Για να μην γίνεται αυτό που περιγράφεις, ο καλλιτέχνης καταφεύγει στην αυτολογοκρισία. Και αυτό είναι η χειρότερη μορφή, η πιο εσωτερικευμένη που γεννιέται από τον φόβο. Ένα έργο που δημιουργείται εντός του καλλιτέχνη δεν εξωτερικεύεται ούτε καν στο χαρτί, πόσο μάλλον δημόσια. Και σιγά σιγά μαθαίνει να γράφει έτσι, πιο ανώδυνα και να να καταπνίγει την δημιουργικότητά του.
(Το βλέπουμε όχι μόνο στην καλλιτεχνική παραγωγή, αλλά και όπου αλλού εφαρμόζεται λογοκρισία -πχ στην δημοσιογραφία και στα σοσιαλ)
Μα, αν μεν ο στόχος είναι να βγει το τραγούδι πάση θυσία, τότε έτσι κι αλλιώς στη λογοκρισία καταλήγουμε, είτα αυτο- είτε επιβαλλόμενη. Μπορείς παράλληλα να κυκλοφορήσεις το αληθιμό σου τραγούδι ανεπίσημα, ψιθυριστά, από στόμα σε αφτί.
Το να τα συνδυάσεις αυτά με μια εθελούσια ομολογία προς το καθεστώς, τι εξυπηρετεί;
Επισης απορία μου είναι πώς αντιδρούσε το ίδιο το εκάστοτε καθεστώς σ’ αυτές τις ομολογίες.
Αυτολογοκρισία μπορεί να υπάρχει και ως απλή προφύλαξη, όχι μόνον από εσωτερικευμένο φόβο.
Μα δεν λέει πουθενά ότι το κατέθεσε έτσι όπως ήταν στην επιτροπή. Ήξερε τι θα συμβεί και έγραψε εναλλακτικούς στίχους για τον δίσκο.
Κάποιες φορές συνέβαινε και το εξής: Η επιτροπή αναπάντεχα έκοβε υπαινικτικούς στίχους, ή ο,τιδήποτε οι λογοκριτές φαντάζονταν μες την ιδεοληψία τους ως υπαινικτικό και εν δυνάμει ανατρεπτικό ή άσεμνο κλπ.
Επίσης μην ξεχνάμε επί Μεταξά που αφορούσε και την μουσική η “καλλιτεχνική επιμέλεια” του καθεστώτος, και εκεί τα πράγματα είναι πολύ πιο ρευστά στο τι θα κοπεί.
Μια ερμηνεία που μπορώ να δώσω, είναι ότι μετά από 40 χρόνια (υποθέτω) που έδωσε την συνέντευξη, του είχε μείνει η περιρρέουσα ατμόσφαιρα και όχι συγκεκριμένα η επιτροπή λογοκρισίας. Γιατί όπως αναλύσαμε και προηγουμένως, άλλο η ύπαρξη επιτροπής λογοκρισίας και άλλο η ύπαρξη λογοκρισίας.
Μέσα στον εμφύλιο και το σκληρό κράτος της δεξιάς, ακόμα και ο Καλδάρας που δεν αυτοχαρακτηρίζεται ως αριστερός ναι μεν συγκινείται από το γεντί κουλέ αλλά ξέρει ότι δεν μπορεί να κυκλοφορήσει έτσι το κομμάτι.
Υποθέτω ότι όταν γίνεται λόγος για λογοκρισία πρέπει εκτός από τις κρατικές επιτροπές να ενοούνται και οι δισκογραφικές εταιρίες. ΄Άλλωστε εξαρχής (εξ ορισμού) και ούτως ή άλλως αυτές ενέκριναν ή έκοβαν τραγούδια, ή και παρενέβαιναν στο περιεχόμενο. Οπότε, στις συνθήκες που περιγράφει ο Καλδάρας, η φράση “το 'χε κόψει η λογοκρισία” μπορεί και να αναφέρεται -εικάζω- σε παρέμβαση της δισκογραφικής, υπό τύπο: άλλαξέ το διότι δεν είναι καιροί για τέτοια…
Κατά τ’ άλλα, παράδειγμα “συζήτησης” με την κρατική (μεταξική) επιτροπή λογοκρισίας υπάρχει και με τον Παπάζογλου, που του είπαν “πολύ ωραίο κύριε Βαγγέλη, μόνο τον στίχο “ελεύθερος να ζήσω” να τον κάνετε “χαρούμενος να ζήσω””. Τους απάντησε: “όταν δεν είμαι ελεύθερος δεν είμαι χαρούμενος”, κι έφυγε, και βέβαια το τραγούδι δεν κυκλοφόρησε… (Και δεν θυμάμαι αν ξαναφωνογράφησε και τραγούδι μετά από αυτό).
Αλλά επίσης, όσον αφορά στα τρία τραγούδια στο έγγραφο του διοικητή χωροφυλακής Ν. Ιωνίας, πόσο πια θα μπορούσε να λειτουργήσει ο μηχανισμός κι αυτής ακόμα της αυτολογοκρισίας; Για τη μάνα που περιμένει το παιδί από την ξενιτιά; Για το Γεντί που ήδη είχε γίνει φεγγάρι και το κελί που είχε γίνει κερί; Για το “ως πότε πια τέτοια ζωή να ζούμε χωρισμένοι”;
@Vangelis91
Αρχικά να πω ότι σαν διασκευή μου άρεσε. Μπορεί η φωνή και το τραγούδισμα του Ζερβουδάκη να φέρνουν στο μυαλό πιο έντεχνα πράγματα όμως η μουσική προσέγγιση και η ερμηνεία έχουν τον απόλυτο σεβασμό προς τη πρώτη εκτέλεση. Μακάρι να γίνονται περισσότερες τέτοιες προσπάθειες με αντίστοιχο αποτέλεσμα!