Ο τόνος πρέπει να υπηρετεί τον τραγουδιστή;

Αν κατάλαβα καλά υποστηρίζεις ότι τα τραγούδια στις αρχικές τους εκτελέσεις ηχογραφήθηκαν σε αυτούς τους τόνους για να αποδίδει καλύτερα το μπουζούκι στις ανοιχτές, γιατί αν τα έπιαναν από άλλο τόνο δεν θα είχαν αυτή την απόδοση.
Και ότι πρέπει κι εμείς να τα παίζουμε στον ίδιο τόνο για να τα αποδώσουμε εξ’ ίσου καλά, άσχετα αν δεν πηγαίνει η φωνή του τραγουδιστή, αλλιώς να μη τα παίζουμε καθόλου γιατί τα σφάζουμε.

Δεν ξέρω αν αυτό εννοούσε ο Δημήτρης, αλλά κατά τη γνώμη μου αυτό ισχύει. Μπορεί να υποστηριχτεί από πλείστες περιπτώσεις παραδοσιακών εκτελέσεων στον τόνο που είναι καλός για τα όργανα αλλά όχι για τη φωνή, οι οποίες μάς δίνουν ένα μέτρο των κριτηρίων περί ωραίου που ίσχυαν παλιότερα.

Αυτό ακριβώς γίνεται σε ορισμένες ιστορικές ηχογραφήσεις.

Νομίζουμε ότι αν το τραγούδι το πούμε καλά το υπηρετούμε, κι αν το στριγγλίσουμε ή το μουρμουρίσουμε το σφάζουμε. Έχετε σκεφτεί ποτέ ότι αυτό δεν είναι παρά το δικό μας, σημερινό, αναπόφευκτα σχετικό και υποκειμενικό κριτήριο; Και ότι στην πραγματικότητα είναι εγωκεντρικό να αποδίδουμε γενικότερη αξία σ’ ένα τέτοιο κριτήριο;
Ο Καραπιπέρης, ο Μπάτης και διάφοροι άλλοι τον σωστό τόνο τον έκριναν με βάση το όργανο και όχι τη φωνή. Η φωνή δεν υπήρχε για να προσφέρει αισθητική τέρψη αλλά για να πει ό,τι είχε να πει, πράγμα που και σήμερα παραμένει κανόνας στη δημοτική μουσική (στα ελάχιστα μέρη όπου υπάρχει ακόμη δημοτική μουσική, δηλ. μουσική του λαού και όχι των μουσικών).
Αυτό δε μας δεσμεύει φυσικά να υιοθετήσουμε και σήμερα τα τότε κριτήρια. Μπορούμε να εφαρμόζουμε τα δικά μας. Καλό όμως είναι να υπάρχει συναίσθηση ότι και τα δικά μας κριτήρια είναι σχετικά. Άλλο καλή εκτέλεση (εύηχη) και άλλο πιστή.

Θα μου πεις: και οι φωνάρες των παλιών ηχογραφήσεων; Ο Νταλγκάς, ο Νούρος, ο Παπασιδέρης, η Ρίτα, η Ρόζα, η Παπαγκίκα;

Αν βρεθεί σήμερα τέτοιος τραγουδιστής, τότε αξίζει να του παίξουμε τους δικούς του τόνους για να ξεδιπλώσει τη φωνάρα του κι ας ζοριστούμε λίγο παραπάνω στο όργανο. Αλλά δεν μπορούμε τέτοιους τραγουδιστές (εννοώ τους παλιούς) να τους έχουμε ως πρότυπα αυθεντικότητας απλώς επειδή είναι παλιοί και καλοί. Αυτοί δεν ήταν παρά μεσολαβητές. Μπορούμε να τους έχουμε ως πρότυπα καλλιφωνίας ενδεχομένως. Αυτό όμως είναι άλλο κριτήριο.

Ποιο κριτήριο μας ενδιαφέρει;

Αν εννοείς ότι ισχύει στα παραδοσιακά τραγούδια, δε μπορώ να ξέρω, αφού δεν ασχολούμαι. Στα ρεμπέτικα που γι’ αυτά γίνεται ο λόγος πιστεύω, μπορείς να βρεις όλους τους τόνους, διέσεων συμπεριλαμβανομένων. Πιστεύω ότι υπάρχουν τρεις περιπτώσεις. Σε κάποια τραγούδια συμβιβάζεται ο τραγουδιστής ως προς το όργανο, σε κάποια άλλα συμβιβάζεται το όργανο ως προς τον τραγουδιστή και σε κάποια άλλα γίνεται συμβιβασμός και των δύο σε ένα κοινά αποδεκτό τόνο.

Πιστεύω ότι για να αποδοθεί σωστά ένα τραγούδι, το πρώτο όργανο είναι η φωνή. Τα υπόλοιπα όργανα πρέπει να κουρδίσουν σύμφωνα με το πρώτο όργανο. Δική μου άποψη και τη καταθέτω. Όχι ότι θα πεισθεί και θα την ασπασθεί κάποιος με διαφορετική άποψη. Έτσι για να υπάρχει.

Να μην ξεχνάμε και τα κουρδίσματα στο μπουζούκι. Ασχετα που τώρα δεν τα χρησιμοποιούνε οι περισσότεροι οργανοπαίχτες, τα κουρδίσματα είναι μία λύση ωστε να προσαρμοστεί το όργανο με τις ανοιχτές του στη φωνή του τραγουδιστή. Πέρα που δίνουν και άλλα, μοναδικά ηχοχρώματα.

Δεν θέλω να πω πολλά, αλλά :
-ένα κούρδισμα σε ρε (καντίνι) σολ σολ μπορεί να παίξει θαυμάσια όλα τα σεγκιαχ γι αυτούς ή αυτές που βολεύονται από σολ.
-συριανό (ρε σολ λα#) που παίζει τα χιτζάζ από λα# (για όσους κιθαρίστες μπορούν να ακολουθήσουν).
-Καραντουζένι, ρε σολ λα, όλα τα ουσάκ από λα

Ολα αυτά, αλλάζοντας μόνο τη μουργκάνα !! (Οταν έχουμε ήδη βάλει τη μεσαία σε σολ)

Το άρθροτου Σταύρου για τα ντουζένια στη κλίκα δείχνει ότι έχοντας ρε στο καντίνι και σολ στη μεσαία αλλάζοντας τη μουργκάνα όχι μόνο αλλάζουμε δρόμο (με την εννοια ότι βολεύει περισσότερο), αλλά αλλάζουμε και τονικότητα. Σήμερα ποιος τα χρησιμοποιεί αυτά; Οι παλιοί γιατί τα χρησιμοποιούσαν; Οι νέοι γιατί τα βαριούνται και έχουνε καραβολευτεί στο ρε λα ρε; Μέχρι πριν από λίγα χρόνια υποτίθεται ότι δεν ήξεραν. Τώρα;

Κάπου πιστεύω ότι πρέπει να γίνει μια προσπάθεια από τα νέα παιδιά στα πάλκα, ή να έχουν δεύτερο κουρδισμένο όργανο ή να μπορούν για μια σειρά τραγουδιών ν’αλλάζουν κούρδισμα στα γρήγορα. Τα αποτελέσματα θα είναι σίγουρα πολύ καλύτερα για κάποια τραγούδια που ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΑ θα πρέπει να προσαρμοστούν στην φωνή του τραγουδιστή, ο οποίος δεν μπορεί να ακολουθεί όλα τα τραγούδια στις πρώτες ηχογραφημένες τονικότητες του.

Υ.Γ.1 Μέχρι στιγμής, μόνο τον Δημήτρη Μυστακίδη έχω δει να αλλάζει live κουρδίσματα στο μπουζούκι στην Πριγκηπέσσα, και που υποτίθεται δεν είναι το βασικό του όργανο…

Ένσταση. Δεν ισχύει αλλά ούτε ίσχυε ως κανόνας. Πώς έφτασες σε αυτό το συμπέρασμα;

Στην προηγούμενη τοποθέτηση μίλησα για μια αλυσιδωτή σχέση εξάρτησης ανάμεσα στη μπάντα, στη φωνή, στο πρόγραμμα και τον ακροατή… η σχέση αυτή απαιτεί να δώσουμε μια απάντηση στο ποιον παράγοντα από όλους βάζουμε σε προτεραιότητα…

Θα προσπαθήσω να σας το μεταφέρω με κάποια ακραία αλλά κατανοητά παραδείγματα…

Εάν θέτουμε τον τραγουδιστή/ια μας πρώτο και θέλουμε το Νύχτωσε χωρίς Φεγγάρι μπορούμε να το ανεβοκατεβάσουμε 2-3 τόνους, ή Αν θέλουμε ντε και καλά να πούμε το Γεννήθηκα για να πονώ πάλι έχουμε την ίδια επιλογή… Το κοινό μας στην πρώτη περίπτωση το πιο πιθανό είναι να μην το καταλάβει καν στην δεύτερη περίπτωση αν το πάμε 3 τόνους κάτω όλο και σε κάποιους θα αρχίσει να ακούγεται η αλλαγή… Δεν το συζητάμε αν το κοινό είναι πιο εξειδικευμένο και ακούει τα πάντα…

Υπάρχουν για παράδειγμα τραγούδια που παίζονται σε συγκεκριμένους τόνους… βλ άπειρα ρεμπέτικα που χρειάζεσαι τις ανοικτές… ή βλ το Purple Haze του Τζιμάρα που θες το περίφημο Hendrix Chord παιγμένο σε συγκεκριμένη θέση στο όργανο… αλλιώς δεν έχεις την αίσθηση του τραγουδιού… τώρα εάν η φωνή μας δεν έχει τον τόνο έ ίσως είναι καλύτερά να το αφήσουμε από το να βάζουμε καποτάστο ή να κατεβάζουμε το κούρδισμα πράγμα δύσκολο σε live και πολύ πιο δύσκολο σε μεγάλες μπάντες… Δεν είναι αμαρτία η φωνή μας να μην το έχει αμαρτία είναι να θες να πείσεις τους αποκάτω ότι είσαι ο Τσαουσάκης ή η Νίνου ενώ δεν είσαι… Υπάρχουν και τραγούδια απλησίαστα όσο καλά και αν πει κάποιος τον Αύγουστο ή την Ρωγμή του Χρόνου του Νικόλα πάντα κάτι θα λείπει…

Εάν τώρα έχουμε μια μπάντα με τοπ μουσικούς που κάνουν παπάδες και μια φωνάρα από δίπλα ε μπορούν να κάνουν τα πάντα και να μην πάρουμε είδηση ούτε μια πενιά… μια παρέα με ερασιτέχνες ή αρχάριους ακόμη και αν θέλει να παίξει ένα τραγούδι έστω ένα ημιτόνιο πιο πάνω (ψάχνωντας ο ένας τα ακκόρντα ο άλλος την κλίμακα και μόνο ο ντράμερ να τη βγάζει λάδι) ίσως να δυσκολευτεί τόσο πολύ που θα αφήσει την προσπάθεια κάπου στη μέση… Θυμάμαι για παράδειγμα παρέα που έπαιζε για την πλάκα της και ένας από όλους ότι και να παίζανε οι άλλοι αυτός έπαζε μόνο σε Ρε…

Τέλος ποίο είναι το πρόγραμμα μας? περνάμε 70 τραγούδια σε ένα live μιας ώρας και ότι παίξουμε όπως το παίξουμε ή πάμε με σεβασμό σε κάθε κομμάτι χωριστά να διασκευάσουμε την πρώτη εκτέλεση δίνοντας κάτι νέο στο κομμάτι και ας έχουμε ένα πιο μικρό αλλά μεστό πρόγραμμα…

Σε γενικές γραμμές υπάρχει μια ισορροπία που είναι εύκολο να την κουβεντιάζουμε αλλά δύσκολο να την κάνουμε μουσική… κάθε σχήμα διαλέγει το δρόμο του…

Επαναφέρω τα ερωτήματα:

Ειδικά το ερώτημα ‘‘υπάρχει περίπτωση να μη πάει το τραγούδι στην τονικότητα που βολεύει τον τραγουδιστή ??’’ Και δεν εννοώ την παρέα ερασιτεχνών , ούτε τον τραγουδιστή που είναι στο στούντιο για την εγγραφή δίσκου αλλά τον επαγγελματία που τραγουδά σ’ ένα κέντρο.

Ετσι πως το θετεις…Αποκλειεται να μην παει το τραγουδι στην τονικοτητα που βολευει τον τραγουδιστη…Το γιατι ειναι απλο…Γιατι δεν χρειαζεται να εκτεθει κανενας εφοσον εχουν αποφασισει να βαλουν το συγκεκριμενο τραγουδι στο προγραμμα τους…Γιατι οταν παιζεις σε κεντρο,μαγαζι κτλ κτλ εχεις ενα προγραμμα που αποτελειται απο τραγουδια που τα εχεις κανει προβα και στην προβα παντα λαμβανεις υποψιν και τι μπορει κ τι δεν μπορει να πει ο τραγουδιστεις αλλα και τι τονος τον βολευει…
απλα τα πραγματα…

…έχεις δίκιο να το επεκτείνω λίγο το ερώτημα και να το κάνω πιό συγκεκριμένο:
αντιδράτε σε τέτοια απαίτηση του τραγουδιστή στην πρόβα ?

Εγω προσωπικα καθολου γιατι πιστευω οτι το υφος σε ενα τραγουδι δεν το δινεις απλα και μονο επειδη παιζεις στις ανοιχτες η οχι,στον τονο που γραφτηκε η οχι.Υπαρχουν και αλλα πραγματα οπως ο τροπος που θα το τραγουδησεις,ο τροπος που θα το παιξεις στα οργανα,πως συνδυαζονται οι φωνες με τα οργανα κτλ κτλ με βαση παντα την πρωτοτυπη εκτελεση,δεν μιλαω για διασκευες…Οποτε γιατι να αντιδρασεις στην αλλαγη τονου ενος τραγουδιου την στιγμη που θελεις να το βαλεις στο προγραμμα σου,το εχεις βγαλμενο,κ ο τραγουδιστης το λεει καλα απο τον συγκεκριμενο τονο?..Δεν καταλαβαινω που ειναι το λαθος…Κ δεν σε κανει καλαμπορτζη η μη σωστο αυτο αλλα σε βοηθαει πιστευω παρα πολυ στο ανοιγμα του μυαλου…Επισης αν θες να κανεις πρωτες δευτερες η πρωτες τριτες στη φωνη συνηθως απαιτειται η αλλαγη του τονου…Απο το να σκοτωσεις ενα κομματι με γκαριδες η απο το να σκοτωσεις τις φωνητικες χορδες του τραγουδιστη καλυτερα να βρεις αλλον τονο…Κ αν το παιξεις σωστα και βγει σωστα και ακουστει σωστα κ ερθει και σου πει ο αλλος χαλασες το κομματι επειδη αλλαξες τον τονο της πρωτης εκτελεσης,θεωρω οτι ενας τετοιος ανθρωπος ειναι τουλαχιστον κομπλεξικος η ανιδεος.Κ θα πω ενα παραδειγμα,εισαι σε ενα μαγαζι κ παιζεις,τραγουδαει λοιπον ο τραγουδιστης στον τονο που κανονισατε και ερχεται ενα περιεργος τυπος και σου λεει το ειπατε λαθος,εσυ μαλλον τον ειχες ακουσει να σκουζει απο πισω προσπαθωντας να κανει την φωνη του Παγιουμτζη,τι θα του πεις…?Κ μην πει κανεις οτι δεν το εχει βιωσει αυτο…

γιατί μιλάμε για απαιτήσεις και αντιδράσεις; χάθηκε η συννενόηση και η συμφωνία;
θα αρνηθώ αν κάποιος μου πει να παίξω από λαb (όχι γιατί δεν μπορώ, αλλά γιατί δεν θα βγεί ωραίο αποτέλεσμα), όπως και αν μου πει να τραγουδήσω από τόνους του χατζηχρήστου (γιατί απλά δεν μπορώ). ευχαρίστως όμως θα αλλάξω τόνο αν βγαίνει αξιοπρεπώς, και ευχαρίστως θα μαντέψω τί τόνος θα βολεύει κάποιον. και στα όργανα και στη φωνή.

Πέτρο (#43), Δημήτρη (#45). Εννοούσα ότι γίνεται στα ρεμπέτικα, για τα οποία κυρίως μιλάμε. έχουμε ορισμένα παραδείγματα (Μπάτης κλπ.). επειδή δε, επιπλέον, γίνεται και στα παραδοσιακά, αυτό κατά τη γνώμη μου δείχνει ότι είναι άποψη και όχι κάτι τυχαίο. Όταν αυτός που τραγουδάει ένα ρεμπέτικο είναι ο δημιουργός ή ένας από τους βασικούς οργανοπαίχτες, η επιλογή δείχνει να μην έχει στηριχτεί στο αν έχει καλή φωνή αλλά στο τι έχει να μας πει. Αν επιπλέον έχει και καλή φωνή (Βαμβακάρης), τόσο το καλύτερο.

Δημήτρη, για την ερώτησή σου «πού το έχεις διαπιστώσει αυτό»: το έχω διαπιστώσει εκεί όπου το δημοτικό είναι υπόθεση όλου του κόσμου και όχι των τραγουδιστών. Για παράδειγμα στην Κάρπαθο είναι πολύ σαφές ότι καλό τραγουδιστή λένε τον καλό μαντιναδόρο και όχι τον καλλίφωνο. Γενικότερα περί φωνών ρίξε μια ματιά και εδώ στο #7, όπου ο Πελοποννήσιος λέει διάφορα που με καλύπτουν.

Σημείωση συντονιστικής ομάδας: Τα μηνύματα από #34 και μετά, όσα ήταν εκτός θέματος, μεταφέρθηκαν σε νέο thread εκεί. Το #34 (εναρκτήριο του νέου θέματος) είναι και στις δύο θέσεις.

Δηλαδή, τι κάνει ο Μπάτης; (Ποιοι είναι οι “κ.λ.π.”:wink:

Μήπως λοιπόν, μπορείς να μου υποδείξεις ηχογράφηση ρεμπέτικου-παραδοσιακού με φάλτσο τραγουδιστή; Αν και το “καλή φωνή” χωράει κουβέντα.

Περικλή, με συγχωρείς αλλά θα πρέπει να σταματήσεις να αναφέρεις τα της Καρπάθου ως παράδειγμα πανελλαδικό διότι είναι ένα ιδιαίτερης παράδοσης νησί. Είναι πολύ …τολμηρό να λες είναι κανόνας αυτό ή εκείνο επειδή συμβαίνει στην Κάρπαθο. Και όπως συνηθίζω να λέω, υπάρχουν τα νησιώτικα και τα καρπαθιώτικα.

Περίεργο, γιατί εγώ έχω διαπιστώσει το αντίθετο ακριβώς.
Δεν σου κρύβω ότι δεν έχω και την διάθεση να το αναλύσω γραπτώς. Σε καμία μάζωξη όμως, πολύ ευχαρίστως.

Κι εγώ συμφωνώ με την εξαιρετική τοποθέτηση του Πελοποννήσιου αλλά είναι για άλλο θέμα. Οπότε διαφορετική οπτική και προσέγγιση.

Όχι Δημήτρη, η Κάρπαθος δεν είναι παράξενο νησί. Πριν 100 χρόνια πιστεύω ότι ήταν ένα εντελώς στάνταρ νησί, δηλαδή έκανε ό,τι κάνουν όλοι (ο καθένας με τον τρόπο του βέβαια, αλλά με κάποιο κοινό παρονομαστή πάντως). Έκτοτε έμεινε εκεί και μας θυμίζει τις λογικές, την αισθητική και τις αξιολογήσεις που συνηθίζονταν τότε. Αναλυτικότερα εδώ (#57).

Πίστεψέ με, εμένα η εμπειρία της Καρπάθου μου έχει φωτίσει περιπτώσεις της υπόλοιπης μουσικής που αλλιώς θα ήταν δυσερμήνευτες. Ποτέ δεν είπα «επειδή γίνεται στην Κάρπαθο γίνεται παντού». Αντιθέτως, πολλές φορές λέω «στην Κάρπαθο καταλαβαίνει κανείς γιατί γίνεται, σε άλλα μέρη όχι». Αν όμως γίνεται, έστω και χωρίς προφανή αιτία, την αιτία θα την αναζητήσουμε σ’ εκείνους που τη θυμούνται ακόμη.
Για παράδειγμα: γιατί επιμένει ο άλλος να τραγουδάει σε άβολο τόνο, ενώ μπορεί να αλλάξει τόνο ή στην τελική να μην τραγουδήσει καν; Αυτό γίνεται και στην Κάρπαθο, γίνεται και αλλού, το έκανε και ο Μπάτης. Στην Κάρπαθο όμως υπάρχει εκείνο το πλαίσιο που σε οδηγεί να κάνεις αυτό και μόνο, ενώ αλλού το πλαίσιο έχει αλλάξει ή δεν το γνωρίζουμε.

Καλή η Κάρπαθος αλλά σε οδηγεί σε λανθασμένα συμπεράσματα.Πρώτα θα πρέπει να γνωρίσεις τι γίνεται και στην ηπειρωτική ελλάδα για να πεις: [i]

“Η φωνή δεν υπήρχε για να προσφέρει αισθητική τέρψη αλλά για να πει ό,τι είχε να πει, πράγμα που και σήμερα παραμένει κανόνας στη δημοτική μουσική (στα ελάχιστα μέρη όπου υπάρχει ακόμη δημοτική μουσική, δηλ. μουσική του λαού και όχι των μουσικών).”[/i]

Π.χ. Στο χωριό μου υπήρχαν οι “επαγγελματίες” μυρολογίστρες. Δεν πληρωνόντουσαν βέβαια, απλά τις φώναζαν σε κάθε κηδεία. Μία από αυτές ήταν και η γιαγιά μου. Με ποιο κριτήριο νομίζεις τις φώναζαν; επειδή φτιάχναν ωραία 15σύλλαβα; μάλλον όχι, η φωνή ήταν το κριτήριο και η δυσκολία του μυρολογείν.
Ακόμα και στα σπιτικά γλέντια ο/οι καλλίφωνος/οι τραγουδάει/νε και οι άλλοι ακολουθούν.
Και μην ξεχνάμε ότι ο απλός κόσμος όταν τραγουδάει δεν χρειάζεται κούρδισμα γιατί ο κάθε ένας τραγουδάει στον τόνο του. Εάν υπάρχουν μουσικοί τότε τον “κουρδίζουν” αυτοί στον τόνο του οργάνου. Εάν δε, πρόκειται για φλογέρα ή ζουρνά τότε τα πράγματα αλλάζουν. Οι τονικότητες είναι συγκεκριμένες και όποιος μπορεί τα λέει.

Όσο για τον Μπάτη, ίσως να ήθελε να τα πει ψηλά για επίδειξη, ίσως από αδυναμία αλλαγής τόνου ή 1002 ίσως ακόμα.

Ε ναι, αν ρωτάς τι νομίζω, ασφαλώς εκεί θα πήγαινε ο νους μου. Βέβαια αφού δεν έχω ιδία πείρα κι εσύ έχεις, πάω πάσο.

Το μόνο βέβαιο είναι ότι δε σκεφτόταν όπως εμείς σήμερα. Σήμερα ένα τέτοιο συνδυασμό φωνής - οργάνου θα τον απορρίπταμε, γιατί η φωνή δε βγαίνει καλά. (Παρά ταύτα οι ηχογραφήσεις του Μπάτη μας αρέσουν, δεν τις απορρίπτουμε.) Άρα υπήρχε άλλος τρόπος σκέψης τότε. Μπορεί να έχεις δίκιο ότι αν φτάσουμε μέχρι την Κάρπαθο για να τον κατανοήσουμε πάει λίγο μακριά η βαλίτσα. Ωστόσο αν δεν κουνήσουμε ρούπι από αυτό που εμείς σήμερα ξέρουμε, μας αρέσει, και το χρησιμοποιούμε ως μέτρο αναφοράς, θα έχουμε μια στρεβλή εικόνα.

Υπάρχουν πολλοί τρόποι να επανεκτελέσεις ένα παλιό τραγούδι. Η πιστή αντιγραφή του ήχου της παλιάς ηχογράφησης μού φαίνεται ο πιο ακατάλληλος, ο πιο κενός. Από κει και πέρα μπορείς να προσπαθήσεις να μείνεις πιστός στο πνεύμα και όχι (ή όχι υποχρεωτικά) στο γράμμα, ή μπορείς να ξεφύγεις και από το πνεύμα και να πεις το «δικό σου» τραγούδι. Οτιδήποτε από αυτά γίνεται συνειδητά και όχι λόγω αδυναμίας ή επειδή δεν αναρωτιόμαστε πολύ-πολύ, μου φαίνεται εξίσου θεμιτό.

Τόση κουβέντα για το πιο απλό πράγμα του κόσμου!
Θέλουμε να παίξουμε από τόνο πρώτης εκτέλεσης; Πρέπει να έχουμε ανάλογης τονικότητας τραγουδιστή. Εάν δεν έχουμε βρισκόμαστε σε δύο επιλογές: ή θα προσαρμόσουμε τον τόνο στη φωνή του τραγουδιστή ώστε να μπορεί να το πει ο έρημος ή για λόγους αισθητικής θα το αποφύγουμε και τελειώνει το θέμα.

1 «Μου αρέσει»

Επειδή μόνο υποθέσεις μπορούμε να κάνουμε για το αν προσάρμοζαν τη φωνή στα όργανα ή τα όργανα στη φωνή, αφού δε μπορούμε να ρωτήσουμε τους ίδιους τους δημιουργούς, μια σχετικά υπεύθυνη απάντηση ίσως μπορεί να δώσει ο Στέλιος Βαμβακάρης. Νομίζω ότι κάποιοι από εδώ τον γνωρίζουν προσωπικά και μπορούν να του κάνουν τη σχετική ερώτηση, αν ξέρει βέβαια και έχει τη διάθεση να απαντήσει, πως αντιμετώπιζε το θέμα ο Μάρκος και αν ξέρει βέβαια και οι άλλοι δημιουργοί. Αν όχι για κάτι άλλο τουλάχιστον να ικανοποιήσουμε τη περιέργειά μας κατά ένα μέρος και ΙΣΩΣ να πεισθούμε αν έχουμε διαφορετική άποψη.

Πάντως ο Στέλιος δεν τα έλεγε τα τραγούδια από τους τόνους του πατέρα του και πολύ καλά έκανε…

Ψιλό-off topic αλλά τώρα το’δα: σε γενικές γραμμές pepe έτσι είναι αλλά όχι πάντα. Παράδειγμα, στο (πολύ καλό) album “Derviches Tourneurs De Turquie (Le Ceremonie Des Mevlevi: Musique Soufi, Vol. 2)”, o Kudsi Erguner ξεκινά (υποχρεωτικά) με το Χαιρετισμό (ή Ύμνο, κάτι τέτοιο) Στο Μevlana, που πάντα είναι σε ραστ, και το πιάνει από Ντο ενώ χειρίζεται μανσούρ νέι (οπότε θα περίμενε κανείς να το πιάσει από Σολ). Κι αυτό γιατί μετά το “χαιρετισμό” ακολουθεί ταξίμι που γυρίζει (εκπληκτικά) το μακάμ από ραστ σε μπεγιατί (με τονική Λα), που είναι και το μακάμ για όλες τις υπόλοιπες συνθέσεις. Επίσης, δεν είμαι σίγουρος ότι κάθε μακάμ μπορεί να παιχτεί σε μία και μόνο τονικότητα - για παράδειγμα, μπορεί κανείς να παίξει χιτζαζκιάρ με σχεδόν την ίδια άνεση από θέση ραστ (Σολ σε μανσούρ νέι) και από θέση ντουγκάχ (Λα σε μανσούρ νέι). Μικρή η απόσταση βέβαια και όντως, συνήθως αλλάζεις όργανο και καθάρισες.