Ανέκδοτο τραγούδι του Μάρκου Βαμβακάρη

Έχω αμφιβολία για το αν ο Μάρκος είχε οποιαδήποτε γνώση, έστω και στοιχειώδη, πάνω στην ανάλυση οικονομικών δεδομένων. Θα έλεγα ότι ο λαϊκός ποιητής καταγράφει την περιρρέουσα ατμόσφαιρα όπως την αντιλαμβάνεται μέσω από το δικό του πρίσμα εμπειριών. Δηλαδή είναι μία απλή καταγραφή μιας κατάστασης που βλέπει να συμβαίνει γύρω του ο Μάρκος την οποία βέβαια περνάει στο τραγούδι του. Θεωρώ τραβηγμένη την υπόθεση κάποια ανάλυσης, έστω και αν θεωρήσουμε ότι ο Μάρκος σκεφτόταν για να γράψει τα τραγούδια του (τα παίδευε δηλαδή) μέχρι να φτάσει στον στίχο που του ταίριαζε. Με άλλα λόγια, οι απλές συμπερασματικές σκέψεις δεν αποτελούν κάποιου είδους ανάλυσης παρά βιωματικές εικόνες που εμφανίζονται στο νου του στιχουργού καθώς “συμμορφώνει” τις σκέψεις του.

Άγη, πριν συνεχίσουμε ας βεβαιωθούμε ότι μιλάμε πάνω σε κοινά δεδομένα.

«Εγώ ψιλή στην τσέπη μου ποτέ δεν αποτάζω» σημαίνει δεν κρατάω. Όχι γιατί είμαι φτωχός και δεν μπαίνει φράγκο στην τσέπη μου, αλλά γιατί μόλις μπει θα το ξοδέψω. Τουλάχιστον έτσι το καταλαβαίνω εγώ. Νομίζω ότι κάπου (εδώ;;:wink: έχω διαβάσει και επιβεβαίωση αυτής της έννοιας του αποτάζω, αλλά δεν παίρνω και όρκο.

Αυτό καταλαβαίνεις κι εσύ ή κάτι άλλο; Σα να μου φαίνεται ότι το διαβάζεις μάλλον σαν «εγώ ποτέ δεν καταφέρνω να έχω δραχμή στην τσέπη», άρα τελικά = «είμαι φτωχός».

Κατά τα άλλα έχεις δίκιο. Πράγματι, λέει ο Μάρκος ότι όσα και να φάνε, όλα δε θα τα φάνε. Αλλά η ανάλυση είναι δική σου, όχι δική του. Τέτοιες αλήθειες λένε και οι παροιμίες, και τα παραμύθια, και όλες οι μορφές λαϊκού λόγου. Ο Μάρκος από λαϊκή θυμοσοφία ήταν πρώτος. Από ανάλυση όμως δε νομίζω. Άλλωστε αμφιβάλλω αν οποιοσδήποτε μπορεί να είναι καλός σ’ αυτά τα δύο, τα θεωρώ αλληλοαποκλειόμενα.

Βιωματική ανάλυση βιωματικών οικονομικών δεδομένων…
Γιατί πρέπει να αποκλειστεί η αναλυτική σκέψη στον άνθρωπο που δεν έχει επιστημονικές γνώσεις;
Βιωματική αλλά και “μπολιασμένη” με την καθημερινή επικαιρότητα που στη δεκαετία του '30 τράνταζε τον κόσμο: Δεν είναι δυνατό να μην ξέρει ο Μάρκος ποιοι ήταν ο Βενιζέλος, ο βενιζελικός Σοφούλης, ο βασιλικός Κονδύλης, ο Δερμετζής “που θα 'φερνε το τέλος” (και ο Μάρκος όταν λέει “θα 'φερνε το τέλος” σε μια συγκεκριμένη πολιτική επικαιρότητα αναφέρεται), ο προσεκτικός Γιαννάκης κι ο κομμουνιστής Σκλάβαινας.
Ούτε είναι δυνατόν να μπερδεύει τον Μουσολίνι με τον Ηρακλή και τον Χίτλερ με τον Αχιλλέα, ούτε είναι δυνατό να μην ξέρει γιατί λέει ότι “όλοι οι εργάτες αγαπούν” το Στάλιν και όλα αυτά (ή όλοι αυτοί) να του 'ναι πράγματα τόσο “απρόσιτα” τη στιγμή που όλα αυτά κι όλοι αυτοί μαζί βρίσκονταν στο επίκεντρο της καθημερινής πολιτικής αντιπαράθεσης σε κάθε χώρο κοινωνικού “συγχρωτισμού”.

Φοράω τις ωτασπίδες μου και δένομαι στο κατάρτι!!! Θέλω να πω: εγώ εκφράστηκα. Στο τέλος θα μου δώσω την εντύπωση ότι μονοπωλώ την κουβέντα για να περάσει το δικό μου.

— Νέο μήνυμα προστέθηκε στις 21:39 ::: Το προηγούμενο μήνυμα δημοσιεύθηκε στις 21:36 —

Κατ’ εξαίρεση γι’ αυτό που γράφτηκε πριν δεθώ στο κατάρτι:
Το ίδιο καταλαβαίνω κι εγώ.

Δεν μπορούμε να αποκλείσουμε ποτέ τίποτα. Απλώς εμένα μου φαίνεται σχετικά απίθανο να συμβαίνει κάτι τέτοιο που αναφέρεις. Όπως επίσης δεν μπορώ να φανταστώ την περίπτωση της “επί τούτου” ανάλυσης μέσω των στίχων, δηλαδή να προσπαθεί ο Μάρκος να κάνει κάποιου είδους ανάλυση και όχι να καταγράφει την ατμόσφαιρα της εποχής του.
Κάπως αντίστοιχα δε θα περίμενα από τον Καβάφη να γράψει:
“Αφού στον άλλονε ντουνιά
λεφτά δε θα περνάνε
τα `χουν και τα θυμιάζουνε,
δεν ξέρουν να τα φάνε”
Φυσικά Άγη δεν είναι απρόσιτα στον Μάρκο τα όσα συμβαίνουν στην καθημερινότητα, αλλά είναι αυτά που συμβαίνουν μέσα από τα μάτια, τις εμπειρίες και το πρίσμα του Μάρκου και όχι οι αιτίες αυτών που συμβαίνουν ή κάποιες μελλοντικές συνέπειες πέρα από την απλή σκέψη όλων των ανθρώπων… είμαι φτωχός = δεν έχω λεφτά!

:083:Και ως καλός καπετάνιος του φόρουμ σου κόβω τα δεσμά και πετάω τις ωτασπίδες. Έχεις την υποχρέωση της τροφοδότησης της συζήτησης με καινούριες σκέψεις:)

Βασικά αυτό εννοώ, ότι πάνω στο θέμα δεν έχω άλλες σκέψεις, ή ότι κι αν έχω είναι πολύ συνδυαστικές με άλλες πηγές και εμπειρίες οπότε θα μας πήγαινε μακριά το θέμα. Και ότι επομένως θα επαναλαμβάνομαι ή θα υπεισέρχομαι σε λεπτομέρειες της διατύπωσης κλπ που θα καταντήσουν άχαρες…

…Έτσι κι εδώ, τι άλλο να πω; “εμένα αντίθετα μου φαίνεται σχετικά πιθανό” ή μάλλον “πολύ πιθανό”. Κατά τα άλλα φυσικά καταγράφει την ατμόσφαιρα της εποχής του, αλλά την καταγράφει από τη δική του θέση κι αυτή είναι θέση πολιτική: Δε λέει “μακάρι ο νέος πρωθυπουργός να μας βγει φωστήρας”, λέει άλλα. Οϋτε λέει “μπράβο Μπενίτο σ’ αγαπούν οι νιές για τη στολή σου”. Κι αυτή η θέση έχω τη γνώμη (αφοριστικά από ένα σημείο κι έπειτα όπως κι ο καθένας από ένα σημείο κι έπειτα) ότι εκφράζεται “επί τούτου”, όχι βέβαια ως ανάλυση αλλά ως θέση πίσω από την οποία υπάρχει ανάλυση στο μέτρο που ο καθένας αναλύει όσο μπορεί το κοινωνικό και πολιτικό τι και πώς της ζωής του και της ζωής γενικά. Το ίδιο επίσης νομίζω και για τις αιτίες και τις συνέπειες. Και δε νομίζω ότι η θέση είναι “είμαι φτωχός = δεν έχω λεφτά”, νομίζω ότι πρόκειται για την κοινωνική αδικία. Κι εκεί νομίζω επίσης αναφέρεται και το “όσοι έχουνε πολλά λεφτά”: οι στίχοι δεν στοχεύουν στο δομικά κλειστό συστημα (!!!) των τριών στροφών του τραγουδιού, αλλά στην ανοιχτή τους σχέση με τα κοινωνικά συμφραζόμενα.

Περικλή, να συμπληρώσω: Έτσι το καταλαβαίνω κι εγώ, αλλά αν δεν πρόκειται για τον “εαυτό” του καλλιτέχνη, τότε πώς προσλαμβάνεται το τραγούδι από αυτούς στους οποίους απευθύνεται που κι αυτοί στην τσέπη τους για ψιλή ούτε λόγος;

Είπα “δένομαι στο κατάρτι” γιατί μου φάνηκε ότι το εξάντλησα από την πλευρά μου. Ίσως να ήταν μια κουβέντα παραπάνω :slight_smile:

Διατηρώ τις επιφυλάξεις μου, αλλά η αλήθεια είναι ότι ούτε εγώ έχω τίποτε νέο να προσθέσω…

Το “δεν αποτάζω ψιλή στην τσέπη μου”, μη μας διαφεύγει ότι ακολουθείται από το “κι όλα τα ντέρτια μου περνούν μόνο σα μαστουριάζω”. Τέτοια συμπεριφορά δεν ταιριάζει σε πολιτικοποιημένο προλετάριο. Επίσης, αφού “στον κάτω κόσμο τα λεφτά δεν θα περνάνε”, μένει για τον επάνω κόσμο μόνο η διαχείρισή τους μέσω του φαγώματος, η οποία προϋποθέτει απουσία προστατευομένων οικογενειακών μελών και συνειδητή επιλογή του “ζώ για το σήμερα, αδιαφορώντας για το αύριο”, στο οποίο όμως τα παιδιά, θες δε θες, ανήκουν αποκλειστικά.

Και, όχι, δεν συμφωνώ με την ερμηνεία “όσα και να φάνε (οι πλούσιοι), όλο και κάτι θα μείνει”. Η προτροπή είναι σαφέστατη: Κάθονται και τα θυμιάζουν, δεν ξέρουν πώς να τα φάνε. Αν ήμουν εγώ στη θέση τους, θα ήξερα. Θα τα έτρωγα, δηλαδή, μέχρι δεκάρας.

Καινούργιες πλευρές στη συζήτηση!

Έχω τη γνώμη ότι πολιτική θέση απέναντι στα πράγματα μπορεί να έχει κι ο “τελευταίος πρεζάκιας” (το βάζω εντός εισαγωγικών, γιατί χρησιμοποιώ τον όρο συμβατικά και όχι -ας πούμε- ρατσιστικά). Το πρόβλημα σε αυτή την περίπτωση αρχίζει από τη στιγμή που η πολιτική θέση πρέπει να μετατραπεί σε συνειδητοποιημένη πολιτική δραστηριοποίηση, οργάνωση, στράτευση κλπ… Δε μιλάω όμως για πολιτική δραστηριοποίηση, μιλάω για μια θέση που ως, έστω στοιχειώδης, συνειδητοποίηση του γενικού κοινωνικού ταξικού διαχωρισμού, της ταξικής “πλευράς” όπου ανήκει, της ταξικής πλευράς όπου πρώτιστα απευθύνεται και του -συναρτημένου με αυτά- πολιτικού γίγνεσθαι (σχεδόν τίποτα περισσότερο απ’ αυτά), είναι θέση πολιτική.

(Παρεμπιπτόντως, για ό,τι αφορά το ημιστίχιο με τα ντέρτια που μόνο με τη μαστούρα τα ξεχνά, αυτό το μυθολογικό στοιχείο σχετικά με το κάπνισμα του χασίς υπάρχει φυσικά και σε πολλά ακόμα τραγούδια του Μάρκου και άλλων, είναι όμως πάλι ο ίδιος που το αντικρούει σε ένα από τα ωραιότερα και ρεαλιστικότερα τραγούδια του αυτής της θεματολογίας: "ώρες με θρέφει ο λουλάς κι ώρες αδυνατάω, ώρες με ρίχνει σε νταλκά κι ανθρώπου δε μιλάω… Το τραγούδι “μιλάει” ολόκληρο αλλά δεν παραθέτω τους υπόλοιπους στίχους. Εδώ, όχι μόνο δεν ξεχνά τα ντέρτια του ο Μάρκος, αλλά πέφτει σε νταλκά για ώρες, και μάλιστα σε πολύ βαρύ νταλκά απ’ ό,τι φαίνεται στη συνέχεια. Ξέροντας ότι θα συναντήσω και πάλι αρκετές διαφωνίες, εγώ σ’ αυτό το τραγούδι “ακούω” ότι ακόμα και η επενέργεια του χασίς έχει ταξικά χαρακτηριστικά, και δεν θα μπορούσε να είναι αλλιώς αφού ταξικά χαρακτηριστικά έχει το καθετί. Άλλα τα χαρακτηριστικά της για τον άνθρωπο που έχει υλικές και πνευματικές λύσεις για όλα του τα προβλήματα κι άλλα για κείνον που μαρτυράει μέσα από τα φυλλοκάρδια του λόγω της φτώχιας, ή και άλλων λόγων φυσικά).

Υπάρχει πολύ κόσμος που δεν αποτάζει δεκάρα στην τσέπη του μόνο και μόνο επειδή έχει παιδιά. Τα λεφτά τρώγονται και όταν έχει κανείς παιδιά, και μάλιστα πολύ πιο εύκολα από ό,τι αν δεν έχει. Έλα όμως που παιδιά έχουν κι αυτοί που τα θυμιάζουνε, με 6 ζευγάρια παπούτσια, 14 αλλαξιές ρούχα, εκλεκτή τροφή πρωί μεσημέρι και βράδυ, δασκάλους, πιάνο, γαλλικά και σωφέρ, αλλά και πάλι τους μένουν τόσα που δεν ξέρουν πώς να τα φάνε και στο τέλος αναγκαστικά τα θυμιάζουνε (λες και θα τα πάρουν μαζί τους)… Εμένα γιατί δε μου μένουνε, που δεν κάνω και τόσα πολλά τέτοια έξοδα; Μήπως επειδή ξέρω να τα τρω;

(Ή αλήθεια βέβαια είναι ότι δεν τα “θυμιάζουν” ακριβώς. Τα βάζουν και γεννάνε περισσότερα)

Ε, όχι και μυθολογικό στοιχείο, Άγη μου! Και μάλιστα, με τη διαπίστωση

ο Μάρκος ακριβώς επιβεβαιώνει την απουσία μυθολογικής διάστασης.

Στα περί ταξικών χαρακτηριστικών πάντως, όχι, δεν θα “τσιμπήσω”. Μουσικό φόρουμ είμαστε, όχι πολιτικό.

Απλά μου φαίνεται ότι οι δυο προσεγγίσεις (ξεχνώ τα ντέρτια μου - πέφτω σε νταλκά) αντιφάσκουν

Είναι όμως κι αυτή η καταραμένη η στιχουργία που ενίοτε πλέκει την αίσθηση με το νόημα

Ρε συ Άγη, ο Μάρκος απλά επιβεβαιώνει το ρητό. Ο υπάλληλος θέλει να γίνει αφεντικό. Δεν καταριέται τις πλούσιοι (σωστά κύριε Νίκο? :slight_smile: ) αλλά θα’θελε να είναι ο ίδιος πλούσιος να τα φάει σωστά. Δεν είναι πολιτικοποιημένος ο άνθρωπος. Θα λεγε κανείς ότι ‘‘είναι με το λαό’’ και με τις κλασσικές λαϊκές απόψεις του στυλ ‘‘πρωθυπουργοί θα πεθάνουν’’ κ.λ.π…

Επίσης αυτή η παράγραφος που λες :

είναι κοινή λογική. Και το να μην πας να ψηφίσεις ή το να μιλάς κατά ενός κόμματος ,πολιτική θέση είναι, αλλά απέχει πολύ από το να πεις ότι όποιος κάνει τα παραπάνω είναι και πολιτικοποιημένος. Ο μάρκος δεκάρα δεν έδινε για πολλά από αυτά και η πολιτική του λογική είναι η πάναπλη παλαϊκή πολιτική λογική της εποχής. Και αν θες το ‘‘Στάλιν-εργατιά’’ ο μάρκος δε το συσχετίζει επειδή γνωρίζει ότι η σιοβετική ένωση είναι κράτος εργατών (λέμε τώρα), αλλά επειδή το άκουσε στα τότε δυνατά κομμουνιστικά δρώμενα της εποχής του…

όσον αφορά αυτά που είπες εδώ:

Όχι δεν είναι οικονομική ανάλυση. οικονομική ανάλυση είναι το αγροτικό ζήτημα, όχι το έχω περισσότερα-περνάω καλύτερα που είναι κοινή λογική. Επίσης είναι άσχετο το τι κάνουν οι σημερινοί τραγουδοποιοί, που είναι μάλλον όντως πιο βαθύνοοι σε τέτοια ζητήματα από τον μάρκο. Τα της μυθικής διάστασης τα απαντάει ο κύριος Νίκος.

— Νέο μήνυμα προστέθηκε στις 15:34 ::: Το προηγούμενο μήνυμα δημοσιεύθηκε στις 15:31 —

να προσθέσω ότι ο μάρκος ήταν άνθρωπος της πιάτσας και το να κοιτάει την πάρτη του είναι πρωτεύον στοιχείο. Δεν ήταν κάνας φιλάνθρωπος και εν πάσει περιπτώσει τα φράγκα που βγαζε τα τρωγε στα γούστα του. Ο ίδιος τα λέει.

Από συντονιστική ομάδα:

Για να παραθέσουμε ξεχωριστά αποσπάσματα από προηγούμενο μήνυμα πρώτα πατάμε «απάντηση με παράθεση». Το αρχικό μήνυμα εμφανίζεται στο πρόχειρό μας με ,ενα [QUOTE=Τάδε κλπ.] στην αρχή κι ένα [ / QUOTE] στο τέλος. Μπορούμε να κάνουμε κόπι-πέιστ την ένδειξη του τέλους στο σημείο που θέλουμε να σταματάει η παράθεση, να παρεμβάλουμε δικό μας κείμενο, και μετά να κάνουμε κόπι-πέιστ την ένδειξη της αρχής στο σημείο που θέλουμε να αρχίζει η επόμενη παράθεση.

Για να παραθέσουμε αποσπάσματα από διάφορα μηνύματα υπάρχει η επιλογή «πολλαπλή παράθεση». Εναλλακτικά μπορούμε να ξεκινήσουμε παράθεση από ένα μήνυμα, μετά να επιλέξουμε ολόκληρο το πρόχειρο του μηνύματός μας, να κάνουμε «αντιγραφή», να ακυρώσουμε εντελώς το πρόχειρο, να κάνουμε «απάντηση με παράθεση» σε άλλο μήνυμα, και στο νέο πρόχειρο να επικολλήσουμε αυτό που είχαμε επιλέξει.

Εντάξει βρε παιδιά, εγώ πάντως έτσι θα συνεχίσω να τα ακούω αυτά τα τραγούδια. Θα βλέπω πολιτική άσχετα από το πού και το πώς ενημερωνόταν ο Μάρκος για το τι ήταν ο Στάλιν, ο Σκλάβαινας, ο Σοφούλης κι ο Μουσολίνι. Και θα βλέπω οικονομία άσχετα με το τι αιτίες αναγνώριζε γι’ αυτούς που δεν αποτάζουν και γι’ αυτούς που θυμιάζουν. Θα βλέπω άλλη πολιτική και οικονομία στους ισχυρούς, στους πρωθυπουργούς και στο όσοι έχουνε πολλά λεφτά, κι άλλη λόγου χάρη στο “σε παλάτια και τσαντήρια θα τα πιούμε τα ποτήρια” ή στο “όλοι το ίδιο είμαστε λαός και κολωνάκι”.

Τα τραγούδια του Βαμβακάρη, όπως και κάθε έργο τέχνης, εφόσον έχουν δοθεί στο κοινό δεν αποτελούν πλέον την αυστηρά προσωπική έκφραση του δημιουργού τους αλλά και την έκφραση του κοινού. Είτε πρόκειται για πολιτική σκέψη είτε για οτιδήποτε άλλο, κάθε ανάγνωση είναι θεμιτή (εκτός βέβαια αν είναι εντελώς αστήριχτη), και λίγο ενδιαφέρει αν την είχε κατά νουν ο δημιουργός.

Δε θα πω τίποτε καινούργιο αν υποστηρίξω ότι η φθαρμένη έκφραση «τι θέλει να πει ο ποιητής» θα ήταν πιο ορθά διατυπωμένη ως «τι θέλω να πει ο ποιητής».

Σωστάαααα…


Άγη σαν προσωπική άποψη μπορείς να έχεις ότι θέλεις και να βλέπεις πολιτική όπου και όποτε θες σε όποιο τραγούδι και ότι σε εμπνέει. Η ένσταση μου εμένα είναι ότι αυτό δεν ισχύει αναγκαστικά για τον Μάρκο. Πολλοί βλέπουν το κάνε λιγάκι υπομονή ώς πολιτικό κομμάτι. εγώ επιλέγω να το βλέπω ως ερωτικό…Σαυτό ότι θέλει ο καθένας κάνει.

Το να περνά κανείς τα πράγματα μέσα από προσωπικό φίλτρο δεν σημαίνει
κατ΄ανάγκη απλο’ι’κότητα, ενώ επίσης μπορεί να σηματοδοτεί άρνηση απόλυτης
ταύτισης με συγκεκριμένες ιδεολογίες.
Βέβαια είναι φυσικό ο καθένας να δέχεται επιρροές από τον κοινωνικό του
περίγυρο και πιθανόν κάτι τέτοιο συνέβη με το Μάρκο.Μην ξεχνάμε ότι πρίν την
έλευση της δικτατορίας στον Πειραιά είχε αναπτύξει μεγάλη δράση ο Μανωλέας
(κατόπιν συνεργάτης των Γερμανών) με τους λεγόμενους"μανώληδες" ο οποίος
μάλιστα είχε βγεί πρώτος σε σταυρούς βουλευτής του κουκουέ το 36,αν δεν κάνω
λάθος.Κατά συνέπεια ο Μάρκος και είδε και άκουσε,αλλά το τί κράτησε από όλα
αυτά είναι δικός του λογαριασμός.
Πάντως από 3-4 τραγούδια του Μάρκου δεν είναι δυνατόν να έχουμε ολοκληρωμένη
άποψη γιά τα πιστεύω του,πόσο μάλλον όταν αυτά έχουν γραφεί λίγο πρίν λίγο
μετά το '36 και συνεπώς αντικατοπτρίζουν τις αντιλήψεις του εκείνη και μόνο εκείνη
τη συγκεκριμένη εποχή.
Οσον αφορά δε το στίχο"μην ξεμπουκάρει ο Σκλάβαινας και σας μασήσει ούλοι" θα
συμφωνήσω τελικά κι εγώ ότι έχει γραφεί εκείνη την εποχή . Την εποχή όπου το σύμφωνο
Σοφούλη Σκλάβαινα έχει σπάσει,ο Δεμερτζής έχει πεθάνει,ο “Γιαννάκης” έχει πάρει την
εξουσία και συνεπώς ο Σκλάβαινας έχει βγεί στην παρανομία εξ ου και το"μην ξεμπουκάρει",
παραμένει δε σημαίνον πρόσωπο της αριστεράς πράγμα που έπαψε μετά την δήλωσή του
τα κατοπινά χρόνια.Συμπερασματικά το περιεχόμενο του στίχου προσδιορίζει επακριβώς και
την χρονολογία της δημιουργίας του.
Πάντως η χρήση ονομαστικής(:wink: “ούλοι” αντι της αιτιατικής νομίζω πως είναι η μοναδική σε
τραγούδια του Μάρκου αλλά και γενικά στο ρεμπέτικο τραγούδι.

Είπαμε, είναι ιδιαιτερότητα της τοπικής ντοπιολαλιάς. Δες και “γλέπω τρεις μαστουρωμένοι και στην άμμο ξαπλωμένοι” του Μπάτη, που αν δεν το είχε από τα Μέθενα, θα το έμαθε στον Πειραιά.

Νομίζω ο στίχος πρέπει να είναι γραμμένος σε ελάχιστα προγενέστερο χρόνο. Όχι δηλαδή μετά τον Αύγουστο του '36, αλλά πριν το Μάη του '36. Το γεγονός των αλλεπάλληλων θανάτων πρώην πρωθυπουργών συνέβη στους πρώτους μήνες του 1936 (31 Γενάρη ο Κονδύλης - 13 Απρίλη ο Δερμετζής), εξού και ο στίχος “όσοι γινουν πρωθυπουργοί” που ακολουθεί την αφωνογράφητη πρώτη στροφή που απαριθμεί τους εκλιπόντες… Στο μεταξύ, ήδη στις αρχές Μάρτη ο Δερμετζής σαν υπηρεσιακός πρωθυπουργός είχε διορίσει τον Μεταξά υπουργό στρατιωτικών, ο οποίος Μεταξάς μετά και το θάνατο του Δερμετζή (13 Απριλίου) διορίζεται πρωθυπουργός από τον Γεώργιο με τη συναίνεση όλων των κομμάτων πλην ΚΚΕ. Σε αυτή την χρονική στιγμή πρέπει να γράφτηκαν και να αναφέρονται οι στίχοι. Ενώ ο στίχος “μην ξεμπουκάρει ο Σκλάβαινας” δεν έχει να κάνει με τη μεταγενέστερη σύλληψή του, αλλά εννοεί “μην ξεχειλίσει το καζάνι που βράζει”. Σε ό,τι αφορά τα μετέπειτα ιστορικά δεδομένα, στις 30 Απρίλη η Βουλή αποφάσισε, πάλι με τις ίδιες πλειοψηφίες, τη διακοπή των εργασιών της για 5 μήνες, ως τις 30 Σεπτεμβρίου, και την εν λευκώ ανάθεση της διακυβέρνησης στο Μεταξά. Ακολούθησε αμέσως η εργατική εξέγερση του Μάη, ενώ τον Αύγουστο ο Μεταξάς με το βασιλιά προχώρησαν στην επιβολή της δικτατορίας. Αλλά πια έχουμε απομακρυνθεί από την επικαιρότητα όπου το γεγονός που εντυπωσιάζει είναι η πρωθυπουργική επιδημία αποδημίας στον άλλο κόσμο…

— Νέο μήνυμα προστέθηκε στις 12:29 ::: Το προηγούμενο μήνυμα δημοσιεύθηκε στις 12:04 —

Αν ακριβολογούμε, τότε ούτε με την έκφραση “τι θέλω να πει ο ποιητής” θα συμφωνήσω. Δεν είναι θέμα “τι θέλω”, είναι μάλλον το πώς συναντιόνται οι προθέσεις του ποιητή, και οι στίχοι του σαν αποκρυστάλλωμά αυτών των προθέσεων, με τα βιώματα και τον τρόπο σκέψης του ακροατή, κι αυτό πάλι όχι στο κενό αλλά μέσα σε ένα συγκεκριμένο κοινωνικό περιβάλλον που και αυτό διαποτίζει με νόημα και τους στίχους και την ακρόασή τους.
Βέβαια εφόσον βιώματα και τρόποι σκέψης διαφέρουν, και καθώς επίσης το κοινωνικό περιβάλλον μεταβάλλεται (από τότε ως τώρα), είναι επόμενο να υπάρχουν και διαφορετικοί τρόποι κατανόησης. Σε αυτό άλλωστε βοηθάνε και οι στίχοι που εν προκειμένω είναι γραμμένοι πάνω στην κόψη των νοημάτων. Δε θα μπορούσαμε λχ να διαφωνούμε, όπως τώρα για τους στίχους του Μάρκου, αν είχαμε μπροστά μας στίχους του Μπρεχτ καταδηλωτικούς όπως πχ αυτοί: “αυτοί που αρπάζουν το φαΐ απ’ το τραπέζι κηρύσσουν τη λιτότητα”.
Έτσι δε μας μένει παρά να αντι-παραθέτουμε τις δικές μας κατανοήσεις και να κάνουμε υποθέσεις για τις προθέσεις του Μάρκου σαν στιχουργού, καθώς και για το πώς στίχοι σαν κι αυτούς γίνονταν κατανοητοί από το κοινό της εποχής του. Αλλά κι αυτές οι υποθέσεις δεν είναι κατά τη γνώμη μου “αυθαίρετα” βασισμένες στη θέλησή μας. Μάλλον πρόκειται για προσπάθεια του καθενός να προσεγγιστεί όσο το δυνατό πιο αληθινά η προσωπικότητα του Μάρκου και το κοινωνικό περιβάλλον μες στο οποίο δρούσε ποιητικά…

Ενώ ο στίχος “μην ξεμπουκάρει ο Σκλάβαινας” δεν έχει να κάνει με τη μεταγενέστερη σύλληψή του, αλλά εννοεί "μην ξεχειλίσει το καζάνι που βράζε

Προφανώς και οι δύο πιθανολογούμε.Εν πάση περιπτώσει δεν αναφέρομαι στη σύλληψή του το 38 αλλά το γεγονός ότι πριν από αυτήν
και με την έλευση της δικτατορίας είχε βγεί στην παρανομία.Να σημειωθεί ότι το τραγούδι
με τους τροποποιημένους στίχους χτυπήθηκε σε δίσκο το’ 37.

Να’σαι σίγουρος Ανεστάκο, ότι σαν τραγούδι για την ερωτικήτους απελπισία το ακούγανε και τότε όλοι, καθώς και οι λογοκριτές όταν το είχανκατατάξει στα απαγορευμένα υπό τον τίτλο “ο ανυπόμονος”…
Φυσικά για το συγκεκριμένο τραγούδι δεν ισχυρίζομαι τίποτα περισσότερο από το ότι υπάρχει μιασκόπιμη αμφισημία στο τραγούδι, και εν τέλει αυτή η αμφισημία καθορίζει και τα"όρια" του νοήματός του. Σίγουρα όμως για πάρα πολύ κόσμο στα χρόνια που πρωτοτραγουδήθηκε δεν ήταν καθόλου θέμα “επιλογής” το αν θα το δούνε έτσι ή αλλιώς. Ήξεραν πολύ καλά τι αντιπροσωπεύει γι’ αυτούς ο έρωτας που χάθηκε καθώς και η υπομονή μέχρι να φανεί η καινούργια αγάπη.


Κάποτε είχα κάνει μια παρόμοια συζήτηση για το “Νύχτωσε χωρίς φεγγάρι” του Καλδάρα κι είχα αντιμετωπίσει σχεδόν ακριβώς ίδιες διαφωνίες. Ευτυχώς, όμως, για αυτό το τραγούδι υπάρχει από τον Καλδάρα η σαφής αφήγηση για το πώς γράφτηκε, πώς ήταν οι αρχικοί στίχοι και πώς έγιναν αυτοί που γνωρίζουμε. Δεν είναι όμως το μοναδικό τραγούδι στο οποίο επιβλήθηκαν οι “κανόνες” της εποχής. Και μια που είμαστε στο θέμα θα παραθέσω από μνήμης τις αφηγήσεις δυο πολύ στενών συγγενικών μου προσώπων που απηχούν το κλίμα της εποχής και τον τρόπο που οι στίχοι των τραγουδιών “ακουμπούσαν” πάνω σ’ αυτό το κλίμα.

Στην πρώτη περίπτωση, βρισκόμαστε στο 1947 και το συγγενικό μου πρόσωπο βρίσκεται στα τοπικά κρατητήρια της συνοικίας του μαζί με άλλους, για πολιτικούς λόγους, περιμένοντας τη μεταγωγή τους σε άλλες φυλακές.
Μιλάμε βέβαια για σημερινούς γέρους που τότε ήταν σε μέσο ορο γύρω στα 25 χρονών. Σε λίγο φέρνουν στο κελί κι έναν μικρότερο, 18-20 χρονών, άσχετο με την πολιτική δραστηριότητα, που όμως το παράπτωμά του ήταν ότι περπατούσε στο δρόμο τραγουδώντας “κάποια μάνα αναστενάζει”. Ο χωροφύλακας που τον έπιασε τον έφερε στο κελί φωνάζοντας: “Ποια μάνα ρε; Του ΚΚΕ;”
Μετά από κανα δυο μέρες τους πήραν από εκεί, το συγγενικό μου πρόσωπο και τους άλλους, κι έτσι δεν ξέρουμε την κατάληξη της σύλληψης για τη “μάνα του ΚΚΕ”.

Στη δεύτερη περίπτωση (αρχές δεκαετίας του ‘50 μάλλον), το άλλο συγγενικό μου πρόσωπο αν και θα ψήφιζε το τότε κόμμα της αριστεράς (το ΕΑΜικό, ας πούμε, κόμμα), πηγαίνει στην προεκλογική συγκέντρωση του κεντρώου κόμματος για να φωνάξει για την αποφυλάκιση των πολιτικών κρατουμένων, καθώς είχε εκείνο τον καιρό 2-3 αδέρφια στη φυλακή. Πράγματι κατά την ομιλία του “αρχηγού” δόνησε την ατμόσφαιρα το σύνθημα "θέλουμε τ’ αδέρφια μας". Η έκπληξη του συγγενικού μου προσώπου ήταν όταν κατάλαβε από τις κουβέντες γύρω της, ότι άλλοι (όπως κι εκείνη) φώναζαν για τα φυλακισμένα αδέρφια τους, κι άλλοι με τα ίδια λόγια για να γυρίσουν τ’ αδέρφια τους από την ξενιτιά. Τι ακούγαν άραγε αυτοί από το τραγούδι εκείνων των χρόνων για τη μάνα “που η φυλακή κι η ξενιτιά την άφησαν χωρίς παιδιά”, και τι ακούμε σήμερα εμείς: φαντάζομαι ότι για πολλούς δεν πρόκειται παρά για μια κάποια “μάνα”, που τη γέννησε απλώς η φαντασια του στιχουργού, για να βγάλει ένα συγκινητικό τραγουδάκι “βάζοντάς τη” να 'ναι μητέρα φυλακισμένου και ξενιτεμένου ταυτόχρονα…