Λαϊκές εκφράσεις και ιστορική τους προέλευση

[COLOR=SeaGreen]ΛΑΙΚΕΣ ΦΡΑΣΕΙΣ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΤΟΥΣ ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ
(ΕΠΙΤΙΜΗ ΚΑΛΕΣΜΕΝΗ ΤΟΥ ΘΕΜΑΤΟΣ ΕΛΕΝΗ)
[/COLOR]
[u][b]

 ΜΟΥ ΕΦΥΓΕ ΤΟ ΚΑΦΑΣΙ..[/b][/u]

Στα Τούρκικα καφάς θα πει κεφάλι, κρανίο. Όταν, λοιπόν, η καρπαζιά, που έριξαν σε κάποιον είναι δυνατή λέμε :" του έφυγε το καφάσι", δηλαδή, του έφυγε το κεφάλι από τη δύναμη του κτυπήματος. Το ίδιο και όταν αντιληφθούμε κάτι σπουδαίο, λέμε :“μου έφυγε το καφάσι” , δηλαδή, μου έφυγε το κεφάλι από τη σπουδαιότητα

Καλό θέμα. Την επεξήγηση του “κάθε κατεργάρης στον πάγκο του” την ξέρει κανείς; Αν όχι, περιμένετε λιγάκι.

Παλιά χρησημοποιούσαν ως κοπηλάτες στα μεγάλα πλοια φυλακισμένους, οι θέσεις κοπηλασίας λέγονταν Πάγκοι και απο κει έμεινε νομίζω

Το κάτεργο ήταν ιστιοφόρο πολεμικό ή πειρατικό πλοίο, με δυο ή τρεις σειρές κουπιών (αργότερα παροπλισμένο και αχρηστευμένο πολεμικό σκάφος, άλλοτε μόνιμα ελλιμενισμένο που χρησίμευε ως φυλακή καταδίκων, κι άλλοτε ως πλωτός στρατώνας),
επίσης η φυλακή και οι σκληρές καταναγκαστικές εργασίες των φυλακισμένων.
Έτσι, στα μεσαιωνικά χρόνια που χρησιμοποιήθηκαν τα πλοία αυτά, «κατεργάρης» σήμαινε «κωπηλάτης σε κάτεργο», δηλαδή άνθρωπος που αποτελούσε το πλήρωμα αυτής της πλωτής φυλακής, κατάδικος συνήθως, αλλά και σε κάποιες περιπτώσεις απλά ο άνθρωπος που δούλευε σε κάτεργο.
Όταν έπεφτε ο αέρας, αλλά το πλοίο έπρεπε να συνεχίσει την πορεία του, η εντολή που ακουγόταν ήταν: «κάθε κατεργάρης στον πάγκο του», δηλαδή κάθε κρατούμενος να καθίσει στη θέση του, στους ξύλινους πάγκους του πλοίου, και να πιάσει τα κουπιά.

Σήμερα βέβαια που δεν υπάρχουν αυτές οι πλωτές φυλακές, η φράση διατηρείται αλλά με άλλη σημασία και δηλώνει την επαναφορά στην αρχική τάξη και στην εργασία μετά από διακοπή ή διάλειμμα.

Πάντως και η λέξη «κατεργάρης» υπέστη νοηματική …μετάλλαξη.
Από εργαζόμενος σε κάτεργο μετέπεσε στην έννοια του “πονηρού”, του “καταφερτζή”, ώσπου πια σήμερα δεν έχει απόλυτα αρνητική σημασία (όπως και η λέξη π.χ. μπαγάσας).
Συνήθως οι χαρακτηρισμοί αυτοί [κατεργάρης, μπαγάσας κ.λπ.] σημαίνουν επιδοκιμασία, θαυμασμό για τις ικανότητες κάποιου - και περάσαμε και εδώ - από την αρχική ειρωνεία στην επιφυλακτικότητα και στην ανεκτικότητα και φτάσαμε λέγοντας τη λέξη “κατεργάρης” στην αποδοχή κάποιου για τις ικανότητές του.

Υ.Γ. Αυτό το “επίτιμος καλεσμένος” έχει βέβαια την πλάκα του…

Σωστά Άρη, όχι ακριβώς όμως:

Οι γαλέρες της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας (εμείς τη λέμε Βυζαντινή Αυτοκρατορία) χρησιμοποιούσαν αμοιβόμενα πληρώματα ελεύθερων Ρωμαίων πολιτών, όχι φυλακισμένους. Υπήρχαν δύο ειδών πληρώματα: οι ναυτικοί, για τους χειρισμούς καταστρώματος και για την ταχεία προώθηση του σκάφους όταν χρειαζόταν και οι πολεμιστές. Οι δεύτεροι λέγονταν Κασσιδιαραίοι (από την κασσίδα, προστατευτικό κράνος που φορούσαν την ώρα των επιχειρήσεων) και οι πρώτοι Κατεργαραίοι γιατί η δουλειά τους, την ώρα της πολεμικής επιχείρησης, ήταν στο κάτεργο, το αμπάρι του σκάφους όπου και κωπηλατούσαν καθισμένοι σε πάγκους. Σε ώρες σχόλης οι κατεργαραίοι συνήθιζαν να κάνουν διάφορα καψόνια στους κασσιδιαραίους, που φαίνεται πως δεν είχαν επιλεγεί ανάμεσα από τους ευφυέστερους πολίτες της αυτοκρατορίας. Έτσι πήρε με τον καιρό και η λέξη κατεργάρης τη σημερινή της έννοια. Την ώρα όμως της επιχείρησης ακουγόταν από τον ναύκληρο το πρόσταγμα «κάθε κατεργάρης στον πάγκο του» και φυσικά τέρμα τα καψόνια.

Υ.Γ. δεν είχα δεί την καταχώρηση της Ελένης, αλλά περίπου τα ίδια πράγματα λέμε.

ΧΡΩΣΤΑΕΙ ΤΗΣ ΜΙΧΑΛΟΥΣ…

δεν είμαι σίγουρος (αυτό μου το πε ο αδερφός μου)

        Η  έκφραση εχει σχέσηι με τη μετεπαναστατική ζωή στο Ναύπλιο, πρωτεύουσα τότε...             
        Μετά την επανάσταση του 21 υπήρχε στο Ναύπλιο μια ταβέρνα που ανήκε σε μια γυναίκα, τη Μιχαλού.             
        Η Μιχαλού είχε το προτέρημα να κάνει "βερεσέδια" αλλά με προθεσμία.             
        Μόλις τελείωνε η προθεσμία  στόλιζε τους χρεώστες της με "κοσμητικότατα" επίθετα.             
        Όσοι τα άκουγαν, ήξεραν καλά ότι αυτός που δέχεται τα "επιθετάκια'' της "χρωστάει της Μιχαλούς".

:108::016:

ΕΦΑΓΑ ΧΥΛΟΠΙΤΑ…

.Γύρω στα 1815 υπήρχε κάποιος κομπογιαννίτης, ο Παρθένης Νένιμος, ο οποίος ισχυριζόταν πως είχε βρει το φάρμακο για τους ερωτευμένους. Επρόκειτο για ένα παρασκεύασμα από σιταρένιο χυλό ψημένο στο φούρνο. Όσοι λοιπόν αγαπούσαν χωρίς ανταπόκριση, θα έλυναν το πρόβλημά τους τρώγοντας αυτή τη θαυματουργή πίτα - και μάλιστα επί τρεις ημέρες, κάθε πρωί, τελείως νηστικοί.:112::112::112:

α θέλω να ρωτήσω και ένα που μου το χαν πει παλιά αλλαδεν θυμάμαι καθόλου

αυτό που λέμε (πρασιν αλογα)

Πράσσειν άλογα, στην αρχαία… Εγινε πράσινα άλογα από το λαό γιατί πιθανώς δεν καταλάβαινε τη σημασία του.
Υπάρχει και ένα ελληνικό συγκρότημα αν θυμάμαι καλά μ’ αυτό το όνομα…

Πολύ καλό είναι και το βιβλίο του Τάκη Νατσούλη “Λέξεις και φράσεις παροιμιώδεις” (Σμυρνιωτάκης 1995). :088:
Περιέχει πλήθος παροιμιωδων εκφράσεων από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα, κυρίως ελληνικών αλλά και ξένων (σε παράρτημα). Πολύ διασκεδαστικό στο διάβασμα και συνάμα χρήσιμο με πλήθος πληροφοριών.
Δεν γνωρίζω αν υπάρχει κάποιο άλλο παρόμοιου περιεχομένου…

για γράψε μας τιποτα απο εκει αν το έχεις δημητρη

Στη Βυζαντινή εποχή, οι καλόγεροι ήταν χιλιάδες. Αλλά ενώ η εκκλησία τους απαγόρευε πολλά πράγματα με τους πιο αυστηρούς κανόνες, πολλοι απ’ αυτούς ξέφευγαν συχνα απ’ το δρόμο του Θεού κι έκαναν του κεφαλιού τους. Ένα από τα αμαρτήματά τους ήταν και το πιοτό.Έπιναν τόσο πολύ που ξεχνούσαν το σχήμα τους και το έριχναν στο γλέντι και σε άλλες παρεκτροπές.
Τους… γλεντζέδες αυτούς τους ρασοφόρους ο λαός τους ονόμασε κρασοπατέρες σχηματίζοντας την λέξη , από το “κρασί” και το “πάτερ”.

Ένας λαϊκός χορός -που κρατάει από τα αρχαία χρόνια είναι και ο “πεντοζάλης” (γεια σας σύντεκνοι του forum!).
Πολλοί πιστεύουν ότι ο χορός αυτός ονομάστηκε έτσι, γιατί τα πολλά του στριφογυρίσματα σου φέρνουν ζάλη.
Η λέξη παράγεται από το “ζάλος” - “ζαλιά”, που σημαίνει το βήμα ή το ίχνος του ποδιού. Το λέει άλλωστε και το τραγούδι:
“άλλο χορό δεν είδα εγώ,
ωσάν τον πεντοζάλη,
που κάνει τρία ζάλα ομπρός
και δυο γιαγέρνει πάλι”
Στην “Θυσία του Αβραάμ”, στο στίχο 440, βρίσκει κανείς την λέξη “παιδόζαλα”, δηλαδή παιδικά βήματα.
Υπάρχει και η παροιμία “το φιδάκι κάνει ζάλα όπου μυριστεί το γάλα” που την λένε συνήθως για τα άτομα εκείνα που χώνονται σε διάφορες υποθέσεις όταν μυριστούε πως θα κερδίσουν κάτι.

Υ.Γ. Αν κάποιος θέλει να μάθει για κάτι συγκεκριμένο ας ρωτήσει και εφόσον υπάρχει θα του απαντήσω :088:

Δημητρη για κοιτα μήπως έχει και το θα φαει μυγα σιδερο και το κουνουπι ατσάλι

Δεν το έχει αυτό Αρη… :106:

ΑΥΓΑ ΣΟΥ ΚΑΘΑΡΙΖΟΥΝ…;
Τη λέμε δε, όταν βλέπουμε κάποιον να γελά χωρίς λόγο και αφορμή. Μια φορά το χρόνο, οιΡωμαίοι γιόρταζαν -για να τιμήσουν την Αφροδίτη και το Διόνυσο- μʼ έναν πολύ τρελό και παράξενο τρόπο: Κάθε 15 Μαΐου, έβγαινε ο λαός στις πλατείες και άρχιζε τον «πετροπόλεμο» με… αυγά μελάτα! Χιλιάδες αυγά ξοδεύονταν εκείνη την ημέρα για διασκέδαση κι ο κόσμος γελούσε ξεφρενιασμένα. Τα γέλια αυτά εξακολουθούσαν για βδομάδες ολόκληρες. Στη γιορτή αυτή δεν έπαιρναν μέρος μονάχα οι πολίτες, που ήταν κατώτερης κοινωνικής θέσης, αλλά και ανώτεροι κρατικοί υπάλληλοι, στρατηγοί, άρχοντες, Ρωμαίες δεσποινίδες και αυτοκράτορες καμιά φορά. π. χ. ο «αυγοπόλεμος» ήταν μια από τις μεγάλες αδυναμίες του Νέρωνα, που πετούσε αυγά στους αξιωματικούς και τους ακόλουθους των ανακτόρων του, χωρίς να είναι η μέρα της γιορτής των αυγών. Στο Βυζάντιο φαίνεται πως η γιορτή έγινε της μόδας, για πολύ λίγο διάστημα όμως. Σε πολλά βυζαντινά κείμενα, αναφέρεται συχνά, αλλά μόνο με δύο - τρία λόγια. Έτσι από το περίεργο αυτό έθιμο - που η αιτία του χάνεται στα βάθη των αιώνων - έμεινε η ερωτηματική φράση: «αυγά σου καθαρίζουνε;».:112:

ΚΙ ΑΛΛΟ ΚΙ ΑΛΛΟ

ΧΑΙΡΕΤΑ ΜΟΥ ΤΟΝ ΠΛΑΤΑΝΟ Η φράση αυτή παλαιότερα είχε εντελώς διαφορετική σημασία και τη χρησιμοποιούσαν όλοι σχεδόν οι αρματολοί της Επανάστασης. Όταν στις 25 Μαρτίου 1821, ο Παλαιών Πατρών Γερμανός έδωσε το σύνθημα της εθνικής εξέγερσης μετά από την ολονυκτία που έγινε στην Άγια Λαύρα, κρέμασε το λάβαρο σ’ ένα μεγάλο πλάτανο, που βρισκότανε στον περίβολο της αυλής της Μονής. Κατόπιν άρχισαν να περνούν ένας - ένας κάτω από την πυκνή φυλλωσιά του δένδρου, για να κοινωνήσουν. Από τότε, όταν κανείς απ’ αυτούς, πήγαινε να πάρει εντολές ή να δώσει μηνύματα στον ηρωικό δεσπότη, οι σύντροφοι του έλεγαν: -Χαιρέτα μας τον πλάτανο. Με το «πλάτανο» εννοούσαν τον Παλαιών Πατρών Γερμανό ή τον πλάτανο το δέντρο, που κοντά του κοινώνησαν.

Ιστορικές, εσκεμμένες, ανακρίβιες. Παραμυθάκια για τα παιδάκια στο δημοτικό.:079::108:

Δεν έχει σχέση με σένα Άρη.

:019::019::019:καλο!
Κοκορέτσι"
Η λέξη “κοκορέτσι” προέρχεται από το ρωμανικό “αδράχτι” που λέγεται “κουκουρέτσου”. Το “κουκουρέτσου” το παρέλαβαν οι Σλάβοι και το μετέτρεψαν σε “κουκουρούζα” και που έτσι ονόμασαν το αραποσίτι, “τη ρόκα, το καλαμπόκι”. Έτσι ο οβελίας, πάνω στον οποίο είναι περασμένα τα κομμάτια από εντόσθια τυλιγμένα με έντερα, πήρε το όνομα “κοκορέτσι”.

Για τη φράση “Χαιρέτα μου τον πλάτανο”.

Βέβαια, κανένας δεν ύψωσε λάβαρο της Επανάστασης και σε καμιά Αγία Λαύρα, η όλη ιστορία είναι νεότερο εφεύρημα που εξυπηρέτησε στόχους προφανείς.

Μια άλλη εκδοχή για τη φράση - πιο πιθανή ίσως.
Στο προαύλιο του Μεντρεσέ, της παλιάς ιερατικής σχολής των Τούρκων και φυλακής στα χρόνια της τουρκοκρατίας, υπήρχε ένας πλάτανος τεράστιος από τα κλαδιά του οποίου γίνονταν απαγχονισμοί των κρατουμένων.
Το δέντρο αυτό θεωρήθηκε ως σύμβολο και σήμα κατατεθέν γενικά της φυλακής, των βασανιστηρίων, της άδικης κράτησης - πράγμα συνηθισμένο τότε -
και υμνήθηκε και σε στιχάκια της εποχής:

“…Στου Μεντρεσέ τον πλάτανο πουλί δεν πάει να κάτσει
πό ’ χει ξερά τα φύλλα του, στη ρίζα του φαρμάτσι…”

ή, σε άλλο:
«…Ο πλάτανος του Μεντρεσέ έχει διπλό τον κλώνο
ο ένας λέει ισόβια κι ο άλλος λαιμητόμο…"

Η φράση: “Χαιρέτα μου τον πλάτανο” σήμαινε και αποχαιρετισμό της ζωής για τους μελλοθάνατους, και ήταν συνθηματική φράση (που όταν λεγόταν δήλωνε εμπειρία από αυτή τη φυλακή) μέχρι και προειδοποίηση σε κάποιον πως με τις πράξεις και τη συμπεριφορά του γρήγορα θα έλεγε από κοντά τα χαιρετίσματα στον πλάτανο, δηλαδή στη φυλακή του Μεντρεσέ.

Σύμφωνα με τις πηγές τον πλάτανο αυτό φύτεψε στο προαύλιο ή τουλάχιστον φρόντισε πολύ και τον έκανε τεράστιο δέντρο, ο Μπίμπισης, ληστής που είχε και κάποια σχέση - ίσως ερωτική - με τη Δούκισσα της Πλακεντίας.