[b] Απόσπασμα από συνέντευξη του Λευτέρη Παπαδόπουλου στην “Ελευθεροτυπία”.[/b]
«Περιμένω από τους νέους να στύψουν τον κόσμο στα τραγούδια τους»
Τα πηγαία λαϊκά τραγούδια του Λευτέρη Παπαδόπουλου είναι κατ’ εξοχήν «παντός καιρού».
Ξεπέρασαν τις εποχές, τους πάσης φύσεως διαχωρισμούς κι αποτέλεσαν κοινή παρακαταθήκη.
Είναι τυχαίο ότι είναι παρόντα σχεδόν σε κάθε μουσικό πρόγραμμα;
Οι στίχοι του με μουσική των Θεοδωράκη, Πλέσσα, Καλδάρα, Ζαμπέτα, Ξαρχάκου, Λοΐζου, Κουγιουμτζή, Μούτση, Σπανού και Νικολόπουλου, δεν έπαψαν να τραγουδιούνται
Πέντε εβδομάδες πρώτο στο ελληνικό τοπ-30 ένα cd με τραγούδια που γράφτηκαν και πριν από 45 χρόνια…
«Ένα και μοναδικό τραγούδι έγραφα πάντα, για τη γειτονιά μου, για τους λαϊκούς ανθρώπους.
Και τα κορίτσια, με τα οποία νταραβερίζομαι στα τραγούδια, είναι κορίτσια από λαϊκές οικογένειες.
Κορίτσια που, για να δουν τον αγαπημένο τους, πλένονταν στη σκάφη με μια πλάκα πράσινο σαπούνι και μετά έκοβαν γιασεμιά και τα 'βαζαν στα στηθάκια τους να μυρίζουν ωραία.
Είχε μια καθαρότητα όλο αυτό».
- Η στέρηση και η δυσκολία ήταν δηλαδή η κινητήριος δύναμη για τη δημιουργία;
- «Αν πω ναι, θα είναι σαν να εύχομαι να 'χουμε δυστυχία για να μπορούμε να γράφουμε τραγούδια. Δεν εννοώ αυτό. Ανά πάσα στιγμή μπορεί κανείς να γράψει, αρκεί να 'χει μέσα του φωτιά.
- Εσείς το κάνετε ακόμα αυτό;
- «Κυκλοφορώ καθημερινά στη γειτονιά μου.
Βλέπω τους ανθρώπους, μιλώ με τον ψιλικατζή, πάω κι αγοράζω εφημερίδες.
Δεν οδηγώ.
Μπαίνω στο μετρό και μέσα εκεί, στριμωγμένος με άλλους που γυρνάνε από τη δουλειά τους, πιάνω την κουβέντα».
- Έχετε τον τρόπο να εντοπίζετε τη συνισταμένη του λαϊκού αισθήματος…
- «Αυτό σημαίνει “γράφω τραγούδια”.
Εντοπίζεις αυτή τη συνισταμένη που δεν είναι μόνο θέμα γούστου ή ταλέντου.
Είναι και μυρωδιά, η αίσθηση που έχεις για τον κόσμο, η πολιτική σου τοποθέτηση.
Όταν έγραψα το '63 την “Απονη Ζωή” ήθελα να βγάλω μια κραυγή αγανάκτησης που αισθανόμουν ότι ήταν κοινή.
Ο κόσμος τότε υπέφερε.
Βγαίναμε από τη σκληρή 8ετία του Καραμανλή της βίας και νοθείας.
Ερχόταν η σειρά του Γεωργίου Παπανδρέου. Και παντού στον κόσμο γίνονταν ζυμώσεις. Υπήρχε κι ένας άνεμος ελπίδας. Η μαγκιά, η εξυπνάδα ή το ταλέντο ήταν οι κεραίες σου να συλλάβουν όλο αυτό το κλίμα».
- Κάθε τραγούδι σας έχει μια ιστορία πίσω από την ιστορία;
- «Κατά κανόνα τα τραγούδια μου είναι βιωμένα. Τα 'χω ζήσει…
- Στιχουργός χωρίς βίωμα γίνεται;
- «Νομίζω πως όχι. Ο στίχος είναι προφορικός λόγος. Εάν δεν έχεις περπατήσει, δεν έχεις μιλήσει με τους ανθρώπους, δεν τους έχεις “μυρίσει”, δεν έχεις αγκαλιάσει ένα κορίτσι, δεν έχεις φάει μια βλαστήμια, δεν έχεις ζήσει μια φοβερή χυλόπιτα, τι θα γράψεις;».
- Γιατί σ’ ένα μεγάλο ποσοστό το σύγχρονο τραγούδι δεν βρίσκει τον τρόπο να ανταποκριθεί στα σύγχρονα ερεθίσματα;
«Γιατί πολλά παιδιά που κάνουν σήμερα τραγούδια δεν έχουν εκεί το μυαλό τους.
Το πρόβλημά τους είναι η γκόμενά τους κι “αυλή” τους είναι ο εαυτός τους.
Υπάρχουν, όμως, νέοι συνθέτες και κυρίως στιχουργοί πολύ ενδιαφέροντες.
Αλλά τηλεόραση και ραδιόφωνα προβάλλουν μόνο το λεγόμενο λαϊκοπόπ που ένα και μόνο πράγμα λέει, “μη με εγκαταλείψεις διότι θα πεθάνω”.
Όταν υπάρχουν δίπλα σου άνθρωποι που πεθαίνουν πραγματικά, όταν υπάρχει αυτή η τρομακτική ανεργία, όταν το μέγα πρόβλημα είναι το περιβάλλον, αυτά μόνο βρίσκουν να πουν;
Πού είναι τα νέα παιδιά να γράψουν γι’ αυτά;
Θέλω να προλάβω να δω τους νέους να πιάσουν τον κόσμο να τον στύψουν, να στάξει μέχρι και η τελευταία στάλα».