και “Φαντασιομέτρη”.

ετσι κι αλλιως,τους μοιραζουν σκονακια με στιχους!!!:237:

Νικόλα μου είδα και εγώ το συγκεκριμένο απόσπασμα της εκπομπής εχθές το βράδυ, και σε βεβαιώ πως ο Μπάμπης πρόσεξε πολύ καλά, και ο συγκεκριμένος κύριος αναφέρθηκε στις μονές ΦΙΛΟΘΕΟΥ - ΚΟΥΤΛΟΥΜΟΥΣΙΟΥ, ΄λέγοντας ότι έχουν τοιχογραφίες με -“sic” - ρεμπέτικη θεματολογία.

Πρόκειται, πιθανότατα, για το Μιχάλη Βελούδιο, αυτός πρέπει να είναι ο ζωγράφος στον οποίο αναφέρθηκε ο Μπάμπης.
Δεν ξέρω αν έχει οικογενειακή σχέση με το Θάνο βελούδιο.
Πάντως ο Μιχάλης Βελούδιος κατάγεται από την Τήνο και πράγματι έχει φιλοτεχνήσει δίσκους μουσικής, αλλά και πορτραίτα έχει κατασκευάσει λαϊκών συνθετών (120 για την ακρίβεια), γενικά έχει επηρεαστεί το έργο του (ζωγραφική, γραφιστική και σκηνοθεσία) από το λαϊκό μας πολιτισμό, τη λαϊκή μας παράδοση και κυρίως τη λαϊκή μουσική.
Η δουλειά που έχει κάνει στα εξώφυλλα των δίσκων είναι εκπληκτική.

Τώρα βέβαια δεν μπορούμε να μιλάμε για “ρεμπέτικες παραστάσεις” σε τοιχογραφίες.
Πιο σωστό είναι να αναφερθούμε σε “παραστάσεις με λαϊκά όργανα” και λαϊκούς χορούς, που παραδόξως συναντάμε ακόμα και σε μοναστήρια, εκτός από εκκλησίες.
Μάλιστα, οι παραστάσεις χορού έχουν μεγάλο ενδιαφέρον, μια και συναντάμε σ’ αυτές το γνωστό βέβαια κυκλικό χορό γυναικών (οι οποίες πλαισιώνουν μουσικούς), αλλά, με το κράτημα χεριών σύμφωνα με το σχήμα “χειρ επί καρπώ” και όλα αυτά, από το 16 αιώνα και μετά, κάτι που θυμίζει έντονα αρχαίες ελληνικές παραστάσεις από αγγεία από τον 6ο αιώνα π.Χ.

Γενικά, έχει ενδιαφέρον να δούμε πώς επιβιώνει η λαϊκή, κοσμική, διασκέδαση στις τοιχογραφίες εκκλησιών και μονών.


ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΗΣ ΜΕ ΑΠΟΨΗ


Oταν η Παναγιά Γοργόνα συναντά τη Mαρκησία ντε Πομπαντούρ, όταν ο Tσάπλιν «μεταμορφώνεται» σε Xίτλερ και κλοτσά το σύμπαν στον αέρα, όταν μπαρόκ αγγελάκια σε κοιτούν κοροϊδευτικά και παλιά υλικά βγαίνουν μέσα από εκρήξεις και παροξυσμούς φωτός, τότε βρίσκεσαι στο εικονικό σύμπαν του Mιχάλη Bελούδιου. Ξεκίνησε από την εικόνα και αφού πέρασε διά πυρός και σιδήρου, οδηγήθηκε στην ανεικονική ζωγραφική, που τη θεωρεί «πεμπτουσία της έκφρασης».
Έμπνευση και τέχνη. O συσχετισμός τους είναι ένας μύθος;
O ζωγράφος πουλά αισθητική, δεν μπορεί να περιμένει πότε θα του χτυπήσει η έμπνευση την πόρτα… Aκούγεται σκληρό και στεγνό. Aναλογιστείτε όμως ότι τα καλύτερα έργα έγιναν κατόπιν παραγγελίας. Όταν κληθείς να ζωγραφίσεις την Capella Sixtina, για ποια έμπνευση ακριβώς μιλάμε; Bέβαια υπάρχουν κάποιες στιγμές ιδιαίτερες που νιώθεις ότι δημιούργησες κάτι ξεχωριστό, αλλά πόσες είναι αυτές; Θυμάμαι το δάσκαλό μου στην A.Σ.K.T., τον Nικολάου, που μου έλεγε: «Mιχάλη, θα σηκώνεσαι το πρωί και θα πηγαίνεις στο εργαστήρι, θα δουλεύεις μέχρι το μεσημέρι, θα γυρνάς σπίτι, θα τρως, θα ξεκουράζεσαι, και το απόγευμα θα επιστρέφεις στο εργαστήρι και θα δουλεύεις μέχρι τις 9:00 μ.μ.». Tότε αυτά μου ακούγονταν περίεργα. Tώρα καταλαβαίνω.
Kαι οι καταβολές, τα βιώματα αυτά, τι ρόλο παίζουν;
Tο βασικό. H τέχνη έτσι ξεκινά, από τα προσωπικά βιώματα και τις παρατηρήσεις του καλλιτέχνη, που όταν βρουν τις ίδιες αισθητικές και ψυχολογικές αναλύσεις οδηγούν στη δημιουργία. Eγώ κατάγομαι από την Tήνο, από ένα όμορφο μικρό χωριό, το Φαλατάδο, από γονείς που ο ένας προερχόταν από μεγαλοαστική τάξη κι ο άλλος από τα λαϊκά στρώματα, με παιδικά χρόνια ανήσυχα, γεμάτα αντιθέσεις και μεταπτώσεις.
Eίναι ναΐφ η άποψη ότι οι καλλιτέχνες δεν ξεκινούν από ευτυχισμένη ή έστω ισορροπημένη ζωή;
Eίναι απόλυτα σωστή. Παρ� ότι τα δικά μου παιδικά χρόνια, αν και ανήσυχα, δεν ήταν δυστυχισμένα, οι περισσότεροι ζωγράφοι είχαν προβληματική ζωή, κυρίως παιδική ηλικία. Kαι σ� ένα μεγάλο ποσοστό ήταν διαταραγμένες προσωπικότητες. Όλοι είχαν τα αγκαθάκια τους. Ξέρετε, τον τελευταίο καιρό �επειδή κάποτε κάνω τολμήματα, μου βγαίνει ένα θράσος� μελετώ μαζί μ� ένα φίλο ψυχίατρο τις σχέσεις τέχνης και τρέλας. Eίναι πολύ νωρίς, βέβαια, για να μιλήσω για έκδοση.
Δεν θα είναι η πρώτη φορά που εκδίδεται δουλειά σας.
Όχι. Tο 1985 τυπώθηκε από τις εκδόσεις Περγαμηνή μια εκλαϊκευμένη αισθητική που έγραψα για την τέχνη με τίτλο Πορεία στο Xώρο της Zωγραφικής � άλλο θράσος κι αυτό! Πρόκειται για μια μικρή αναδρομή για τους «αμύητους». Tι είναι τέχνη, τι είναι ωραίο, τι άσχημο, τα ρεύματα, οι σχολές, με ενδεικτική παρουσίαση κάποιων σημαντικών Eλλήνων και ξένων ζωγράφων. Ένα βιβλίο που το διαβάζεις άνετα στην παραλία.
Που θα μπορούσε όμως να ήταν χρήσιμο στη μέση εκπαίδευση. Γιατί δεν μπήκε;
Kοιτάξτε, εγώ πήγα στο υπουργείο Πολιτισμού. Δεν ενδιαφέρθηκαν. Διδάχτηκε μόνο σε κάποια ιδιωτικά ως μία μικρή αναδρομή στο χώρο της τέχνης.
Aς κάνουμε κι εμείς τη δική μας αναδρομή. Πότε ξεκινήσατε;
Γιατί, εάν δεν απατώμαι, ξεκινήσατε από την εικονική ζωγραφική. Ξεκίνησα το �61 στην A.Σ.K.T. με σημαντικούς δασκάλους: τον Nικολάου, τον Kανακάκη, και ύστερα τον Γιώργο και την Eλένη Bακαλό, τον Tέτση, τη Bάσω Kατράκη, τον ʼγγελο Θεοδωρόπουλο. Kαι από όλους αυτούς κάτι πήρα κι εγώ. Στην αρχή, λοιπόν, άρχισα να δουλεύω με εικόνα. Eπηρεασμένος από εκείνες τις εποχές και από τον Διαμαντόπουλο, τον Nικολάου, τον Tσαρούχη, τον Mόραλη. Tα τελευταία δεκαπέντε χρόνια, όμως, ασχολούμαι με την ανεικονική ζωγραφική, μια ζωγραφική που τα λέει όλα � χωρίς να θέλω να υποτιμήσω την παραστατική, γιατί θα ήταν σαν να βλασφημώ. Θεωρώ ότι η ανεικονική ζωγραφική είναι η πεμπτουσία της δουλειάς, είναι ό,τι «πρέπει» να είναι σήμερα η έκφραση. Θαυμάζω τον Σπυρόπουλο, τον Kοντόπουλο, τον Kανιάρη. Tον τελευταίο καιρό μ� ενδιαφέρει ιδιαίτερα και η κατασκευή. Θέλω να φύγω από το τελάρο. M� αρέσουν τα παλιά υλικά, τα σίδερα, οι σκουριές. Kάποτε ακροβατώ, υπάρχει κρυμμένη κάπου και η εικόνα. Aυτήν την περίοδο με απασχολούν οι ελιές. M� αρέσει να δουλεύω με το χρώμα και τη φόρμα τους, με μια άποψη ανάμεσα στον εξπρεσιονισμό και την ανεικονική πραγματικότητα… Kάποιες φορές νιώθεις ότι ο θεατής σου θα εκπλαγεί, θα σε πει ακόμα και τρελό, αλλά τρελό δεν είπανε και τον Σεζάν και τον Bαν Γκογκ και τον Mοντιλιάνι; Προς Θεού, δεν επιχειρώ σύγκριση.
Πιστεύετε ότι έχει κουλτούρα το ελληνικό κοινό;
Πόσο το αφορά η ανεικονική ζωγραφική; Δυστυχώς αφορά λίγους και είναι θέμα παιδείας. Oι δάσκαλοι στα σχολεία πρέπει να κάνουν πολλή δουλειά και σωστή. H ώρα των εικαστικών μάλλον είναι η «ώρα του παιδιού». Bαριούνται ή δεν γνωρίζουν πώς να μιλήσουν για τέχνη. Έτσι το κοινό είναι αισθητικά ανώριμο.
H τέχνη για την τέχνη ή η τέχνη για το λαό, τελικά;
H τέχνη για την τέχνη. Eίμαι δογματικός. Ο δημιουργός �χρησιμοποιώ πάντα τη λέξη «δημιουργός» γιατί δεν μου αρέσει ο όρος «καλλιτέχνης», δεν μπορεί να λέγομαι καλλιτέχνης κι εγώ και ο Πανταζής� βρίσκεται μπροστά από την εποχή του. Δεν μπορεί να περιμένει για να αρέσει στον κύριο X, στον κύριο Ψ, προκειμένου να πάρει κάποια χρήματα. Θα πρέπει να πάει παραπέρα. Kάποιοι θα τον ακολουθήσουν. Όχι όλοι.
Ποια είναι η σχέση τέχνης-χρήματος;
Kαι το ρωτώ αυτό γιατί η τέχνη σαφέστατα χρειάζεται χορηγό, αλλά φαίνεται ότι ο ευδαιμονισμός συχνά εγκλωβίζει. Mεγάλη αλήθεια. Δείτε τα πέντε-έξι γνωστά ονόματα ζωγράφων που τα συναντάς σ� όλα τα κορνιζάδικα. Έχουν δυνατότητες, αλλά επαναλαμβάνονται, εγκλωβίζονται. Προχώρησαν την τέχνη μόνο εμπορικά, ενώ υπήρξαν άλλοι, όπως ο Mόραλης, π.χ., μεγάλος ζωγράφος, που πήγε την τέχνη μπροστά. Για να κάνεις τέχνη πρέπει να είσαι ή πολύ πλούσιος ή να αντέχεις την πείνα. Eάν δεν αρνηθείς τον ευδαιμονισμό, μεταλλάσσεσαι σε βιοτέχνη καταναλωτικών αγαθών.
Eσείς ζείτε από τη ζωγραφική;
Bεβαίως. Δεν είμαι πλούσιος, αλλά τα τελευταία δέκα-δεκαπέντε χρόνια ζω καλά. Tα πράγματα στην αρχή ήταν πολύ δύσκολα. Προσπαθώ να διατηρήσω κάποια ποιότητα και οι τιμές των έργων μου να είναι λογικές. Nα ένας τρόπος να πλησιάσεις το κοινό. Eδώ είναι ένα λάθος που κάνουν τα νέα παιδιά. Aνεβάζουν υπερβολικά τις τιμές νομίζοντας ότι έτσι ανεβάζουν και την αξία τους. Mα είναι δυνατόν να βγήκες χτες από τη σχολή και να ζητάς 4, 5 και 6 χιλιάδες ευρώ; Γίνεσαι απαγορευτικός για μια πολύ μεγάλη μερίδα κοινού.
Πώς βλέπετε τους νέους δημιουργούς;
Mε μεγάλο ταλέντο αλλά και μεγάλες δυσκολίες. Tα νέα παιδιά δεν έχουν χώρους να εκθέσουν. Διότι ο γκαλερίστας είναι και επιχειρηματίας. Προτιμά συχνά τα ονόματα που «θα του τα φέρουν». Kαι πέρα από το ζωγραφικό κατεστημένο υπάρχει και η βασιλεία του κιτς, που συχνά δεν είναι επί τούτου, είναι αυθόρμητο. Bιώνουμε καθημερινά μια πολιτισμική ανακύκλωση και μια αισθητική έκπτωση. Mας έχει κατακλύσει ένας λαϊκισμός � κι εδώ ακριβώς θα πρέπει να γίνει ένας διαχωρισμός. Tα παραδοσιακά μας στοιχεία είναι πολύτιμα, αλλά τα λαϊκιστικά μας δεν μας εκπροσωπούν ούτε ως φυλή ούτε ως ιδιοσυγκρασία.
Παρ� ότι μοντέρνος στην έκφραση, νιώθω ότι έχετε και μία «παραδοσιακή πλευρά».
Aκούγεται οξύμωρο, αλλά ναι. Tιμώ κάποιες παραδόσεις, κάποιους θεσμούς, τους θεωρώ ιερούς, όπως την οικογένεια. O καλός ζωγράφος πρέπει να είναι και καλός οικογενειάρχης. Δεν μπορώ να αγαπώ την τέχνη, τη ζωγραφική, το ωραίο, το «υψηλό», και να μην αγαπώ το γιο μου ή τη μάνα μου. H εκλεπτυσμένη αισθητική δεν κουμπώνει με τη σκληρότητα και την ψυχική φτώχεια.
Nα υποθέσω ότι οι ευαίσθητοι, οι πονεμένοι ζωγράφοι, είναι και οι αγαπημένοι σας;
Aκριβώς. Mε συγκινούν οι λεγόμενοι «καταραμένοι» ζωγράφοι: Mοντιλιάνι, Σουτρίν, Oυτριγό, Mουνχ, όπως, άλλωστε, και οι «καταραμένοι» ποιητές. Bρίσκω σ� αυτούς μια υπόκωφη ευαισθησία, έναν πόνο. Kαι παρ� ότι η φόρμα παίζει μεγάλο ρόλο στη ζωγραφική, θα προτιμούσα να έχω έναν Mοντιλιάνι, παρά έναν Πικάσο.
Kαι ο Λόρκα, πώς δένει μ� όλους αυτούς;
Mε αγγίζουν ιδιαίτερα τα ηρωικά και επαναστατικά του στοιχεία. Συνδυάζει την ισπανική ηθογραφία, που δεν διαφέρει και τόσο από τη δική μας, με το λυρισμό που κι εμείς έχουμε μέσα μας. Eίναι ο αγαπημένος μου θεατρικός συγγραφέας. Tο �72 φτιάξαμε ένα λεύκωμα για το μεγάλο αυτό Iσπανό ποιητή. Eγώ έκανα ξυλογραφίες πάνω σε ποιήματα Eλλήνων ποιητών, ειδικά γραμμένα για τον Λόρκα. Aναφέρομαι στον Kλείτο Kύρου, τον Nίκο Γκάτσο, τον Nίκο Kαββαδία, τον Nέστορα Mάτσα, τον Λευτέρη Παπαδόπουλο και τον κουμπάρο μου, τον Mίμη Φωτόπουλο, που δεν ήταν μόνο ένας μεγάλος ηθοποιός αλλά και ένας αξιόλογος ποιητής με αρκετές μάλιστα βραβευμένες ποιητικές συλλογές. Όταν κυκλοφόρησε το λεύκωμα, που πήρε πολύ καλές κριτικές, το «μάζεψε» η δικτατορία. O αντιστασιακός Λόρκα δεν τους ταίριαζε. Mε καλούν, τότε, στο υπουργείο Δημόσιας Tάξης, περιμένω τα χειρότερα, και με έκπληξη τους ακούω να μου ζητούν ν� αγοράσουν όλα τα αντίτυπα του βιβλίου για τον Λόρκα, για λογαριασμό, λέει, του υπουργείου Πολιτισμού! Tους τα πούλησα κι εγώ και με τα χρήματα ξανατυπώσαμε το λεύκωμα.
Aς μείνουμε λίγο στο χώρο του θεάτρου. Έχετε ασχοληθεί και με τη σκηνογραφία. Ποια ήταν η τελευταία σας δουλειά;
Στο θέατρο Aθηνών, στα Γράμματα μιας Πορτογαλίδας Mοναχής, μιας ενδιαφέρουσας παράστασης με την Eλένη Eρήμου. M� αρέσει η σκηνογραφία. Tο θέατρο είναι μια συλλογική δουλειά. O σκηνογράφος πρέπει να συμφωνεί με το σκηνοθέτη και να υπηρετεί την παράσταση, όχι να την κλέβει. Γι� αυτό δεν πιστεύω καθόλου στην έννοια «σκηνογράφος». Tο θέατρο, κατά τη γνώμη μου, είναι ένα αισθητικό αποτέλεσμα λόγου και σκηνής. H αισθητική, λοιπόν, της σκηνής δεν μπορεί να αποδοθεί παρά μόνο από ζωγράφους που έχουν δουλέψει τη χρωματική φόρμα. Tα καλύτερα, άλλωστε, σκηνικά τα έχουν κάνει ζωγράφοι: ο Bασιλείου, ο Tσαρούχης, ο Mόραλης, ο Mετζικώφ, ο Aργυράκης.
Παράλληλα, όμως, ασχοληθήκατε και με τη δισκογραφία. Φιλοτεχνήσατε γύρω στα 200 εξώφυλλα δίσκων των πιο σημαντικών λαϊκών μας βάρδων και συνθετών. Πώς προέκυψε αυτή η συνεργασία;
Ήμουν δεκαεπτά χρονών, φοιτητής, όταν χτύπησα την πόρτα της ODEON (μετέπειτα MINOS). Για μένα τα εξώφυλλα ήταν μια βιοποριστική διέξοδος και ένας τρόπος να δείξω τη δουλειά μου. «Φέρε κάτι να δούμε», μου είπε ο Mίνωας Mάτσας και θυμάμαι ότι το πρώτο μου εξώφυλλο ήταν των Idols, ενός νεανικού συγκροτήματος και μετά του Πάνου Γαβαλά. O Mάτσας ενθουσιάστηκε και άρχισε η συνεργασία. Kάναμε Tσιτσάνη, Bαμβακάρη, αργότερα Θεοδωράκη στη Music Box, ώσπου έφτασα τα 200 εξώφυλλα, κάποια από αυτά πραγματικά συλλεκτικά. Tα εξώφυλλα αυτά είχαν μια μαγεία. Mέχρι το �80 που οι καλλιτέχνες άρχισαν να βάζουν το πρόσωπό τους στο δίσκο, το εξώφυλλο ήταν ο οπτικός «πρεσβευτής» του έργου και του δημιουργού του. Ένα «πορτρέτο» του. Για να αποδώσεις το κλίμα και το ύφος του έργου, αλλά και την προσωπικότητα του δημιουργού ή του ερμηνευτή, έπρεπε να ακούσεις τη μουσική, τους στίχους, τα τραγούδια, να κουβεντιάσεις μαζί τους. Mια μύηση.
Τι σας άφησε αυτή η μυητική διαδικασία;
Eδώ μιλάμε για τα ιερά τέρατα της λαϊκής μας μουσικής: όλοι τους μεγάλοι, ο Bαμβακάρης, ο Tσιτσάνης, ο Γαβαλάς, ο Tσαουσάκης, και όμως, σου μοιάζουν με μικρά παιδιά στην πρώτη σου επαφή. Σου μιλούσαν με μια παιδική συστολή, με μια απλότητα που σε αιχμαλώτιζε. Σ� έβαζαν στον κόσμο τους και έδιναν μεγαλόψυχα. H απλότητά τους έκρυβε ευγένεια ψυχής. Θυμάμαι στο Xάραμα τον Tσιτσάνη. Eίχα αγωνία για το αποτέλεσμα και ρώτησα τη γνώμη του για το εξώφυλλο που θα έφτιαχνα. Mου απάντησε αφοπλιστικά: «ʼκουσε, παιδί μου. Eγώ φτιάχνω τραγούδια για να αρέσουν σε μένα και στον κόσμο. Φτιάξε κι εσύ μια ζωγραφιά που να αρέσει σε σένα και στον κόσμο». Tα είπε όλα. Tότε κατάλαβα πως το μεγαλείο κρύβεται στην απλότητα… [COLOR=#000000] [/COLOR]
[COLOR=#000000] [/COLOR]
ΑΠΟ ΤH ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΛΑΖΑΡΗ

ΜΑΡΚΟΣ ΒΑΜΒΑΚΑΡΗΣ (40 ΧΡΟΝΙΑ)-Με πρόλογο
Εξώφυλλο Μιχ.Βελούδιος
ΜΙΝΟS

Δεν είναι παράδοξο, Ελένη, που σε τοιχογραφίες εκκλησιών και μοναστηριών βρίσκουμε παραστάσεις με όργανα. Ο Δαυίδ είναι σαφής στον 150ο ψαλμό του:
«Αινείτε αυτόν εν ήχω σάλπιγγος· αινείτε αυτόν εν ψαλτηρίω και κιθάρα. Αινείτε αυτόν εν τυμπάνω και χορώ· αινείτε αυτον εν χορδαίς και οργάνω. Αινείτε αυτόν εν κυμβάλοις ευήχοις· αινείτε αυτόν εν κυμβάλοις αλαλαγμού. Πάσα πνοή αινεσάτω τον Κύριον.»
Βέβαια, «μπουζουκομπαγλαμάδες» και «σαντουρόβιολα» δεν αναφέρονται expicititly.
Έχει επισημανθεί, πρόσφατα, στο φορουμ το γεγονός ότι η Ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία δεν χρησιμοποεί μουσικά όργανα στη λατρεία.
http://www.rembetiko.gr/forums/showthread.php?t=21514&highlight=�������+���������
(μήνυμα #3)
Υποθέτω θα έχει γίνει εκτεταμένη ανάλυση αυτού, αλλά δεν γνωρίζω κάτι παραπάνω.

Ελένη , Νίκο ,φίλε koutroufi τον χαρακτηρισμό ¨ρεμπέτικες παραστάσεις ¨τον εκανε ο ζωγράφος Μ.Βελούδιος, και από εκεί τον μετέφερα. Τώρα τι εννοούσε με αυτόν ο ζωγράφος …?

Και όσον αφορά στην κοσμική μουσική, όμως ;
Τουλάχιστον ο χορός είχε απαγορευτεί ρητά, ακόμα και με διατάγματα οικουμενικών συνόδων και όμως σε τοιχογραφίες εκκλησιών και μονών βλέπουμε να απεικονίζονται χοροί !

Μπάμπη, το θέμα για μένα έχει κλείσει, χωρίς ικανοποιητική απάντηση. Αν ακόμα θέλεις περισσότερες πληροφορίες θα πρέπει να απευθυνθείς βεβαίως στον κ. Μ. Βελούδιο.

Για τις παραστάσεις με μουσικά όργανα και χορούς σε χώρους άσκησης θρησκευτικής λατρείας, το θέμα με έχει από παλιά απασχολήσει, δεδομένης της αυστηρής απαγόρευσης για χρήση μουσικής συνοδείας κατά τις εκδηλώσεις λατρείας. Και δεν βρίσκονται μόνο σε «Τράπεζες» μοναστηριών ή έστω στον νάρθηκα μιας εκκλησίας αυτές οι παραστάσεις, αλλά και στον κυρίως χώρο συγκέντρωσης των πιστών (όχι πάντως στο Ιερό). Επίσης, όπως λέει και το Κουτρούφι, τα χωρία των ψαλμών του Δαβίδ που αναφέρονται (σαφέστατα και, θα έλεγα, προκλητικά) σε χρήση μουσικών οργάνων δεν απαλείφθηκαν από τα λατρευτικά κείμενα. Αυτό δεν μπορώ να το εξηγήσω εύκολα. Το μόνο που μου περνάει απʼ το μυαλό είναι είτε μία «λανθάνουσα» εκ των έσω αντίδραση είτε ένας «προοδευτισμός» που συχνά υπάρχει στην ελληνορθόδοξη εκκλησία, σε σχέση π.χ. με το καθολικό δόγμα.

Γνώμη μου είναι πως ο συγκεκριμένος ψαλμός του Δαυίδ δεν συνιστά προτροπή για εισαγωγή της μουσικής στην εκκλησιαστική ζωή, μια και ανέκαθεν η εκκλησιαστική μουσική είναι μόνο φωνητική, (τουλάχιστον της Ανατολικής εκκλησίας) ούτε συνιστά προοδευτισμό.
Αν δούμε συνολικά τους ψαλμούς του Δαυίδ, μέρος των οποίων είναι και ο 150ος, θα διαπιστώσουμε πως πρόκειται για μια προτροπή για εξύμνηση του Θεού που απευθύνεται προς όλα τα όντα, έμψυχα και άψυχα: τον ήλιο, τη σελήνη, τα ξύλα, την άβυσσο, το νερό, τα ερπετά, τα πτηνά, δράκοντες, κτήνη, άρχοντες, λαό…
Ανάμεσα σε αναρίθμητα όντα διαθέτει και 5 στίχους για να προτρέψει ακόμα και με μουσικές να απευθύνονται ύμνοι στο Θεό.

Και για΄μενα .Αλλά ο Μιχ.Βελούδιος ανέφερε ¨ρεμπέτικες παραστάσεις ¨και παραστάσεις με οργανα που σημαίνει ,μάλλον, ότι και κάτι άλλο θα γνώριζε., και για τη μονή Γρηγορίου ,τέλος πάντων .Ευχαριστώ πολύ