Το Βαπόρι απ' την Περσία, γιατί πήγε Κορινθία;

Καλησπέρα σε όλες και σε όλους τους ρεμπέτες του Ντουνιά, Χρόνια Πολλά να έχουμε, με υγεία, χαρές και γλυκές πενιές.

Απόρια είχα καιρό, που ήθελα να μοιραστώ, για να δω αν θα μπορώ, την άκρη πια να βρω:

Γιατί πιάστηκε στην Κορινθία το βαπόρι απ’ την Περσία;

Δηλαδή, ξεκίνησε ένα πλοίο λαθρεμπορικό από το Ιράν στον Περσικό Κόλπο και έφτασε μέσω Σουέζ μέχρι το Αιγαίο Πέλαγος έμφορτο με το παράνομο φορτίο του, επιλέγοντας να πλεύσει στο Σαρωνικό Κόλπο (ή στον Κορινθιακό, αν πέρασε και τον Ισθμό); Να ξεφορτώσει εκεί που είχαν μεγαλύτερη πιθανότητα να τούς πιάσουν; Χάθηκε ο κόσμος να ξεφόρτωνε σε κάποιο νησί των Κυκλάδων φιλικό στις περιστάσεις του;

Transit δεν περνούσε σίγουρα από την Ελλάδα εν πλω για άλλη Γη κι άλλα μέρη, καθώς σε αυτήν την περίπτωση δεν θα κλαίγαν τα αλάνια, μιας και δεν θα μένανε χαρμάνια, αφού το φορτίο δεν θα τούς αφορούσε.

Νά 'ταν άραγε πως ο καπετάνιος και το πλήρωμα δοκίμασαν στο μεγάλο ταξείδι τους τον απαγορευμένο καρπό και αντί να εκδιωχθούν από τον παράδεισο, εισήλθαν σε αυτόν, αλλά παραζαλισμένοι - κραδαίνοντας ψηλά μπουζούκια, ούτια, σιτάρ και άλλα; - νομίζοντας πως πλησίαζαν στη Σύρα του Μάρκου, αντί στην παγίδα των λιμενικών της Κορινθίας;

Δεν θα ήταν πρωτάκουστο. Σε άλλα καράβια, ακόμα ψάχνουν “που να ξοδευτήκαν τόννοι χίλιοι;” από το πλήρωμα. Στο συγκεκριμένο καράβι από την Περσία τουλάχιστον περίσσεψαν και 11 τόννοι για τους χαρμάνηδες, που τελικά έμειναν να τους κλαίνε και οι ρέγγες. Της Κορινθίας.

Αυτά για σήμερα. Με ‘γεια το ενισχυμένο (τεχνικά) Φόρουμ, χαρμανιάσαμε κι εμείς χωρίς δ’ αύτο τόσες ημέρες.

Μακριά από την Κορινθία ο dedicated server!!

Αγαπητέ μου φίλε Πέτρο, πολύ το ψάχνεις, νομίζω…

Πρώτον: Δεν πήγε Κορινθία, πιάστηκε στην Κορινθία. Εκεί βόλεψε το Λιμενικό να το πιάσει. Δεύτερον: Το πού ακριβώς, στην Κορινθία, πιάστηκε, δεν το θυμάμαι (νομίζω, Κορινθιακό κόλπο) και δεν έχει και τόση σημασία, απλά και μόνο ο Τσιτσάνης τσίμπησε το «δίδυμο» Περσία – Κορινθία και το εκμεταλλεύτηκε για να φτιάξει την ομοιοκαταληξία του. Τρίτον: Παίζει γερά και η περίπτωση να ήταν τράνζιτ, αλλά τον Τσιτσάνη και αυτό δεν τον πείραξε, αυτός τραγούδι ήθελε να φτιάξει και δεν είχε την παραμικρή πρεμούρα ότι κάποιος θα του έλεγε «Μα, τί λες εσύ εδώ; Ποια αλάνια χαρμάνια; Ιταλός είσαι; Γάλλος; Ισπανός; Έλληνας είσαι!». Και, τέταρτον, που το βάζω γιατί ως γνωστόν μου αρέσει: Δυστυχώς, δεν προλάβαμε να τον ρωτήσουμε τον Τσιτσάνη…

1 «Μου αρέσει»

Ένα κλικ μακριά είναι η απάντηση:
https://www.mixanitouxronou.gr/to-vapori-ap-tin-persia-piastike-stin-korinthia-tonoi-enteka-gemato-me-xasisi-myrodato-i-alithini-istoria-piso-apo-to-epityximeno-tragoudi-tou-vasili-tsitsani-o-kapten-nik-kai-o-dipl-2/

3 «Μου αρέσει»

Ευχαριστώ @Άνθιμος, ενδιαφέρον, δεν το ήξερα για τον under-cover agent κάπταν-Νικ the Greek.

Παρά ταύτα, παραμένει το μυστήριο: Άλλο Λίβανος (Μεσόγειος Θάλασσα), άλλο Περσία (Ιράν, Περσικός Κόλπος).

Ας φτιάξουμε δικό μας στίχο, που να λαμβάνει υπ’όψιν του το αρχικό τραγούδι και τις πραγματικές περιστάσεις:

“Το βαπόρι απ’ την Περσία, με τ’ αμαρτωλά φορτία,
Απ’ το Λίβανο ερχόταν, τους λιμενικούς φοβόταν.
Κουβαλούσε “σοκολάτα”, και κανείς δεν το εσταμάτα,
Καπετάνιος του ο Νικ, που ήτανε γιομάτος τρικ.
Από Πύλο, Κορινθία, στη μεγάλη τρικυμία,
Πήγαιναν για την Αμβέρσα, μα η ζωή μία μπαμπέσα.
Ήτανε δουλειά στημένη, κάποιοι βγήκαν κερδισμένοι.
Και τ’ αλάνια τα χαρμάνια, ψάχναν άλλα “καραβάνια”,
Μιας και όλα δεν τα πιάνουν, να μπορούν και να φουμάρουν.”

Κάπως έτσι.

1 «Μου αρέσει»

Τότε ο πατέρας μου υπηρετούσε στο ΥΕΝ ως ανώτερος αξιωματικός και θυμάμαι που μας έλεγε στο σπίτι με πολύ καμάρι τον θρίαμβο του Λιμενικού για την σύλληψη λαθρεμπόρων και κατάσχεση τόσης μεγάλης ποσότητας ναρκωτικών.
Προφανώς δεν εγνώριζε τον undercover captain Nick!

1 «Μου αρέσει»

Φίλε Πέτρο, αν είναι να εκφράζεις όλες τις απορίες σου με τόσο ποιητικό τρόπο, μακάρι να 'χεις πολλές. Τις βρίσκω πολύ πιο ενδιαφέρουσες από τις τυχόν απαντήσεις της πεζής πραγματικότητας.

(Και δεν το λέω μόνο για το στιχουργημα. Και το #1 είναι πολύ μερακλήδικα γραμμένο.)

1 «Μου αρέσει»

Δύο βελτιωτικές προτάσεις:
Πήγαιναν για την Αμβέρσα, αλλά πέσαν σε τραβέρσα

Ήτανε δουλειά στημένη, κάποιοι βγήκαν κερδισμένοι.

Και τ’ αλάνια τα χαρμάνια, ψάχναν άλλα “καραβάνια”,

Μιας και όλα δεν τα πιάνουν το νεφέσι θ’ ανασάνουν

2 «Μου αρέσει»

Ευχαριστώ @pepe, το Ρεμπέτικο Φόρουμ και το μεράκι του αποτελούν πηγή έμπνευσης, μάλλον, χα, χα! Ίσως ακόμα και οι καθημερινές μας “συνομιλίες” (σε επίπεδο αρχαρίου) με το γκρινιάρικο μπουζουκάκι μου, το οποίο διαρκώς μού ζητά επιτακτικά να το παίζω. Και το κάνω, όπως καταλαβαίνω και μπορώ.

Ως παρένθεση στο νήμα αυτό, από τη ρεμπέτικη πλευρά της ζωής, ένα από τα πιο ενδιαφέροντα πράγματα που είδα πρόσφατα ήταν μια παλιά συνέντευξη του Μωραΐτη, στην οποία χαμογελώντας γλυκόπικρα στην κάμερα εξηγούσε πως η κατάρα, η παγίδα των μεγάλων ρεμπετών που έζησε, ήταν το χρήμα. Πρακτικά, έλεγε πως έτσι είχαν το καλύτερο στούντιο και τους καλύτερους οργανοπαίχτες, αλλά με πολλά λεφτά στην τσέπη δεν γράφονται τραγούδια που να μείνουν αιώνια στη συνείδηση του κόσμου, με τα οποία να μπορεί να συντονιστεί και να ταυτιστεί. Θέλει καϋμό, αδικία, φτώχεια, ταλαιπώρια, ο σωστός ήχος και στίχος, κατά πως φαίνεται, δυστυχώς. Εγώ θα ευχηθώ προκοπή στα μέλη του Φόρουμ, με αστείρευτη ρεμπέτικη έμπνευση δημιουργική.

1 «Μου αρέσει»

Ε, ναι. Όμως μη μας διαφεύγει ότι ακόμα κι όταν πια οι καημένοι, αδικημένοι, φτωχοί και ταλαιπωρημένοι ρεμπέτες είδαν και καν΄να φράγκο στην τσέπη από ηχογραφήσεις, ακόμα είχαν πολύ ζωντανές στη μνήμη τους τις εμπειρίες από την προηγούμενη φάση της ζωής τους, τόσο ζωντανές που να τους επιτρέπουν να γράφουν «σωστούς» ήχους και στίχους.

1 «Μου αρέσει»

Σωστά το παρατηρείς, συνάδελφε @nikos_politis. Ιδιαίτερα οι μπαρουτοκαπνισμένοι, θαλασσοδαρμένοι από τη ζωή ρεμπέτες που ανδρώθηκαν ηλικιακά και καλλιτεχνικά μέσα στη φτώχεια, στη στέρηση και στα βάσανα, φαντάζομαι οι περισσότεροι θα κράτησαν στην ψυχή τους τις εμπειρίες και τις αναμνήσεις αυτές ζωντανές, ακόμα και στις πιο επιτυχημένες στιγμές τους, ως φάρο ταπεινοφροσύνης και ρεαλισμού.

Κατά έναν παράδοξο τρόπο, έχω καταλήξει στο ότι ένα μέρος της εκμάθησης του παιξίματος του μπουζουκιού αυτοδίδακτα - όπως κάνω εγώ πεισματικά - περιλαμβάνει μάλλον την εξοικείωση με τις προσωπικές περιστάσεις, την καλλιτεχνική πορεία και τον ψυχισμό των σπουδαιότερων δημιουργών και ερμηνευτών του ρεμπέτικου. Δηλαδή, ερχόμενοι πιο κοντά στις μουσικές συνθήκες μα και στις προσωπικές ιδιαιτερότητες των καλλιτεχνών, οι οποίες κατέστησαν δυνατή τη δημιουργία σπουδαίων τραγουδιών που ακούμε μέχρι σήμερα με χαρά και αγάπη, ίσως να κατανοούμε καλύτερα το πως και το γιατί του στίχου, του ήχου, της αρμονίας, του μυστηρίου και γι’ αυτό να δυνάμεθα να τα παίξουμε έτι καλύτερα στο μπουζούκι. Σαν να μαθαίνουν καλύτερα έτσι τα δάχτυλα τί πρέπει να κάνουν για να παραχθεί ένας ήχος βελτιωμένος. Μπορεί και να λέω σαχλαμάρες, αλλά αυτό αισθάνομαι.

Και φυσικά, μπορεί να είχαν και τραγούδια μισοέτοιμα από παλιότερα και να τα έβγαλαν μετά.

1 «Μου αρέσει»

Βεβαίως, όπως μπορεί και να μισοετοίμασαν άλλα post-wealth και να μην τα ολοκλήρωσαν ποτέ, βρίσκοντάς τα κατώτερα της τέχνης τους, λόγω απουσίας ελλείψεων στη ζωή τους.