Το Αρχοντορεμπέτικο

Οι ίδιοι "διμιουργοί "των λεγόμενων αρχοντορεμπέτικων ,εκαναν τό ίδιο καί με κάποια
τραγούδια που θυμίζουν δημοτικά π.χ.“Σε είδα να κλαδεύεις” “Πέτα σαιτα μου γοργή”
Οπως κ΄ενα ποτ πουρί με πεντοζάλια.Θέλω να πω δηλαδή πως οι “τύποι” ασελγούσαν
συνειδιτά επάνω στά δύο:108: κορυφαία κατά την αποψή μου μουσικά είδη.Ανεξάρτητα αν
μερικά τραγούδια από αυτά ετυχε κάποια φορά νά τα τραγουδίσουμε σε κάποια
οικεγενειακη γιορτή.

Να συμπληρώσω σε όσα λέει ο Μπάμπης ότιειδικά τα δημοτικά τα εξευτέλισαν !
Πολλά παραδείγματα μπορούμε να αναφέρουμε.

Παραθέτω ένα, δημιούργημα του Σουγιούλ, το 1952.

“Το χωριό την πρόοδο γυρεύει
και μαθαίνει σάμπα να χορεύει
και του Γιάννου η φλογέρα,
που ακούγεται από πέρα
παίζει παλαβά
της σάμπας το χαβά.
Η Μαριώ, η Χρύσα κι η Ασήμω
με το Λια, τον Κίτσο και το Δήμο
με τη σάμπα όλο πηδάνε
και τα πόδια τους τσινάνε…
Χάι, χάι, μανούλα μου τι πράμα
χάι, χάι και τούτος ο χορός
χάι, χάι με μια τσούπρα ντάμα
χάι, χάι, κλωτσάς πίσω μπρος…” :112:

Ακόμα και τα ονόματά τους άλλαζαν οι καλλιτέχνες, στο πιο ελαφρό, για να ταιριάζουν στην περίσταση.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα η Ελένη Λαμπίρη, που έγινε Έλσα Λάμπο, για τις ανάγκες του ελαφρού…

:019:

Σημειώνω στο ημερολόγιό μου:
[i]5 Ιουνίου 2008: Αγαπητό ημερολόγιο. Σήμερα έμαθα μια καινούργια λέξη από έναν συνάδελφο φιλόσοφο: [b]“αΐπαρθενοπουτάνα”. ΖΗΤΩ Η ΝΙΚΟΛΑΡΑΪΔΙΟΣ ΕΛΛΗΝΟΛΑΤΙΝΟΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΣΧΟΛΗ!

:019::019:
[/b][/i]

Ρε δε ντρεπόσαστε! Άγιον Πύρ θα πέσει να σας κατακαύσει!

Μπράβο ρε Νικολάρα, και χωρίς κουμπί.

Συμπληρωματικά με τα προλεχθέντα από την Ελένη θα προσθέσω και τη δική μου ταπεινή άποψη, ως μη ειδικός, αλλά ρεμπετόφιλος και μη φανατικός…
Τα αρχοντορεμπέτικα σε αντίθεση με το ρεμπέτικα, (έστω και αν κάποιοι «ρεμπέτες» έγραψαν τέτοια τραγούδια), δεν καταγράφηκαν στη συλλογική κοινωνική μνήμη, εκτός ίσως από κάποια ελάχιστα δημοφιλή τραγούδια.
Το λαϊκό τραγούδι, και ως τέτοιο εγγράφεται στη συλλογική κοινωνική μνήμη το ρεμπέτικο, χαρακτηρίζεται από μια ιδιαίτερη δυναμική, τέτοια που λειτουργεί, στο πλαίσιο τη κοινωνικής διαστρωμάτωσης, στην κατεύθυνση της αναγνώρισης των ατόμων ομοειδούς κοινωνικής προέλευσης και στη μεταξύ τους συσπείρωση και περιχάραξη, ώστε θα μπορούσαμε να πούμε ότι συνδέεται άμεσα με τον ταξικό προσδιορισμό τους. Εμπνέεται από την καθημερινότητα και τα βάσανα του απλού λαού, του πόθους και τις ανεκπλήρωτες προσδοκίες του, τις χαμένες πατρίδες, την πίκρα της ξενιτιάς, την εκμετάλλευσης από «άπονες εξουσίες», τον αγώνα για επιβίωση και βελτίωση της εξαθλιωμένης ζωής των μεγάλων μαζών της ελληνικής κοινωνίας. Στα ρεμπέτικα και λαϊκά τραγούδια η θεματολογία και το περιεχόμενο έχουν ένα ξεκάθαρο περιφρονητικό και καταγγελτικό λόγο κατά της άδικης κοινωνίας της εκμετάλλευσης και των τεράστιων ανισοτήτων. Είμαστε ένας λαός βασανισμένος και δεν μπορούσε το λαϊκό τραγούδι να μην περιέχει ανάλογο συναισθηματικό φορτίο. Είναι αυτό το, ενοχλητικό για κάποιους «αχ»…, όμως πώς να το κάνουμε, αυτή είναι η κληρονομιά μας, και δεν μπόρεσε ούτε πρόκειται να το σβήσει καμία εισαγόμενη δυτικότροπη γκλαμουριά.
Η οικονομική ολιγαρχία, από την εποχή της Βαυαροκρατίας, επέδειξε μια ιδιαίτερη λαγνεία σε κάθε τι ευρωπαϊκό και πηθικίζοντας τα μεταβόλισε σε γελοίες βλαχομπαρόκ «πολιτισμικές» εκφάνσεις. Αποστράφηκε μετά βδελυγμίας οτιδήποτε Ελληνικό και ανατολίτικο, νοοτροπία που ακόμα και σήμερα παραμένει ισχυρή, (“ανήκομεν στην δύσιν”, πολλοί θα το θυμούνται…)
Δεδομένης λοιπόν της αποδοχής του ρεμπέτικου από τις λαϊκές μάζες και τη συμβολής του στον ταξικό προσδιορισμό τους, το σύστημα το κατασυκοφάντησε , το λογόκρινε, το συνέδεσε με αρνητικά κοινωνικά στερεότυπα, το πολέμησε με κάθε τρόπο, αλλά απέτυχε να το εξοντώσει. Έτσι προκειμένου να αποστερήσει το «ενοχλητικό» ρεμπέτικο από την δυναμική του φρόντισε να το “νομιμοποιήσει” φιλτράροντάς το από το «επιβλαβές» περιεχόμενό του. Έτσι προέκυψε το αρχοντορεμπέτικο, ένα εξευγενισμένο, (δηλαδή ευνουχισμένο…), δυτικότροπο γλυκανάλατο υβρίδιο που παράχθηκε ώστε να είναι εύπεπτο για κατανάλωση από την άρχουσα τάξη. Το «αρχοντορεμπέτικο», φυσικά δεν αναπαράχθηκε, όντας ευνουχισμένο, ενώ αντίθετα από το ρεμπέτικο γεννήθηκε το λαϊκό τραγούδι του έρωτα, της ξενιτιάς και της εργατιάς, που αγαπήθηκε όσο κανένα άλλο είδος μουσικής στη χώρα μας.

καληνύχτα σας
(ανήκω στην τάξη που δεν έχει την πολυτέλεια του ξενυχτιού…):slight_smile:

Να μην ταυτίζουμε ένα είδος τραγουδιού με τους ανθρώπους του.
Κι επειδή ο Γούναρης χρησιμοποιείται συχνά σε παραδείγματα, ας θυμήσω δυο πράγματα:

  1. Ο Παπαϊωάννου λέει: “Ο Γούναρης ήταν δικός μας, λαϊκός”.
  2. Ο Γούναρης έχει μερτικό σε προπολεμικά λαϊκά τραγούδια, ανάμεσά τους κι ένα του Μάρκου!

ΥΓ. “Δεν περιγράφω άλλο”, που θα 'λεγε και ο γνωστός αθλητικοεφημεριδοραδιοφωνατζής.

Ρε σεις. Ακόμα και το “αρχοντορεμπέτικο” έχει εξαιρετικά μουσικά δείγματα. Ο Γούναρης (και άλλοι) είναι ένας πολύ αγαπητός και πασίγνωστος εκπρόσωπος αυτών των εξαιρέσεων.

Το θέμα είναι να μιλάμε κατά τον κανόνα. Και ο κανόνας είναι ότι το έντιμο, το απροκάλυπτο λαϊκό, είναι αυτό που δεν κρύβεται πίσω από φτηνά αρώματα, πλαστικές γραβάτες και την αρχοντοχωριάτικη υποκρισία. Οταν πεινάει το 80% των ψυχών, όπως όλοι οι αναλυτές γνωρίζουν, ο λαός είναι εξαιρετικά ευάλωτος σε κάθε είδους παραμύθια, απίστευτες υποσχέσεις και συντηρητικές απόψεις. Το αρχοντο-τράγουδο, αυτό του ύφους του Βοσκόπουλου και των συνεχιστών του, αφορά μια άδοξη αυτοϊκανοποίηση άνευ αντικρίσματος.
Ο αντίποδας του γνήσιου λαϊκού άνευ υποκρισίας.
Και σ’ αυτό το γνήσιο λαϊκό εντάσσεται άνετα ένα μεγάλο πλήθος “αρχοντορεμπέτικων” (εντός εισαγωγικών), όχι λόγω της παραπλανητικής μορφής αλλά λόγω του έκδηλα λαϊκού περιεχομένου. Δεν έχει σημασία αν δεν υιοθετήθηκε το μπουζούκι. Λαϊκά, δυνατά λαϊκά τραγούδια ήτανε. Αλλά είπαμε: Εξαιρέσεις.

Ελένη ,αν δε γράφτηκε γιά καμμιά επιθεωρηση της εποχής ε…τότε .Πάντως τι να σου πω,
το τραγούδι με πετυχε στο δόξα πατρί!!!:019:

Εντάξει, εντάξει, οι αρχοντοχωριάτες αυτοί ασελγούσαν πάνω στην γνήσια λαϊκή ψυχή πηθικίζοντας ξενόφερτα μουσικά κακέκτυπα επειδή τους το ζητούσαν οι εταιρίες που ήθελαν να αποπροσανατολίσουν τον λαό από τα πραγματικά του προβλήματα και να τον στρέψουν σε γλυκανάλατες ανοησίες. Το έμαθα το μάθημα μου. Φέρτε και την δήλωση να την υπογράψω να τελειώνουμε…

.-

Το “μπραβο”, ενω πεφτει, το μετανοιωνει και ξαναγυριζει πισω!:mad:

Frank, ειναι νωρις ακομη για υπογραφες… Η κουβεντα εχει μελλον, κρατα γερα στις επαλξεις!:110:

Προσωπικά πιστεύω ότι το είδος αυτό του αρχοντορεμπέτικου ήλθε να καλύψει ένα κενό.
Και εξηγούμαι: Εγώ προσωπικά δεν είμαι θαυμαστής του είδους, δηλ. δε βάζω ποτέ αρχοντορεμπέτικο να ακούσω για να κάνω το κέφι μου η για να ηρεμίσω. Από την άλλη όμως δε άκουσα καμιά φορά σε κανένα οικογενειακό γλέντι να τραγουδάνε το Πέντε Έλληνες στον Άδη, παρά συνήθως τραγούδια όπως το σκαλί, σε είδα να κλαδεύεις και όλα τα< γλυκανάλατα> που έχουν αναφερθεί. Εγώ πιστεύω ότι το είδος αυτό ήρθε να γεμίσει ένα κενό που υπήρχε. Παλιότερα σε αυτού του είδους τις συγκεντρώσεις και γλέντια τραγουδιούνταν κατά κανόνα δημοτικά η κανταδόρικα τραγούδια. Το αρχοντορεμπέτικο ήταν η ενδιάμεση λύση. Γι’αυτό, παρόλο που είδα διαφορετικές απόψεις εδώ, το είδος αγκαλιάστηκε από πολύ κόσμο. Κάντε μια έρευνα τι τραγούδια λένε οι σημερινοί 60άρηδες και 70άρηδες σε αυτές τις συνάξεις για να διαπιστώσεται και οι ίδιοι ότι έτσι έχουν τα πράγματα. Τώρα αν υπάρχουν και πολλά σαχλοτράγουδα μεταξύ τους, δε σημαίνει ότι δεν υπάρχουν και εξαιρετικά τραγούδια. Άλλωστε και στο λαϊκό υπάρχουν εκατοντάδες, να μην πω χιλιάδες σαχλοτράγουδα, δε σημαίνει ότι γενικά το λαϊκό δεν είναι καλό.

Ο καθένας μας ερμηνεύει τα πράγματα ανάλογα με την κοινωνική-ταξική του προέλευση, το μορφωτικό- πολιτιστικό του κεφάλαιο και τις κοινωνικές αναπαραστάσεις που κουβαλάει. Προσωπικά δεν είμαι ούτε θα γίνω ειδικός μουσικολόγος, απλά αντιλαμβάνομαι και αξιολογώ τα πράγματα, κύρια με το ένστικτο και τη συναισθηματική φόρτιση που μου προκαλούν. Αν αυτός ο τρόπος οδηγεί σε μια μονομερή προσέγγιση, ευχαρίστως να δεχθώ την κριτική και τον αντίλογο. Κουβέντα κάνουμε όχι μαθήματα…Όμως την υπερχείλιση ειρωνείας στο τελευταίο post σου φίλε Frank, (όποιος και αν είσαι…), δεν μπορώ να την κατανοήσω, ειδικά αυτό το περί δήλωσης…

Σιγά μη σε πιστέψω ρε. Δέκα χρόνια με βασανίζεις μ’ αυτές σου τις απόψεις. Κι όπως έλεγε κι ο Μανώλης (δια στόματος Τάκη) “τον αράπη κι αν τον πλένεις, το σαπούνι σου χαλάς”.
Αλα τις κι ο ρατσίστας!

Ελε ρεεε! Ξεκόλλα.
Τα καλύτερα λόγια είπα. Εβαλα έναν πιασάρικο τίτλο για το χαβαλέ.
Τι είπα; Οτι κάποια (ωραιότατα) λαϊκά τα ενέταξαν στην κατηγορία “αρχοντορεμπέτικα” στην οποία ανήκαν απαίσια και αποχαυνωτικά παρατράγουδα.
Αυτό είπα.
Τώρα, αν θες να υπογράψεις και δήλωση, πολύ ευχαρίστως! ΕΠΙΤΕΛΟΥΣ!
:019:

Θοδωρή, κάνεις λάθος 100%.
Ο Φραγκίσκος είναι Δικός μας με το Δ κεφαλαίο.
Είναι Φίλος.
Και επιπλέον δεν ειρωνεύεται ποτέ - γκαραντί από μένα, αν έχει καμιά αξία αυτό.

Απλά έχει μια ροπή προς το παραστράτημα.
Kαι - ενώ το ξέρει - έχει μουλαρώσει.
:slight_smile:

Φραγκίσκε μη μασάς, άσ’ τους να λένε. Εγώ μαζί σου είμαι.
“Ντράγκα-ντρουν (τιν τιν) το καμπανάαακι, να μας πάει κούτσα-κούτσα στο φτωχό μας το τσαρδάαααακι (ντα-ντα-ντα-νταν, σου-τιεν)” :246:

Μπορεί… :)Η “δήλωση”… μου ακούστηκε κάπως, εννοείς… :089:

Βλέπω στις απόψεις γύρω από το “αρχοντορεμπέτικο” τις γνωστές ιδεολογίες.

Κατά τη γνώμη μου η λέξη “αρχοντο” εδώ έχει σχέση μόνο με την καταγωγή των δημιουργών και των τραγουδιστών. Βλέπω ότι σ’ αυτό το περίοδο η ευρωπαικοποίηση των “γνήσιων” ρεμπέτων είναι όλοφανερα, ίσως έγινε με άλλο τρόπο, αλλά χωρίς απορίες η μουσική τους και η εκτέλεση τους ήταν πάρα πολύ μακρυά από το γνήσιο ρεμπέτικο.
Ενδιαφέρομαι αν η ευρωπαικοποίηση των “απλών” δημηουργούν σας φαίνεται καλή?

Μάρθα (welcome back!), η άποψη των περισσότερων είναι ότι ακριβώς όχι, το αρχοντορεμπέτικο δεν εντάσσεται στην ευρωπαϊκοποίηση του ρεμπέτικου, που αυτή όχι μόνο υπήρξε αλλά άρχισε πολύ νωρίτερα, τα πρώτα δείγματα τα έχουμε αρχές του αιώνα και ίσως και πιο πριν, με Γιοβανίκα κλπ., και κατέληξε στο να μην υπάρχουν πλέον παρά ελάχιστα εύκολα ορατά στοιχεία της ανατολίτικης επίδρασης στο ύστερο ρεμπέτικο και το λαϊκό.

Αυτό που πολύ συχνά τονίστηκε σε αυτή τη συζήτηση (και δεν είναι τυχαίο) είναι η κοινωνιολογική διαφοροποίηση: το αρχοντορεμπέτικο, όπως και το ελαφρό, είναι προϊόν της ενόχλησης μιάς συγκεκριμένης τάξης της κοινωνίας από την (ως τότε, παρά την μακρόχρονη λογοκρισία) προσκόλληση της θεματικής του ρεμπέτικου στα λαϊκά προβλήματα κατά κύριο λόγο, και μάλιστα στην περίοδο του εμφύλιου και μετά.

Βέβαια δεν συμφωνώ, το έχω ξαναπεί, με την προσέγγιση ότι αυτό ήταν μεθόδευση των δισκογραφικών εταιριών, έχουν αποδείξει το αντίθετο κατά το μεσοπόλεμο, φυσικά όχι για λόγους πολιτικούς αλλά χρηματοθηρικούς. Η κοινωνία της άρχουσας τάξης στο σύνολό της, ξέροντας χωρίς την ανάγκη σεμιναρίων (όπως στην Αμερική) ποια είναι τα συμφέροντά της, ήταν εκείνη που «έσπρωξε» το αρχοντορεμπέτικο και φυσικά έχουν μερίδιο και οι εταιρίες αλλά όχι μεγαλύτερο, αναλογικά, από τον τύπο, τους ιδιοκτήτες αλλά και τους πελάτες κέντρων διασκέδασης, τους καλλιτέχνες, την άρχουσα τάξη γενικότερα.

Φυσικά και η συνεχώς προϊούσα (από καταβολής δισκογραφίας όμως!) ευρωπαϊκοποίηση δεν μας αρέσει, εμάς των (λίγων) πουριστών, αλλά την αποδεχόμαστε ως κάτι που νομοτελειακά θα συνέβαινε κάποια στιγμή. Όμως το «γνήσιο» ρεμπέτικο, ιδίως μετά τον πόλεμο, όλο και περισσότερο φεύγει μακρύτερα από το αρχέτυπο του Μάρκου και των συν αυτώ και δεν νομίζω ότι π.χ. ο Τσιτσάνης επηρρεάστηκε σημαντικά από τις επιτυχίες του τρίο Κιτάρα ή του Γούναρη.

Υ.Γ. Βρέ! να, θέμα για την (επόμενη, βεβαίως) Κλίκα!

Ο ακριβής μουσικός όρος είναι: “Κομπινεζόν - σουτιέν”.

Νίκο, αυτό που ενοχλεί σε τέτοιες συζητήσεις είναι το άσπρο\μαύρο, αλλά στη ζωή υπάρχόυν και πολλά άλλα χρώματα. Συχνά διαβάζω ο “καλός” λαός στη μιζέρια (γνήσιες Έλληνες) και ο κακός κόσμος της αρχούσας τάξης (ψεύδοέλληνες?). Τίποτα μεταξύ τους? Που ακριβώς είναι η γραμμή μεταξύ τους δυο ομάδες Ελληνών?