Ο Τρανός χορός είναι το δεύτερο έθιμο
[μετά τα Μωμοέρια του Δωδεκαημέρου που εντάχθηκε στον κατάλογο της Unesco το 2015]
το οποίο, αυτές τις ημέρες, θέτει υποψηφιότητα για ένταξη στην Άυλη Πολιτιστική Κληρονομιά της χώρας μας και στη συνέχεια θα διεκδικήσει θέση, επίσης, στην Άυλη Πολιτιστική Κληρονομιά της Ανθρωπότητας, της Unesco.
Πρόκειται για ένα χορευτικό δρώμενο που λάμβανε χώρα σε γάμους μετά την τέλεση του μυστηρίου, αλλά και το Δεκαπενταύγουστο, στην περιοχή του Δήμου Εορδαίας και Σιάτιστας, γενικά στην περιοχή της Δ. Μακεδονίας.
[Πληροφορίες για τον Τρανό χορό από το 12ο τεύχος του περιοδικού «e-Δίαυλος»]:
Ο Τρανός χορός στους γάμους
Σ’ αυτές λοιπόν τις περιοχές, το κυρίως γλέντι του γάμου μεταφερόταν στην πλατεία του χωριού, όπου γινόταν ο «Τρανός χορός», ένας μεγαλόπρεπος δωρικός χορός, ήρεμος, με συμμετρικές κινήσεις, αργός στα βήματα στην αρχή και γρήγορος πηδηχτός προς το τέλος.
Πρόκειται για χορό που έχει χαρακτήρα ιεροτελεστίας και όχι διασκέδασης.
Αποτελεί έκφραση λύπης των συγγενών της νύφης και χαράς της οικογένειας του γαμπρού. Όσοι μετέχουν είναι όρθιοι, ευθείς, ευθυτενείς και κατακόρυφοι, χωρίς κυρτώσεις.
Συμμετείχε όλο το συγγενολόι του γαμπρού και της νύφης στον Τρανό χορό, σχημάτιζοντας ένα τρανό κύκλο, με το κεφάλι ψηλά και το βλέμμα μακριά με σοβαρό και περήφανο ύφος. Όλοι αγέρωχοι!
Μπροστά ο νονός, μετά ο πατέρας του γαμπρού και της νύφης, ακολουθούσαν τα αδέλφια των νεόνυμφων και κατόπιν οι άνδρες, πιασμένοι με τα χέρια τεντωμένα κάτω και με τα δάχτυλα των χεριών τους πλεγμένα και, τέλος, οι γυναίκες πιασμένες αγκαζέ.
Τελευταίος από τους άντρες και δίπλα στη νύφη ήταν ο γαμπρός. Μετά τη νύφη, η κουμπάρα. Όλοι συγχρονίζονταν με το βηματισμό του πρώτου, του νονού ( ή τουπαππού). Έκαναν ένα βήμα μπροστά και ένα βήμα πίσω. Αφού έρχονταν τρεις γύρους, τον Τρανό χορό τον έκλεινε ο γαμπρός με το τραγούδι:
Κόρ’ απ’ την Ανατολή κι άγουρος απ’ την Αγνιά
πάησαν κι ανταμώθηκαν στουν ξηροπόταμον.
-Πέρασέ μου νιούτσικι, πάρε τα παπούτσια μου.
-Δεν τα θέλω κόρη μου, δεν τα καταδέχομαι.
Στη συνέχεια, έφευγαν οι άνδρες κατά την εναλλαγή από τον αργό στο γρήγορο ρυθμό, ενώ τα “μπρατίμια” με τις όμορφες ποδιές περίζωναν ασφυκτικά για λίγα λεπτά τα όργανα από ενθουσιασμό και κέφι και κάποιες φορές έπαιρναν τα καπέλα από τους οργανοπαίκτες και τα πετούσαν ψηλά.
Με την απομάκρυνση των αντρών, έμειναν μόνο οι γυναίκες για να χορέψει η νύφη το νυφιάτικο, αργό γυναικείο χορό με μικρά δωρικά βήματα που χορεύεται μόνο σε γάμους. Χόρευε σεμνά και καμαρωτά. Προσκυνούσε μια φορά στην αρχή και μια φορά στο τέλος του χορού.
Ο χορός κρατούσε μέχρι να βασιλέψει ο ήλιος και συνεχιζόταν στο σπίτι του γαμπρού ως στα ξημερώματα μέσα σε ένα περιβάλλον γιορτής, χαράς και ευτυχίας.
Ο Τρανός χορός, το Δεκαπενταύγουστο.
Χορεύεται χωρίς όργανα, μόνο με τραγούδι. Είναι χορός φωνητικός και όχι χορός ενόργανος, όπως του γάμου.
Τα τραγούδια που λέγονται είναι λυρικά, ερωτικά, ιστορικά, ηρωικά και κλέφτικα.
Χορεύεται περίπου με τα ίδια βήματα, με επισημότητα και έχει καθολική συμμετοχή και κοινωνικά χαρακτηριστικά.
Τα κοινά χαρακτηριστικά της δομής του με τον Τρανό χορό του γάμου είναι: η υποστατική ιεράρχηση, η κατάφαση της διακριτής ετερότητας των φύλων, η διάσωση της διανθρώπινης κοινωνίας, η αταλάντευτη κοινοτική βούληση για ιστορική συνέχεια, ο πόθος για μια ζωή όρθια και ελεύθερη, αδούλωτη και αυτεξούσια, η διαπαιδαγώγηση της νέας γενιάς και της νιότης στο χορό της ελευθερίας και της αγάπης για τη ζωή.
Η διαφορά με τον Τρανό χορό στους γάμους είναι ότι είναι χορός πάγκοινος, συμμετοχικός και καθολικός.
Χορός ενότητας που δίνει τη δυνατότητα συμμετοχής σε όλο το χωριό και όχι μόνο στους συγγενείς.
Χορός που δεν θέλει θεατές αλλά μετόχους.
Κυκλοτερός είναι ο Τρανός χορός αλλά ποτέ κλειστός χορός- κύκλος, για να μπαίνουν όσοι επιθυμούν.
Επιτυγχάνει να μετατρέψει σε τραγούδι και χορό τη ζωή, δίνει τη δυνατότητα να μπει στον κύκλο-χορό όλο το χωριό ενιαίο. Τους αγκαλιάζει όλους, αγαπημένους και μαλωμένους, μικρούς και μεγάλους, άνδρες και γυναίκες.
Δεν υπάρχει το ατομικό εγώ αλλά το συλλογικό εμείς, δεν χορεύει το άτομο, αλλά ταυτίζεται χορεύοντας με το κυρίαρχο στοιχείο του συλλογικού εμείς της κοινότητάς του.
Υπάρχουν άγραφοι κανόνες που καθορίζουν τα θέματα και τις διαδικασίες σύμφωνα με τους οποίους τα άτομα εντάσσονται στο ενιαίο χορευτικό σύνολο και οι οποίοι τηρούνται με θρησκευτική ευλάβεια απ΄όλους. Τα άτομα εντάσσονται στο χορό με ηλικιακή ιεράρχηση. Οι γεροντότεροι είναι αυτοί που μπαίνουν μπροστά και οδηγούν τις δύο ομάδες που τον απαρτίζουν, ακολουθούν οι μεσήλικες, κατόπιν οι νεότεροι και μετά οι γυναίκες με την ίδια αυστηρή ιεράρχηση. Στην κεφαλή του Χορού, βρίσκεται ο γεροντότερος πάντων που «σέρνει το χορό» με το χορευτικό και φωνητικό τραγούδι που τραγουδιέται πρώτα από τους άνδρες που αποτελούν το μισό μπροστινό Χορό και επαναλαμβάνεται το ίδιο από τις γυναίκες που συγκροτούν το υπόλοιπο μισό του Χορού. Βροντοφωνούν οι άνδρες, αντιφωνούν οι γυναίκες.
Έτσι, σχηματίζεται ένας τεράστιος κύκλος «με μία κεφαλή». Στο μέσον του κύκλου εποπτεύει ο τελετάρχης, πρόσωπο σεβαστό και αποδεκτό από την κοινωνική ομάδα, ο οποίος συντονίζει τον χορό, δίνει τον τόνο και ρυθμίζει κάθε λεπτομέρειά του.
Το τραγούδι αρχίζει από τον κορυφαίο και επαναλαμβάνεται ρυθμικά από τις υπόλοιπες ομάδες.
Παλιότερα η σειρά του Τρανού Χορού καθοριζόταν από την κοινωνική σύνθεση του χωριού. Μπροστά χόρευε η εύπορη τάξη των εμπόρων, ακολουθούσαν οι βιοτέχνες και μετά οι κτηνοτρόφοι με τις άσπρες φουστανέλες και, τέλος, έκλειναν τον κύκλο οι αγωγιάτες με τις μαύρες τους φουστανέλες.
Οι στίχοι των τριών τραγουδιών που τραγουδιούνται κατά τον Τρανό χορό είναι:
Για τ΄ ισένα κυρά νύφη
πέντε κάστρα µάλωναν
κι άλλα πέντε πολεµούσαν
για τα δυό σου µαύρα µάτια
και το µιρτζιανό σου χείλι
την αµάχη ‘πο πιασάµι
και στη µέσ’ σταυραιϊτός
και µου πήρεν την περδίκα
και µ’ την έφαγι
και µου πήρεν το µαντήλι
και µ’ το πέταξιν.
Στου Αη-Θανάση την αυλή
χρυσό πουλάκι στέκει και λαλεί.
Αηδονολαλεί και λέει
τον καιρό µου θέλ’ να εύρει.
Στα τρία αλώνια βάλαν την βουλή
για Σταµούλη το σκυλί,
µεσ΄ στη Σιάτιστα να πάνουν
τρεις αρχόντισσες να πάρουν
τη Γεράνεια να πατήσουν
κι’ άρχοντα να µη αφήσουν.
Στο Γρεβενό γιουµάτιαν
και στο γιουφύρ΄ σταµάτησαν
µεσ’ στην άκρ’ απ’ το γιοφύρι.
έστησαν χρυσό τσαντήρι,
άνοιξαν τα µπαϊράκια τους
δεν ξέρουν τα φαρµάκια τους.
Θα γυρίσουν λαβωµένοι
δεν το ξέρουν οι καηµένοι.
«Κυρά - Σανούκω, (*) πες της Βάϊας σου
να διώξ’ τους φυλαχτάδες,
διώξτε τους να παν εκείθε
να πατήσουµε το σπίτι».
“∆εν σας φοβάµαι
σκυλαρβανιτάδες,
έχω τα σπίτια µου ψηλά
µε µολύβι σκεπασµένα
και µε µάρµαρο στρωµένα”.
Κάτω στο Μπούνο µαχαλά
µάστε φκέλλια και τσαπιά,
σύρτε και στου Καρδογιάννη
να του πάρτε το τηγάνι.
Μωρή κοντή συρµατιρή,
κοντή συρµατιρένια,
να ρθείς αργά στην πόρτα µου
να ρθείς και στ’ αργαστήρι.
Έχω δυό λόγια να σου πω
δυό λόγια να σου κρένω.
- Και πως να πω τη µάνα µου
και πως να την γελάσω. - Μάνα µ΄ νερό δεν έχουµε
σα δε ναι σύρε πάρε.
Κι αδράχνει το χρυσό σταµνί
στη βρύση για να πάει
και βρίσκει το γιαρέντι της
στην πέτρα να κοιµάται.
Να τον ξυπνήσει αντρέπεται
να τον λογιάσ’ φοβάται
και σκύβει και τον φίλησε
στα µάτια και στο στόµα.
(*) Ο χορός αυτός ανάγεται σε ιστορικό γεγονός του 1784 (ή 1725), όταν οι γενναίοι Σιατιστινοί με αρχηγό τον προεστό Νιόπλιο απέκρουσαν, από το αρχοντικό «Χατζηγιάννη» της ηρωίδας κυρά- Σανούκως Τσιαγκάλη, επιδρομή Τουρκαλβανών που επιχείρησαν να πατήσουν την περιοχή της Σιάτιστας.
[Η Σανούκω Τσιαγκάλη του Κων/νου Τσιαγκάλη και της Ελένης Χατζηιωάννου/Χατζηγιάννη της οποίας το αρχοντικό διασώζεται μέχρι σήμερα και ανήκε στην οικογένεια των εμπόρων Χατζηγιάννη, βρισκόταν σε κομβικό σημείο στη Σιάτιστα, ελέγχοντας μια από τις εισόδους της πόλης. Η άμυνα ξεκίνησε από εκεί και με συντονισμένες κινήσεις, κατάφεραν να αντιμετωπιστεί με απόλυτη επιτυχία έφοδος Αλβανών στην περιοχή. Κατά τη διάρκεια της επιδρομής και αφού εξαντλήθηκαν τα πυρομαχικά, η Σανούκω πήρε το τηγάνι από τον Καρυδογιάννη, έλιωσε τις κασσιτερένιες απλάδες (μεγάλα πιάτα) της , έκαμε σφαίρες και υπερασπίσθηκε αποτελεσματικά το αρχοντικό της].
Αυτός είναι ο Τρανός χορός, λοιπόν, που διεκδικεί θέση στην Άυλη Πολιτιστική Kληρονομιά της Ανθρωπότητας της Unesco!