Συζήτηση για το λήμμα "σώτος" ή "σότος"

Θα ήθελα να προσθέσω στο λήμμα μια ακόμα πληροφορία:
ο Δημητράκος αναφέρει και το ιταλικό επίρρημα sotto [:με την έννοια «υπό»] αλλά και το ελληνικό επίρρημα «σόττο»,
π.χ., «σόττο αλά πρίμα» [:«το πρώτον κερδίζον παιγνιόχαρτον εις το παίγνιον πασσέτα το εμφανιζόμενον μετά την άρσιν του πρώτου, ήτοι το δεύτερον φύλλον»].

Προσθέτει και το «σόττο βότσε» από τη μουσική και το «σόττο βέντο», από τη ναυτική ορολογία.

Αναφέρει και τη φράση «ήρθα σόττος», φράση που χρησιμοποιείται γι αυτούς που κερδίζουν στην πασσέτα, γενικά στους τυχερούς.

Και στο «σόττος» δίνει ως αντίθετο τη λέξη «τέρτσος»

2 «Μου αρέσει»

Πολύ σωστά. Να προσθέσω:

Από την εμπορική ορολογία: sotto palango: κάτω απ’ το παλάνγκο (βίντζι) του πλοίου. Όρος που σημαίνει «η ευθύνη για το εμπόρευμα καλύπτει το ταξίδι με το πλοίο, μέχρι τη στιγμή όπου το εμπόρευμα βρίσκεται εκτός πλοίου και κάτω απ’ το βίντζι του», δηλαδή ξεφορτώθηκε και ακουμπάει στην καρότσα φορτηγού αυτοκινήτου, πλωτής φορτηγίδας κλπ.

2 «Μου αρέσει»

@elenh το περάσαμε αυτό;

Το ανασύρω για να μη μας ξεφύγει… :blush:

Η ορθογράφηση με ω, πού στηρίζεται; Μήπως θα έπρεπε να ορθογραφηθεί ως σότος;

Αν είναι σωστή η ετυμολογία από την ιταλική πρόθεση (ακόμη κι αν, υποθετικά, δεν είναι σωστή αλλά η σωστή είναι και πάλι από κάποια ξένη λέξη), τότε σότος.

“ο Φάντες τέρτσος έρχεται κι ’ ο Ρήγας σότος βγαίνει” μας λέει κι ο Σουρής.

1 «Μου αρέσει»

Σότο:

δημοτική λέξις χαρτοπαικτική εις το παιχνίδιον της πασσέτας. Το υποκάτω του πρώτου εμφανιζομένου φύλλου, το εμφανιζόμενον μετά το τράβηγμα του πρώτου, το δεύτερον φύλλον, κατ’ αντιδιαστολήν προς το κατωτέρω, το οποίον καλείται τέρτσο [τρίτον]. Φρ. «ήρθε σότος», εκέρδισε, κατ’ αντιδιαστολήν προς το «ήρθε τέρτσος».

(ΜΕΓΑΛΗ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΓΚΥΚΛΟΠΑΙΔΕΙΑ 1926)

1 «Μου αρέσει»

Με την ευκαιρία που το ξανασυζητάμε, βάζω και ένα χρονογράφημα του 1905, από την εφημερίδα «Εμπρός», με τίτλο «Μια εξέλιξις» που αναφέρεται στη χαρτοπαιξία, με όρους γνωστούς και σήμερα:

Τα «σότος / τέρτσος» και στη «Χαρτοπαιξία»
του Σουρή, το 1886:

«…διότι, φίλε Περικλή, σκέψου καλά και κρίνε
πώς πάσα επιχείρησις χαρτί του τζόγου είναι,
κι εις πάσαν επιχείρησιν κι εις έργον λεληθότως
ή τέρτσος θάλθεις, Περικλή, ή τουναντίον σότος….»

Συναντάμε όμως και τη γραφή «σώτος» στους στίχους όπως αναγράφονται σε τραγούδια, π.χ.
«…πότε τέρτσος, μα πότε σώτος
πότε δεν πληρώνουμαι…»

στο «Παίζω πόκα, παίζω πινόκλι» με τον Κατσαρό.

Και δεν είναι το μόνο.
Στην εφημερίδα «Σφαίρα», με χρονολογία 1922, συναντάμε την ίδια γραφή: «σώτος».

«…Γεια σου, ρε Αρτεμάκι, του κάνω! σώτος είσαι γιά τέρτσος ;.
—Σώτος, αδρεφάρα μου…»

Οπότε, καλό είναι να υπάρχει και αυτή η γραφή [ως δεύτερη] ώστε όταν τη συναντήσει κανείς μ’ αυτή τη γραφή, να μη θεωρηθεί πως πρόκειται για διαφορετική λέξη.

1 «Μου αρέσει»

Μεταξύ των δύο, βαρύτητα θα δώσω στον Σουρή. Βεβαίως μπορούμε να κρατήσουμε και τις δύο γραφές, αλλά με πρώτη το σότος και το σώτος να έπεται, όπως ήδη προτείνεις, Ελένη.

Η σωστή ορθογραφία είναι ασυζητητί «σότος». Μπορεί παλιότερα να έγραφαν και «σόττος», που σήμερα έχει αλλάξει. Το «σώτος» είναι απλό λάθος λόγω άγνοιας της ετυμολογίας.

Από την άλλη βέβαια, όποιος βρει σ’ ένα κείμενο «σώτος» και το αναζητήσει στο γλωσσάρι, προφανώς δεν ξέρει τι σημαίνει, άρα ούτε και από πού βγαίνει, και συνεπώς δεν μπορεί να ξέρει ποια ορθογραφία είναι σωστή και ποια λάθος. Όλα αυτά είναι ακριβώς εκείνα που γυρεύει να μάθει. Επομένως, έχει δίκιο η Ελένη που λέει να αναφερθεί και η λάθος γραφή.

Εφόσον όμως είναι όντως πιθανό να αναζητήσει κάποιος το «σώτος». Είναι όμως; Εδώ μιλάμε για τραγούδια, που τα ακούμε προφορικά. Δεν πρόκειται να αναζητήσει κανείς εδώ λέξεις που διάβασε π.χ. στη «Σφαίρα» του 1922.

Το ότι κάποιος στο ΥΤ μπορεί να έχει καταγράψει τους στίχους από το «Είμαι φίνος μάγκας» με ορθογραφικά λάθη, δεν υπάρχει λόγος να το καλύψουμε ως ενδεχόμενο!

1 «Μου αρέσει»

Σωστό κι αυτό. Καινούργια πρόταση:

σότος (ο)
ο κερδισμένος στο χαρτοπαίγνιο.

σότα: τα χαρτιά που κερδίζουν. Απαντάται σποραδικά και η ορθογράφηση σώτος, σώτα.

Κατά την ίδια όμως αναλογία, θα έπρεπε να προσαρμοστεί και το λήμμα
τέρτσος (ο)
ο χαμένος σε χαρτοπαίγνιο.

αφού συχνά παρατίθενται δίπλα δίπλα οι δύο εκφράσεις, σότος και τέρτσος.

Και βεβαίως, να βρεθεί κατάλληλη αναφορά σε τραγούδι, γιατί η υπάρχουσα σήμερα δεν υποστηρίζει αυτό που λέμε, χαμένος δηλαδή.

1 «Μου αρέσει»

Όταν είμαι τέρτσος, παναΐτσα μου
βρίσκει τον μπελά της η μανίτσα μου.

Είμαι φίνος μάγκας, Περιστέρη, Κασσιμάτης, 1933. Και στην προηγούμενη στροφή παράδειγμα του σότου.

2 «Μου αρέσει»

Πρόταση:

Σότος [και - με λανθασμένη ορθογραφία – «σώτος»]
ο κερδισμένος στην πασσέτα, ένα είδος παιχνιδιού με τράπουλα.
σότο: τα χαρτιά που κερδίζουν.

Ακούγεται στο τραγούδι: «Ο τεκετζής» (1934)
στ., μουσ. : Περιστέρης,
ερμην.: Κασιμάτης

«…όταν είμαι σότος με πολλά ψιλά
όλη η κοινωνία με τα μέ γλεντά…»

[ΕΤΥΜΟΛ.: < ιταλ. sotto = «κάτω, χαμηλά»]

[σότο: μόνο στον ενικό το συναντάμε, όχι στον πληθυντικό, από ό,τι είδα]

1 «Μου αρέσει»

Εδώ, μια αναφορά στη χαρτοπαιξία μαθητών, το μακρινό 1884 .

Η φράση με την οποία καταλήγει [είναι το 2ο κειμενάκι, κατά σειρά]
“Πέφτει όμως σότος και χάνει”, μπερδεύει.
Ίσως να μην γνώριζε ο συντάκτης του κειμένου την έννοια της λ. ή να την χρησιμοποιούσαν διαφορετικά;

Ομολογουμένως με μπερδεύει κι εμένα ότι η ίδια λέξη σημαίνει «από κάτω» και «κερδισμένος». Ίσως η εξήγηση να είναι προφανής σε κάποιον που ξέρει πασέτα.

Αλλά, τέλος πάντων, μας νοιάζει τόσο αν τυχόν το 1884 σήμαινε το αντίθετο απ’ ό,τι το 1934; Με τα τραγούδια ασχολούμαστε, όχι με άλλα κείμενα.

Το εξηγεί το παράθεμα που έβαλα από την Εγκυκλοπαίδεια του ΠΥΡΣΟΥ:
«Το υποκάτω του πρώτου εμφανιζομένου φύλλου, το εμφανιζόμενον μετά το τράβηγμα του πρώτου»

Το “υποκάτω” (sotto) κερδίζει

Και στον πληθυντικό απαντά σπανιότερα, οπότε στο λήμμα θα πρέπει να μπει:
σότα: τα χαρτιά που κερδίζουν (έτσι κι αλλιώς είναι σόλοικο το σότο=τα χαρτιά)

Σωστός ο Άνθιμος. Προτείνω αλλαγή (το έντονο):

Πρόταση:

Σότος [και - με λανθασμένη ορθογραφία – «σώτος», πληθ . σότα, σώτα]

ο κερδισμένος στην πασσέτα, ένα είδος παιχνιδιού με τράπουλα.

σότο: το φύλλο που κερδίζει.

Ακούγεται στο τραγούδι: «Ο τεκετζής» (1934)

στ., μουσ. : Περιστέρης,

ερμην.: Κασιμάτης

«…όταν είμαι σότος με πολλά ψιλά

όλη η κοινωνία με τα μέ γλεντά…»

[ΕΤΥΜΟΛ.: < ιταλ. sotto = «κάτω, υποκάτω, χαμηλά»]

1 «Μου αρέσει»

Ωστόσο, αυτό πρέπει να πάει δίπλα από το ουδέτερο (“σότο”)

Αν απλώς σημειώσουμε ότι είναι επίθετο, ο σχηματισμός των διάφορων τύπων προκύπτει αυτόματα.

(Θα μου πείτε: το θηλυκό πώς είναι; Σότη ή σότα, ή απλώς δε λέγεται; Ε, νομίζω ότι δεν είναι δουλειά μας όλα αυτά.)