«Ο μερακλής των συνοικισμών», του Γρηγόρη Ασίκη

Πολύ σωστά, αρκεί να μην επιμείνουμε «μα, η ποντιακή λύρα έχει κάποιο άλφα μέγεθος, πώς να την πής λυράκι, μα τα κορίτσια δεν γουστάραν κεμεντζέ» κλπ κλπ που, νομίζω, δεν έχουν νόημα. Όλα αυτά απλά, ούτε που τον απασχόλησαν.

Απλώς αυτά είναι που προβάλλονται περισσότερο στο σημερινό ποντιακό φολκλόρ. Αλλά και σήμερα και τότε, άμα θέλει ο Πόντιος να γλεντήσει, θα το κάνει με γλεντζέδικα τραγούδια.

Παρά ταύτα, εγώ ε΄μαι φίφτι-φίφτι:

Κατ’ αρχάς, τάλιρα είναι γενικώς τα λεφτά - αυτό ήδη τονίστηκε.

Επομένως, «Πόντιοι με ταλιράκια» μπορεί κάλλιστα να σημαίνει απλώς «Πόντιοι παραλήδες», χωρίς να έπεται ότι κάνουν κάτι με αυτά τα τάλιρα, π.χ. εντυπωσιάζουν τις γκόμενες. Που εν πάση περιπτώσει, στον καιρό της γενικευμένης φτώχειας το να έχεις λεφτά προσμετρώνταν μαζί με την ομορφιά, το μερακλήκι και άλλες παρόμοιες αξίες (πρβλ. Μέσα στη λαχαναγορά). Άρα, ο στίχος μπορεί και να σημαίνει «Πόντιοι φραγκάτοι ξεμυαλίζουν [με οποιονδήποτε τρόπο, μπορεί με τα φράγκα τους, μπορεί με κάτι άλλο] κοριτσάκια».

Το κατά πόσον, πραγματολογικά, οι Πόντιοι είχαν πιο πολλά τάλιρα από τους άλλους, είναι αδιάφορο. Ο σκοπός του στιχουργού είναι, όπως και σε τόσα παρόμοια τραγούδια, να παινέσει ή έστω να μνημονεύσει διάφορους πληθυσμούς και ομάδες.

Πεί ταλίρων (ως λέξης):

1 «Μου αρέσει»

Λοιπόν βρήκα φώτο 1 ποντιου λυράρη στη δραπετσώνα.

Τώρα κλονίστικα🙂

Πάντως αν λέει για ταληράκια δεν νομίζω οτι αναφέρει πλούτη.Μάλλον τους περιγράφει ως κοινωνικούς και γενναιόδορους.

1 «Μου αρέσει»

Η φτγρ με τους δύο τσαμπουνιέρηδες, τον λυράρη και τον άλλον με το χειλιαύρι είναι από τις ηχογραφήσεις της Μέλπως Μερλιέ.

2 «Μου αρέσει»