Μια δημοτική μελωδία που πέρασε στο ρεπερτόριο του ρεμπέτικου

Βρήκα τυχαία εδώ (MusicHeaven) την αναδημοσίευση ενός άρθρου του Μάρκου Φ. Δραγούμη. Με βάση γραπτά και ηχογραφημένα τεκμήρια, που φτάνουν πίσω μέχρι το 1832, ανιχνεύει τις μετακινήσεις και τις παραλλαγές ενός δημοτικού σκοπού που στους κύκλους του ρεμπέτικου είναι γνωστός ως η «Πολίτισσα» του Βαμβακάρη ή η «Μόστρα» του Μουφλουζέλη.

Ο Δραγούμης είναι ένας μελετητής προικισμένος μ’ ένα πολύ σημαντικό προσόν: ξέρει τραγούδια, πολλά, και είναι σε διαρκή ετοιμότητα να τα ανακαλέσει και να αναγνωρίσει ότι κάποιο ταυτίζεται με κάποιο άλλο. Έχει καταπιεί το μελωδικό Goοgle. Το έχω διαπιστώσει αυτό σε διάφορα γραπτά του, καθώς και μια φορά που τον άκουσα σε ζωντανή ομιλία.

Αν σας ενδιαφέρει κάντε κλικ να το διαβάσετε και συνεχίζουμε σε λίγο.

[…]

Εντάξει; Πάμε λοιπόν.

Δεν ήξερα σχεδόν κανένα από τα τεκμήρια που αναφέρει το άρθρο. Ήξερα όμως πολύ καλά το σκοπό. Είναι πολύ διαδεδομένος στα 12νησα και τραγουδιέται και σε άλλα μέρη της Ελλάδας.

Στην κάτω Κάρπαθο τον λένε σκοπό της νύχτας, και λένε μαντινάδες, είτε στο τέλος του γλεντιού είτε στην πατινάδα μετά το τέλος. Στην Όλυμπο τον λένε «του Κωσταντάρου» και είναι κοινός σκοπός για μαντινάδες χωρίς κάποια ειδική χρήση. Μπορεί να χορευτεί στον Κάτω χορό.

Στην Κάσο τον λένε «Καληνυχτιά», και τον δουλεύουν όπως οι Κατωκαρπάθιοι. Σ’ αυτήν όμως την αιγυπτιώτικη ηχογράφηση του 1929 τον ακούμε σε μια ιδιαίτερη εκδοχή που δε λέγεται σήμερα -δεν ξέρω αν λεγόταν τότε ή αν οι Κασιώτες ερμηνευτές την εμπλούτισαν μόνοι τους με στοιχεία από άλλα μέρη: όχι μόνο η μαντινάδα σπάει με το εμβόλιμο τσάκισμα, αλλά επιπλέον όλο αυτό ξανασπάει μ’ έναν εμβόλιμο αμανέ που λέγεται ο μισός στη μέση κι ο άλλος μισός προς το τέλος, και για φινάλε μπαίνει ένα επιπλέον δίστιχο σ’ ένα έξτρα μελωδικό θέμα. Στη σημερινή παράδοση της Κάσου δεν υπάρχουν αμανέδες. Η μαντινάδα αναφέρεται όχι στο τέλος ενός οποιουδήποτε γλεντιού αλλά του γαμήλιου γλεντιού. Δεν έχω υπόψη μου ο σκοπός να είναι γαμήλιος, μπορεί όμως και να είναι, ή να ήταν τότε.

Στην Κάλυμνο τον λένε «Καράβι Καραβάκι», είναι κοινός (χωρίς ειδική χρήση) σκοπός για μαντινάδες, αλλά δε βλέπω να τον έχει ρίξει κανείς στο ΥΤ. Δε χορεύεται.

Στη Μύκονο είναι σκοπός της τσαμπούνας και το λένε «Άνω μερά» (αλλά υπάρχουν δύο διαφορετικοί σκοποί της τσαμπούνας μ’ αυτό το όνομα, ο άλλος δεν έχει σχέση με το θέμα μας). Συρτό.

Στο Πήλιο τον λένε «Αυγερινό» και είναι κλασικό γαμήλιο συρτό, με σταθερά λόγια.

Υπάρχει επίσης ως γαμήλιο στη Θάσο, ως μπάλος της Άνδρου, και το έχω ακούσει και σ’ ένα δίσκο ως πολίτικο, που υπέθετα ότι θα είναι και το ορίτζιναλ όλων αυτών. Βέβαια τελικά η αλήθεια είναι πολύ πιο σύνθετη…


Εάν όντως διαβάσατε το άρθρο, έχω να κάνω μια παρατήρηση:

Λέει ο Δραγούμης ότι στις διάφορες παραλλαγές οι στίχοι ακολουθούν διάφορα μετρικά πρότυπα, μεταξύ των οποίων:

[Πολιτικός στίχος = 15σύλλαβος ιαμβικός]

Για το τραγούδι του Μουφλουζέλη συμφωνώ, για του Βαμβακάρη όμως όχι. Οι στροφές του Βαμβακάρη αποτελούνται καθεμιά από δύο πολιτικούς στίχους ομοιοκατάληκτους. Το παραπανήσιο 7σύλλαβο είναι τσάκισμα, δεν πρέπει να θεωρήσουμε ότι ανήκει στις στροφές. Αυτό φαίνεται όχι μόνο από το ότι, αφαιρώντας το, οι υπόλοιποι στίχοι εξακολουθούν να έχουν άρτιο νόημα, αλλά κυρίως από το ότι σε κάθε στροφή το 7σύλλαβο αυτό είναι ίδιο και για τον πρώτο και για τον δεύτερο στίχο. Αντίθετα οι στροφές του Μουφλουζέλη είναι τρίστιχες, με 8+7+7 συλλαβές, ομοιοκαταληξία μεταξύ δεύτερου και τρίτου, και χωρίς το 8σύλλαβο μαζί με το 7σύλλαβο να αποτελούν ένα ενιαίο 15σύλλαβο, ούτε όλο αυτό το σετ να ριμάρει με το επόμενο.
Η στιχουργική τεχνική του Βαμβακάρη είναι κλασική και στην παραδοσιακή ποίηση, ενώ του Μουφλουζέλη είναι νεωτερικότερη.

1 «Μου αρέσει»

Το διάβασα το αρθράκι και είναι πράγματι εκπληκτικές οι ομοιότητες. Ακόμα παραπάνω αν σκεφτεί κανείς, ειδικά για το κομμάτι του 1832, τις διαδρομές που έκανε η μελωδία από κάποιο σημείο του (μάλλον) ελληνόφωνου χώρου όπου την κατέγραψε πρόχειρα ο συνθέτης και περιηγητής, στο αρχείο του συνθέτη, στην ενσωμάτωση σε εκτενέστερο έργο και στην έκδοση της Βιέννης, που οδήγησε σε εκείνην του Λονδίνου. Σε συνδυασμό και με τα στοιχεία του Περικλή, επιβεβαιώνεται για μιά ακόμα φορά η άρρηκτη διασύνδεση δημοτικής παράδοσης και (επώνυμης ή μη) αστικής λαϊκής δημιουργίας.

Για τα περί ύπαρξης ή όχι παρακλαδιού στον πολιτικό στίχο του Μάρκου, θα συμφωνήσω βέβαια μαζί σου, Περικλή.

1 «Μου αρέσει»

Ιδού και οι άλλες παραλλαγές που ανέφερα. Δεν υπάρχει θασίτικο, γράψτε λάθος, Σαμοθρακίτικο είναι.

Εδώ η Σερφιώτικη εκδοχή με περίεργο τίτλο.
Για τη σιφνέικη θα επανέλθω.

Κατά την ταπεινή μου άποψη, για ακριβώς το ίδιο κομμάτι πρόκειται. Το ότι ηχογραφήθηκε στη Σμύρνη ή στην Πόλη σε ιδιαίτερα πρώϊμη (δισκογραφικά) εποχή, δεν χρίζει το κομμάτι “ρεμπέτικο”. Ρεμπέτικα τσάμικα, ούτως ή άλλως, δεν υπήρξαν*. Αλλά και οι τραγουδιστές της εποχής, “παντός καιρού” ήταν ακόμα, τραγουδούσαν οι πάντες τα πάντα. Ο Περικλής μιλάει για κάτι διαφορετικό, που βέβαια το έχουμε δει πάρα πολλές φορές, να υιοθετείται κάποια δημοτική μελωδία από “κλασικό ρεμπέτη” όπως τον Μάρκο. Εδώ, δεν έχουμε κάτι παρόμοιο αλλά απλά, μία ακόμα ηχογράφηση του ίδιου ακριβώς τσάμικου.

*(το πασίγνωστο με την επίκληση της άνωθεν Δυνάμεως, δεν χορεύεται βεβαίως με τίποτα. Μόνο διφωνίες / τετραφωνίες για καθιστή χορωδία δέχεται…)

1 «Μου αρέσει»

Το ξανασυζητήσαμε

Αυτό το τραγούδι, που δεν ήξερα ότι το έχει πει ο Βιδάλης και το είχα ακούσει μόνο από τον Καρναβά μια φορά σε σπίτι φίλων, μπορεί να μην έχει σχέση με τα ρεμπέτικα αλλά το έψαχνα για άλλους λόγους, προσωπικούς μου μεν αλλά συναφείς:
Έχει περάσει, γύρευε πώς, στην Όλυμπο (Κάρπαθος) ως επιτραπέζιο. Στην Όλυμπο, φυσικά, επίσης δεν έχουν τσάμικα, και μάλιστα δεν καταλαβαίνουν καν το ρυθμό. Έτσι το λένε μ’ ένα περίεργο ρυθμό που αλλάζει πολλά μέτρα. Το είχα ακούσει και υπέθετα ότι θα είναι προσαρμογή κάποιου “ξένου” τραγουδιού με ασυνήθιστο για τα νησιά ρυθμό, αλλά δεν είχε πάει ο νους μου στα τσάμικα. Φανταζόμουν ότι θα ήταν απτάλικο, μικρασιάτικο. Όταν άκουσα την ηχογρ. του Καρναβά, όχι στο πρώτο λεπτό αλλά όταν κατάφερα να κάνω την ταύτιση (δεν είναι πολύ προφανής), είχα μείνει κάγκελο.

λίγο αργά, αλλά έχω και μια ροδίτικη παραλλαγή σε μια κασέτα δε ξέρω και γω απο πότε. Θεωρώ ότι δεν είναι “καινούριος” ο σκοπός, με την έννοια ότι νομίζω ότι είναι παλαιότερο από το 1832. Αρχικά, το γυμνασμένο αυτί αναγνωρίζει δομές και σχήματα σε ένα μουσικό κομμάτι όπως το μάτι του ζωγράφου αναγνωρίζει μοτίβα και σχέδια σε ένα πασάλειμα. Έτσι στο σκοπό αυτό έχουμε κατά κύριο λόγο 3 γυρίσματα, και σε κάποιες περιπτώσεις και ένα τέταρτο-προέκταση του πρώτου. Είναι πολύ “καλοχτισμένος” κατά τη γνώμη μου, και θεωρώ ότι έχει εμφανή σημάδια τελετουργικού περιεχομένου παρά λαϊκού τραγουδιού. Και αν λάβουμε υπόψη μας ότι στα Δωδεκάνησα είναι από τους πιο γνωστούς σκοπούς, με τον ίδιο συγκεκριμένο ρόλο - να τραγουδιέται τη νύχτα- με κάποια στάνταρ δίστιχα ή και μαντινάδες στο ίδιο μοτίβο- αλλά και το ότι υπάρχει, προφανώς, και στα υπόλοιπα νησιά του Αιγαίου, μέχρι και το Πήλιο-και σίγουρα δεν υπήρχε μόνο εκεί(!)-δηλώνει παλαιότερο από ένα τραγούδι της εποχής της Απελευθέρωσης. Εξάλλου, επαναστατικά τραγούδια τραγουδιόνται σε όλη την Ηπειρωτική, Νησιωτική Ελλάδα αλλά και Μικρά Ασία, Πόντο. Βέβαια υπάρχει η περίπτωση να κάνουμε όλοι λάθος και ο σκοπός να έχει προέλευση τη Μπαρμπαριά και το Λίβανο κλπ κλπ…

Μερικές ακόμα εκδοχές του εν λόγω σκοπού συναντάμε με τον τίτλο “Εσύ που σέρνεις τον χορό” ή “Αυτός που σέρνει τον χορό”. Ενδεικτικά, μία παλιά με τον Νταλγκά και μία με τον Αηδονίδη πιο σύγχρονη (υπάρχουν κι άλλες πολλές).
Μετά έχουμε πλήθος εκδοχών με τον τίτλο “Θα πάρω βόλτα τα βουνά”, εδώ μία πιο παλιά από τον Κονιτόπουλο (που μάλλον ήταν και ο εμπνευστής της εν λόγω παραλλαγής, η οποία παίζεται σήμερα από διάφορους μουσικούς σε αυτή την μορφή).
Τέλος, υπάρχει και αυτή η εκτέλεση από την μπάντα του Βασίλη Νόνη (πρωτοψάλτης), όπου ο Καβακόπουλος μας πληροφορεί οτι πρόκειται για συρτό χορό Προποντίδος.

Στη Σιφνέικη παραλλαγή ο σκοπός λέγεται "Σμυρνέικος" και πάνω σε αυτόν λέγονται δίστιχα (είτε γνωστά είτε αυτοσχέδια). Λέγεται κατά ημιστίχια. Μετά το πρώτο ημιστίχιο λέγονται τα τσακίσματα "αμάν αμάν ωχ αμάν" και "αμάν αμάν αμάνι". Πριν ειπωθεί το τελευταίο ημιστίχιο επαναλαμβάνεται το δεύτερο, ίσως για να τονιστεί η ομοιοκαταληξία. Έτσι έχει την ίδια δομή με τον Παριανέικο, το Θεραπιανό και κάνα δυο ακόμη συρτά στη Σίφνο. Εδώ, ένα δείγμα. O Μουγάδης στο βιολί αναπτύσσει όλες τις μουσικές φράσεις που συνδέονται με τη Σιφνέικη εκδοχή. Οι κρότοι που ακούγονται είναι από τις φιγούρες (κτύπημα των ποδιών στο πάτωμα) των χορευτών.

Α, μπράβο. Σε παλιά συζήτηση (αμανέδες με ρυθμό) είχες αναφέρει τονΣμυρναίικο, τώρα καταλάβαμε ποιος είναι.

Άλλη μια εκδοχή του σκοπού, σχετικά αναγνωρίσιμη αν και σίγουρα αρκετά μεταμφιεσμένη. Τίτλος «Πολίτικος Συρτός» (άσχετος από τον γνωστό, Ραστ Πολίτικο Συρτό).

Μεταφέρω από το Sealabs ένα σχόλιο του Π. Κουνάδη, στο ένθετο του σιντί «Κώστας Σκαρβέλης IV - Συνθέτες του Ρεμπέτικου»:

Εκπληκτικός οργανικός σκοπός, αδιευκρίνιστο αν πρόκειται για παραδοσιακή μελωδία της Πόλης ή δημιουργία του Κώστα Σκαρβέλη. Κι αυτό γιατί ο μεν δίσκος 78 στροφών, φέρει την ένδειξη «διασκευή» η καρτέλα της ΑΕΠΙ το καταγράφει χωρίς αυτή την ένδειξη, σαν δημιουργία του Κώστα Σκαρβέλη. Δίσκος Columbia DG 6117 / CG-1239. Χιουμοριστικού ενδιαφέροντος και οι διάλογοι-επιφωνήματα ανάμεσα στους τρεις σπουδαίους μουσικούς που παίζουν: αρμόνικα ο Αντώνης Παπατζής (το πραγματικό του όνομα Αμιράλης), μαντόλα ο Σπύρος Περιστέρης και κιθάρα ο Κώστας Σκαρβέλης. Ένας τέταρτος μουσικός παίζει ποτηράκια (μάλλον ο Αγάπιος Τομπούλης).

(Πλέον βέβαια ξέρουμε ότι δεν είναι του Σκαρβέλη - τουλάχιστον, όχι το 100% της παρούσας σύνθεσης.)


Edit: Κακώς το περιέγραψα «αναγνωρίσιμο αν και αρκετά μεταμφιεσμένο». Σε πιο προσεκτική ακρόαση, είναι ξεκάθαρα ο ίδιος σκοπός.

2 «Μου αρέσει»

Το '13, που άνοιξα αυτό το θέμα, δεν είχα δει ότι είχε ξανανοίξει παλιότερα. Μεταφέρω από την παλιότερη συζήτηση όσα στοιχεία λείπουν από αυτήν:

Κάποιος το ανέβασε έκτοτε:

1 «Μου αρέσει»

ακουσα στο ρικ ενα παραδοσιακο κυπριακο, οπως ειπαν εκει, που καταγραφτηκε απο καποιον ερευνητη το 1951. ειναι παραλαγμενη η μελωδια του μπουφετζη απο την πρωτη εκτελεση. και λογια και εισαγωγη.

Θυμάσαι κανένα στίχο;

δυστηχως οχι… το ελεγε ο γνωστος λαουτιερης με το μουστακι που ειναι σε μια εκπομπη με την ξανθια παρουσιαστρια αντρυ καραντωνη.

αυτος ειναι. μιχαλης χατζημιχαηλ. εδω λεει ενα αλλο γνωστο σε εμας…

γενικα η κυπρος εχει πολλα ως παραδοσιακα, διασκευασμενα γνωστα τραγουδια που τα ξερουμε ως σμυρνεικα μεσα στον ρεμπεταδικο κυκλο.

Και από Κύθνο, στο 4:30

Νομίζω ότι εκεί γύρω στο 1960 όταν η νέα γενιά μουσικών υιοθέτησε το μπουζούκι και το ρεπερτόριο του, το ρεπερτόριο του βιολιού συνολικά θεωρήθηκε παραδοσιακό. Κάποια κομμάτια από το ρεπερτόριο του βιολιού όμως ήρθαν στην Κύπρο μέσω της μεσοπολεμικής ελληνικής δισκογραφίας, ή τα έφεραν οι μικρασιάτες μουσικοί μετά το 22.