Ρεμπέτικο τραγούδι από την Σμύρνη έως τον Πειραία

Σχεδόν από το 1850, στα παράλια της Σμύρνης στη Μικρά Ασία, στη δημοφιλή συνοικία της Κωνσταντινούπολης, στα σοκάκια του λιμανιού της Σύρου, και στις εργατικές τάξεις της Αθήνας, του Πειραιά και της Θεσσαλονίκης.

Για να μην αναφέρουμε τις Ηνωμένες Πολιτείες, κι όλα τα μέρη του κόσμου όπου οι Έλληνες μετανάστες είχαν συρρεύσει κατά χιλιάδες. Άρχισε να δημιουργείται μια νέα μουσική: τα λαϊκά τραγούδια, το στυλ των οποίων σήμερα αποκαλούμε ρεμπέτικο. Διαδόθηκαν ραγδαία. Πρώτα ανάμεσα στους Έλληνες της Μικράς Ασίας, έπειτα στις κοινότητες των μεταναστών στην Αμερική και τελικά – μετά το 1922 – στην κυρίως Ελλάδα.

Τα ρεμπέτικα έφτασαν στην ακμή τους στο χρονικό διάστημα ανάμεσα στους δύο παγκόσμιους πολέμους. Ήταν το στάνταρ ρεπερτόριο στα κλαμπ και τα μπαρ και κυριαρχούσαν στη δισκογραφία των 78 στροφών τόσο της Ελλάδας όσο και της Αμερικής εκείνη την εποχή.

Η απήχηση των ρεμπέτικων στη λαϊκή μάζα ερχόταν σε αντίθεση με τους εκπροσώπους των ηθικών και πνευματικών αρχών, και η μουσική αυτή λογοκρίθηκε αυστηρά στα 1930. Η λογοκρισία όμως δεν σκότωσε τα ρεμπέτικα. Κάθε άλλο. Αμέσως μετά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο γνώρισαν τεράστια άνθηση στην Ελλάδα, η οποία διήρκεσε μέχρι τα μέσα του 1950. Μια άνθηση που κατά ένα μέρος ίσως εξηγείται από τα βάσανα και τις κοινωνικές αναταραχές που προκάλεσε ο πόλεμος, και κατά ένα άλλο από τις οικονομικές πιέσεις που συνέβαλαν στη δημιουργία μεγάλων αστικών κέντρων, όπως η Αθήνα και η Θεσσαλονίκη.
Στη διάρκεια των τελευταίων είκοσι ετών, όλοι οι κύριοι εκπρόσωποι του ρεμπέτικου, οι συνεχιστές των τραγουδιστών και των συνθετών που είχαν έρθει από τη Μικρά Ασία μετά την καταστροφή του 1922, έχουν πια πεθάνει.

Αφήνουν πίσω τους μια πλούσια δισκογραφία, η οποία σιγά-σιγά άρχισε να συλλέγεται και να καταγράφεται από τους ρεμπετολόγους. Στο μεταξύ εμφανίστηκαν καινούριες γενιές τραγουδιστών και οργανοπαιχτών, έτσι ώστε διατηρήθηκε ζωντανή η παράδοση.

Όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και στις ελληνικές κοινότητες της Αμερικής, της Βρετανίας, της Αυστραλίας και αλλού, υπήρχαν κέντρα όπου όχι μόνο ακούγονταν τα παλιά τραγούδια, αλλά διαμορφώνονταν και καινούρια. Σκοπός αυτής της εισαγωγής είναι να σκιαγραφήσει ένα μέρος του υπόβαθρου και της ιστορίας της ρεμπέτικης μουσικής.

http://www.pontos-news.gr/permalink/4147.html

giannis85, μπορείς να μας εξηγήσεις τον λόγο για τον οποίο επέλεξες να δημοσιεύσεις αυτό το συγκεκριμένο κείμενο από τα χιλιάδες που κυκλοφορούν και αναπαράγονται για το ρεμπέτικο στο διαδίκτυο; Σπάνια έχω δει τέτοια απλουστευτκή γενικολογία συνδυασμένη με χοντρές ανακρίβειες.

και δεν φταίνε τα pontos news, άλλη είναι η αρχική πηγή.

Κε Νίκο Πολίτη, δεν υπάρχει συγκεκριμένος λόγος. Έχω μικρασιατική καταγωγή, βρήκα το κείμενο γιατί είμαι αναγνώστης του pontos news και το έβαλα εδώ. Έχω αρχίσει τελευταία να ψάχνω την ιστορία της ρεμπέτικης μουσικής και γι αυτό γράφτηκα και στο forum.
Προφανώς έχετε δίκιο, υπάχουν πολύ καλύτερα κείμενα για το ρεμπέτικο. Αν υπάρχει πρόβλημα να το διαγράψουμε.

Πριν διαγράψουμε ένα κείμενο επειδή δεν είναι καλό (στην πραγματικότητα είναι κάκιστο) θα ήταν καλύτερο να αναλογιστούμε, τι μπορούμε να κάνουμε ώστε να βελτιώσουμε την ικανότητά μας να αναγνωρίζουμε ένα κακό κείμενο. Διαβάζοντας το φόρουμ μας πάντως, θα βρεις αρκετά κείμενα από καλά ως άριστα (για να παινέσουμε και το σπίτι μας, βεβαίως…)

Γιάννη συνέχισε τη μελέτη γύρω από το ρεμπέτικο και το λαϊκό τραγούδι. Θα βρεις όντως καλύτερα και ποιό σωστά άρθρα καθώς και μια καλή βιβλιογραφία, αλλά το κυριότερο είναι τα ίδια τα τραγούδια. Δες τι έχουν να σου προσφέρουν στιχουργικά (ιστορίες ολόκληρες) ψάξε τις ιστορίες που έχουν να πουν (πολλά λένε) και άκου και πώς εκφράζονται στα όργανα τους οι εκτελεστές-συνθέτες. Μιας και είσαι μικρασιάτης ένα ωραίο μεν δυσεύρετο δε βιβλίο είναι το ‘‘νταήδες τση Σμύρνης’’, που περιγράφει τα του Σμυρναϊκού υποκόσμου όγου χάρη.

1 «Μου αρέσει»