Νίκος Φρονιμόπουλος

Τί γίνεται με τον Φρονιμόπουλο ρε παιδιά ?
Στο “Κατασκευές - Επιδιορθώσεις Μουσικών Οργάνων” έχω ακούσει απο πολλούς να λένε καλά λόγια γι’αυτόν, σαν μάστορα, αλλά εδώ στους “Κατατασκευαστές” δεν υπαρχει ούτε μια αναφορά.

Τί άποψη έχετε γιά τα όργανα που φτειάχνει ? ? ?

Έχει πιάσει κανείς στα χέρια του, μπουζούκι δικό του ? ? ?

Φιλικά, Γιώργος.

αφού είσαι αθηναίος, θα σου πρότεινα να του ζητήσεις να τον επισκευθείς και να αποκτήσεις προσωπική γνώμη για τα όργανά του (πράγμα που θα κάνω κι εγώ μόλις μπορέσω)… άλλωστε δεν είναι και δύσκολο να τον εντοπίσεις :slight_smile: !!!

Φίλε Μπάμπη,
με τον Νίκο γνωριστήκαμε μέσω του forum, και το τελευταίο 2μηνο-3μηνο επισκέπτομαι το εργαστήρι του μιά-δυό φορές την βδομάδα.

Έχω πιάσει στα χέρια μου διάφορα δικά του όργανα (μπουζούκια και τζουράδες) και έχω σχηματίσει μια κάποια προσωπική άποψη.

Ρώτησα όμως, γιά να μάθω τις απόψεις των άλλων . . .

Φιλικά, Γιώργος.

κουβέντα να γίνεται δηλαδή :088: !!!
άντε καλό ΣουΚου,
τα λέμε από Δευτέρα

Οχι ακριβώς.
Απλά αφ’ενός δεν με θεωρώ “ειδικό” στο να κρίνω όργανα, και αφ’εταίρου δεν έχω πάρει δικό του όργανο, να ξέρω μετά απο 2 χρόνια άν βγάζει προβλήματα κλπ.
Γι’αυτό ρωτάω . . .

Φιλικά, Γιώργος

Φίλε Jojo.Όργανα του ΝΙΚΟΥ έχω πιάσει μια φορά μόνο στα χέρια μου,τα είχε φέρει ο ίδιος στον Σ.Φ.Κ.Ο. σε κάτι σεμινάρια που κάναμε.Τα όργανα ήταν εξαιρετικά σε ήχο,και είχαν και την ιδιαίτερη εκείνη εμφάνιση, που ξεχωρίζεις το “χέρι” του κατασκευαστή.Απ"ότι θυμάμαι μας είχε πει ότι ήταν 1,5-2 ετών,αλλά δεν παίρνω και όρκο γαιτί έχουν περάσει πολλά χρόνια απο τότε.Δεν ήταν πάντως φρεσκοφταγμένα.Η καταστασή τους ήταν πολύ καλή και ήταν και πολύ μαλακά στην ταστιέρα.Ήταν ένα μπουζούκι και ένας ταμπουράς μεγάλης διάστασης.Αυτό όμως που μου έκανε εντύπωση μεγάλη είναι ότι ο ΝΙΚΟΣ είναι από τους λίγους εκείνους κατασκευαστές που μοιράζεται τις γνώσεις της τέχνης του, σε όποιον το ζητήσει, ακόμη και στοιχεία των ιδιαίτερων ερευνών του.(ΝΙΚΟΛΑ ακόμη θυμάμαι τα πειράματα με το τσάι).Δεν λειτουργεί ο ίδιος συντεχνειακά. Επειδή λοιπόν υποστηρίζω ότι όποιος θέλει όργανο με προσωπικότητα, πρέπει να γνωρίζει και να μαθαίνει για τον κατασκευαστή,πριν το παραγγείλη,τα αναφέρουμε αυτά,

Δεν γνωρίζω τα όργανα του Φρονιμόπουλου, ούτε τον ίδιο, αλλά παρακολουθώ τα γραφόμενά του στο Forum, τα οποία χαρακτηρίζονται από σοβαρότητα και τεκμηρίωση, εξαίρετο χιούμορ, αλλά και σεμνότητα που χαρακτηρίζει τα άτομα με βαθειά γνώση και εσωτερική ποιότητα… Ανάλογη ποιότητα φαντάζομαι ότι θα έχουν και τα πονήματά του! (μουσικά όργανα).:088:
Θεωρώ τις συμβουλές του πολύτιμες και ιδιαίτερη τιμή την παρουσία του στο Forum! :109:
Χαρά μου που συνομίλησα μαζί του έστω και με ψηφιακό τρόπο…:slight_smile:

Να, ένας καταπληκτικός ταμπουράς του Νίκου, που κατασκεύασε με την τεχνική του Γάιλα: με εντέρινους μπερντέδες και ντούγες που εφαρμόζονται στον αέρα, χωρίς εσωτερικό καλούπι .

http://img118.imageshack.us/my.php?image=96696996495996494595696hb9.jpg

http://img509.imageshack.us/my.php?image=93493793292793291392492ov0.jpg

http://img512.imageshack.us/my.php?image=93493793292793291392492rv1.jpg

Και βέβαια συμφωνώ, τιμή μας και χαρά μας η παρουσία του Νίκου στο φόρουμ!

Μία απ΄τα ίδια!

Πριν μερικά χρόνια (καμιά δεκαετία ίσως) συναντάω σ’ ένα μαγαζί του Ψυρρή έναν παλιό γνωστό μου μπουζουξή, το Διονύση. Μετά τις χαιρετούρες μού λέει:
“Ελα να δεις ένα φοβερό μπουζούκι που πήρα σήμερα. Κόσμημα! Μου το 'φτιαξε παραγγελία ο Φρονιμόπουλος”.
Μου είπε μάλιστα και την τιμή. Αρκετά ακριβό.
Βγάζει το μπουζούκι στη πλατεία κι αρχίζουν να παίζουν με την κομπανία. Πραγματικά εντυπωσιακό μπουζούκι από πλευράς εμφάνισης. Λιτό, χωρίς πολλές φιγούρες, αλλά εντυπωσιακά φινιρισμένο, βαμμένο κλπ. Ο ήχος του ήταν πολύ καλός, αλλά το όργανο ήταν θυμάμαι λιγάκι χαμηλόφωνο. Θες επειδή ήταν καινούργιο, θες γιατί το “φοβόταν” ο Διονύσης και δεν το κοπάναγε.
Μετά από καναδυό ώρες έρχεται και κάθεται στο δίπλα τραπέζι ο Λευτέρης ο Παρασκευόπουλος.
Γυρνάει ο Διονύσης με τρόπο και μου λέει:
“Τον ξέρεις αυτόν; Ζόρικος! Και πολύ μυστήριο μπουζούκι. Θα τον ψήσω να παίξει λίγο”.
Εγώ με το Λευτέρη γνωριζόμουν, αλλά έκανα το κορόιδο γιατί κάτι μέσα μου μου ψιθύριζε τι επρόκειτο να ακολουθήσει…
Πήρε κάποια στιγμή ο Λευτέρης το μπουζούκι, είπε “Ωραίο ρε μάγκα” κι άρχισε να παίζει ένα ταξίμι. Επαιξε κι ένα ζεϊμπέκικο κι ύστερα επέστρεψε το μπουζούκι στο Διονύση.
Το μπουζούκι είχε πια δύο χορδές λιγότερες, ο καβαλάρης είχε φτάσει στην τρύπα, ενώ έτριζε όλο το όργανο (λογικό, αφού του έλειπαν δύο χορδές).
Αυτή ήταν η πρώτη μου γνωριμία με όργανο του Νίκου.

Α, τώρα το θυμήθηκα.
Νίκο έχεις χαιρετίσματα από το Θανάση το “Μάο”. Το είδα προχτές στην Καλαμάτα.

[b][u]Από το “tar”:“ΝΙΚΟΣ ΦΡΟΝΙΜΟΠΟΥΛΟΣ, ο μάστορας, ο ερευνητής, ο καλλιτέχνης”.[/b][/u]

Ένα μουσικό όργανο που κατασκευάζεις πρέπει να είναι, από την αρχή μέχρι το τέλος, ένα προϊόν δικής σου σκέψης και αντίληψης, να σε αντικατοπτρίζει, από τη στιγμή που θα πάρεις το διαβήτη και το χάρακα να σχεδιάσεις το μοντέλο του μέχρι τα διακοσμητικά στοιχεία και το βερνίκι που θα βάλεις επάνω του".

Μακριά από την κίνηση και την πολυκοσμία της πόλης, έχει στήσει το εργαστήριό του αλλά και τη μόνιμη κατοικία του ο Νίκος Φρονιμόπουλος. Η πρώτη μας συνάντηση έγινε πριν από δέκα περίπου χρόνια, όταν είχε τότε το εργαστήρι του σε ένα διαμέρισμα κοντά στο Μουσείο. Γεννήθηκε το 1958 και μεγάλωσε στην Αθήνα, αλλά από πολύ μικρός το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του το πέρναγε στα Λεγραινά μιας και ο πατέρας του ήταν δεινός φυσιολάτρης. Στην οικογένεια δεν υπήρχε μουσική παράδοση, υπήρχε όμως κατασκευαστική δεξιότητα από την μεριά του πατέρα , ο οποίος αν και οδοντίατρος, κατασκεύαζε μόνος του όλα τα απαραίτητα της προσθετικής. Έκανε δηλαδή και τη δουλειά του οδοντοτεχνίτη.

Το μόνο που υπήρχε στην οικογένεια ήταν ένα βιολί από τον παππού του, το οποίο μάλιστα δεν τον άφηναν να αγγίζει. Γύρω στα 17 του ανακαλύπτει το βιολί του παππού σε μια αποθήκη και αποφασίζει να το δώσει για επισκευή. Το πάει στον Λάζαρο Ψηλάκη, παλιό οργανοποιό και κατασκευαστή βιολιών. Με το βιολί έτοιμο, ζητάει από τον καθηγητή του στο Κολλέγιο Αθηνών, το μουσικολόγο Μάρκο Δραγούμη, να τον στείλει σε ένα δάσκαλο. Ο Μάρκος Δραγούμης έπαιξε σημαντικό ρόλο στην μετέπειτα πορεία του αφού « …μεσούσης της δικτατορίας, προσπαθώντας να μας δώσει ερεθίσματα για μια ευρύτερη μουσική παιδεία, μας έβαζε και ακούγαμε εκτός των άλλων, δημοτικά και ρεμπέτικα. Τότε πρωτοάκουσα και παλιούς δίσκους του Μάρκου Βαμβακάρη… θυμάμαι τον εαυτό σε μικρότερη ηλικία, όταν άκουγα μπουζούκια, να κλείνω το ραδιόφωνο, γιατί δεν μʼ άρεσαν καθόλου τα λαϊκά του ʼ60. Κάτι όμως με μάγεψε στο άκουσμα τις παλιών αυτών ηχογραφήσεων…». Δυο Καναδοί επίσης καθηγητές, λάτρεις της ελληνικής μουσικής και συλλέκτες δίσκων και μουσικών οργάνων, έδωσαν την ευκαιρία στον Νίκο να έρθει σε επαφή με πολύ παλιά όργανα , όπως «… παλιά μπουζούκια, από τη συλλογή του ΄Ιαν Μίλλερ , κατασκευασμένα προ του1900, τα οποία είχα δει από κοντά, γιατί είχα και με αυτούς πάρα πολύ καλή σχέση…στο σπίτι τους γνώρισα και το δάσκαλό μου στο μπουζούκι, τον Θανάση Συριανό…».
Ο Νίκος καταπιάνεται σε εκείνη τη φάση και με το μπουζούκι. H αφορμή για να κάνει την πρώτη του κατασκευή δεν θα αργήσει να έρθει. Οι φλάσκες - σημαδούρες για το ψάρεμα του πατέρα του - θα τον εμπνεύσουν να φτιάξει τον πρώτο του τζουρά (1975), με « …μια κολοκύθα, ένα κομμάτι ξύλο που πελεκήθηκε με το μαχαίρι της κουζίνας … και για τις διάφορες μικροδουλειές, τα οδοντοτεχνικά εργαλεία του εργαστηρίου του πατέρα μου». Πριν ακόμα τελειώσει το 7τάξιο Γυμνάσιο, έχει φτιάξει άλλους δύο παρόμοιους τζουράδες για φίλους του και έχει επισκευάσει και μετατρέψει ένα 8χορδο μπουζούκι σε τρίχορδο για τον εαυτό του.

Τελειώνοντας το Γυμνάσιο αρχίζει σπουδές στη δραματική σχολή του Πέλου Κατσέλη. Ασχολείται με την ηθοποιία -τον συναντάμε μάλιστα και σε κάποιες ταινίες όπως το 1922 του Κούνδουρου και το Ρεμπέτικο του Φέρρη - χωρίς όμως να εγκαταλείψει ούτε το παίξιμο (βιολιού, μπουζουκιού) ούτε και την κατασκευή. Οι κατασκευαστικές του γνώσεις σιγά σιγά εμπλουτίζονται. Ελληνική βιβλιογραφία τότε δεν υπήρχε και το διαδίκτυο δεν είχε ακόμη εφευρεθεί. Σε ένα ταξίδι του στη Σουηδία με θίασο του Γιάννη Χουβαρδά, αγοράζει δυο βιβλία του Irving Sloan για την κατασκευή της κιθάρας. Αρχίζει σιγά σιγά να γνωρίζεται και με διάφορους Έλληνες μαστόρους. Το 1980 γνωρίζει και συνδέεται φιλικά με τον Νίκο Στασινό « …είχε στο Μεταξουργείο το εργαστήρι του… Ο Νίκος ο Στασινός ήτανε, όπως λέω εγώ, προάγγελος της καινούργιας, της νεότερης ελληνικής οργανοποιίας , που επέστρεψε με άλλο μάτι σε παλιότερα μοντέλα και τεχνικές. Συνδυάστηκε με την εποχή που άρχισε να ξανανακαλύπτεται το ρεμπέτικο. Ο Νίκος, χωρίς να έχει κάποια ιδιαίτερη παιδεία πέρα από το φυσικό ταλέντο του, άρχισε να ξαναφτιάχνει όργανα σε παλιότερες φόρμες, χρησιμοποιώντας ξύλινες φιγούρες και ιδιαίτερη αισθητική, διαφορετική από αυτήν που είχε κυριαρχήσει στη λαϊκή οργανοποιία της εποχής. Πέθανε νεότατος, γύρω στα 40 του»

Η πορεία του Νίκου στο χώρο της οργανοποιίας είναι και μεγάλη αλλά και σε βάθος. Οι γνώσεις του για το ιστορικό κομμάτι είναι σημαντικές και το αποτέλεσμα φαίνεται, στα διάφορα άρθρα που έχει δημοσιεύσει, στην επισκευή – αναπαλαίωση του ταμπουρά του Μακρυγιάννη αλλά και στην σημαντική ανακάλυψη του κατασκευαστή οργανοποιού του συγκεκριμένου ταμπουρά, του Λεωνίδα Γαΐλα. Ψάχνει, βρίσκει και μελετάει οποιοδήποτε «παλιό όργανο που έχει σχέση με την ελληνική οργανοποιία».
Τα ερωτηματικά του πολλά ακόμα και η έρευνα του σε ότι αφορά τον ήχο στα έγχορδα συνεχής. Είναι ο πρώτος που έχει περιγράψει τους τρόπους δόνησης των παραδοσιακών λαουτοειδών, χρησιμοποιώντας διαγράμματα Chladni (διαγράμματα σκόνης). Οι εφαρμογές του συντονιστή Helmholtz είναι ένα ακόμα από τα στοιχεία που μελετά. Κάθε επισκευή ή συντήρηση παλαιού οργάνου για το Νίκο είναι πρώτα μελέτη και μετά μαστοριλίκι, όπως συνέβη για παράδειγμα στο μπουζούκι κατασκευής Αναστάσιου Σταθόπουλου. Άλλωστε η επισκευή, λειτουργεί και ως μια σημαντική μαθητεία για τον οργανοποιό. Από τον πρώτο τζουρά που κατασκεύασε ως μαθητής γυμνασίου, δεν έπαψε να ασχολείται με την οργανοποιία και να έχει πάντα ένα χώρο στο σπίτι του για εργαστήρι. Σημαντική στην πορεία του και η συνάντησή του με τον «σκαφά» (κατασκευαστή ηχείου λαουτοειδών) Νίκο Γέρο, μετά τον θάνατο του Στασινού. «Ο Γέρος εκεί που έφτιαχνε τα σκάφη, είχε δίπλα κι ένα πάγκο με όλα τα εργαλεία της οργανοποιίας, αλλά δεν ήξερε να κάνει όργανα. Για κανένα χρόνο περίπου, πριν πάω στο στρατό, … πήγαινα καθημερινά εκεί και είχαμε μια συνεργασία: εκείνος μου έκανε τα σκάφη για τα όργανα που έφτιαχνα και εγώ του έκανα τις επισκευές στα όργανα που ερχόντουσαν στο εργαστήριο.» Με το γνωστό τρόπο της παρατήρησης και μόνο, ο Φρονιμόπουλος έμαθε να κάνει σκάφη κοντά «στον καλύτερο σκαφά της εποχής».

Από κει και μετά αρχίζει να σχεδιάζει τα δικά του όργανα και να τα κατασκευάζει από την αρχή, αφού θεωρεί ότι είναι σημαντικό να σχεδιάζει ο ίδιος ο οργανοποιός τα όργανα που κατασκευάζει. Τόσο η βιβλιογραφία όσο και η εμπλοκή του με την οργανοποιία των συμφωνικών οργάνων ορχήστρας, έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην οπτική του ως οργανοποιού. Πιστεύει μάλιστα ότι το σημαντικότερο βιβλίο για την κατασκευή του βιολιού είναι το «The ‘Secrets’ of Stradivari» του Simone F. Sacconi , το οποίο τον βοήθησε πολύ και στην κατασκευή του πρώτου του βιολιού. Το καλοκαίρι του 1997 στην Πάρμα, γνωρίζεται από κοντά με τον Reneto Scrollavezza, ένα από τους μεγαλύτερους Maestro Luthier του αιώνα μας.

Το παίξιμο ενός μουσικού οργάνου το θεωρεί επίσης πολύ σημαντικό.«Ο οργανοποιός, πρέπει ως ένα σημείο να μπορεί να δοκιμάσει ο ίδιος τα όργανα που κατασκευάζει, ώστε να έχει μια προσωπική άποψη για τον ήχο που παράγει.» Θεωρεί μάλιστα ότι η ενασχόληση με τη μουσική είναι καθοριστική για τον οργανοποιό. Αναφέρει ως παράδειγμα τον Δημήτριο Μούρτζινο, ίσως τον σημαντικότερο Έλληνα κατασκευαστή μαντολίνου, ο οποίος υπήρξε βιρτουόζος μαντολινίστας και τενόρος.
Το «πρακτικό μέρος», η σωστή κατασκευή δηλαδή και ο ζητούμενος ήχος, ήταν αυτά που απασχόλησαν τον Νίκο στην αρχή. Άλλωστε όπως ο ίδιος λέει «είμαι ένας από τους –αρκετούς- οργανοποιούς που μπήκαμε σʼ αυτή την τέχνη, απʼ το παράθυρο, διότι η πόρτα ήτανε κλειστή». Η συντεχνιακή αντίληψη της εποχής, η οποία ακόμα κρατάει σε κάποιες περιπτώσεις, δεν επέτρεπε τη μαθητεία και η κατάκτηση του τεχνικού μέρους της οργανοποιίας ήταν περισσότερο αυτομόρφωση και «δοκιμή και λάθος». Έτσι το αισθητικό μέρος αναπτύχθηκε αφού είχε αρχίσει να κατακτιέται το κατασκευαστικό. Από αυτό το σημείο και μετά, το παιδικό όνειρο του Νίκου να γίνει ζωγράφος άρχισε να βρίσκει διεξόδους στην αισθητική των μουσικών οργάνων τα οποία κατασκευάζε. Στην κατασκευή των λαουτοειδών (ταμπουράς, μπουζούκι, τζουράς, μπαγλαμάς, ούτι, λαούτο) έχει επενδύσει τον περισσότερο χρόνο του. Έχει κατασκευάσει όμως και 4 βιολιά, αλλά και διάφορα άλλα όργανα. Με όποια όμως νέα οικογένεια οργάνων και να καταπιαστεί, υπάρχει από πίσω μια πολυετής ενασχόληση σε επίπεδο έρευνας, μελέτης και σχεδιασμού.
Η έρευνα του μάλιστα για τα βερνίκια των βιολιών τον οδήγησε στη γνωριμία με τον Γιώργο Ταυλαρίδη, χημικό με ειδίκευση στα φυσικά υλικά και τα βερνίκια της οργανοποιίας. Σε συνεργασία με το Μουσείο Ελληνικών Λαϊκών Οργάνων διοργανώνονται και δύο σχετικά σεμινάρια (1996-1997). Εκείνη την περίοδο, μαζί με άλλους οργανοποιούς, ιδρύουν το Σύλλογο Φίλων Καλλιτεχνικής Οργανοποιίας, ο οποίος έπαιξε σημαντικό ρόλο με τη διοργάνωση ημερίδων, σεμιναρίων και εκθέσεων αλλά -το σημαντικότερο- με την ανάπτυξη σχέσεων ανάμεσα στους ίδιους τους οργανοποιούς. Δυστυχώς σήμερα ο Σύλλογος είναι ανενεργός.
Τα υλικά και οι τεχνικές τις οποίες χρησιμοποιεί ο Νίκος, βασίζονται στην παράδοση της οργανοποιίας. Αλλά ως σύγχρονος οργανοποιός, προχωρά και εξελίσσεται με νέες τεχνικές και υλικά. «Ένας οργανοποιός που θέλει να σέβεται την τέχνη του, πρέπει να γνωρίσει πρώτα όλη την παράδοσή της σε βάθος, όσο καλύτερα μπορεί. Ξεκινά μαθαίνοντας πρώτα πολύ καλά τα παλιά υλικά. Μετά θα μάθει να χρησιμοποιεί και τα πιο σύγχρονα και κατόπιν θα κάνει τους πειραματισμούς του με τα νεότερα». Οι τελευταίες δοκιμές του μας ξαφνιάζουν ευχάριστα. Στην κατασκευή μπουζουκιού, χρησιμοποιεί για την ενίσχυση του καπακιού honeycomb με ακτινικές ενισχύσεις ή καμάρια σε πλέγμα. Η αδυναμία του είναι «τα καλά ξύλα» όπως μου λέει χαρακτηριστικά. Αυτό σημαίνει πρώτα και κύρια επιλογή ξύλου με καλά ηχητικά χαρακτηριστικά, σωστή ωρίμανση και παλαίωση αλλά και πρίση (κόψιμο). Από εκεί και πέρα ο παλίσανδρος, πολλά οπωροφόρα (κερασιές, αχλαδιές), το κυπαρίσσι, το σφενδάμι (κελεμπέκι), το φλαμούρι αλλά και το παραδοσιακό ξύλο της ελληνικής οργανοποιίας, η μουριά, είναι κάποια από τα είδη που χρησιμοποιεί.

Η ενασχόληση του με την οργανοποιία τον έμαθε να ακούει το όργανο με διαφορετικούς τρόπους. Με άλλον τρόπο ακούς το όργανο όταν το παίζεις και με άλλον όταν είσαι σε μια απόσταση από αυτό. Ένας καλός παίκτης τον οδηγεί σε σωστότερες ρυθμίσεις του συγκεκριμένου οργάνου γιατί «…ένας καλός παίκτης, δονεί με διαφορετικό τρόπο το όργανο, οπότε σίγουρα ακούω πράματα, που δεν τα ακούω όταν το παίζω εγώ».
Η ενασχόληση του Νίκου Φρονιμόπουλου με την οργανοποιία είναι χρόνια, το ενδιαφέρον του και οι μελέτες του για το ιστορικό της κομμάτι πολύ σημαντικό αλλά -πράγμα σπάνιο για έλληνα οργανοποιό- και η συγγραφική του δραστηριότητα, η οποία φαίνεται τόσο στις διάφορες ιστοσελίδες που φιλοξενούνται απλόχερα, όσο και στο βιβλίο του που περιμένουμε με αγωνία να εκδοθεί αυτή την περίοδο. Ο τίτλος του είναι «Ο Μακρυγιάννης, ο Ταμπουράς του και η οργανοποιία του Λεωνίδα Γαΐλα», σε έκδοση του Εθνικού Ιστορικού Μουσείου. Βιβλίο το οποίο θα πλουτίσει την φτωχή ελληνική βιβλιογραφία της οργανοποιίας.

Νικόλας Τσαφταρίδης

[Εξαιρετικό το άρθρο για το δικό μας ΝΙΚΟ ΦΡΟΝΙΜΟΠΟΥΛΟ !]

Εύγε μαστροΝίκοοο!! :088::088::088:

Το Σάββατο βρέθηκα στο εργαστήριο του Νίκου του Φρονιμόπουλου, κι είχα την ευκαιρία να παίξω 3 τρίχορδα και 2 ούτια, να ακούσω ένα βιολί και μια αλουστράριστη λαγουτοκιθάρα. Εντυπωσιάστηκα από την ποιότητα κατασκευής και τον εξαιρετικό ήχο όλων των οργάνων. Αν κάποιος ψάχνει ένα μοναδικό κομμάτι στο οποίο έχουν εφαρμοστεί πρωτοπορειακές τεχνικές, γνώση, εμπειρία οργανοποιίας και που δεν θα χάσει την αξία του μέσα στο χρόνο, νομίζω πως θα το βρει στον Νίκο…