«Ο Χαράλαμπος Παγιάτης στο Πώς να παίξετε μπουζούκι, Σύγχρονη μέθοδος με*
βάση το πρακτικό σύστημα της ταμπλατούρας, επιχειρεί να εντάξει την παρουσίαση των
δρόμων σε μια παιδαγωγική λογική. Έτσι, αντί για ξεχωριστό κεφάλαιο, οι δρόμοι
εισάγονται προοδευτικά, ανάλογα με την δυσκολία της προσέγγισης και τις
παραπληρωματικές γνώσεις που θεωρεί ότι απαιτούνται κάθε φορά. Έτσι η κλιμάκωση
της παρουσίασης έχει ως εξής: στο 4ο μάθημα, εισάγει τη μελωδική γραμμή του λαϊκού
δρόμου μι ουσάκ, στο 8ο παρουσιάζεται ο ντο ματζόρε δρόμος, στο 11ο μέρος ο δρόμος
λα διατονικός μινόρε (φυσική ελάσσων) ή αλλιώς, κατά το συγγραφέα, νησιώτικο
μινόρε. Στο 13ο παρουσιάζεται ο δρόμος ρε αρμονικός μινόρε και στο 14ο η απλή
χρωματική κλίμακα. Όσον αφορά την τελευταία, σε ανιούσα κίνηση, ξεκινά από το
ντο#, δεν παίζει τη φα, ούτε το υψηλότερο ρε, υπάρχει όμως το επόμενο φα
καταλήγοντας στην φα# (περίπου μιάμιση οκτάβα). Σε κατιούσα κίνηση υπάρχουν οι
ίδιες νότες, με την διαφορά ότι χρησιμοποιούνται υφέσεις αντί για διέσεις όπως στο
ανέβασμα της κλίμακας. Με άλλα λόγια, είναι φανερό ότι η περιγραφή των δρόμων
γίνεται μάλλον με λογική διατύπωσης άσκησης, παρά με αξιώσεις ουσιαστικής
θεωρητικής προσέγγισης. Στο 17ο μάθημα περιγράφεται η κλίμακα ρε ματζόρε, στο 18ο
ο δρόμος ρε χιτζάζ, στο 19ο αναφέρεται πάλι ο δρόμος μι ουσάκ από δύο διαφορετικές
θέσεις στις χορδές λα, ρε και τέλος στο 22ο παρουσιάζεται ο δρόμος φα ματζόρε στη
χορδή ρε.
Σε όλες τις κλίμακες δίνονται οι βασικές συγχορδίες. Πάντα χρησιμοποιείται
πεντάγραμμο, ταμπλατούρα και η απεικόνιση της ταστιέρας. Οι κλίμακες δίνονται σε
ανιούσα και κατιούσα μορφή (εκτός του αρμονικού μινόρε, που δίνεται μόνο σε
ανιούσα). Στους υπόλοιπους λαϊκούς δρόμους δεν γίνεται καμιά αναφορά, χωρίς να
δηλώνεται ο λόγο που υπαγόρευσε τις συγκεκριμένες επιλογές κλιμάκων. Δεν
αναφέρονται οι ματζόρε και μινόρε κλίμακες με τον οπλισμό, διέσεις-υφέσεις.
Στο ιδιαίτερα δημοφιλές και γνωστότατο βιβλίο του, που αφορά τους λαϊκούς
δρόμους, ο ίδιος συγγραφέας κάνει μια πιο διεξοδική ανάλυση της μελωδικής και
αρμονικής δομής των κλιμάκων, σε ανιούσα και κατιούσα μορφή. Η μελωδική αφορά
την ανάλυση των δρόμων σε πεντάχορδα και τετράχορδα, ενώ η αρμονική την ανάλυση
των συγχορδιών της κάθε βαθμίδας, καθώς επίσης και πώς όλα αυτά εκφέρονται στην
πρακτική εφαρμογή τους. Σημειώνεται πως υπάρχουν διαφωνίες για την ονοματολογία
των τετραχόρδων και πενταχόρδων, με τη σύνθεση των οποίων, σε διάφορους
συνδυασμούς, δημιουργούνται επτάφθογγες κλίμακες. Οι δρόμοι είναι οι εξής: χιτζάζ,
χιτζαζκιάρ, πειραιώτικος, ραστ, χουζάμ, σεγκιάχ, νησιώτικο μινόρε, ουσάκ, σαμπάχ,
καρτζιγάρ, κιουρδί, ποιμενικό μινόρε, νιαβέντ και οι δυτικοευρωπαϊκές κλίμακες:
ματζόρε, αρμονικό μινόρε και μινόρε μελωδικό. Στο τέλος του βιβλίου αναφέρονται (όχι
όμως αναλυτικά, όπως οι προηγούμενοι) και οι δρόμοι που ο συγγραφέας ισχυρίζεται
ότι χρησιμοποιούνται πιο πολύ για αυτοσχεδιασμούς: χουσεϊνί, νεβεσέρι,
ταμπαχανιώτικος, δρόμος τσιγγάνικος και η κλίμακα των Ανδαλουσίων της Ισπανίας.
Στοιχεία επίσης δίνονται και για τις συγγένειες των δρόμων.
Ο συγγραφέας, δίχως να γίνεται διεξοδικός, είναι ο πρώτος που θίγει το
ακανθώδες ζήτημα της ονοματοθεσίας, αναφέροντας τις πιο διαδεδομένες στον οικείο
του χώρο όψεις του: ο σεγκιάχ μέχρι την έκτη βαθμίδα του ονομάζεται μαγιέ, μερικοί
ονομάζουν τον ουσάκ κιουρδί, τον καρτζιγάρ, λαθεμένα σύμφωνα με τον συγγραφέα,
καρτζιγιάρ, τον κιουρδί ως νησιώτικο μινόρε και τον ποιμενικό μινόρε ως σουζινάκ ή
ρουμάνικο μινόρε ή νιγρίζ.
Δεν λείπει επίσης η αναφορά σε ζητήματα προέλευσης, έστω κι αν δεν
τεκμηριώνεται: για τον Χαράλαμπο Παγιάτη ο ματζόρε ταυτίζεται με τον
αρχαιοελληνικό λύδιο τρόπο, ο ράστ σε κατιούσα κίνηση με τον υποφρύγιο που
ξεκινούσε από σολ, ενώ αν στην κατιούσα του ράστ περνάει από την βάση για
παράδειγμα από ρε, σε ντο# - σι# - ντο# και καταλήγει ρε, ονομάζεται ράστ ατζέμ ή ράστ
αχούρ και τέλος για παράδειγμα από ρε, η κίνηση ρε – μιb – μι - φα# - σολ, ονομάζεται
κίνηση νεβά και περιέχεται στο δρόμο μαγιέ.
Το βιβλίο αυτό με τους λαϊκούς δρόμους δεν αποτελεί βέβαια μέθοδο εκμάθησης
με την στενή έννοια, συμπεριλαμβάνεται ωστόσο στην ανάλυσή μας διότι λειτουργεί
συμπληρωματικά ως προς την μέθοδο διδασκαλίας του μπουζουκιού, που έχει εκδώσει
ο ίδιος ο συγγραφέας. Η έκταση του περιεχομένου του, όπως και η οργάνωση της δομής
του είναι αξιοσημείωτα, πολύ περισσότερο δε που δεν καταγράφεται αντίστοιχη
προηγούμενη προσπάθεια στην βιβλιογραφία. Η ανάλυση των δρόμων και των
συγχορδιών είναι πολύ εκτενής, και προφανώς απευθύνεται σε έμπειρους μουσικούς.
Επίσης σημαντικό είναι να πούμε ότι η έρευνα του συγγραφέα υποστηρίζεται από ένα
ευρύ (αν και όχι πλήρες) απάνθισμα βιβλιογραφικών αναφορών, το οποίο παρατίθεται στο τέλος του βιβλίου»
https://apothetirio.lib.uoi.gr/xmlui/bitstream/handle/123456789/394/lpm_000031.pdf?sequence=1
Χ. Σκαμνέλος, ΜΕΘΟΔΟΙ ΜΠΟΥΖΟΥΚΙΟΥ: ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΜΠΕΙΡΙΑ ΣΤΑ ΕΓΧΕΙΡΙΔΙΑ (Πτυχιακή 2007)