Δανάη Στρατηγοπούλου και Κώστας Μπέζος

μια ερωτηση…στο musicpedia ανεφερει ως τραγουδια του μπεζου τα ακολουθα :“Στην Υπόγα”, “Αδυνάτισα ο καημένος”, “Τούτο το καλοκαιράκι”, “Ντερτιλίδικο”, “Γλυκειά Σταμπούλ”, “Κάηκε κι ένα σχολείο”, “Χιπ Χοπ”, “Τουμπελέκι-τουμπελέκι”, “Επτανησιώτικη καντάδα”, “Μόνα” (μεγάλη επιτυχία της Κάκιας Μένδρη), “Παραγουάη”, “Νοκτούρνο”, “Πάμελα Μελωδία”, “Ζίρα”, “Άσπρα πουλιά”, “Τα <Άσπρα Πουλιά> στα βουνά”, “Η Φυλακή είναι Σχολείο”, “Στου Λαϊνη την ταβέρνα”, “Τρούμπα”, “Του Λαϊνη το κρασί”, “Λαίντυ Γιακουλέλε”, “Ο Μπέζος στην Αμερική”, “Δωσ’ μου την καρδιά μου πίσω”, “Ντίπι-ντίπι-ντοπ”, “Γλυκειά μου αγάπη γύρνα”, “Πες μου”, “Αλλό! Αλλό!”, “Το Ταγκό του μυστηρίου”, “Νύχτες γλυκές”, “Βίκι-Βίκι”, “Ο καημός του τσομπάνου”, “Λιλόγκα”, “Μικρούλα Μπίμπη”, “Το ταγκό της νύχτας”, “Σμαρτ”, “Τα ερωτικά μάτια”, “Φοξ ξιξι”, “Ουρρά Ουρρά”, κ.λπ.

περα απο αυτα που υπαρχουν στο sealabs και εχουν κυκλοφορισει σε cd τα υπολοιπα που υπαρχουν???υπαρχει περιπτωση να τα βρω καπου?

Φοβάμαι ότι θα δυσκολευτείς πολύ, με εξαίρεση φυσικά τα (περισσότερα) “μαγκικότροπα”, που κυκλοφορούν σε δεκάδες ψηφιακές επανεκδόσεις. Ο Μπέζος, αφού με την προτροπή (ίσως και τη συμβολή) του Τέτου Δημητριάδη ηχογράφησε τους έξη δίσκους για την αμερικάνικη αγορά, σύντομα “συνέπηξε” σχήμα με κιθάρες και χαβάγιες κιθάρες, με το οποίο ηχογράφησε τα περισσότερα από τα υπόλοιπα κομμάτια που αναφέρεις, με το όνομα “Άσπρα πουλιά”. Τα κομμάτια αυτά είναι παντελώς ξεχασμένα αυτή τη στιγμή. Αξίζει φυσικά να αναφερθεί ότι στο συγκρότημα συνέπραξε για ένα διάστημα και ο Χιώτης με την κιθάρα του.

Δεν υπαρχει καμια αμφιβολια πλεον οτι ολα τα κομματια του Κωστη τραγουδαει ο Μπεζος και φυσικα καμια σχεση δεν εχει η φωνη του Δημητριαδη με τον Μπεζο,απορω πως βγαινουν καποιοι και το υποστηριζουν κατι τετοιο οι φωνες τους δεν μοιαζουν ουτε στο ελαχιστο και σε κανενα κομματι δεν συμμετεχει εκτος απο ενα που φερεται σαν συνθετης και στο οποιο το οποιο εισπρατει δικαιωματα
Επισης υπαρχουν καποια ελαφρα με τραγουδιστης τον Μπεζο που ειναι η ιδια φωνη με του Κωστη οπως για παραδειγμα το κομματι ‘‘Ενταξει’’ κ,α.Απλα ο Μπεζος τραγουδησε λιγα κομματια ελαφρα που ειναι πολυ δυσευρετα.
Ο Τετος Δημητριαδης εκανε μια πολυ μεγαλη σειρα για λογαριασμο της Victor το 1931 που ειναι και η πραγματικη ημερομηνια των ηχογραφησεων του Κωστη εκει ηχογραφησαν οι Νταλγκας,Καριπης,Κυριακος,Μπεζος(Κωστης),Ογδοντακης κ.α

για αυτα τα κομματια λεω.στο sealabs υπαρχουν δυο κομματια,η χονολουλου και τα ασπρα πουλια στα βουνα που δεν υπαρχουν(νομιζω)σε καποιο cd.εντυπωση μου κανει οτι αν πατησεις τους τιτλους τους στο google εμφανιζει σε καποια απο αυτα τους στιχους…

Τα “ελαφρά” κομμάτια, με το συγκρότημα “Ασπρα πουλιά”, ηχογραφήθηκαν μετά τις ηχογραφήσεις για λογαριασμό της Victor και την αναχώρηση για Αμερική του Τ. Δημητριάδη. Αυτά δεν βρίσκονται σε ψηφιακές επανεκτυπώσεις, εκτός ίσως ελάχιστων εξαιρέσεων που δεν τις ξέρω. Χονολουλού και Άσπρα πουλιά στα βουνά (Άλπεις!!!) εντάσσονται σε αυτά. Και τα δύο είναι ευρηματικότατα σε πνεύμα και χιούμορ.

Και εγώ δεν βλέπω ομοιότητα στη σειρά “Κωστή” με Δημητριάδη, αλλά πράγματι υπάρχουν δύο διαφορετικά ηχοχρώματα φωνής. Ίσως ο Μπέζος να είχε καταναλώσει κάποια ουσία πριν κάποιες ηχογραφήσεις, τι να πώ… Χρειάζεται περαιτέρω έρευνα.

Οι σχετικές παρτιτούρες στη συλλογή Μαυραγάνη http://palia.kithara.gr/index.php?cmd=ci&cre=mqefps+kzstas

Πιο συγκεκριμένη επιρροή:Στη συλλογή εκλεκτών τεμαχίων δια κιθάραν τεύχος 27 των εκδόσεων Γαϊτάνου το τελευταίο “τεμάχιο” διασκευή Γ. Τυρταίου με τίτλο “Retraite Espagnole (Υποχώρησις)” σε κούρδισμα ανοιχτό σολ είναι ξεκάθαρα βασισμένο στο αμερικάνικο “Spanish Fandango”. Δεν μπορώ να χρονολογήσω με ακρίβεια την παρτιτούρα, θεωρώ ότι είναι μεταγενέστερη του 1948 αλλά ίσως αυτά τα κομμάτια να κυκλοφορούσαν και παλιότερα και να επηρέασαν τους έλληνες κιθαρίστες με τον ίδιο τρόπο που επηρέασαν τους μπλουζίστες.

Ο Κ. Βάρναλης έγραφε χρονογραφήματα στην εφημερίδα “Πρωία” κατά τη διάρκεια της Κατοχής (1941-1944).
Εκεί γνώρισε τον Κώστα Μπέζο, αφού και οι δυο τους εργάζονταν ως δημοσιογράφοι στην ίδια εφημερίδα.
Μια επιφυλλίδα του στις 16-1-1943 αφιερώνει στον Κώστα Μπέζο.

[u]Κώστας Μπέζος[/u]

[i]Μιαν εξαιρετική φυσιογνωμία έχασε ο καλλιτεχνικός κόσμος της Αθήνας και έναν πολύτιμο συνεργάτη η Πρωία, τον Κώστα Μπέζο. Νέος ακόμα, νικήθηκε από την ύπουλη αρρώστια που τον έφθειρε χρόνια και τώρα τελευταία τον έριξε χάμου, για να μη σηκωθεί πια.
Ο Μπέζος ήταν πολύπλευρη καλλιτεχνική φύση. Σκιτσογράφος, ποιητής, συνθέτης, κιθαριστής, τραγουδιστής, ηθοποιός, επιθεωρησιογράφος, πεζογράφος. Και σ’ όλα αυτά είχε λεπτό γούστο και πνεύμα και στα περισσότερα, αναγνωρισμένο τάλαντο. Αλλά κυρίως ήταν ένας από τους πιο γνήσιους τύπους της μποέμικης ζωής. Ξενύχτης αδιόρθωτος, γλεντζές, καλόκαρδος - ένα μεγάλο παιδί, που δεν ήξερε τι θα πει “αύριο”. Κι ήταν αγαπητός απ’ όλους και περιζήτητος στις παρέες. Και για το πλήθος των ταλάντων του και για την ευθυμία του και για τα γουστόζικα ανέκδοτά του, που ήξερε να τα διηγείται με μοναδικό μπρίο.
Ως γελοιογράφος των εφημερίδων δεν είχε το ταίρι του. Το χιούμορ του ήτανε πάρα πολύ φίνο κ’ η γραμμή του σίγουρη. Χαριτωμένος και πνευματώδης κι ανεξάντλητος. Κι όμως, πόσο βαριότανε τη δουλειά! Όταν ερχότανε τα βράδια στα γραφεία της Πρωίας για να φκιάσει το καθημερινό του σκίτσο, ήτανε άθυμος σα να τον είχανε καταδικάσει σε καταναγκαστικά έργα.

  • Τι να φκιάσω; έλεγε. Το κεφάλι μου είναι άδειο.
  • Κάτσε και πάρε χαρτί και πένα. Κάτι θα βγει.

Και πραγματικά, σε λίγη ώρα το σκίτσο ήτανε έτοιμο, φρέσκο και σπαρταριστό κι απορούσες πούθε βγήκε όλο αυτό το κέφι. Κ’ έπειτα, άμα έπαιρνε την “αντιμισθία”, έτρεχε να τη χαλάσει. Λες και τα λεφτά τού καίγανε τις φούχτες.
Είχε μια καταπληκτική ευκολία να εφευρίσκει κωμικές σκηνές και να γράφει σατιρικούς στίχους. Αλλά σχεδόν ποτέ του δεν είχε την υπομονή να τελειώσει ένα έργο. Αφού το έφκιανε όλο μες στο κεφάλι του και προχωρούσε αρκετά στην πραγματοποίηση, ξαφνικά τα παρατούσε όλα. Τον έπαιρνε το ρέμα της μποέμικης ανεμελιάς - ναυάγιο της νύχτας και της ημέρας.
Ως κιθαριστής ήτανε μαέστρος κι ως τραγουδιστής περίφημος για τη λεπτή του τέχνη και το αληθινό αίσθημα. Πόσες φορές πηγαίναμε να τον βρούμε σε διάφορα κέντρα, όπου καταντούσε να διασκεδάζει το κοινό. Κάπου - κάπου τα μάζευε κ’ έφευγε με μερικούς άλλους συντρόφους για καλλιτεχνική περιοδεία στην Αίγυπτο και στην Πόλη. Ξαναγύριζε μετά καιρό στα παλιά του λημέρια και στις παλιές του συνήθειες με κέφι και παράδες. Και σε λίγο έτρωγε τους κόπους του και ξαναγινότανε σκιτσογράφος. Αυτήν τη δουλειά τη θεωρούσε ρουτινιέρικη, Κι αν μπορούσε, θα πλήρωνε όσα είχε για να την αποφύγει!
Αυτή η μποέμικη αταξία της ζωής του τον έφαγε. Διαρκώς αδυνάτιζε. Έβηχε. Και πριν από ένα χρόνο και πλέον τονε δέχτηκε η “Σωτηρία”. Οι φίλοι, που τον αγαπούσαν, κ’ οι γνωστοί, που τον εχτιμούσαν, λυπηθήκανε πολύ. Γιατί η κατάστασή του δε σήκωνε διόρθωση. Έφυγε κι από κει, γιατί η μοίρα του το είχε να μη ριζώνει πουθενά. Πήγε στην Αγία Παρασκευή. Εκεί, σ’ ένα δωμάτιο ακατάστατο και υγρό, έρεβε τελειωτικά και καμιά βοήθεια δεν μπορούσε πια να τον σώσει. Ο γιατρός τελευταία, αφού απελπίστηκε, του κατάργησε κάθε δίαιτα και του επέτρεψε να τρώγει ό,τι ήθελε. Γιατί να τον βασανίζει άδικα;

  • Γιατρέ, του είπε, μπροστά σε κάτι φίλους που πήγανε να τον ιδούνε, σου χρωστώ μεγάλη χάρη για όσα μου έκανες. Αλλά σε παρακαλώ να μη μου αρνηθείς μια τελευταία χάρη.
    -Ποιαν;
  • Δώσε μου ένα φάρμακο να πεθάνω απόψε. Γιατί να βασανίζομαι άδικα;
    -Δεν ντρέπεσαι; του απάντησε ο γιαστρός. Θα γίνεις καλά την άνοιξη.
    Και πραγματικά, μέσα σε μια βδομάδα έγινε απολύτως καλά. Πέθανε.
    Μια ζωή, ένα παραμύθι, ένας τάφος. Τι άδικα που χάθηκε μια εξαιρετική καλλιτεχνική ψυχή, ένας θαυμάσιος άνθρωπος - ο τελευταίος της γενεάς των βοημών![/i]

Τα χρονογραφήματα αυτά του Βάρναλη από την “Πρωία” κυκλοφορούν στο βιβλίο “Φέιγ Βολάν της Κατοχής” (σε επιμέλεια του Γιώργου Ζεβελάκη, από τις εκδόσεις Καστανιώτη), απ’ όπου και το παραπάνω κείμενο, σελ. 307 - 309.