Είναι ένα θέμα που με απασχολεί καιρό τώρα και συνεχώς αλλάζω οπτική γωνία. Θα ήθελα τις σκέψεις σας.
Παίζω Ρεμπέτικο μόνο ερασιτεχνικά. Πάντα θαύμαζα τους ανθρώπους που έχουν την ικανότητα να αναπτύξουν μουσική έκφραση και δεξιοτεχνία σε περισσότερα απο ένα όργανα. Τα παραδείγματα δεν είναι λίγα.
Στην προσπάθεια μου όμως ως ερασιτέχνης να αναπτύξω τέτοιες δεξιότητες, συχνά χάνομαι και καταλήγω να σπαταλάω χρόνο και ενέργεια.
Το να πάρεις δευτερο όργανο μαζί σου θέλει σκέψη:
Πόσο θα το χρησιμοποιήσω;
Πόση ώρα θα μου πάρει να ζεσταθώ επάνω του στην αλλαγή;
Πόσο χρόνο/χρήμα θα αναλλώσω ελέγχοντας οτι είναι σε καλή κατάσταση, με φρέσκιες χορδές κλπ.
Πέρα απο το δικό μου βίτσιο να βγάλω το όργανο απο το σπίτι, θα φέρει κάτι ουσιαστικό στο κοινό μου και την ενορχήστρωση;
Μπορώ να το κουβαλήσω και να το συνδέσω εύκολα στο μικρόφωνο ως αλλαγή;
Δεν έχω πάντα την κρίση να αποφασίσω όλους αυτούς τους παράγοντες και συχνά την πατάω.
Τελικά η προσθήκη δεύτερου/τρίτου οργάνου στη μελέτη μας, φέρνει κάτι ουσιαστικό στην γενικότερή μας αντίληψη ή όχι;
Αν ναι, υπο ποιές συνθήκες;
Ανάλογα με το ύφος και τον ήχο που θες να δώσεις διαλέγεις συνήθως το ανάλογο όργανο
Εάν το κάνεις στη ροή ενός παιξίματος, δε θα χρειαστείς ιδιαίτερο χρόνο μιας και τα χέρια σου θα είναι ήδη ζεστά από το προηγηθέν παίξιμο.
Όσο ο καθένας που παίζει ένα όργανο. Εννοώ ότι όσο χρόνο χρειάζεται κάποιος κιθαρίστας για να κρατάει σε καλή κατάσταση τη κιθάρα του, άλλο τόσο θα χρειαστείς κι εσύ που δεν είσαι κιθαρίστας για να συντηρείς μια κιθάρα.
Αυτό είναι κάτι που μπορείς μόνο εσύ να το απαντήσεις. Εάν η ενορχήστρωση διανθίζεται πχ. με τον ήχο ενός μαντολίνου αλλά εσύ έχεις αποφασίσει να να μη το βάλεις και να το αντικαταστήσεις με μια κιθάρα και πάλι η δουλειά γίνεται αλλά το αποτέλεσμα προφανώς δεν είναι το ίδιο.
Συνήθως οι πολυοργανίστες έχουν για το κάθε όργανο δική του γραμμή ήχου/μικρόφωνου με τις δικές του ρυθμίσεις που έχουν κάνει προηγουμένως στο sound check (καθώς και το κούρδισμα) ώστε την ώρα που θα χρειαστούν το όργανο να είναι απλά έτοιμο. Το τσακώνουν από το σταντ και παίζουν.
Κατά την άποψή μου κάθε όργανο έχει κάτι διαφορετικό να δώσει τόσο σε ήχο όσο και στο τελικό αποτέλεσμα. Σκέψου ότι υπάρχουν και συγγενικά όργανα που ακριβώς επειδή εξυπηρετούν μια διαφορετική ανάγκη πολλοί τα προτιμούν. Πχ. ένα βιολί ακούγεται εξαιρετικά στα μικρασιάτικα αλλά ένα πολίτικο λυράκι μπορεί να δώσει κάτι παραπάνω που να σε συνεπάρει. Αντίστοιχα ωραίο και τρίχορδο αλλά υπάρχουν τραγούδια που ένα μαντολίνο θα τους έδινε κάτι παραπάνω (πχ δες Περιστέρη).
Όλα αυτά τα λέω καθαρά από προσωπική άποψη χωρίς να θεωρούνται κανόνας!
κατ’εμε δεν θα προσφέρει κατι αλλο, παρα μόνον την ευχαρίστηση του άλλου οργανου αλλου ήχου και ενασχόληση.
εκείνο που ειναι σίγουρο ειναι οι ωρες δεν πανε στράφι.
Σε κάνουν καλυτερο Μουσικό γενικώς!
Θα μιλήσω από την δικιά μου εμπειρία, περνώντας από την κιθάρα στο μπουζούκι και μετά στο λαούτο. Καταρχήν ήταν πολύ βοηθητικό να περάσω από την συνοδεία στη μελωδία, ανέλυσα λεπτομερέστερα τα κομμάτια και επίσης κατάλαβα καλύτερα τι θέλει να ακούει ένας μπουζουξής από τον κιθαρίστα. Αργότερα, στο λαούτο εξερεύνησα τον πρόγονο αυτών των δύο οργάνων σε κάποια παιξίματα. Ακόμα και στον μπαγλαμά ανακάλυψα πιο μίνιμαλ τρόπους να παιχτεί μια μελωδία ή μια συνοδεία.
Όλα κάτι σου δίνουν, όπως και το πέρασμα από τα μπλουζ και το ροκ ή από το πιάνο και την ηλεκτρική κιθάρα, απλά θέλει χρόνο. Χρόνο για να αφοσιωθείς σε ένα όργανο και να κατακτήσεις ένα στοιχειώδες επίπεδο, χρόνο για να καταφέρεις να κάνεις μετάβαση από το ένα στο άλλο, χρόνο για να εμβαθύνεις γενικότερα. Ειδικά για την μετάβαση, είναι ένας διακόπτης που στην αρχή γυρίζει πολύ δύσκολα αλλά με την τριβή μαλακώνει και αν εξασκείται συχνά μπορεί να γίνεται επί σκηνής από κομμάτι σε κομμάτι.
Ελπίζω να απάντησα σε κάποιες από τις σκέψεις σου, εξάλλου ο Αλέξανδρος με κάλυψε ήδη με τις απαντήσεις του.
Σας ευχαριστώ για τις απαντήσεις
Φυσικά κατανοώ και τους τρόπους που πιθανών μια προσθήκη οργάνου είναι πρόσβαση σε κάθε είδους έμπνευση, χαρά κλπ.
Αυτό που με προβληματίζει είναι τα πιθανά εμπόδια που μπορεί να προκύψουν.
Η κατανομή χρόνου μελέτης είναι το κυριότερο. Στη δικη μου περίπτωση υπάρχει διαφορά μεταξύ εστιασμένης μελέτης σε λιγότερη ύλη και πασαλείματος σε ότι όργανο μου 'ρθει να παίξω εκείνη την ώρα.
Το άλλο θέμα είναι πως, τελικά ότι όργανο και να πιάσω, πάλι εγώ είμαι. Δηλαδή οκ, ακόμα και να νοστιμίζει το λάιβ με λίγο μαντολίνο, πάλι εγώ παίζω, με όσο μακάμ, θεωρία τεχνική ξέρω και με όση αντίληψη διαθέτω. Είναι λοιπόν ψευδής κατα κάποιο τρόπο η ιδέα
περισσότερα όργανα=καλύτερο επίπεδο
Ειδικά σ’ αυτό, θα απαντούσα ασυζητητί ναι.
Έχω ζήσει μερικά χρόνια στην Κάρπαθο. Εκεί τα τοπικά παραδοσιακά όργανα είναι λύρα, τσαμπούνα και λαούτο. Το επαγγελματικό καθεστώς των οργανοπαιχτών είναι λίγο φλου, π.χ. σ’ ένα μεγάλης διάρκειας πανηγύρι θα εναλλαχθούν πολλοί στον κάθε ρόλο, χωρίς να υπάρχουν σταθερά σχήματα «αυτός με αυτόν».
Όσοι λοιπόν παίζουν δύο ή τρία όργανα, είναι πιθανόν σε κάθε συγκεκριμένη φάση να εμφανιστούν με οποιοδήποτε από τα τρία, ή και ν’ αλλάξουν καθ’ οδόν. Η ενορχήστρωση ωστόσο παραμένει στάνταρ (με κάποιους εσωτερικούς κανόνες για την τσμπούνα, πότε επιτρέπεται, πότε απαγορεύεται και πότε είναι υποχρεωτική).
Τώρα ζω στην Κρήτη. Εδώ επαγγελματικά τα πράγματα είναι αλλιώς: σε κάθε ιβέντ καλείται συγκεκριμένο σχήμα, ή, συνηθέστερα, συγκεκριμένος λυράρης που θα φέρει τους δικούς του συνεργάτες. Ένας λυράρης που παίζει εξίσου καλά και λαούτο, μου είχε πει ότι στα πρώτα βήματα της καριέρεας του χρειάστηκε να ξεκαθαρίσει την ταυτότητα με την οποία έμπαινε στην πιάτσα: λυράρης ή λαουτιέρης; Μία έτσι μία αλλιώς, «δεν πήγαινε».
Παρά ταύτα, πολλοί λυράρηδες παίζουν και μαντολίνο. Αυτοί είναι στάνταρ ν’ αλλάξουν από λύρα σε μαντολίνο για λίγα κομμάτια, 10-15 λεπτά μέσα σ’ ένα πολύωρο πρόγραμμα.
Αυτό για την κατανομή χρόνου το δέχομαι, στην αρχή χρειάζεται μια κάποια αφοσίωση ειδικά αν πρόκειται για αρκετά διαφορετικό τρόπο παιξίματος.
Αλλά όταν μπεις στο νόημα του κάθε οργανου, όταν καταλάβεις την φιλοσοφία του, αλλάζεις κι εσύ λιγάκι. Είναι κάπως σαν μια δεύτερη γλώσσα όπου επίσης αλλάζει λίγο ο τρόπος σκέψης.
Γενικά το θεωρώ σημαντικό εμπλουτισμό της μουσικής μας αντίληψης, έστω και μια ιδέα του πώς παίζεται κάποιο όργανο. Ακόμα και αν ποτέ δεν το μάθουμε, θα συνεννοηθούμε καλύτερα με τους παίχτες και θα ταιριάξουμε καλύτερα σε μελλοντικές μουσικές συνευρέσεις.
Ξέχασα να το γράψω πριν, αλλά το θυμήθηκα στην πράξη σήμερα στο μαγαζί: ο καλύτερος τρόπος για να ζεσταθείς πάνω στο όργανο, είναι ένα ταξίμι.
I learned the taximi from Delias’ “To haremi…” on Tzoura, i will play it on my saxofone
Ανοίγεις αρκετά θέματα. Σαν παίχτης πρέπει να προσέξεις να μη σε παρασύρει η ικανότητα σου στο ένα όργανο, και να ξεχάσεις ότι τα χέρια σου δεν είναι συνηθισμένα στο άλλο, θα κουραστείς, αν δεν προσέξεις μπορεί και να προκύψει τραυματισμός. Αλλά για να αποκτήσεις αντοχές και στα δυο χρειάζεται περισσότερος χρόνος. Σίγουρα υπάρχουν τεχνικές στο ένα όργανο που να “μεταφέρονται” στο άλλο. Είμαι σίγουρος ότι κάποια από τα κόλπα του Παγκανίνι στο βιολί είναι δανεισμένα από τεχνικές της κιθάρας που επίσης έπαιζε. Αν μη τι άλλο κατανοείς καλύτερα το ρόλο του κάθε οργάνου στην ενορχήστρωση.
Κάποια όργανα έχουν μη συμβατές απαιτήσεις, π.χ. νύχια για το ένα, κομμένα νύχια για το άλλο.
Για πρόβες, τζαμαρίσματα και συναυλίες, η εναλλαγή των οργάνων είναι σίγουρα θετική για τους ακροατές και τους άλλους μουσικούς. Αν ακούς όλη νύχτα μπουζουκομπαγλαμάδες, ένα ακορντεόν ή ένα ούτι ξεκουράζει το αυτί και αναζωπυρώνει το ενδιαφέρον. Αλλά για τον ίδιο το μουσικό σημαίνει επιπλέον κουβάλημα, περισσότερη δουλειά για τον ηχολήπτη (αν υπάρχει ηχολήπτης), ίσως περισσότερα μικρόφωνα, βάσεις, κανάλια στην κονσόλα κλπ.
When you pick up a saxophone, moisten the mouthpiece and breathe, it’s completely different to a Tzoura with a plectrum. And your sax has a jazz past, so you also phrase with a jazz feel. But it will be interesting to play Anestis’ taximi as faithfully as possible, it’s Phrygian anyway.